Η κόντρα της με επιφανή δημοσιογράφο που άφησε εποχή
Τιμώντας τη μνήμη των Ρεθεμνιωτών συνδικαλιστών δεν μπορούμε να μην κάνουμε μια ακόμα αναφορά στην Καλλιρόη Σιγανού Παρρέν, ένα σύμβολο αγώνων της γυναίκας για να καταξιωθεί στο κοινωνικό σύνολο. Γιατί ό,τι κι αν έχει γραφτεί σχετικά, δεν μπορεί να περιγράψει τη μοίρα της γυναίκας, άλλων εποχών, που ο ρόλος της ήταν να γίνει μια υπάκουη σύζυγος και μια αφοσιωμένη μητέρα.
Ακόμα και η ψυχαγωγία της είχε κανόνες και περιορισμούς.
Σ’ αυτό το κατεστημένο η Καλλιρρόη Σιγανού Παρρέν, ύψωσε το ανάστημά της και η πέννα της άστραψε και βρόντησε όποτε αυτό χρειάστηκε.
Ιστορική παραμένει η αψιμαχία της με ένα σημαντικό δημοσιογράφο της εποχής του, τον πολυγραφότατο δημοσιογράφο, θεατρικό συγγραφέα φιλελεύθερο και επιφανή διανοούμενο Γεώργιο Τσοκόπουλο, που δείχνει και τον δυναμισμό της σπουδαίας αυτής γυναίκας.

Αναφέρει σχετικά ο αείμνηστος Μανόλης Κούνουπας σε άρθρο του με τίτλο «Καλλιρρόη Παρρέν -Σιγανού» (Ρεθεμνιώτικα Νέα 8/5/2017) «Όλα ξεκίνησαν από ένα κριτικό και υποτιμητικό για τη γυναίκα χρονογράφημα του δημοσιογράφου σε εφημερίδα της εποχής με τον τίτλο: «Ωραιότητες και ασχήμιαι» (Νέον Άστυ 21 Φεβρουαρίου 1907). Περιέγραφε πως «Παρήλασαν από μπροστά του στην οδό Κηφισίας (σήμερα Βασιλίσσης Σοφίας) οι μαθήτριες ενός Παρθεναγωγείου με τη στολή τους και δύο δύο στη σειρά. Εύρισκε πως τα πάντα ήταν όμορφα εν όψει της ανοίξεως και μόνον αι μαθήτριαι ήσαν εντελώς και καθ’ ολοκληρίαν άσχημαι!».
Προσέθετε δε πως ήταν πλέον εθνικόν γεγονός, ότι ήταν άσχημες και κατηφείς πενήντα μαθήτριες, πάνω στο άνθος της ηλικίας τους, από δεκατεσσάρων μέχρι δεκαοχτώ ετών. Αφού δεν είχαν έγνοιες και βάσανα, σύμφωνα με τον Τσοκόπουλο, έπρεπε να έχουν διαυγή μάτια, ωραίο μέτωπο και έντονα χρώματα. Αντ’ αυτών όμως είχαν μαραμένα πρόσωπα, μάτια άλαμπα και σώμα χωρίς ζωή! Κατέληγε δε στο συμπέρασμα, πως τα κορίτσια ήταν έτσι λόγω της διατροφής τους, επισημαίνοντας ταυτοχρόνως, ότι έπρεπε να αναπνέουν περισσότερο καθαρό αέρα, να γυμνάζονται περισσότερο και να αναπτύξουν καλύτερες σχέσεις με το νερό «Η νεότης έχει καθήκον να είναι ωραία. Τίποτε άλλο δεν ζητούμε απ’ αυτήν» έγραφε ο Τσοκόπουλος.
Για την Καλλιρρόη το απαξιωτικό άρθρο υπήρξε μια ανέλπιστη ευκαιρία ένα έναυσμα για να ξιφουλκήσει φραστικά και να υπεραμυνθεί των θέσεών της. Ούτω πως τρεις μέρες αργότερα σπεύδει να απαντήσει απερίφραστα, στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας. Παρουσίασε με τα πλέον μελανά χρώματα το λανθασμένο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας για αγόρια και κορίτσια. Σύστημα το οποίο δεν διαμόρφωνε υπεύθυνους πολίτες, δεν επέτρεπε, να αναπτύξουν δεξιότητες και δεν προετοίμαζε τα παιδιά, για να αντιμετωπίσουν τις ανασταλτικές αντιξοότητες της ζωής. Καυτηρίασε με τόλμη τον αναχρονιστικό και τον αναγκαστικό περιορισμό των κοριτσιών, να μένουν μέσα στα σπίτια τους. Επισήμανε τους κινδύνους από τις ψυχολογικές επιδράσεις και τις ψυχονευρώσεις, την καταστροφική αβουλία λόγω του εγκλεισμού των κοριτσιών μέσα στα σπίτια, εκείνη την καταστροφική παθητική αδράνεια. Ότι δε θα πήγαιναν ούτε μέχρι τον Πειραιά, όχι διότι δεν ήθελαν, αλλά διότι δεν μπορούσαν, είτε διότι δεν τους το επέτρεπαν. Όπως δεν μπορούσαν να χειραγωγήσουν τη συμπεριφορά τους, τη σκέψη τους, τον εαυτό τους. Ότι δεν είχαν ελεύθερη βούληση και ζούσαν σαν υποχείρια.
Αυτή την κατάσταση που επικρατούσε, την απέδιδε πρωτίστως στο εκπαιδευτικό σύστημα. Τα παιδιά αυτά συνέχιζε η Καλλιρρόη, ήταν καταδικασμένα να παραμένουν οκτώ με δέκα ώρες την ημέρα καθηλωμένα, επάνω στα θρανία, για δέκα ολόκληρα χρόνια με το κεφάλι σκυμμένο στο βιβλίο! Ήταν υποχρεωμένα να υπομένουν στα πλαίσια της εκπαιδευτικής διαδικασίας ένα στείρο, άγονο, σχολαστικισμό με την επιμονή στις ανούσιες λεπτομέρειες.
Το μόνο που τους έμενε, κατά την Καλλιρρόη, ήταν τα χλωμά μάγουλα, το μαραμένο μέτωπο, τα νεκρωμένα μάτια, το βαθουλωμένο στήθος, οι κυρτοί ώμοι και κάτι σημαντικότερο ότι αυτά τα κορίτσια είναι η εκφυλισμένη γενιά της αύριον.
Χωρίς να αναφέρει τα πραγματικά αίτια ο Τσοκόπουλος, εξακολουθεί να επιμένει και επανέρχεται και πάλι στα οφθαλμοφανή γεγονότα, για να τονίσει, πως τα κορίτσια των σχολείων περιέφεραν στους δρόμους πρόσωπα με χρώμα… κουνουπιδιού, μάτια φοβισμένα και πλάτες σκυφτές».
Η κορύφωση της «κόντρας»
«Η Καλλιρρόη εν συνεχεία του προσάπτει τον υποτιμητικό και τον μειωτικό χαρακτηρισμό του Ανατολίτη, ο οποίος: θέλει τη γυναίκα απλώς «τυφλόν νευρόσπαστον και μηχανήν ετεροκίνητον του σπιτιού»!
Ο Τσοκόπουλος αντέδρασε με νέα ανεπίτρεπτη επιστολή στον τύπο. Χλευάζει την Παρρέν με βαρείς χαρακτηρισμούς ως νευρική, υστερική και ότι βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικής κρίσης.
Τέσσερα χρόνια όμως αργότερα η Παρρέν, μετά από τη μαχητική πολυσχιδή της δράση, όταν καταξιώνεται και αναδεικνύεται σε πρωτοπόρο ηγέτιδα των εξελίξεων τότε ο Τσοκόπουλος αλλάζει τακτική κάνει ριζική στροφή 180 μοιρών και θα υποκλιθεί στις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες και ρηξικέλευθες ιδέες της. Με αφορμή τα εγκαίνια του Λυκείου των Ελληνίδων στην Αθήνα (Οκτώβριος 1911) ο Τσοκόπουλος θα πάρει τον λόγο και θα δηλώσει με εμφατικό τρόπο τον θαυμασμό του για την Καλλιρρόη. Μετανοημένος και γοητευμένος από το πελώριο, ηθικό, πληθωρικό της ανάστημα και το μαχητικό της πνεύμα, θα καλέσει τους άνδρες να… προσευχηθούν γονυκλινείς ενώπιον μιας Ηγερίας και να αξιωθεί, να δει μια μέρα, ώστε να εγκαινιαστούν σε όλη τη χώρα και άλλες παρόμοιες σαν αυτήν λέσχες – πολιτιστικοί χώροι και ωφέλιμα, κοινωνικά επιτεύγματα.
Ο Τσοκόπουλος δεν εύρισκε λόγια για να επαινέσει και εξυψώσει τη γυναίκα, η οποία βρήκε τρόπο να μεταβάλει τα όνειρα σε πραγματικότητα και παραδέχθηκε με απολογητικό ύφος ότι «μας έβαλαν γυαλιά οι γυναίκες κύριοί μου!».
Όσοι γνώρισαν την Καλλιρρόη έχουν να πουν για μια επιβλητική γυναίκα που δεν «χάριζε» σε κανέναν όταν παραβίαζε τα όρια σε γυναικεία θέματα.
Ο Μιχαήλ Μύρ Παπαδάκης καταθέτει ότι παρά τον δυναμισμό της η σπουδαία αυτή γυναίκα ακόμα και σε διαδηλώσεις πήγαινε με το πλεκτό της. Ένα μήνυμα στο «ασθενές» φύλο ότι θα έπρεπε να αγωνίζεται για τα δικαιώματά του χωρίς να απαρνιέται τις παραδόσεις του από γιαγιά σε εγγονή.
Αναζήτηση χοροδιδασκάλου κρητικών χορών
Κάτι επίσης σημαντικό καταθέτει ο Σταύρος Κελαϊδής, εντυπωσιασμένος κι αυτός από τη γνωριμία του με την Παρρέν κάτω από συνθήκες πολιτιστικής συνεργασίας.
Το γεγονός διαδραματίζεται ένα περίπου χρόνο μετά την ίδρυση του Λυκείου Ελληνίδων στην Αθήνα (1911) από την Καλλιρρόη Σιγανού Παρρέν. Ο Σ.Κ. που, όπως αναφέρει μόλις είχε πάρει πτυχίο Νομικής, καθόταν στην πλατεία Συντάγματος με δυο συντοπίτες του και συζητούσαν για την καθημερινότητά τους.

Οι άλλοι δύο ήταν ο καπετάν Γιάννης Καραβίτης και ο Στέλιος Παπαδόπετρος.
Ο Καπετάν Γιάννης Καραβίτης, διαβάζουμε, ήταν ο ευφυέστερος Κρητικός που πήγε κατά το Μακεδονικό Αγώνα στη Μακεδονία, γνωρίζοντας καλύτερα και από τον υπουργό Εξωτερικών τη σημασία της πολεμικής αυτής αναμέτρησης. Έτρεχε δε με τόση ταχύτητα σαν να είχε στα πόδια του φτερά.
Αν και είχε τελειώσει την Γ’ Δημοτικού, έγραφε τόσο χαριτωμένα χρονογραφήματα γεμάτα χιούμορ, σαν να ήταν φτασμένος χρονογράφος.
Εκεί πάντως που έκοβε την ανάσα σε όποιον τον έβλεπε ήταν στον χορό. Νόμιζες ότι ζωγραφίζει στο έδαφος κι άλλοτε πάλι σου έδινε την αίσθηση ότι πετούσε. Ο χορός φαίνεται πως ήταν για τον Καραβίτη μια ιεροτελεστία. Και έτσι την παρουσίαζε χωρίς καμιά υπερβολή. Ήταν σαν να ενσάρκωνε τη λεβεντιά της Κρήτης σε κάθε του κίνηση. Και αποσπούσε τον θαυμασμό όποιου τον έβλεπε.
Όταν τον είδαν κάποτε να χορεύει ο Δημήτρης Καλαποθάκης, του «Εμπρός», πρόεδρος τότε του Μακεδονικού Κομιτάτου και ο στρατηγός Γενήσαρλης, διευθυντής των ανακτορικών χορών στάθηκαν εκστατικοί και είπαν πως αν χόρευαν οι θεοί, αυτούς τους χορούς θα χόρευαν.
Και αυτό το είπαν άνθρωποι που είχαν δει τους αξιότερους χορευτές της χώρας να χορεύουν τους παραδοσιακούς μας χορούς.

Μια ενδιαφέρουσα συνάντηση
Μετά τον περίπατο οι τρεις Ρεθεμνιώτες κάθισαν εκεί στην πλατεία Συντάγματος, όταν είδαν να τους πλησιάζει ο Ιωάννης Βούλγαρης με μια αξιοσέβαστη κυρία.
– «Να σας συστήσω την κυρία Καλλιρρόη Παρρέν», τους είπε.
Ο Σ.Κ. ένιωσε ένα κόμπο συγκίνησης να κόβει τη φωνή του.
Τι μεγάλη τύχη να γνωρίζει από κοντά την Αμαριώτισσα που η φήμη της είχε απλωθεί παντού. Ήξερε γι’ αυτήν από δημοσιεύματα και τη θαύμαζε. Ο Καραβίτης όμως δεν είχε ιδέα.
Έτσι με αδιαφορία, σχεδόν απαξιωτική, άκουσε τη σημαντική αυτή γυναίκα να τον ενημερώνει για τους σκοπούς του Λυκείου Ελληνίδων και δεν άλλαξε έκφραση ούτε καταλαβαίνοντας πως σ’ αυτόν απευθύνεται η κυρία, καθώς έχει πληροφορηθεί ότι πρόκειται για τον καλύτερο χορευτή της Κρήτης.
-«Κι ίντα θες;» ρώτησε ο Καραβίτης διατηρώντας το σκοτεινό ενοχλημένο ύφος.
-«Να διδάξετε κρητικούς χορούς εις τας κορασίδας μας», απάντησε η Παρρέν χωρίς να δείχνει ενοχλημένη από την αγενή συμπεριφορά του καπετάνιου.
Εκείνος τότε της έριξε μια ματιά με το γερακίσιο βλέμμα του, σαν να ήθελε να ζυγιάσει την πρόταση, χάιδεψε την περιποιημένη μαύρη γενειάδα του σκεπτικός. Ο νους έπαιρνε γρήγορα στροφές, προσπαθώντας να καταλάβει αν η πρόταση τον κολάκευε ή θα έπρεπε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους με την άρνησή του φυσικά.
Η Καλλιρρόη με θαυμαστή ψυχραιμία αντιστεκόταν στο εξεταστικό του βλέμμα κι αυτή η στάση άρεσε στον καπετάνιο. Καμάρωνε τους ανθρώπους που μιλούσαν με ευθύτητα. Κι αυτή η γυναίκα ενέπνεε με την πρώτη ματιά στον άλλο σεβασμό, εμπιστοσύνη και σιγουριά.
Όταν πια κατάλαβε ότι δεν ήταν τόσο υποτιμητικό να είσαι χοροδιδάσκαλος της είπε:
«Δέχομαι αλλά με όρους…»
«Μπορώ να τους ακούσω;»
«Να πάρω και την παρέα μου».
Αρχίζει η διδασκαλία
Η Παρέν δεν είχε καμιά αντίρρηση και την επομένη ακριβώς η τριάδα βρισκόταν στο σημείο που είχε οριστεί. Ας αφήσουμε όμως την πένα του Μιχαήλ Παπαδάκι να περιγράψει τη συνέχεια.
«Την επομένη ήλθε η Παρρέν συνοδευόμενη από τον επίσης Αμαριώτη Κατσούγκρη φοιτητή κι εκείνο με το Κρητικό ένδυμα. Έγινε απόπειρα διδασκαλίας τη συνοδεία πιάνου. Μα η τύχη φαίνεται των πιάνων είναι πάντα να είναι «ξεκούρντιστα». Εδιδάξαμε τα βήματα χωρίς πιάνο και είπαμε η συνέχεια αύριο.
Την επομένη πήγαμε με λύρα και λαγούτο. Βρήκαμε τους οργανοπαίχτες στα «Κρητικά» του Πειραιά.
Οι κυρίες ενθουσιάστηκαν, το πιάνο κατηργήθη και η διδασκαλία εσυνεχίσθη με λαμπρά αποτελέσματα.
Την Πρωτομαγιά εορτάσθησαν στο Ζάππειο τα ανθεστήρια με τους Κρητικούς χορούς καταχειροκροτηθέντας. Η χαρά, ο ενθουσιασμός και η υπερηφάνεια της Παρέν δεν μπορεί να περιγραφεί».
Με τους Ρεθεμνιώτες αυτούς το Λύκειο Ελληνίδων Αθηνών, ένα περίπου χρόνο μετά την ίδρυσή του δίδαξε κρητικούς χορούς. Κι όπως ήθελε πάντα την τελειότητα η Καλλιρρόη Παρρέν επέλεξε τον ικανότερο. Ήταν ο καπετάν Γιάννης Καραβίτης. Και δικαιώθηκε με τη μεγάλη επιτυχία που σημείωσε η εμφάνιση των κοριτσιών που χόρεψαν χορούς της Κρήτης στα Ανθεστήρια εκείνης της χρονιάς στην Αθήνα ανήμερα Πρωτομαγιάς.
Η Εφημερίς των Κυριών
Η «Εφημερίς των Κυριών», την οποία η Παρρέν άρχισε να εκδίδει το 1887, διευθυνόταν από την ίδια και ήταν στελεχωμένη αποκλειστικά από γυναίκες. Η έκδοσή της ανά δεκαπενθήμερο σταμάτησε το 1918, όταν η ίδια εξορίστηκε στην Ύδρα για τα φρονήματά της, όπως απαιτούσαν οι ταραγμένοι καιροί. Οι θέσεις και οι δράσεις τής Παρρέν καθορίστηκαν από την πίστη της ότι η πνευματική και η πολιτική χειραφέτηση και η ισοτιμία των γυναικών ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την εξασφάλιση γι’ αυτές παιδείας και εργασίας. Ο αγώνας της βασιζόταν στην αποδοχή τού παραδοσιακού ρόλου τής γυναίκας και την διεκδίκηση περισσοτέρων δικαιωμάτων γι’ αυτήν, ώστε να αντεπεξέρχεται καλύτερα στο έργο της. Αυτή η αποδοχή τού παραδοσιακού ρόλου τής έδινε την ευχέρεια να γίνεται δεκτή από τους διοικούντες, ακόμα και όταν αυτοί δεν ήταν έτοιμοι να δεχτούν όλα τα αιτήματά της.

Η μεγάλη συνδικαλίστρια δεν έπαυσε να κάνει περήφανη τη χώρα της. Αντιπροσώπευσε την Ελλάδα σε διάφορα διεθνή τότε συνέδρια στο Παρίσι (1889, 1891 και 1896) στο πρώτο των οποίων είχε προεδρεύσει ο φιλόσοφος Ζυλ Σιμόν. Το 1893 αντιπροσώπευσε τις Ελληνίδες στο Διεθνές Συνέδριο του Σικάγου και το ίδιο έτος μετά την επιστροφή της ίδρυσε την «Ένωση υπέρ της Χειραφετήσεως των Γυναικών» προς βοήθεια περισσότερο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης των απόρων γυναικών. Ίδρυσε επίσης πολλά κοινωφελή ιδρύματα και οργανώσεις όπως τη «Σχολή της Κυριακής, απόρων γυναικών και κορασίδων» (1890), την οποία και έθεσε υπό την προστασία (αιγίδα) και προεδρεία της Βασίλισσας Όλγας, το «Άσυλο Ανιάτων Γυναικών» μαζί με τη Ναταλία Σούτσου το (1896), το «Άσυλο της Αγίας Αικατερίνης» και την «Ένωση των Ελληνίδων» υπό τη διεύθυνση της Αικατερίνης Λασκαρίδου, και δύο χρόνια μετά τον «Πατριωτικό Σύνδεσμο» (1898), ενώ δεν έπαψε και τις κινήσεις υπέρ της παροχής ίσων ευκαιριών συμμετοχής στην εκπαίδευση και την πολιτική ζωή της χώρας, στις γυναίκες, που όλες δυστυχώς από τις κρατούσες τότε κυβερνήσεις ατύχησαν.
Επίσης, το πάθος της για την αναγέννηση και διατήρηση των ελληνικών εθίμων και παραδόσεων, την οδήγησε το 1911 να δημιουργήσει το Λύκειο των Ελληνίδων, το οποίο ξεκίνησε κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, την καταγραφή, διδασκαλία και παρουσίαση παραδοσιακών χορών, ενώ η δράση του είναι γνωστή μέχρι και σήμερα, αριθμώντας σε Ελλάδα και εξωτερικό πολλά μέλη. Κατά την Ιωάννα Παπαντωνίου, η Καλλιρρόη Παρρέν συγκαταλέγεται μαζί με τη Μ. Ζάχου, την Αγγελική Χατζημιχάλη και άλλες γυναικείες μορφές της εποχής της, στις εμπνευσμένες Ελληνίδες που αγωνίστηκαν για τη διατήρηση της ελληνικής λαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και για τη σύνδεση της αρχαίας Ελλάδας με τη νεότερη.
Μετά από δικά της διαβήματα, η κυβέρνηση Θεόδωρου Δηλιγιάννη επέτρεψε τη φοίτηση των γυναικών στο Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο, όταν πλέον αυτό είχε γενικευθεί στην Ευρώπη. Επίσης, η Παρρέν ήταν η πρώτη που κίνησε το θέμα της παραχώρησης δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες, ήδη από τη δεκαετία του 1890, που όμως καμία κυβέρνηση δεν αποδέχτηκε, ούτε του Βενιζέλου, ούτε του Παπαναστασίου, μέχρι που κατέληξε να γίνει πραγματικότητα μετά από 70 χρόνια
Η Καλλιρρόη Παρρέν έγραψε επίσης πολλά άρθρα, δοκίμια, μυθιστορήματα και θεατρικά έργα με βασικό θέμα πάντα τη θέση της γυναίκας στα τότε κοινωνικά προβλήματα, όπως: «Ιστορία της γυναικός» (1889), «Η μάγισσα» (1901), «Το νέον συμβόλαιον» (1901), «Η νέα γυναίκα», «Η χειραφετημένη» (1915) και «Επιστολές Αθηναίας προς Παρισινή».
Ευτυχώς για τη σπουδαία αυτή γυναίκα αναγνωρίστηκε κάποτε και τιμήθηκε η προσωπικότητά της σε όλο της το μεγαλείο.
Στις 6 Ιουνίου 1992, πάνω από πενήντα χρόνια μετά τον θάνατό της, η Καλλιρρόη Παρρέν τιμήθηκε από την Ελληνική Δημοκρατία με τα αποκαλυπτήρια της προτομής της στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, αριστερά της εισόδου προ των μεγάλων μαυσωλείων. Προηγουμένως, στις 4 Νοεμβρίου του 1945, μία προτομή της αποκαλύφθηκε στον περίβολο χώρο του Λυκείου Ελληνίδων, προκειμένου να τιμηθεί η προσφορά της. Και φυσικά δεν θα μπορούσε να υστερήσει το Λύκειο Ελληνίδων Ρεθύμνου που φρόντισε επί προεδρίας Ιωάννας Βαλαρή να τοποθετήσει την προτομή της Καλλιρρόης στην πλατεία μπροστά από την αίθουσά του.
Πηγές:
Ρεθεμνιώτικα Νέα (άρθρα Μανόλη Κούνουπα και Εύας Λαδιά)
Βικιπαίδεια