«Είναι καιρός να δημιουργήσουμε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης που θα σέβεται τον πολιτισμό και θα σέβεται επίσης τη φύση, την οικολογία και το περιβάλλον μας», τονίζει η Κορίνα Μηλιαράκη, πρόεδρος Πολιτιστικής Εταιρίας Πανόρμου Επιμενίδης
Τα προϊόντα που παρέχουν το χαρούπι ως πρώτη βασική ύλη καταγράφουν σημαντική άνοδο τα τελευταία χρόνια, ενώ καταγράφεται και αυξημένη ζήτηση για την καλλιέργειά του.
Η Κρήτη άλλωστε αποτελεί μια από τις βασικότερες περιοχές παραγωγής χαρουπιού στη χώρα, ενώ το χαρούπι έχει τη δική του ξεχωριστή θέση στο εθνικό ευρετήριο άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο μεγάλος στόχος είναι και παραμένει μια θέση στον κατάλογο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco.
Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους ενισχύεται τα τελευταία χρόνια η ζήτηση για προϊόντα χαρουπιού είναι η υψηλή τους διατροφική αξία, ενώ επιστημονικές έρευνες δείχνουν και άλλα φαρμακευτικά και καλλυντικά οφέλη.
Τα νέα δεδομένα για το χαρούπι συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών του 2ου Μεσογειακού Συνεδρίου με θέμα «Η Αναγέννηση της Χαρουπιάς στη Μεσόγειο», το οποίο πραγματοποιήθηκε την Κυριακή στον Χαρουπόμυλο Πανόρμου από την Πολιτιστική Εταιρεία Πανόρμου «Επιμενίδης» και τον μη κερδοσκοπικό φορέα «Το Χαρούπι της Κρήτης». Στη διάρκεια του διεπιστημονικού συνεδρίου, ερευνητές, ακαδημαϊκοί, εμπειρογνώμονες, εκπρόσωποι δημοσίων και ιδιωτικών φορέων, καλλιεργητές και παραγωγοί μοιράστηκαν πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα, καινοτομίες και τεχνολογίες σχετικές με το χαρούπι ως αντικείμενο χημικής, βιολογικής και φαρμακευτικής έρευνας, ως διατροφικό παράγοντα αλλά και ως συστατικό στη μαγειρική.
Απώτερος στόχος ήταν η βέλτιστη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων της Χαρουπιάς, αλλά και η δημιουργία ενός βιώσιμου αναπτυξιακού μοντέλου με επίκεντρο αυτήν. Εκτός από την Ελλάδα, στο συνέδριο μίλησαν εκπρόσωποι από την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Μαρόκο.
Η Κορίνα Μηλιαράκη, πρόεδρος Πολιτιστικής Εταιρίας Πανόρμου Επιμενίδης και του φορέα «Το χαρούπι της Κρήτης» μιλώντας για το 2ο Μεσογειακό συνέδριο που είναι η συνέχεια του πρώτου που έγινε το 2019 ανέφερε στα «Ρ.Ν.» ότι πρόκειται για μια προσπάθεια: «να φέρουμε σε επαφή διαθεματικά επιστήμονες από διαφορετικές κοινότητες, να ανταλλάξουν εμπειρίες, γνωσιακά δεδομένα και απόψεις, για να μπορέσουμε να οδηγηθούμε σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης στηριγμένο στη Χαρουπιά με στόχο τη βιωσιμότητα και την αειφορία. Η αγροδιατροφική παράδοση του χαρουπιού της Κρήτης είναι ήδη μέσα στο εθνικό ευρετήριο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς και γίνεται μια προσπάθεια να μπορέσει να ενταχθεί στον κατάλογο της Unesco».
Ο στόχος του συνεδρίου, όπως είπε, είναι να δημιουργήσει ένα δίκτυο από ανθρώπους, μια κοινότητα με επίκεντρο το χαρούπι και να υπάρξει στροφή σε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο θα σέβεται τη φύση, τον πολιτισμό και το περιβάλλον: «Είναι καιρός ένα δέντρο να μας εμπνεύσει, όπως είναι η Χαρουπιά, γιατί είναι το δέντρο της αντοχής και της αυτάρκειας. Να μας εμπνεύσει να το κάνουμε ένα σύμβολο της αντοχής και της βιωσιμότητας. Είναι καιρός να δημιουργήσουμε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης που θα σέβεται τον πολιτισμό και θα σέβεται επίσης τη φύση και την οικολογία, το περιβάλλον μας. Το χαρούπι είναι ένας διατροφικός θησαυρός που τον είχαμε υποτιμήσει επειδή τον είχαμε ταυτίσει με την ανέχεια και την πείνα σε άλλες εποχές, ενώ μας έσωσε. Είναι καιρός να επανέλθει στη διατροφική μας αλυσίδα με έναν άλλον τρόπο, μέσα από τη γνώση που πια έχουμε και αποκτούμε καθημερινά για τη μεγάλη διατροφική του αξία. Από την πλευρά των παραγωγών αυξάνεται το ενδιαφέρον καλλιέργειας για την παραγωγή χαρουπιού, καθώς ο κόσμος έχει αρχίσει να κατανοεί πόσο σημαντικό είναι στη διατροφή μας. Εκτός από την εταιρία που ιδρύθηκε το 2006 στην Κρήτη και ασχολείται αποκλειστικά με το χαρούπι και έχει πολλά προϊόντα και τα εξάγει, υπάρχουν και πάρα πολλοί μικροί παραγωγοί από άκρη σε άκρη στο νησί, οι οποίοι έχουν έρθει σήμερα εδώ, όπως και πέρυσι στο συμπόσιο που είχαμε διοργανώσει, και εκθέτουν τα προϊόντα τους. Είναι πραγματικά ελπιδοφόρο αυτό, γιατί ο κόσμος έχει αρχίσει να νοιάζεται και να κατανοεί τη σημασία του».
Το υπουργείο Πολιτισμού στηρίζει την προσπάθεια αναγνώρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς του χαρουπιού
Αρωγός στην προσπάθεια αναγνώρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς του χαρουπιού είναι το υπουργείο Πολιτισμού, όπως ανέφερε η Όλια Πεπεράκη, Δρ. αρχαιολόγος στη διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής κληρονομιάς του υπουργείου υπενθυμίζοντας την προ τετραετίας εγγραφή του χαρουπιού στο ευρετήριο άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας.
Η κα Πεπεράκη μιλώντας στα «Ρ.Ν.», σημείωσε:
«Αυτό που ενδιαφέρει κυρίως, που προκύπτει και που εδραιώνει η εγγραφή σαν διαδικασία, είναι καταρχάς η έμφαση στην πρωτοβουλία των ίδιων πια κοινοτήτων που ασκούν μια πρακτική και που έχουν τον πρώτο λόγο για τη διαφύλαξή της πολιτιστικής κληρονομιάς. Σαφώς, η προτεραιότητα και η έμφαση στη διαφύλαξη, δηλαδή στο να διασφαλιστούν οι συνθήκες για την αναπαραγωγή αυτών των πρακτικών. Υπό αυτήν την έννοια έγινε και η εγγραφή στο εθνικό ευρετήριο ως εφαλτήριο, ως σημείο εκκίνησης για τη λήψη πρωτοβουλιών όπως αυτήν που εξασφαλίζουν τη δυνατότητα, η παράδοση του χαρουπιού στην προκειμένη περίπτωση, να συνεχίσει να έχει τον ζωτικό ρόλο που έχει μέχρι σήμερα. Από την πλευρά του υπουργείου Πολιτισμού είμαστε εδώ για να στηρίξουμε προσπάθειες, και όχι για να τις επιβάλλουμε ή να τις προτείνουμε. Οτιδήποτε κρίνεται ή αποφασίζεται για την ίδια την κοινότητα ότι προωθεί μια παράδοση, ένα προϊόν, αυτό υποστηρίζει και το υπουργείο, κρατώντας φυσικά και τη δεοντολογία».
Χαρούπι: ένα πολυδύναμο προϊόν με υψηλή διατροφική αξία
Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους ενισχύεται τα τελευταία χρόνια η ζήτηση για προϊόντα χαρουπιού είναι η υψηλή τους διατροφική αξία. Η Ανδριάνα Καλιώρα, καθηγήτρια τμήματος Επιστήμης, Διαιτολογίας, Διατροφής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο σημειώνει: «Το χαρούπι θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι ένα πολυδύναμο προϊόν, καθώς έχει μια υψηλή διατροφική αξία. Σε ποσοστό 80% περίπου το χαρούπι περιέχει υδατάνθρακες, εκ των οποίων το 40% είναι σάκχαρα και το υπόλοιπο 40% είναι πιο σύνθετοι υδατάνθρακες. Περιέχει ελάχιστο λίπος και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό και περιέχει μικρή ποσότητα πρωτεΐνης. Αυτό που έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον με το χαρούπι είναι ότι από τις πρώτες μελέτες, -από τις πρώτες ενδείξεις- που έχουμε είναι ότι μπορεί να μειώνει μεταγευματικά, δηλαδή μετά από την κατανάλωσή του, τα επίπεδα της γλυκόζης και της ινσουλίνης. Εάν αυτό είναι λίγο δύσκολο να το καταλάβει κανείς, αρκεί να πω ότι αυτή ακριβώς η δράση μπορεί να έχει μια μεγάλη ευεργεσία στην υγεία του ανθρώπου, καθώς φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο για εμφάνιση του διαβήτη τύπου 2 και της ινσουλινοαντίστασης γενικότερα. Από ένα πλήθος μελετών μπορούμε να ξέρουμε πολλά άλλα οφέλη, όπως ότι μπορεί να ρυθμίζει τα επίπεδα των λιπιδίων στον όρο, άρα είναι μια επιλογή για ανθρώπους που έχουν υπερλιπιδεμίες. Βέβαια, μπορεί να παρέχει και ένα πλήθος από μέταλλα και ιχνοστοιχεία, που είναι αναγκαία προκειμένου να μιλάμε για μια κάλυψη των διατροφικών μας αναγκών».
Αναφερόμενη στη μελέτη που έχει ξεκινήσει το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και στα πρώτα αποτελέσματα αναφορικά με την επίδραση του χαρουπιού στην όρεξη και τον κορεσμό τονίζει ότι: «Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι με την κατανάλωση ενός ροφήματος με σκόνη χαρουπιού μεταγευματικά, οι εθελοντές που συμμετέχουν στο πείραμά μας καταμαρτυρούν ότι αισθάνονται κορεσμό και δεν αισθάνονται πείνα, έναντι ενός κοινού ποτού με ζάχαρη. Άρα είναι και αυτή μια νέα διάσταση που πρέπει να του δώσουμε, έχουμε δουλειά βέβαια ακόμη, θα πρέπει να δούμε σε επίπεδο ορμονών της όρεξης ποια είναι η επίδραση. Άλλα τα πρώτα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά και θεωρούμε ότι θα πάει καλά και αυτό».
Αναγνωρίζει ωστόσο ένα έλλειμμα στην επικοινωνία και στην προβολή των ευεργετικών ιδιοτήτων του χαρουπιού στο ευρύ κοινό, κάτι που πρέπει να αλλάξει, καθώς θα έχει θετικές επιδράσεις όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στη δημόσια υγεία:
«Δεν είναι γνωστές οι ευεργετικές ιδιότητες του χαρουπιού στη βιομηχανία. Δεν έχει επικοινωνηθεί ακόμη και νομίζω ότι αυτό το οποίο πρέπει να γίνει είναι μελέτες, να υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση, αλλά χρειάζεται και η διάχυση. Δεν έχει γίνει γνωστό, δεν είναι απόλυτα επιλογή το χαρούπι. Νομίζω όμως ότι έχει χώρο στη διατροφή του μέλλοντος το χαρούπι και τα προϊόντα του και μάλιστα προϊόντα καινοτόμα τα οποία τώρα δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι θα προκύψουν τις επόμενες δεκαετίες. Σίγουρα, λοιπόν, είναι μια επιλογή σε επίπεδο καλλιέργειας, που θα έχει όφελος και για τη δημόσια υγεία, αλλά νομίζω και για την οικονομία της χώρας μας» πρόσθεσε.
Χαρτογράφηση του DNA και των χημικών στοιχείων του χαρουπιού
Καθοριστικής σημασίας είναι η μελέτη του γονιδιώματος της Χαρουπιάς που έχει αναλάβει το Πανεπιστήμιο Κρήτης και ο πρόεδρος του Τμήματος Βιολογίας, Κρίτωνας Καλαντίδης. Πρόκειται για την πρώτη ανάλυση γονιδιώματος Χαρουπιάς που γίνεται παγκοσμίως με σκοπό να προστατευτεί το DNA των ποικιλιών Χαρουπιάς που ευδοκιμούν στην Κρήτη. Αυτό σημαίνει ότι μόλις κατοχυρωθεί ο γενετικός κώδικας που αντιστοιχεί στην συγκεκριμένη ποικιλία, δεν θα μπορεί μελλοντικά κάποια άλλη χώρα να παρουσιάσει ως δική της μια Χαρουπιά κρητικής προέλευσης που τυχόν μεταφυτεύτηκε εκεί. Ο κ. Καλαντίδης μιλώντας στα «Ρ.Ν.» για τη μελέτη τόνισε: «Έχει τελειώσει η αλληλούχιση του DNA, είναι σε επίπεδο «χρωμοσωμικό», όπως λέμε, δηλαδή έχουν διαβαστεί όλα τα χρωμοσώματα ολόκληρα. Υπάρχει ήδη μια προδημοσίευση έξω και σύντομα θα υπάρξει και μια τελική δημοσίευση η οποία θα δίνει λεπτομέρειες για το γονιδίωμά της. Είναι ένα γονιδίωμα περίπου μεσαίου μεγέθους, περίπου στο μέγεθος του αμπελιού, με γύρω στα 40.000 γονίδια. Για να το συγκρίνουμε με τον άνθρωπο, ο άνθρωπος έχει γύρω στα 25.000 γονίδια. Οπότε είναι ένα πολύ πλούσιο γονιδίωμα. Προς το παρόν δεν έχουμε αρχίσει ακόμη να διαβάζουμε τι μας δείχνει. Έχουμε φτάσει μόνο στο σημείο να διαβάσουμε τι είναι. Αυτό μας επιτρέπει όμως να έχουμε πια μια υπογραφή για το κρητικό γενότυπο και μοναδικός παγκόσμια που έχει ταυτοποιηθεί. Μας δίνει μια υπογραφή για αυτόν και άρα μπορούμε να αρχίσουμε να το συγκρίνουμε με άλλους. Επίσης, έχουμε αρχίσει από εκεί μέσα να τραβάμε πληροφορία για το τι κάνουν αυτά τα γονίδια. Για παράδειγμα ήδη με αυτήν την πρώτη δουλειά ξέρουμε ότι δεν έχει την ικανότητα όπως άλλα ψυχανθή να κάνει δέσμευση ατμοσφαιρικού αζώτου, το οποίο είναι ένα ερώτημα που υπήρχε για πολλά χρόνια εάν αυτό το δέντρο ως ψυχανθές είχε αυτή την ικανότητα. Από ό,τι φαίνεται από το γονιδίωμα δεν την έχει, (Τα ψυχανθή είναι η οικογένεια των οσπρίων και όχι μόνο, είναι και τα τριφύλλια κ.λπ. Τα όσπρια είναι μια υποοικογένεια των ψυχανθή)».
Σημαντικό ρόλο για τους παραγωγούς έχουν και τα συστατικά του χαρουπιού. Στο πλαίσιο αυτό ο ομότιμος καθηγητής του τμήματος χημείας του πανεπιστημίου Κρήτης, Χάρης Κατερινόπουλος, αναφέρθηκε στο έργο που γίνεται από το εργαστήριο με τη στήριξη της Περιφέρειας Κρήτης, το οποίο έχει πιστοποιηθεί με ISO για τα φυσικά προϊόντα και αφορά το χημικό αποτύπωμα της χαρουπιάς. Μέσα από τις αναλύσεις που γίνονται όπως εξήγησε «Ουσιαστικά εκείνο με το οποίο ασχολούνται οι δικοί μας ερευνητές είναι η απομόνωση συγκεκριμένων ουσιών και ο χαρακτηρισμός τους. Αυτό είναι μια χρονοβόρα διαδικασία, αλλά έχει το μεγάλο πλεονέκτημα ότι δίνει, αυτό που λέμε, το «δακτυλικό χημικό αποτύπωμα» του κάθε υποείδους το οποίο χαρακτηρίζουμε. Έτσι λοιπόν έχουμε πλέον τον τρόπο που μπορεί κανένας να αναγνωρίσει ένα υποείδος και να το διαφοροποιήσει από τα υπόλοιπα, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στους καλλιεργητές να επιλέξουν ποιο είδος ή υποείδος θέλουν να χρησιμοποιήσουν ούτως ώστε να μπορέσουν να έχουν το υποείδος με τις ιδιότητες τις οποίες χρειάζονται. Αυτό είναι χρήσιμο για τους παραγωγούς. Από την άλλη μεριά φυσικά, σαν επιστήμονες, δημοσιεύουμε με τον πλήρη χαρακτηρισμό του τάδε υποείδους».
Από την πλευρά του ο Χάρης Πρατσίνης, ερευνητής ινστιτούτου Βιοεπιστημών και Ερευνών στο εθνικό κέντρο έρευνας φυσικών επιστημών Δημόκριτος στην Αθήνα συνεργάζεται με το δίκτυο που έχει δημιουργηθεί για το χαρούπι και πιο συγκεκριμένα, συμμετέχει σε ένα πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από την περιφέρεια Κρήτης και το οποίο περιλαμβάνει και τον κ. Καλαντίδη και τον κ. Κατερινόπουλο από το πανεπιστήμιο Κρήτης. Ο κ. Πρατσίνης αναφέρεται στα οφέλη του χαρουπιού, στα αντιοξειδωτικά χαρακτηριστικά του χαρουπιού τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Εμείς στην πρώτη αξιολόγηση που έχουμε κάνει η κατεύθυνση έχει να κάνει προς τα καλλυντικά, διότι διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν συστατικά στο χαρούπι, τα οποία έχουν αντιοξειδωτική δράση. Έχουν την ικανότητα να λειτουργούν σαν προστατευτικά από τον ήλιο, δηλαδή να δεσμεύουν την υπεριώδη ακτινοβολία, «φωτοπροστασία» το λέμε εμείς. Αλλά έχουν κι άλλες ιδιότητες, όπως να αναστέλλουν την κολλαγέναση οπότε βοηθάνε το δέρμα να μην γερνάει. Αναστέλλουν και ένα άλλο ένζυμο το οποίο λέγεται τυροσινάση και με αυτόν τον τρόπο δεν γίνονται οι μαύρες κηλίδες που βλέπουμε στο γερασμένο δέρμα. Άρα λοιπόν, επί της ουσίας έχουμε βρει χαρακτηριστικά, τα οποία είναι πολύ ενδιαφέροντα και μπορούν αν χρησιμοποιηθούν σε καλλυντικά».
Το σημαντικό όμως, όπως είπε, είναι ότι πλέον έχει πιστοποιηθεί ότι συγκεκριμένη ποικιλία που παράγεται στην Κρήτη έχει αυτά τα οφέλη: «Εμείς εδώ ξεκινήσαμε από μια αμιγώς κρητική ποικιλία και μια ποικιλία εισαγμένη στην Κρήτη. Πιστοποιήσαμε ότι υπάρχουν αυτά τα χαρακτηριστικά και ουσιαστικά μπορούμε να πούμε στους ανθρώπους που καλλιεργούν εδώ ότι υπάρχει και αυτή η χρήση και μπορούν να στραφούν προς τα εκεί. Αυτή η χρήση στα καλλυντικά δεν έχει αξιοποιηθεί προς το παρόν. Νομίζω ότι υπάρχει ενδιαφέρον και από πιο μεγάλες εταιρίες, αλλά και από μικρούς παραγωγούς. Φτιάχνονται καλλυντικά, δεν είναι κάτι εντελώς καινούργιο, ήταν γνωστό αυτό για το χαρούπι. Απλώς το πιστοποιούμε κατά κάποιον τρόπο με τα επιστημονικά μας ευρήματα. Για παράδειγμα, για να φτιάξουν χαρουπάλευρο πετάνε τον σπόρο. Ο σπόρος όμως αυτός περιέχει όλα αυτά τα συστατικά. Οπότε μπορούν να χρησιμοποιήσουν τον σπόρο παράλληλα με την παραγωγή του χαρουπάλευρου, δηλαδή να το αξιοποιήσουν. Είναι μια άλλη λογική κυκλικής οικονομίας».