Η ενεργειακή επάρκεια – κάλυψη είναι βασικό ζητούμενο για το «σήμερα» και μεγάλο στοίχημα για το «αύριο», συζήτηση η οποία πύκνωσε κι εδραιώθηκε στη δημόσια σφαίρα απ’ τους αλυσιδωτούς κλυδωνισμούς – προεξέχουν οι ανθρωπιστικοί κι έπονται οικονομικοί και βιοποριστικοί – που προκαλούν οι εχθροπραξίες στην Ουκρανία.
Ποιες όμως είναι οι ενεργειακές ανάγκες της Κρήτης και πώς καλύπτονται μέχρι και σήμερα; Ο Δρ. Εμμανουήλ Καραπιδάκης, καθηγητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΛΜΕΠΑ και διευθυντής Ινστιτούτου Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, απαντά στο συγκεκριμένο ερώτημα, ανοίγοντας κι ακολουθώντας τον «Ενεργειακό οδικό χάρτη» της Κρήτης, που οδηγεί με σταθερά βήματα «προς την Κλιματική Ουδετερότητα μέχρι το 2050».
Τα ενεργειακά συστήματα θεωρούνται ως ο «βασικός ένοχος» για την Κλιματική Αλλαγή. Η προσέγγιση που έκανε ο κ. Καραπιδάκης στην ημερίδα για την προσαρμογή της Κρήτης στην Κλιματική Αλλαγή, δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε απλοϊκή. Προφανώς είναι «πολυμετρική» και με «σαφέστατο κόστος».
Η Κλιματική Ουδετερότητα, οι ενεργειακές ανάγκες και η κάλυψή τους
Με τον όρο Κλιματική Ουδετερότητα «Εννοούμε ότι παράγουμε την ενέργεια που θέλουμε αλλά με τρόπο που δεν επιβαρύνει το περιβάλλον, με τρόπο που να μην έχει ρύπους» αποσαφήνισε ο καθηγητής του ΕΛΜΕΠΑ, που αναφέρθηκε στην Κρήτη «ως ένα ενεργειακό σύστημα το οποίο πρέπει να καλύψει τις ανάγκες του».
Οι ανάγκες στην Κρήτη είναι ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια, σε θερμική ενέργεια ως τελική χρήση και ανάγκες για το σύστημα των μεταφορών. Εν προκειμένω, για να αναλύσουμε αυτές τις ανάγκες, για να δούμε τι έχουμε και πώς μπορούμε να προχωρήσουμε με νέους τρόπους κάλυψης αυτών των αναγκών προχωρώντας στην ενεργειακή μετάβαση, χρειάζεται να βρούμε άλλον τρόπο παραγωγής της ενέργειας που χρειαζόμαστε.
Εστιάζουμε στα συστήματα ηλεκτρικής ενέργειας. «Είναι γνωστό ότι η Κρήτη είχε ανάγκη να παράξει μόνη της ενέργεια γι’ αυτό υπήρχαν τρία εργοστάσια, συμβατικά, το βασικό καύσιμο των οποίων ήταν το μαζούτ και το diesel. Αυτά ήταν τα κυρίαρχα εργαλεία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι και την τελευταία δεκαετία – 20 χρόνια είναι που έχουν μπει οι ανανεώσιμες, η τελευταία δεκαετία είναι η πιο σημαντική για την εισαγωγή των ανανεώσιμων» είπε ο κ. Καραπιδάκης, που παρέθεσε τα κάτωθι στοιχεία:
«Στην Κρήτη υπάρχουν αυτή τη στιγμή 33 αιολικά πάρκα που αθροίζουν μια εγκατεστημένη ισχύ των 200 mega watt. Η εγκατεστημένη ισχύ στην παρούσα φάση δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία όσο το ενεργειακό ισοζύγιο. Έχουμε αρκετά, αλλά όχι τόσο αρκετά όσο θα έπρεπε φωτοβολταϊκά μικρής ισχύος, τόσο σε γήπεδα σε χωράφια, όσο και σε δώματα (είτε με καθεστώς της αυτοπαραγωγής, είναι το καθεστώς πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας)».
Πώς καλύψαμε τις ανάγκες μας το 2021; Ο καθηγητής του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου απαντά: «Κυρίαρχα, σε ένα ποσοστό της τάξεως του 70% καλύφθηκε από συμβατικά καύσιμα (μαζούτ και diesel). Ένα ποσοστό της τάξεως του 22-23% καλύφθηκε από Ανανεώσιμα (18% από αιολικά και 5% από φωτοβολταϊκά). Πλέον, από το περασμένο καλοκαίρι έχουμε διασύνδεση με το ηπειρωτικό σύστημα με την μικρή διασύνδεση (με την Πελοπόννησο). Είχαμε τις πρώτες εισαγωγές ηλεκτρικής ισχύος από το ηπειρωτικό σύστημα, οι οποίες για το δεύτερο μισό του 2021 υπολογίζονταν σε 7%. Αυτό που θέλω να συγκρατήσουμε ως νούμερο είναι καθαρή κατανάλωση για τα ηλεκτρικά μας φορτία, που ήταν 3 TWh».
Ως ενεργειακό σύστημα, η Κρήτη χρησιμοποιεί για το σύστημα θέρμανσης χώρων και εγκαταστάσεων, πετρέλαιο, «προφανώς βιομάζα», κι υπάρχει «κι η μετάβαση σε αυτό που λέμε αντλίες θερμότητας».
Η τάση, οι καταναλώσεις και το μέλλον
«Η τάση είναι τα επόμενα χρόνια το σύνολο των συστημάτων θέρμανσης να καλυφθεί από τις αντλίες θερμότητας. «Αυτό σημαίνει ότι οι αντλίες θερμότητας δεν θα έχουν βασικό καύσιμο το πετρέλαιο ή οποιοδήποτε άλλο συμβατικό καύσιμο, αλλά θα έχουν κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας» υποστηρίζει ο κ. Καραπιδάκης και επεξηγεί: «Θα μεταφερθεί λοιπόν αυτό το σύστημα θέρμανσης χώρων και εγκαταστάσεων και θα ενσωματωθεί στο σύστημα της ηλεκτρικής ενέργειας, στο σύστημα της ηλεκτρικής ισχύος».
Με νούμερα του 2020, είχαμε καταναλώσεις 50.000 τόνων πετρελαίου θέρμανσης, το οποίο ισοδυναμεί σε ενέργεια της τάξεως των 500 GW. «Ένα μικρό νούμερο, γιατί ουσιαστικά για τα συστήματα θέρμανσης συνολικά στην Κρήτη, είναι πολλαπλάσιο από αυτής της ενέργειας» σχολιάζει. Στο σύστημα μεταφοράς, σύμφωνα με τον ίδιο: «Περίπου 350.000 τόνους καταναλώσαμε σε καύσιμα (diesel, βενζίνη και LNG, ουσιαστικά υγραέριο), έτσι ώστε να τροφοδοτήσουμε το σύστημα μεταφορών μας, το οποίο αθροίζει (για το συνολικό ενεργειακό σύστημα της Κρήτης) 4 TW».
Το μέλλον κι εδώ είναι να πάμε σε ηλεκτροκίνηση. «Αυτό σημαίνει ότι δεν θα χρησιμοποιούμε βενζίνη, diesel ή υγραέριο για να κινήσουμε τα αυτοκίνητά μας, αλλά τα αυτοκίνητά μας θα παίρνουν ηλεκτρική ενέργεια. Αυτή η ηλεκτρική ενέργεια ουσιαστικά θα χρησιμοποιεί άλλες πηγές, αλλά το σύστημα μεταφορών θα ενσωματωθεί κι αυτό σε μεγάλο βαθμό στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας».
Οπότε, συμπεραίνει ο κ. Καραπιδάκης, το ενεργειακό σύστημα της Κρήτης που τώρα αποτελείται από το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας με 3 TW, το σύστημα θέρμανσης με 3 TW, και το σύστημα μεταφορών με 4 TW – αθροιστικά 10 TW, θα προχωρήσει σε ένα συνολικό σύστημα ενδεχομένως – αυτός είναι ο σκοπός, σε 20 -30 χρόνια από τώρα – το οποίο θα έχει ανάγκη (ως τάξη μεγέθους) τις 10 MWh.
Αυτές οι 10 MWh τελικής χρήσης ηλεκτρικής ισχύος θα πρέπει να καλυφθούν από κάποιες πηγές.
«Εδώ είναι το δύσκολο, ότι αυτή η ενέργεια – επειδή είναι υψηλού επιπέδου πια ενέργεια σε βαθμό και επίπεδο τιμών – ο μόνος τρόπος να καλυφθεί είναι από Ανανεώσιμες Πηγές» ξεκαθαρίζει, δίχως να παραγνωρίζει ότι «Αυτά τα νούμερα ουσιαστικά μπορεί να τρομάζουν κάποιους, ότι η Κρήτη για να καλύψει αυτές τις μελλοντικές της ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια, θα απαιτήσει τάξη μεγέθους γύρω στις 2.000 Megawatt (MW) ανεμογεννήτριες, αιολική ενέργεια ουσιαστικά, και 2.000 Megawatt (MW) φωτοβολταϊκά».
Για την κάλυψη των αναγκών μας, «Να θεωρηθούμε ότι εμείς κατά κάποιο τρόπο θέλουμε τις διασυνδέσεις, αλλά όχι για να παίρνουμε ενέργεια, ούτε για να δίνουμε· απλώς για να κάνουμε το ισοζύγιο της ισχύος πιο ευέλικτο» σημειώνει ο καθηγητής του ΕΛΜΕΠΑ, ενώ στέκεται στην «πολυπλοκότητα» του προβλήματος ενός ενεργειακού συστήματος. «Έχει να κάνει με το φορτίο, με τις πηγές με το οικονομικό (νέες αγορές – οι ενεργειακές κοινότητες, αυτοπαραγωγή). Ένα εξαιρετικά πολύπλοκο σύστημα».
Η εισαγωγή της αποθήκευσης, από την άλλη είναι ένα κρίσιμο και κομβικό σημείο «Για να μπορούμε να προχωρήσουμε το έργο της ενεργειακής μετάβασης. Όλη αυτή η άσκηση θα πρέπει να ληφθεί το συντομότερο δυνατό».
Η Κρήτη ως «καινοτόμο ενεργειακό σύστημα»
Ο πόλεμος στην Ουκρανία υπενθυμίζει το πόσο κομβικός παράγοντας είναι η ενέργεια. «Οι διασυνδέσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο είναι κρίσιμης σημασίας» επισημαίνει ο κ. Καραπιδάκης. Τα επόμενα 2-3 χρόνια η μεγάλη διασύνδεση «θα άρει τους οποιουσδήποτε περιορισμούς για να μπορούμε να προχωρήσουμε σε βασικές επενδύσεις όσον αφορά τον ενεργειακό τομέα» προσθέτει.
Το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο, σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο μελετούν για λογαριασμό της ΡΑΕ τη δυνατότητα φιλοξενίας νέων ΑΠΕ, υπό το νέο καθεστώς της μικρής και της μεγάλης διασύνδεσης, που αυτό θα μας δώσει την άνεση να δούμε πώς μπορούμε εμείς να προχωρήσουμε στην αποδέσμευση της Κρήτης από τα συμβατικά εργοστάσια, το οποίο έχει εκ των υστέρων την τμηματική του προσέγγιση.
Ένα άλλο κομμάτι που έχει μεγάλη σημασία και για το οποίο μίλησε ο κ. Καραπιδάκης: «Στο πλαίσιο ενός έργου, όταν ελλιμενίζονται τα πλοία να σβήνουν τις μηχανές τους, να μηδενίζουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα και να παίρνουν όλη την ενέργειά τους από το λιμάνι, από το σύστημα παραγωγής της Κρήτης το οποίο όταν στο μέλλον θα είναι από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, θα είναι απόλυτα περιβαλλοντικά μηδενικό».
Για το τέλος, ο καθηγητής του ΕΛΜΕΠΑ διατύπωσε την άποψη ότι «Η Κρήτη μπορεί να αντιμετωπιστεί ως ένα καινοτόμο και σύγχρονο ενεργειακό σύστημα, το οποίο τον βασικό ένοχο της Κλιματικής Αλλαγής θα τον φέρει σε ένα καινοτόμο και σύγχρονο τρόπο λειτουργίας , μέσω της μείωσης των περιορισμών και μέσω των διασυνδέσεων, ενός πλουραλιστικού ενεργειακού μείγματος που θα συμμετέχουν όλες οι δυνατές φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες, έτσι ώστε να αυξηθεί η απόδοση και η φιλικότητα προς το περιβάλλον».