Προστάτης του Ρεθύμνου η Αγία Βαρβάρα που έσωσε την πόλη από την πανδημία της ευλογιάς. Η γνωστή εκκλησία στο ομώνυμο στενό, από τις αρχαιότερες της πόλης, αποτελεί κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας, ενώ διάφορα γεγονότα έχουν τροφοδοτήσει πολλές παιδικές μνήμες.
Σχετικά με την κατασκευή της, γίνεται πολύς λόγος για κάποιον Αλή Τσιτσεκάκι ιδιοκτήτη του οικοπέδου, που είχε σκοπό να γκρεμίσει το εναπομείναν κτήριο, μιας παλιάς εκκλησίας και να κτίσει κατοικία.
Ξεσηκώθηκαν αμέσως οι χριστιανοί ασκώντας πιέσεις στον Τουρκορεθεμνιώτη για την παραχώρηση του οικοπέδου, ο οποίος τη μια φαινόταν να πείθεται και την άλλη συνέχιζε σταθερά να αρνείται. Αυτό πάντως που δεν κατάφερε ένας μαραθώνιος διαπραγματεύσεων πέτυχε, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση η φοβερή επιδημία ευλογιάς, που κατά περίεργο τρόπο χτυπούσε μόνο στα σπίτια των Οθωμανών.
Στο πλήγμα αυτό αντέδρασαν οι Ρεθεμνιώτες με λιτανεία της εικόνας περιφέροντας στους ώμους το ιερό κειμήλιο.
Τελικά κάμφθηκε η επιμονή του Τούρκου και η οικοπεδική έκταση περιήλθε στην κυριότητα των χριστιανών.
Σύμφωνα με τον ιστορικό ερευνητή Λευτέρη Κρυοβρυσανάκη: «Στις 4-4-1885 στον συμβολαιογράφο Κοσμά Τριπολιτάκη έγινε η μεταβίβαση αντί του ποσού των 53.000 γροσίων.
Αμέσως οι πιστοί τοποθέτησαν την εικόνα της και ένα καντήλι και ο χώρος έγινε προσκύνημα Ελλήνων και Τούρκων.
Σύντομα άρχισε η κατεδάφιση του παλιού ναού, που ήταν μικρός και ετοιμόρροπος.
Το 1885 επί επισκόπου Ιεροθέου Μπραουδάκη, άρχισε η ανοικοδόμηση του ναού, με προσφορές όλων των χριστιανών της πόλης και γύρω χωριών, σωματείων, συλλόγων, αλλά και θεατρικών παραστάσεων.
Πρωτομάστορας ήταν ο Σελλιανός Αντώνης Γυπαράκης με την αμοιβή του να καθορίζεται στα 17.500 γρόσια (όμως πήρε τα 10.000, δωρίζοντας τα υπόλοιπα).
Τα εγκαίνια έγιναν στις 25-5-1886, ενώ από το 1898-1907 παραχωρήθηκε ο ναός επί επισκόπου Διονυσίου Καστρινογιαννάκη στις ρωσικές δυνάμεις κατοχής, για τις θρησκευτικές τους ανάγκες, που αφιέρωσαν μεσαίο πολυέλαιο.
Αγιογράφος στις περισσότερες εικόνες ήταν ο Επίσκοπος Ιερόθεος Μπραουδάκης, που θέλοντας να τιμήσει τη μνήμη των Τεσσάρων Μαρτύρων και του Αγ. Χαραλάμπους αφιέρωσε το βόρειο κλίτος του ναού στην Αγ. Βαρβάρα και Τέσσερις Μάρτυρες, ενώ το νότιο στον Αγ. Χαράλαμπο.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 25-5-1886, ενώ από το 1898-1907 παραχωρήθηκε ο ναός επί επισκόπου Διονυσίου Καστρινογιαννάκη στις ρωσικές δυνάμεις κατοχής, για τις θρησκευτικές τους ανάγκες, που αφιέρωσαν μεσαίο πολυέλαιο….».
Με βάση σχετικές αναφορές του Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκι, ο πολυγραφότατος εκλεκτός λόγιος του τόπου μας κ. Κωστής Ηλ. Παπαδάκης τονίζει σε δική του εργασία μεταξύ άλλων για την πρώτη εορτή της Αγίας, αμέσως μετά από την αποχώρηση των Τουρκικών στρατευμάτων από την Κρήτη και την εγκατάσταση στο νησί μας, το έτος 1898, ως εγγυητριών, των τότε μεγάλων Δυνάμεων. Ρωσίας, Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας. «Ο κόσμος κατά την ημέρα εκείνη συγκεντρώθηκε στην Αγία Βαρβάρα του Ρεθύμνου, που την ένιωθε ως Ελευθερώτριά του, όπου συνειδητοποιώντας την ελευθερία του που μόλις είχε κερδηθεί, προέβη σε συγκλονιστικές πανηγυρικές εορταστικές εκδηλώσεις, πυροβολισμούς ενόπλων, διαδηλώσεις εξωφρενικού ενθουσιασμού με αλληλοασπασμούς, διαδηλώσεις και ποικίλες ζητωκραυγές, όπως «Ζήτω η Ελευθερία», «Ζήτω η Ελλάς», «Χριστός Ανέστη».
Οι Τούρκοι μπροστά στο παραλήρημα αυτό των Ρεθεμνιωτών κλείστηκαν στα σπίτια και τα μαγαζιά τους και δεν τολμούσαν ούτε να ξεμυτίσουν. Θα διασαλευόταν η τάξη, εάν οι περισσότερο ψύχραιμοι και εχέφρονες των πολιτών και των προκρίτων του τόπου δεν μεσολαβούσαν, ώστε να αποτρέψουν άσχημες περαιτέρω εξελίξεις. Όπως σημειώνει, μάλιστα, ο Μ. Παπαδάκης το ντόπιο τούρκικο στοιχείο πήρε το μήνυμά του και, και όσοι από αυτούς είχαν συνεργαστεί με τις ορδές του Σακίρ Πασά – όπως ήταν ο Γενιτσάρ Αράπης, από τις Ατσιπάδες – πήραν τον δρόμο της ξενιτιάς προς την Τουρκία και δεν επέστρεψαν ποτέ ξανά στην Κρήτη…».
Σύμφωνα τώρα με τον επιφανή μας λόγιο κ. Γιάννη Παπιομύτογλου, οι ανάγκες για την αποπεράτωση του ναού καλύφθηκαν με μια πολιτιστική εκδήλωση που ήταν και η απαρχή του ερασιτεχνικού θεάτρου.
Αναφέρει σχετικά: «Ο σύλλογος ονομαζόταν «Μούσαι»και μερικά από τα ιδρυτικά του μέλη ήταν οι: Ν. Παλιεράκης, Ν. και Γ. Καφφάτος, Α. Σταυριδάκης, Ι. Καυγαλάκης, Γεώργ. Λαμπρόπουλος, Εμμ. Γενεράλις, Ν. Σαουνάτσος, Μιχ. Πατρικαλάκης, Εμμ. Σ. Παπαδάκης, Ευάγγελος Καλοκαιρινός, Κων. Σωτήρχος, Ιωάν. Μουρνιανός, Νικ. Κορωνάκης, Β. Σαριδάκης, Δ. Κασσιμάτης, Ι. Καλομενόπουλος, Χαράλ. Φραγάκης κ.ά. Αποφάσισαν να ανεβάσουν το έργο «Κρήτες και Ενετοί» του Τιμ Αμπελά το απόγευμα της 4ης Δεκεμβρίου 1885, ημέρας της εορτής της Αγίας Βαρβάρας, στην αίθουσα των Τριών Ιεραρχών, οποία εκτός από τις διάφορες εκδηλώσεις φιλοξενούσε και το αλληλοδιδακτικό σχολείο. Ο ίδιος σύλλογος, λίγες μέρες πριν, είχε οργανώσει με μεγάλη επιτυχία το δεύτερο μνημόσυνο για τους ολοκαυτωθέντες στο Αρκάδι. Χωρίς ανάπαυλα, λοιπόν, τα μέλη του συλλόγου επιδόθηκαν στην προετοιμασία της παράστασης.
Έτσι το πρωί της 4ης Δεκεμβρίου του 1885, τελέσθηκε με μεγαλοπρέπεια, έστω και με ημιτελή το ναό, η πρώτη λειτουργία μετά από πάρα πολλά χρόνια. Παρά την κακοκαιρία που επικρατούσε το πλήθος των χριστιανών συνέρρευσε από όλη την πόλη και τα γύρω χωριά και κατέκλυσε το ναό, το προαύλιο και τον δρόμο της Αγίας Βαρβάρας. Στη λειτουργία χοροστάτησε ο τότε επίσκοπος Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Ιερόθεος Μπραουδάκης.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας δόθηκε η παράσταση. Η ανταπόκριση του κοινού ήταν τόσο μεγάλη ώστε η αίθουσα είχε γεμίσει μια ώρα πριν αρχίσει η παράσταση. Ενώ οι θέσεις ήταν 250 πουλήθηκαν 300 εισιτήρια με συνέπεια να μην υπάρχουν θέσεις ούτε για τους επισήμους. Η παράσταση είχε διάρκεια τριών ωρών και είχε μεγάλη επιτυχία. Γράφει εφημερίδα της εποχής: Πλήρης ήτο η επιτυχία των πάνυ φιλοτίμως αναλαβόντων την παράστασιν νέων, εφ’ ώ και θερμώς συγχαίρομεν αυτοίς. Αι σκηναί του δράματος τούτου συνεκίνησαν, πολλάκις μέχρι δακρύων, τους θεατάς.
Τα έσοδα της παράστασης ήταν 2.458 γρόσια τα οποία παραδόθηκαν στους αρμοδίους. Παράλληλα με την παράσταση και για τον ίδιο σκοπό κληρώθηκε ένας ζωγραφικός πίνακας που διέθεσε ο Δ. Κασιμάτης με λαχνούς τα ίδια τα εισιτήρια της παράστασης…».
Αυτά και πολλά άλλα συνθέτουν το μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας γύρω από την Αγία Βαρβάρα που πανηγυρίζει πάντα και που ζητάμε τη μεσιτεία της για να ξαναγίνει το Ρέθυμνο αυτό που ήταν κάποτε και μας γεννά τόσο νοσταλγικές αναμνήσεις.
Πηγές
• Καμηλάκης Χαράλαμπος (1999). Ο μητροπολιτικός ιερός ναός τα Εισόδια της Θεοτόκου Ρεθύμνου και τα περί αυτόν κτίσματα και παρεκκλήσια. Ρέθυμνο.
• Μακρυγιαννάκις Χρυσόστομος (1970). Ο καθεδρικός ναός Ρεθύμνης Εισόδια της Θεοτόκου και τα παρεκκλήσια αυτού. Αθήνα.
• Παπαδάκης Χαρίδημος (2004). Ο Νταραμανελίτης. Ρέθυμνο.
• Πρεβελάκης Παντελής (1993) Το χρονικό μια Πολιτείας. Αθήνα.
• Τρούλης Μιχάλης (2000). Ιερά Μητρόπολις Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου. Ιστορία-Μνημεία-Θησαυροί. Ρέθυμνο.
• Τρούλης Μιχάλης (2003) η Αγία Βαρβάρα η Ρεθυμνιώτισσα στην εφ. Κρητική Επιθεώρηση, 4/12/2003.
• Χατζηγάκης Αλέξανδρος (1954). Εκκλησίες Κρήτης-παραδόσεις. Ρέθυμνο.