Τα λιπάσματα είναι σημαντικά για τη διασφάλιση της συνεχούς παραγωγής τροφίμων και ζωοτροφών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και παγκοσμίως. Οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, πέρα από την εξάρτηση από περιορισμένο αριθμό προμηθευτών – συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας – έχουν θέσει σε κίνδυνο τη διαθεσιμότητα και την οικονομική προσιτότητα των λιπασμάτων, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια, ειδικά στις πιο ευάλωτες χώρες του κόσμος. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα ανακοίνωσης της Κομισιόν για να διορθωθεί το λάθος των επιλογών των ιθυνόντων, όπως έχουμε αναφέρει αρκετές φορές.
Αν υπολογίσουμε ότι τα λιπάσματα διπλασιάζουν την παραγωγικότητα των χωραφιών σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη, η έλλειψη αυτών οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε επισιτιστική κρίση. Έτσι, στην ανακοίνωση της Κομισιόν στις 9 Νοεμβρίου 20221, τονίζεται από την αρχή, ότι «Αυτή τη στιγμή εκτυλίσσεται μια παγκόσμια κρίση ορυκτών λιπασμάτων, μιας σοβαρότητας που δεν έχει παρατηρηθεί από τη δεκαετία του 1970». Και επαναλαμβάνει τη συνεργασία της με τα αρμόδια όργανα για τον μετριασμό των επιπτώσεων της μειωμένης οικονομικής προσιτότητας των λιπασμάτων στην παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια και για τη βελτίωση της αποτελεσματικής χρήσης τους.
Η εκτελεστική εξουσία των Βρυξελλών θεωρεί ως σημαντικό μέρος της λύσης στις προκλήσεις που αφορούν την προμήθεια λιπασμάτων, την υποστήριξη της μετάβασης στην αειφόρο χρήση λιπασμάτων και στην ανάπτυξη βιώσιμων εναλλακτικών λύσεων αντί των ορυκτών λιπασμάτων.
Όπως φαίνεται απ όλα τα κείμενα της Κομισιόν, στο επίπεδο της διαπίστωσης έχουν αναλυθεί όλα τα δεδομένα και παραθέτονται σε σχήματα και πίνακες που δείχνουν την ακρίβεια των δεδομένων.
Και βάζει σε πρώτη γραμμή την υποστήριξη στην «ανακύκλωση των θρεπτικών ουσιών από τα ρεύματα αποβλήτων και στην κλιμάκωση της παραγωγής πράσινης αμμωνίας ως βασικές συνοδευτικές δράσεις. Αυτό θα αποφέρει οφέλη για τους αγρότες, το περιβάλλον και το κλίμα και ταυτόχρονα θα μειώσει την εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τα λιπάσματα που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα».
Μάλιστα έντεχνα παρεμβάλει στα συμπεράσματά της ότι «είναι μια ευκαιρία να επιταχυνθεί η μετάβαση σε μια βιώσιμη γεωργία και ένα βιώσιμο σύστημα τροφίμων, μακριά από την αδικαιολόγητη εξάρτηση από συνθετικά λιπάσματα, διασφαλίζοντας παράλληλα επαρκή και οικονομικά προσιτή προσφορά λιπασμάτων στους αγρότες».
Τέλος, στις επισημάνσεις που επιχειρούμε εδώ, υπενθυμίζει η Κομισιόν ότι «Η Ρωσία, η οποία αντιπροσώπευε το 2020 περίπου το 15% των παγκόσμιων εξαγωγών λιπασμάτων, έχει επιβάλει περιορισμούς στις δικές της εξαγωγές τροφίμων και λιπασμάτων, μειώνοντας την παγκόσμια προσφορά και αυξάνοντας τις τιμές. Η σπανιότητα και οι υψηλές τιμές για τα λιπάσματα επιδεινώνουν την κρίση επισιτιστικής ασφάλειας στον κόσμο».
Επισημαίνεται στο κοινοτικό έγγραφο, ότι «Οι χώρες που επλήγησαν περισσότερο είναι η Σομαλία, το Αφγανιστάν, η Αιθιοπία, η Νιγηρία, το Νότιο Σουδάν και η Υεμένη, αλλά και η περιοχή της Νότιας Αμερικής».
Στο σχήμα που παραθέτουμε, φαίνεται το εμπόριο λιπασμάτων και πως η παγκόσμια έλλειψη λιπασμάτων προκαλείται κυρίως από την υψηλή τιμή του φυσικού αερίου που είναι απαραίτητο για την παραγωγή αζωτούχων λιπασμάτων. Τι λέει αυτό το σχήμα, που εκπονήθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων; ότι η Ρωσία και η Λευκορωσία εμπορεύονται κατά τα τρία τελευταία χρόνια σχεδόν 25 εκ. τόνους θρεπτικών ουσιών. Όμως μια σημαντική διαφορά μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι ελλειμματική με λιγότερο από 5 εκ. τόνους την ίδια χρονική περίοδο, έναντι της Βόρειας Αμερικής που είναι πλεονασματική με λιγότερο από 5 εκ. τόνους θρεπτικών ουσιών, μας δίνει το πρώτο αρνητικό συμπέρασμα των λάθος επιλογών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρόκειται για το πρώτο σημάδι πέραν από τις ορθές επισημάνσεις του κοινοτικού εγγράφου: Αντί να επιλυθεί η κρίση στην Ουκρανία με ένταση στο διπλωματικό επίπεδο, όπως θα ήταν δυνατόν, οι κυρώσεις οδηγούν σταδιακά σε χειροτέρευση των συνθηκών παραγωγής και εμπορίας τροφίμων, δίπλα στην ενεργειακή ένδεια. Ενώ η Ευρώπη διαθέτει σημαντική βιομηχανία λιπασμάτων, εξαρτάται από τις εισαγωγές φυσικού αερίου καθώς και από τις εισαγωγές φωσφορικών αλάτων και ποτάσας 5. Έτσι, όταν τον Αύγουστο του 2022 η τιμή του φυσικού αερίου κορυφώθηκε, η βιομηχανία έκλεισε το 70% της παραγωγικής της ικανότητας αμμωνίας καθώς η παραγωγή είχε γίνει ασύμφορη.
Και ξεμπροστιάζεται όλο το σύστημα αυτό από μια φράση του κοινοτικού εγγράφου που λέει: «Ενώ τα λιπάσματα παραμένουν διαθέσιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η προσιτή τιμή τους αποτελεί πρόκληση για τους αγρότες (αύξηση τιμών 149% τον Σεπτέμβριο του 2022 σε ετήσια βάση για τα αζωτούχα λιπάσματα)».
Αν ρωτήσετε έναν αγρότη βεβαίως και θα σας επισημάνει ότι οι αποφάσεις του για φύτευση εξαρτώνται από τους παράγοντες αυτούς και άρα μπορεί να επηρεάσει τη συγκομιδή της επόμενης σεζόν!
Και εδώ παρατηρείται η στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο», για την οποία έχουμε γράψει αρκετές φορές, πιστεύουν οι κοινοτικοί αξιωματούχοι ότι το πρόβλημα των λιπασμάτων θα επιλυθεί αν καταφέρουμε να μειώσουμε τις απώλειες θρεπτικών ουσιών, που σήμερα ανέρχονται στο 50-60% της ποσότητας που εφαρμόζεται σε χωράφια.
Αδυνατώ να πιστέψω σε τόσες ανοησίες εκφρασμένες για να δείξουν ότι με πλάγιους τρόπους θα διατηρήσουν τη γονιμότητα του εδάφους.
Στη χώρα μας, έχουμε λύσει το πρόβλημα αυτό με τη διαρκή αγρανάπαυση που επιβλήθηκε από κοινοτικούς και εθνικούς ηγέτες του αγροτικού τομέα. Αλλά και για το θέμα αυτό έχουμε παραθέσει πληθώρα στοιχείων κατά το πρόσφατο παρελθόν.
Στο επόμενο σημείωμά μας θα συνεχίσουμε να εξετάζουμε την ανακοίνωση αυτή που θεωρούμε ότι οδεύει προς τη λάθος μεριά, τουλάχιστον όσον αφορά τη χώρα μας. Και οι αγρότες μας δεν πρέπει να μείνουν με τα χέρια σταυρωμένα, γιατί οι κίνδυνοι να μείνουν άδεια τα στομάχια μας, είναι πλέον ορατοί.
1 https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/HTML/?uri=CELEX:52022DC0590&from=EN
* Ο Γιώργος Μαρκατάτος είναι διευθύνων σύμβουλος