Είναι παρήγορο το γεγονός ότι ύστερα από σχεδόν μισό αιώνα προσφοράς στο Ρέθυμνο, οι φορείς του αναγνωρίζουν και τιμούν γι’ αυτήν ο ένας μετά τον άλλο την Φαλή Γ. Βογιατζάκη. Προηγήθηκε ο σύλλογος Ρεθυμνίων Αττικής στις αρχές του 2019 δια του προέδρου του Γ. Βλατάκη και ακολούθησε το Λύκειο των Ελληνίδων Ρεθύμνης το καλοκαίρι του 2021 δια της προέδρου του Φ. Βαλαρή. Την προσεχή Δευτέρα παίρνει σειρά ο Σοροπτιμιστικός Σύλλογος Ρεθύμνης. Οι ενέργειες αυτές έρχονται μεν να διαψεύσουν ευχάριστα το ρητό «Οὐδείς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ», όμως δεν αναιρούν την υποχρέωση του φορέα μέσω του οποίου εκφράζονται επίσημα οι Ρεθεμνιώτες, του δήμου Ρεθύμνης, να πράξει τα ανάλογα. Προκειμένου να υπάρξει η οφειλόμενη κι απ’ αυτόν αναγνώριση της προσφοράς και απόδοση τιμής, έχουμε υποβάλει εγγράφως σχετική πρόταση από το 2020, με τον Γιάννη Παπιομύτογλου και την Κατερίνα Τσακάλη, την οποία παραθέτω για δεύτερη φορά:
«Πρόταση των Στρατιδάκη Χάρη, Γιάννη Παπιομύτογλου και Κατερίνας Τσακάλη-Δομαζάκη, δημοτών Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 23 Δεκεμβρίου 2020.
Προς το δημοτικό συμβούλιο Ρεθύμνης (δια του δημάρχου κ. Γ. Μαρινάκη)
Με την παρούσα επιστολή μας θέλουμε να σας προτείνουμε την ανακήρυξη της ιδρύτριας και προέδρου του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου Ρεθύμνης Φαλής Γ. Βογιατζάκη σε επίτιμη δημότη της πόλης μας. Διατελούμε εδώ και χρόνια μέλη του Διοικητικού συμβουλίου του μουσείου κι έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε και εκ των έσω την προσφορά της. Ως γνωστόν, η Φαλή Γ. Βογιατζάκη ίδρυσε το μουσείο το έτος 1974, από κοινού με τον Χριστόφορο Σταυρουλάκη, ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, με σκοπό «Τη διάσωση και διάδοση του κρητικού λαϊκού πολιτισμού, όχι ως ιστορικού στοιχείου του παρελθόντος αλλά ως στοιχείου που μέσα στην πορεία της ανθρώπινης σκέψης θα εμπνέει και θα εμπλουτίζει την ανθρώπινη ζωή».
Το έτος 1977 αγόρασε με δικά της χρήματα και στη συνέχεια δώρισε στο ΝΠΙΔ το μέγαρο Clodio της οδού Βερνάρδου. Στη συνέχεια ανέθεσε σε μηχανικούς και μουσειολόγους, συνεργάτες του μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, του οποίου σήμερα διατελεί επίσης πρόεδρος, την εκπόνηση των σχετικών μελετών και σε ρεθεμνιώτικη εταιρεία την αναστήλωσή του, η οποία επετεύχθη την περίοδο 1993-94 με τη βοήθεια και των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Στο μεταξύ από το 1985 ήδη το Μουσείο λειτουργούσε με προσωρινή έκθεση στην οδό Μεσολογγίου 28, εκεί όπου σήμερα στεγάζεται το μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης.
Φέτος (2020) συμπληρώθηκαν 35 χρόνια συνεχούς λειτουργίας του και σχεδόν μισός αιώνας προσπαθειών. Όλα αυτά τα χρόνια η Φαλή Γ. Βογιατζάκη το στήριξε όχι μόνο με πολλούς κόπους και προσωπικό χρόνο αλλά και οικονομικά και εξακολουθεί να το στηρίζει μέχρι σήμερα. Διατελεί πρόεδρός του, με αντιπρόεδρο τον γιο της Γεώργιο Ραφαήλ-Βογιατζάκη, έχει κάνει αμέτρητα ταξίδια στο Ρέθυμνο και το έχει καταστήσει ένα από τα καλύτερα στο είδος του στην Ελλάδα. Σήμερα δεν νοείται επίσκεψη επισήμου προσώπου στην πόλη μας χωρίς την επίσκεψή του σ’ αυτό. Παράλληλα το Μουσείο με τις εκδηλώσεις του (ημερίδες, συνέδρια, εκθέσεις, εκδόσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, τιμητικές εκδηλώσεις κ.λπ.) έχει καταστεί εκ των κορυφαίων πολιτιστικών φορέων του Ρεθύμνου.
Η προσφορά της Φαλής Γ. Βογιατζάκη δεν περιορίζεται στο Λαογραφικό μουσείο αλλά επεκτείνεται και στο Παλαιοντολογικό-Παράρτημα του μουσείου Φυσικής Ιστορίας Γουλανδρή των Αθηνών. Για την προσφορά της όμως αυτή αρμοδιότερος να σας εισηγηθεί είναι ο συντοπίτης γεωλόγος και επιμελητής του Βασίλης Σιμιτζής.
Για όλα αυτά και δεδομένης της ηλικίας της σας προτείνουμε να αποφασίσετε να την τιμήσετε το ερχόμενο καλοκαίρι [2020], μετά την λήξη των περιοριστικών μέτρων, με τον τίτλο του επίτιμου δημότη του Ρεθύμνου, τον οποίο έχει επαξίως κερδίσει στη συνείδηση των συντοπιτών μας που παρακολουθούν τις δραστηριότητες και την προσφορά της και στα δύο μουσεία. Εξυπακούεται ότι η πρότασή μας αυτή γίνεται εν αγνοία της Φαλής Γ. Βογιατζάκη, η οποία ούτως ή άλλως διακρίνεται για τη σεμνότητά της. Διατελούμε μετά τιμής κ.λπ.».
Μέχρι σήμερα, δύο σχεδόν χρόνια μετά, δεν έχει υπάρξει απάντηση και δεν γνωρίζω αν τέθηκε ποτέ το θέμα υπόψιν του δημοτικού συμβουλίου. Θέλω να πιστεύω ότι η δημοτική αρχή δεν θα φανεί αγνώμων και ότι, το λιγότερο, θα απαντήσει στο αίτημά μας, ως οφείλει άλλωστε εκ του νόμου. Η αγνόησή του (όπως και του αντίστοιχου που έχω υποβάλλει από τον περασμένο Φεβρουάριο για τον αείμνηστο Γιώργο Εκκεκάκη) δεν της περιποιεί τιμή και ενισχύει την άποψη ότι στον τομέα του πολιτισμού δεν είναι αντίστοιχη της «πόλης των γραμμάτων», έστω και αν αυτή διετέλεσε τέτοια πάλαι ποτέ.