Στη δεύτερη χειρότερη θέση στην ΕΕ, όσον αφορά στην κάλυψη βασικών αναγκών τους, βρέθηκαν οι Έλληνες το 2017, σύμφωνα με έρευνα της Eurostat, η οποία καταδεικνύει πόσο έντονες είναι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην ελληνική κοινωνία.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία πάνω από ένας στους πέντε Έλληνες και συγκεκριμένα ποσοστό 21,1% δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει τουλάχιστον τέσσερις από τις ανάγκες, που θεωρούνται από τους περισσότερους ανθρώπους επιθυμητές ή απαραίτητες για να έχουν μία ικανοποιητική ζωή.
Υψηλότερο ποσοστό από την Ελλάδα ανέφεραν μόνο οι Βούλγαροι (30%), ενώ οι Ρουμάνοι και οι Ούγγροι ήταν στην τρίτη και την τέταρτη θέση με 19,4% και 14,3%, αντίστοιχα
Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το σχετικό ποσοστό μειώθηκε πέρυσι στο 6,7%, συνεχίζοντας την πτωτική τάση που ακολουθεί από το 2012, όταν έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο (9,9%). Συνολικά 33 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ βρέθηκαν πέρυσι σε αδυναμία να καλύψουν βασικές ανάγκες τους.
Αξιοσημείωτη ήταν η βελτίωση των Ρουμάνων πέρυσι, οι οποίοι το 2016 ήταν στη δεύτερη θέση της σχετικής λίστας της Eurostat με ποσοστό 23,8%. Το ποσοστό μειώθηκε σημαντικά και σε άλλες χώρες, όπως στην Ιταλία (από 12,1% σε 9,2%), την Κροατία (από 12,5% στο 10,3%), τη Βουλγαρία (από 31,9% σε 30,0%) και την Κύπρο (από 13,6% σε 11,7%).Αν και στις περισσότερες χώρες, το ποσοστό σημείωσε πτώση, εξαιρέσεις αποτέλεσαν η Δανία που είδε αύξηση από το 2,6% στο 3,1% και η Ολλανδία, όπου το ποσοστό παρέμεινε σταθερό στο 2,6%. Τέλος, ποσοστά κάτω από το 3% παρατηρήθηκαν στη Σουηδία (0,8% το 2016), στο Λουξεμβούργο (1,6% το 2016), στη Φινλανδία (2%) και στην Ολλανδία (2,6%).
Οι βασικές ανάγκες που αναφέρει η Eurostat ως επιθυμητές ή αναγκαίες για μία ικανοποιητική ζωή των πολιτών είναι η έγκαιρη πληρωμή των λογαριασμών, η επαρκής θέρμανση του σπιτιού τους, η ικανότητα αντιμετώπισης απρόβλεπτων δαπανών, η δυνατότητα να τρώνε τακτικά κρέας (ή ψάρι ή το ισοδύναμό τους σε λαχανικά), να έχουν πλυντήριο ρούχων, να έχουν αυτοκίνητο, να έχουν τηλέφωνο και να έχουν τηλεόραση.