Στο Α΄ μέρος της παρούσας εργασίας, που δημοσιεύθηκε στο φύλλο της προηγούμενης Πέμπτης, 24 Απριλίου, έγινε λόγος για το πλαίσιο της σύναψης και λύσης του γάμου στο οθωμανοκρατούμενο Ρέθυμνο, όπως αυτό οριζόταν από τον Ιερό Νόμο και είδαμε ορισμένα παραδείγματα διαζυγίων, όπως εντοπίζονται σε πράξεις που εκδόθηκαν κατά τον 17ο αιώνα από το τοπικό ιεροδικείο.
Στο σημερινό Β΄ μέρος θα ασχοληθούμε με τη στάση της Ορθόδοξης εκκλησίας έναντι του γάμου (και διαζυγίου) χριστιανών, και θα αναφερθούμε σε συνήθεις αιτίες διαζυγίου, όπως μαρτυρούνται σε σχετικά έγγραφα προερχόμενα αφενός από το ιεροδικείο του Ρεθύμνου και αφετέρου από το αρχείο της Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, την τελευταία προ της Ανταλλαγής των πληθυσμών περίοδο.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία για την παρουσία Χριστιανών στο Ιεροδικείο
Η Εκκλησία προσπάθησε να ελέγξει τις γαμήλιες ενώσεις των χριστιανών και να εμποδίσει τη σύναψή τους στο Ιεροδικείο. Χρησιμοποίησε διάφορα επιτίμια προκειμένου να απομακρύνει το ποίμνιό της από την ισλαμική δικαιοσύνη.
Όπως στον γάμο, έτσι και στο διαζύγιο, η αυστηρότητα των εκκλησιαστικών κανόνων είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση κάποιων χριστιανών από την εκκλησία, η οποία αδυνατούσε ή αρνιόταν να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά τους.
Στην Εξάβιβλο του Αρμενόπουλου σημειώνονται οι αιτίες διαζυγίου τις οποίες αναγνώριζε η εκκλησία, καθώς και οι προβλέψεις για την επιμέλεια των παιδιών, αν υπήρχαν, αλλά και για την τύχη της προίκας και των υπόλοιπων γαμήλιων δοσιμάτων.
Οι αιτίες διαζυγίου
Οι αιτίες διαζυγίου διακρίνονταν ανάλογα με το ποιός σύζυγος ήταν υπαίτιος για τον χωρισμό. Έτσι, μια γυναίκα μπορούσε να ζητήσει διαζύγιο σε περίπτωση που ο άντρας της είχε εγκαταλείψει το σπίτι τους για τρία ή περισσότερα χρόνια, εάν ήταν ανίκανος σεξουαλικά, εάν τον έπιαναν αιχμάλωτο, εάν την κατηγορούσε ψευδώς και αδίκως για μοιχεία, εάν χειροδικούσε εναντίον της, ή έβαζε σε κίνδυνο τη ζωή της.
Ένας άντρας μπορούσε να ζητήσει τη διάλυση του γάμου του σε περίπτωση που αποδείκνυε ότι η γυναίκα του ήταν μοιχαλίδα, εάν έκανε άμβλωση, ή εάν τον είχε εξαπατήσει σχετικά με την παρθενία της.
Το διαζύγιο ήταν η μόνη λύση και στην περίπτωση που ένας εκ των δύο συζύγων καταλαμβανόταν από μανία, επέλεγε τον μοναχισμό, ή έκανε απόπειρα φόνου εναντίον του/της συντρόφου των.
Ένα ισχυρό κίνητρο για την επιλογή του ισλαμικού έναντι του εκκλησιαστικού δικαστηρίου για το διαζύγιο, ήταν η κηδεμονία των παιδιών.
Σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς κανόνες, την κηδεμονία των ανηλίκων αναλαμβάνει ο γονιός που δεν ήταν υπαίτιος για το διαζύγιο. Ο ισλαμικός νόμος επιτρέπει σε μια διαζευγμένη, ακόμη και αν είναι εκείνη υπεύθυνη για το διαζύγιο, να ζητήσει και να αναλάβει την κηδεμονία των ανηλίκων παιδιών της, τουλάχιστον μέχρι μια συγκεκριμένη ηλικία.
Ένα ακόμη πιθανό κίνητρο ήταν τα υψηλότερα τέλη που χρέωνε η εκκλησία, σε σύγκριση με το οθωμανικό δικαστήριο για την καταγραφή μιας υπόθεσης στα κατάστιχα που τηρούσε.
Οι Χριστιανοί που απευθύνονταν στην εκκλησία για το διαζύγιο τους, δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τον παπά της ενορίας ή του χωριού τους, αλλά έπρεπε να ταξιδέψουν ως την έδρα του επισκόπου, ο οποίος ήταν αρμόδιος για ένα τόσο σοβαρό θρησκευτικό και οικογενειακό ζήτημα.
Βέβαια, αν δεν υπήρχε ναίπης στο χωριό τους, το ίδιο ίσχυε και για την προσφυγή στον καδή.
Ίσως οι Χριστιανοί οδηγούνταν στον καδή από αίσθημα ανασφάλειας και φόβου, που προέρχονταν από την κατώτερη θέση στην οποία είχαν περιοριστεί, τόσο στο νομικό όσο και στο κοινωνικό και θρησκευτικό επίπεδο.
Ίσως να ένοιωθαν μεγαλύτερη ασφάλεια αν κατάφερναν να εξασφαλίσουν ένα πιστοποιητικό από την κυρίαρχη οθωμανική δικαστική αρχή.
Η Εκκλησία, με μεγάλη καθυστέρηση και απροθυμία, κατανόησε τα κίνητρα που οδηγούσαν τους χριστιανούς στο αλλόθρησκο δικαστήριο, και έκανε προσπάθειες για να αποτρέψει την προσφυγή των χριστιανών στον καδή.
Ανάμεσα στα μέτρα που έλαβε, ήταν η αναγνώριση του συναινετικού διαζυγίου, που αποφασίστηκε μόλις το 1717.
Ως λόγος διαζυγίου έγινε δεκτή κατά τα οθωμανικά χρόνια η στειρότητα της γυναίκας, η πρόωρη εμμηνόπαυσή της, η ψυχρή συμπεριφορά προς τον σύζυγό της. Επιπλέον λόγοι ήταν διάφορες ασθένειες που επηρέαζαν την ομαλότητα του έγγαμου βίου.

Καταχωρίσεις διαζυγίου στο Ιεροδικείο Ρεθύμνης λίγα χρόνια πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών
Η παρακάτω περίπτωση αφορά στην αίτηση για διαζύγιο με δικαστική απόφαση και απόδοση διατροφής της Χατιτζές κατά του Χουσείν Μουρμουράκη ο οποίος έχει εγκαταλείψει τη σύζυγο και τις δύο του κόρες και αδιαφορεί για τη μέριμνα και διατροφή της οικογένειάς του.
Ενώπιον του Ιεροδικείου Ρεθύμνης
Αίτησις Χατιτζέ, συζύγου Χουσεΐν Μουρμουράκη, κατοίκου πόλεως Ρεθύμνου
Κατά
Χουσεΐν Μουρμουράκη
Μετά του καθ’ ού η αίτησις συζύγου μου, συνήλθον εις γάμου κοινωνίαν κατά τους ιερούς κανόνες της πίστεως από τριετίας ήδη, απεκτήσαμεν δε κατ’ αυτόν δύο τέκνα, την Ναζλή, άγουσαν ήδη το δεύτερον έτος της ηλικίας της και την Νουριγιέ μόλις βαίνουσα τον έκτον μήνα από της γεννήσεώς της.
Επειδή ούτος αδικαιολογήτως εγκατέλειψε τον συζυγικόν μας οίκον από έτους και πλέον, ουδεμίαν δε μέριμναν διά την διατροφήν και συντήρησιν εμού τε και των δύο τέκνων μας, παρά της προτροπής των συγγενών ημών προσώπων και την υποχρέωσιν ην εκ του Νόμου έχει.
Επειδή εν τοιαύτη περιπτώσει δέον όπως εξαναγκασθή εις την καταβολήν της διατροφής ημών οριζομένου του κατά μήνα αναλογούντος εκάστων ημών ποσού εν συνόλω δρχ. 45 ας ούτος δύναται να πληρώνη ημίν.
Διά ταύτα αιτούμαι
Την παραδοχήν της αιτήσεώς μου επί τω τέλει όπως καταδικασθή δι’ αποφάσεως υμών να πληρώνη 45 δρχ. μηνιαίως δια την διατροφήν και συντήρησιν τόσον εμού και των δύο θηλέων τέκνων μας, εάν δε προτιμά να μου αποδώση το καπίνιόν μου εκ δρχ. 375 ως εμφαίνεται εκ των βιβλίων του Ιεροδικείου Ρεθύμνης και να πληρώνη δρχ. 30 διά την μηνιαίαν διατροφήν των τέκνων του, και την επιβολήν δε των δικαστικών και δικηγορικών εξόδων εις βάρος αυτού.
Ρέθυμνον τη 18 Αυγούστου 1912
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσης
Ευάγγ. Θ. Παπαδάκης
Παρατίθεται στη συνέχεια πρακτικό αγωγής της Χαϊριγιέ Μπαμπαδάκη από το Αμπελάκι, το 1917, με την οποία η ενάγουσα ζητά το ιντέτ, δηλαδή την τρίμηνη διατροφή και στέγαση μετά το διαζύγιο.
Ενώπιον του Ιεροδικείου του Νομού Ρεθύμνης
Αγωγή της Χαϊριγιέ Μπαμπαδάκη του Ισμαήλ, τέως κατοίκου του χωρίου Αμπελακίου Ρεθύμνης, και ήδη της πόλεως Ρεθύμνης
Κατά: Σουλεϊμάν Μπουγιουτάκη του Φαφούλ, κατοίκου του χωρίου Αμπελάκι της επαρχίας Ρεθύμνης.
Λυθέντος του μεταξύ εμού και του καθ΄ού αύτη συναφθέντος νομίμου γάμου διά της υπ’ αριθ. 306 και χρονολ. 29 Αυγούστου 1917 αποφάσεως του Ιεροδικείου τούτου, δικαιούμαι να ζητήσω εντός της ιερονομικής προθεσμίας (Ιντέτ-Σερρί) και λάβω παρά του καθ’ ού αύτη συμφώνως τω Ιερώ Μουσουλμανικώ δικαίω τρίμηνον διατροφήν (νεφακά) και οίκησιν (μεσνέτ- σουκιουνά) από της λύσεως του γάμου.
Επειδή νόμιμον και δίκαιον είναι να υποχρεωθή ο εναγόμενος ούτος, ο οποίος, και δύναται ως εκ της οικονομικής καταστάσεώς του, να μοι πληρώση λόγω διατροφής και οικισμού δραχμάς διακοσίας εβδομήκοντα (270) διά το τρίμηνον χρονικόν διάστημα το υπό του Ιερού δικαίου οριζόμενον λογιζομένης εκάστης ημέρας προς δραχμάς τρείς (3) διά τροφήν και οικισμόν και λαμβανομένης υπ’ όψει της σημερινής υπερτιμήσεως των τροφίμων, ενδυμάτων, υποδυμάτων, ενοικίου και λοιπών πραγμάτων των προς συντήρησιν και διατροφήν εκάστου ατόμου απαιτουμένων, ήτοι εν όλω μοι πληρώση διά τους τρείς τούτους μήνας δραχμάς διακοσίας εβδομήκοντα (270) και ταύταις εντόκως μέχρις εντελούς εξοφλήσεως και διά προσωπικής αυτού τριμήνου κρατήσεως.
Επειδή το βάσιμον της δι’ εμού προσφέρομαι ει δεήσει και εν αρνήσει αντιδίκου αποδείξαι παντί νομίμω αποδείξεως μέσω και μαρτύρων.
Διά ταύτα και κατά την συζήτησιν προστεθησόμενα
Αιτούμαι
Να γένηται δεκτή η αγωγή μου αύτη επί τω τέλει.
Να υποχρεωθή ο καθ’ ού αύτη εναγόμενος να μοι πληρώση διά την εν τω ιστορικώ της δε αναφερομένην αιτίαν, δραχμάς 270, εντόκως μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως και διά τριμήνου προσωπικής αυτού κρατήσεως.
Να κηρυχθή εκτελεστή η εκδοθησόμενη απόφασις.
Να καταδικασθή ο αντίδικος εις τα δικαστικά δαπανήματα και την δικηγορικήν αμοιβήν.
Εν Ρεθύμνη τη 25 Σεπρεμβρίου 1917
Ο της εναγούσης πληρεξούσιος δικηγόρος
Ι. Μ. Σταυγιανουδάκης
Στην επόμενη περίπτωση η Βασφιγιέ Σκουλουφιανάκη, προκειμένου να χωρίσει τον άντρα της, παραιτείται της προγαμιαίας δωρεάς και διατροφής (ιδέτ). Ο σύζυγος δήλωσε ότι συμφώνησαν καθώς και για ποιά από τα τρία ανήλικά τους παιδιά θα έχουν την κηδεμονία.
Πρόκειται για διαζύγιο τύπου hul, που εξασφαλίζει στον σύζυγο έγγραφη απόδειξη για το διαζύγιο και, κυρίως, την απαλλαγή του από την καταβολή της γαμήλιας μη προκαταβαλλόμενης δωρεάς και της διατροφής στη διάρκεια της περιόδου αποχής.
Για τη σύζυγο βέβαια αποτελεί απόδειξη για τη δυνατότητα να προχωρήσει σε νέο γάμο.
Αριθ. Πρωτοκ. 71
Εν Ρεθύμνω σήμερον 2 Φεβρουαρίου 1920 ημέραν Σάββατον και ώραν 11.
Το Ιεροδικείον του Νομού Ρεθύμνης συγκείμενον εκ του ιεροδικεύοντος μουφτή Ρεθύμνου Ιβραήμ Φεβζή Τουτουντζιδάκη και του γραμματέως του Ιεροδικείου τούτου Ιζέτ Αιγιωργιαννάκη, συνεδρίασαν εν τη αιθούσει των συνεδριάσεων αυτού, ίνα δικάση και αποφασίση επί της αναφυομένης υποθέσεως περί διαζυγίου μεταξύ της Βασφιγιές το γένος Μουσταφά Σκουλουφιανάκη, τα οικιακά ασχολουμένης και κατοίκου Ρεθύμνου και του συζύγου αυτής Αλή Μεβλουτάκη υιού Μεχμέτ αχθοφόρου και κατοίκου ωσαύτως.
Η ρηθείσα Βασφιγιέ, την ταυτότητα της οποίας εβεβαίωσαν οι μάρτυρες Χασάν Σουλιουδάκης του Χαλήλ, ψάλτου του τεμένους Βαλιδέ Σουλτάνας και Μερτζάν Μουλαδάκη του Μουσταφά, εργατικός, αμφότεροι κάτοικοι πόλεως Ρεθύμνου, εδήλωσε ότι συνεπεία της επελθούσης διχονοίας μεταξύ αυτής και του παρόντος τούτου νομίμου συζύγου αυτής Αλή Μεβλουτάκη του Μεχμέτ, λόγοι οίτινες καθιστώσι πλέον αδύνατον την συμβίωσιν αυτού, παραχωρεί και δωρίζει εις τον ρηθέντα σύζυγόν της το ποσόν των δραχμών 235 και 17 εκατοστά αντίτιμον της πληρωτέας προγαμιαίας δωρεάς εξ άσπρων (201.000) άς έχει λαμβάνειν παρ’ αυτού, δυνάμει του υπ’ αριθ. 448 και χρονολ. 15 Ρεμπιούλ-εβέλ 1326 = 3 Απριλίου 1918 συνοικεσίου εγγράφου κατακεχωριμένου εν τοις σχετικοίς βιβλίοις του Ιεροδικείου τούτου, ως και την διατροφήν ιερονομικής προθεσμίας (ιδέτ) και ότι συνεφώνησαν μετά του ρηθέντος συζύγου της όπως εκ των τριών εξ αυτών γεννηθέντων τέκνων των, ήτοι Φατουμές ετών δέκα, Μουσταφά ετών επτά, και Χουσνή ετών τεσσάρων, οι μεν Φατουμέ και Χουσνή να παραμείνουν ….χωρίς να δικαιούται να ζητήση διατροφήν έτερον.
Ερωτηθείς επί του προκειμένου ο ρηθείς σύζυγος, εις απάντησιν εδήλωσεν ότι συνεφώνησαν μετά της ρηθείσης συζύγου του Βασφιγιές όπως αυτή εδήλωσεν και ότι διεζεύχθη ταύτην.
Σκεφθέν
Επειδή ο ρηθείς σύζυγος αποδεχόμενος την υπό της νομίμου συζύγου του γενομένην πρότασιν, εδήλωσεν ενώπιον του Ιεροδικείου και των κάτωθι προσυπογεγραμμένων μαρτύρων ότι διεζεύχθη την σύζυγόν του.
Διά ταύτα
Κηρύττει από της σήμερον διαζευγμένην την Βασφιγιέ από του συζύγου της Αλή Μεβλουτάκη δι’ οριστικού διαζυγίου (ταλάκ βαγίν).
Εκρίθη, απεφασίσθη και εδημοσιεύθη παρουσία αμφοτέρων
Ο ιεροδικεύων μουφτής Ρεθύμνου Ιβραήμ Φεβζή
Ο Γραμματεύς Ιζέτ Αϊγιωργιαννάκης

Αιτήσεις διαζυγίου των ετών 1901-1923 από το αρχείο της Ιεράς Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου
Οι λόγοι διαζυγίου στα δικόγραφα των Επισκοπικών αποφάσεων των ετών 1901-1923 που ερευνήσαμε, συνήθως είναι η μοιχεία, η εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης, οι προσωπικές διαφορές και ασυμφωνίες μεταξύ των συζύγων. Σε μερικές περιπτώσεις ως λόγος διαζυγίου είναι η βίαιη απαγωγή και χωρίς τη συναίνεση της υποψήφιας συζύγου. Όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του Α.Α. κατά του Σ.Λ., όπου στην αίτησή του (7-9-1901) ζητά να κηρυχτεί άκυρος ο γάμος που έγινε στην Αργυρούπολη (24-8-1896), ύστερα από βίαιη απαγωγή και άνευ συναινέσεως της ανήλικης κόρης του Στυλιανής. Η σχετική Πράξις της Επισκοπικής Αρχής αποφαίνεται και εκκλησιαστικώς και θεωρεί ως μη γενόμενο τον γάμν των Σ.Α. και Σ.Λ
Μια άλλη περίπτωση του ίδιου έτους (1901) είναι η Αίτηση του Γ.Π. κατά Ζ.Π. αμφότερων κατοίκων Ρουστίκων.
Ενώπιον του Σεβαστού Επισκοπικού Δικαστηρίου Ρεθύμνης
Τον Φεβρουάριον 1893 ήλθομεν εις γάμου κοινωνίαν κατά τους θείους και ιερούς κανόνας της Ορθοδόξου Εκκλησίας και απεκτήσαμεν δύο τέκνα. Προ τινων μηνών μη ευρίσκων εργασίαν επαγγελόμενος τον αρτοποιόν, ηναγκάσθην να μεταβώ εις Χανιά.
Η καθ’ ή παρούσα, αντί ως όφειλε να φυλάξη την συζυγικήν πίστιν και την κοίτην μας αμίαντο κατά την απουσίαν μου, συνευρέθη παρανόμως μετά του Μ.Φ. και διετήρει επί πολύ χρονικό διάστημα μεταξύ αυτού αθέμιτον σχέσιν.
Η απάντηση:
Επειδή κατά το άρθρο 57 του Καταστατικού Νόμου της εν Κρήτη Ορθοδόξου Εκκλησίας αι περί διαζεύξεως αιτήσεις υποβάλλονται εις τον Επίσκοπον της κατοικίας των συζύγων, η δε προκείμενη αίτηση του Γ.Π. απευθύνεται ενώπιον του Επισκοπικού Δικαστηρίου Ρεθύμνης, ενώ τοιούτον Δικαστήριον δεν υφίσταται εκ του νόμου. Κατά συνέπειαν η εν λόγω αίτησις απευθυνομένη ενώπιον ανυπάρκτου δικαστηρίου είναι απορριπτέα ως παράτυπος και άκυρος. Διά ταύτα απορρίπτομεν την αίτησιν ως τύποις απαράδεκτον. Απεφασίσθη και εδημοσιεύθη.
Άλλη περίπτωση αίτησης διαζυγίου, λόγω εγκατάλειψης συζυγικής στέγης, είναι και η επόμενη αίτηση.
Ενώπιον του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου
Αίτησις της Ε.Π. κατά του συζύγου της Ι.Π.
Διά της υπ’ αριθ. 1 της 20 Απριλίου 1922 πράξεως υμίν εκδοθείσης του της υπό χρονολογίαν 22 Μαρτίου 1922 αιτήσεώς μου εκλήθη ο καθ’ ού η παρούσα να επανέλθη εις τον συζυγικόν οίκον εντός οκτώ (8) ημερών από της κοινοποιήσεως της πράξεως ταύτης.
Ως αποδεικνύεται εκ του υπ’ αριθ. 5612 της 23 Ιουλίου 1922 επιδοτηρίου του δικαστικού κλητήρος Χαρ. Στεφανουδάκη, η ταχθείσα προθεσμία παρήλθεν άπρακτος.
Διά ταύτα αιτούμαι:
Να γίνη δεκτή η παρούσα μου
Να παραπεμφθή η προκείμενη υπόθεσις ενώπιον του αρμοδίου Πρωτοδικίου Ρεθύμνης προς βεβαίωσιν του βασίμου του προτεινόμενου λόγου διαζεύξεως.
Εν Ρεθύμνη τη 6 Μαρτίου 1923
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσης
Συμπεράσματα
Στην παρούσα μελέτη εστιάσαμε σε πολλές και ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του οθωμανικού δικαίου στην Κρήτη και δώσαμε παραδείγματα συμβολαίων γάμων, η εγγραφή των οποίων θεωρείται σημαντική απαίτηση για την ανακούφιση των επιπλοκών σε περίπτωση διαζυγίου.
Είδαμε ότι οι γυναίκες, χριστιανές και μουσουλμάνες, είχαν πρόσβαση στο δικαστήριο του καδή και κάποιες αξιοποιούσαν τα περιορισμένα δικαιώματα που τους αναγνώριζε ο ισλαμικός νόμος.
Όπως στο γάμο, έτσι και στο διαζύγιο, η αυστηρότητα των εκκλησιαστικών κανόνων είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση κάποιων χριστιανών από την εκκλησία, η οποία αδυνατούσε ή αρνιόταν να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά τους.
Ένα ισχυρό κίνητρο για την επιλογή του ισλαμικού έναντι του εκκλησιαστικού δικαστηρίου για το διαζύγιο, ήταν η κηδεμονία των παιδιών. Σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς κανόνες, την κηδεμονία των ανηλίκων αναλαμβάνει ο γονιός που δεν ήταν υπαίτιος, ενώ στον ισλαμικό νόμο, ακόμη και αν η γυναίκα ήταν υπεύθυνη για το διαζύγιο, μπορούσε να αναλάβει την κηδεμονία των ανήλικων παιδιών της.
Στην οθωμανική Κρήτη η λύση ενός γάμου δεν ήταν σπάνια. Βέβαια, τα οθωμανικά σιτζίλ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εξαγωγή ασφαλών ποσοτικών αποτελεσμάτων, διότι δεν υπήρχε νομική υποχρέωση για την καταχώρηση των πράξεων οικογενειακού δικαίου σε αυτά. Όταν δεν υπήρχε δικαστική διαμάχη σε ένα διαζύγιο, υπήρχε ο εξωδικαστικός συμβιβασμός και δεν ήταν απαραίτητη η παρουσία στον καδή και η καταγραφή του.
Ωστόσο, μπορούμε να φανταστούμε ότι σε μιά κλειστή παραδοσιακή πατριαρχική κοινωνία με ένα αυστηρά οριοθετημένο ιδιωτικό χώρο για τις γυναίκες, χριστιανές και μουσουλμάνες, η παρουσία τους στο δημόσιο χώρο του δικαστηρίου και η αναφορά τους σε γεγονότα που αφορούσαν την προσωπική τους ζωή, δεν ήταν και τόσο εύκολη υπόθεση.
Οι οικονομικές παροχές, σε περίπτωση διαζυγίου, που προβλέπονταν από τον ιερό νόμο για τις ίδιες και τα παιδιά τους ήταν μείζονος σημασίας για την επιβίωσή τους.
Ο ρόλος της γυναίκας φαίνεται περιορισμένος στον τομέα γάμος. Ωστόσο, λαμβάνει κάποια προνόμια οικονομικού χαρακτήρα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει την επιλογή να ξεφύγει από ένα γάμο που δεν επέλεξε η ίδια, ακόμη και αν αυτό τη ζημίωνε οικονομικά.
Ο ανδροκρατούμενος χαρακτήρας της κοινωνίας επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι αυτή έπρεπε να στραφεί στις αρχές, σε αντίθεση με τους άντρες που μπορούσαν ανά πάσα ώρα και στιγμή να λήξουν ένα γάμο εξωδικαστικά.
Σε κάθε περίπτωση, μια γυναίκα είναι πιο ενεργή στη λήξη ενός γάμου από την πραγματοποίησή του.
Στις αιτήσεις διαζυγίου που είναι καταχωρημένες στα αρχεία της Ιεράς Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου των ετών 1901-1923 που εξετάσαμε, στον νομό Ρεθύμνης, παρατηρήσαμε ότι οι αιτήσεις αυτές δεν ξεπερνούν τις 10-12 ετησίως.
Λόγοι διαζυγίου είναι συνήθως η μοιχεία, η εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης και οι προσωπικές διαφωνίες. Οι αιτήσεις αυτές προς τον Επίσκοπο μεταβιβάζονται κατόπιν στα πολιτικά δικαστήρια για την έκδοση του διαζυγίου.