Προβληματίσθηκα πολύ, αν είχε νόημα ή όχι η δημοσίευση του παρόντος άρθρου. Μάλιστα, συμβουλεύτηκα έναν φίλο, την γνώμη του οποίου εκτιμώ.
Παρόλο που ο φίλος δε με ενεθάρρυνε, αποφάσισα να το δώσω για δημοσίευση, γιατί σκέφτηκα πως η σιωπή και η ανοχή συμβάλλουν στη διαιώνιση καταστροφικών λογικών και πρακτικών.
Έγραφε, λοιπόν, ο φίλος μου:
«Αγαπητέ μου Μιχάλη,
Διάβασα το κείμενο. ΚΑΛΟ και περιεκτικό, αλλά ΠΟΙΟΣ ακούει;
Τότε, με την προσπάθεια Γραμματικάκη, είχα κάνει μια διάλεξη στα Χανιά.
Θυμούμαι τις αντιδράσεις. Μισές, μισές…. Ναι!!!
Πάντως, στο χωριό, τα κεραμίδια μου έχουν αρκετές μαρτυρίες…
Ο Θεός σώζοι τους Κρήτας από τον εαυτό τους».
Άλλο ένα ατύχημα, λοιπόν, από αδέσποτη σφαίρα, το βράδυ της περασμένης Παρασκευής. Αυτή τη φορά στον Σταυρωμένο και ευτυχώς όχι θανατηφόρο.
Το ατυχές γεγονός δεν είναι μεμονωμένο και ούτε θα είναι το τελευταίο, γιατί το φαινόμενο της οπλοχρησίας, σε κοινωνικές εκδηλώσεις, είναι πλέον εδραιωμένο και δήθεν νομιμοποιημένο μέσα από την «Κρητική παράδοση» – διάβαζε «βαρβαρότητα» στην περίπτωσή της οπλοχρησίας.
Το φαινόμενο της οπλοκατοχής είναι παλιό και ενισχύθηκε κατά τη δεκαετία του 1940, λόγω του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου και της εθνικής αντίστασης ενάντια στη γερμανοκατοχή. Αυτή ήταν μια εξέλιξη που παρατηρείται σε όλες τις εμπόλεμες περιοχές και που έχει μια λογική – στον πόλεμο χρειάζεσαι όπλα.
Το φαινόμενο άρχισε να αναγεννάται τη δεκαετία του 1980 για άλλους λόγους. Οι ρυθμοί ανάπτυξης και η συνακόλουθη κυκλοφορία χρήματος κατέστησε δυνατή την απόκτηση ενός όπλου -κατά κανόνα πιστολιού- σε κοινωνικά στρώματα που μέχρι τότε δεν διέθεταν πόρους για τέτοιες αγορέςꞏ και η εμπορεία όπλων άρχισε να είναι αρκετά κερδοφόρα.
Η οπλοκατοχή αυξήθηκε σημαντικά, αυτή την περίοδο, και κατά συνέπεια και η οπλοχρησία. Κυρίως νέοι άνθρωποι διέθεταν μέρος των οικονομιών τους για την αγορά ενός όπλου. Έτσι εμφανίσθηκαν πολλά κουμπουροφόρα «αντράκια» που δεν έχαναν ευκαιρία να δείξουν ότι ήταν κάτι περισσότερο από ό,τι φαινόταν. Ήταν αυτά και το πιστόλι τους.
Την δεκαετία του 1980 και την επόμενη το πράγμα άρχισε να ξεφεύγει. Γι’ αυτό με πρωτοβουλία του τότε πρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης, Γεωργίου Γραμματικάκη, και κάποιων άλλων ανθρώπων των γραμμάτων κα της λογικής, ξεκίνησε μια πρωτοβουλία ενημέρωσης και παίδευσης, με απώτερο στόχο τουλάχιστον τον περιορισμό του φαινομένου.
Η προσπάθεια δυστυχώς δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αντίθετα μάλιστα, το φαινόμενο εντάθηκε λόγω των ιστορικών συγκυριών. Η κατάρρευση των καθεστώτων στις γειτονικές βαλκανικές χώρες και ιδιαίτερα στην Αλβανία -στις αρχές της δεκαετίας του 1990- είχε, μεταξύ των άλλων, ως συνέπεια τη μαζική εισαγωγή αυτόματων πυροβόλων όπλων, κυρίως καλάσνικοφ, στην Ελλάδα.
Αυτά άρχισαν να περνούν στα χέρια ανθρώπων με ισχυρότερο πορτοφόλι. Πορτοφόλι που δεν άντεχε μόνο την αγορά ενός ή και περισσοτέρων καλάσνικοφ, αλλά και ενός ακριβού αυτοκινήτου. Έτσι στα «αντράκια» με τα πιστόλια προστέθηκαν οι «καουμπόηδες» και οι «επιδειξιομανείς νεόπλουτοι» με τα ακριβά αυτοκίνητα, τα καλάσνικοφ και τα άλλα αυτόματα πυροβόλα όπλα.
Πιστόλια και καλάσνικοφ μπορούν να δημιουργήσουν διάφορες ηχητικές «συμφωνίες», ανάλογα με τη δεξιοτεχνία και τον συντονισμό των χρηστών τους και με τον εκάστοτε διατιθέμενο προϋπολογισμό.
Δεν είμαι insider, δηλαδή δεν γνωρίζω τα πράγματα από μέσα, οι πληροφορίες μου, όμως, λένε πως ενίοτε στον προϋπολογισμό μιας εκδήλωσης (π.χ. ενός γάμου) συμπεριλαμβάνεται και ένα ποσό για «πυρομαχικά».
Βλέπεις, κάποιοι άνθρωποι δεν αρκούνται στην παραδοσιακή ενημέρωση συγγενών, φίλων και λοιπών προσκεκλημένων, αλλά θέλουν να διαλαλήσουν και μέσω των καλάσνικοφ το γεγονός. Να μάθουν και τα γύρω χωριά ότι ο Χ «καλόσειρος» ή ο Ψ «νεόπλουτος» παντρεύει το γιο του ή τη θυγατέρα του ή βαφτίζει τον εγγονό του. Οι πυροβολισμοί, σε τέτοιες περιπτώσεις, έρχονται να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία και τον παθολογικό εγωισμό των δραστών.
Κάποιοι συμπολίτες μας (που μπορεί να είναι στενοί συγγενείς μας) φαίνεται να μην κατανοούν ότι οι καλλιεργημένοι άνθρωποι υποδέχονται και τιμούν τους καλεσμένους τους με σεμνότητα και όχι με φανφάρες και ομοβροντίες οι οποίες, μάλιστα, θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των Άλλων. Κάποιοι φαίνεται να μην κατανοούν ή να μη θέλουν να κατανοήσουν ότι η αρχοντιά δεν μετριέται σε σφαίρες, αλλά σε σεμνότητα και αξιοπρέπεια.
Για μια κατηγορία συμπολιτών, το καλάσνικοφ φαίνεται να λειτουργεί ως επέκταση και συμπλήρωμα του Εγώ. Αυτή η κατηγορία πολιτών φαίνεται να μην κατανοεί ότι τα περιεχόμενά του Εγώ είναι κοινωνικά και πολιτισμικά και δεν αντισταθμίζονται με πυρομαχικά.
Όποιος χρησιμοποιεί πυρομαχικά θέτει σε κίνδυνο τη ζωή των Άλλων ή τουλάχιστον προσβάλει την αξιοπρέπειά τους. Γιατί αυτός που πυροβολεί στον αέρα και οι βολίδες πέφτουν στη αυλή του γείτονα, δεν σέβεται τον γείτονα. Και δεν τον σέβεται, γιατί δεν σέβεται τον ίδιον του τον εαυτόν, λόγω έλλειψης παιδείας και αυτογνωσίας.
Σε τελική ανάλυση αυτό είναι η οπλοχρησία: έλλειψη παιδείας και αυτογνωσίας. Και αυτό οφείλουμε να το πούμε καθαρά. Και να υπενθυμίζουμε σε αυτούς τους συμπολίτες μας ότι η «κουλτούρα του πιστολέρο» αποτελεί παραφωνία στον ελληνικό πολιτισμό.
Αν, όμως, το φαινόμενο της οπλοχρησίας είναι θέμα παιδείας, τότε αυτό αναμένεται να συνεχιστεί μέχρι να αποκτήσουμε το απαιτούμενο επίπεδο παιδείας.
Και γεννάται το ερώτημα, μέχρι τότε τι κάνουμε; Μέχρι τότε λίγη αστυνόμευση μάλλον θα βοηθούσε. Τουλάχιστον θα βοηθούσε τους φιλήσυχους πολίτες να νοιώσουν λίγη σιγουριά.
Ακούει κανείς;
* Ο Μιχάλης Δαμανάκης είναι ομότιμος καθηγητής και πρώην αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης