-
Δυο ενδιαφέρουσες μαρτυρίες στον γιατρό Γεώργιο Τσουδερό
Από τα βασικότερα στοιχεία του αρχειακού υλικού που έχουμε συλλέξει γύρω από τα Ολοκαυτώματα είναι οι μαρτυρίες εκείνων που βίωσαν τα γεγονότα.
Και δεν αναφερόμαστε σήμερα σε αυτές, τις γνωστές, που συνέλεξε η ομάδα Σπύρου Μαρνιέρου, αλλά σ’ εκείνες που δημοσιεύτηκαν στον τοπικό τύπο αμέσως μετά τον πόλεμο σε επίκαιρα ρεπορτάζ.
Δυο από αυτές, πολύ σημαντικές, δημοσιεύει ο γιατρός και βουλευτής Ρεθύμνου Γεώργιος Τσουδερός, στην «Κρητική Επιθεώρηση» (12-6-1945) υπογράφοντας με το γνωστό του φιλολογικό (δημοσιογραφικό) ψευδώνυμο Γ. Κουρταλιώτης.
Πρόκειται για μια συνέντευξη που του παραχώρησαν ο Αντώνης Ζ. Κατσαντώνης από το Άνω Μέρος ιατρός και ο Εμμ. Πετρακάκης, από την Κρύα Βρύση, δικηγόρος, δέκα μόλις μήνες μετά την τραγωδία στα χωριά του Κέντρους.
Παραθέτουμε αυτούσιες τις ερωταποκρίσεις
- Που βρίσκονται οι κάτοικοι κατεστραμμένων χωριών και οι οικογένειές τους;
– Φιλοξενούνται σε διάφορα χωριά από συγγενείς και γνωστούς.
- Δεν διέσωσαν τίποτα από τα υπάρχοντά τους;
-Απολύτως τίποτα.. είναι όλοι ξυπόλυτοι και γυμνοί και κακώς διατρεφόμενοι. Περίθαλψη ιατρική οργανωμένη δεν έχουν.
Υποφέρουν, όλοι και περισσότερο τα μικρά παιδιά και τα ορφανά της καταστροφής. Πολύ υποφέρουν από ρευματισμούς, ψώρα και ελονοσία. Όταν προστεθεί και η φτώχεια, νομίζουμε ότι έχουμε ό,τι χρειάζεται για να τους ξεκάνουμε οριστικά.
Τον περασμένο χειμώνα, υπέφεραν πολύ από τη έλλειψη επαρκούς τροφής, υποδήσεως και ρουχισμού και όπως είπαμε, κίνδυνος υπάρχει τον ερχόμενο να περάσουν χειρότερα.
Ιδιαίτερα τα παιδιά, και ιδιαίτερα τα ορφανά υποφέρουν περισσότερο και η υγεία τους συνεχώς υποσκάπτεται από τις στερήσεις.
- Ποια μέτρα κρίνετε ως επείγοντα για την προστασία των δυστυχισμένων συγχωριανών σας;
– Η συνταξιοδότηση των οικογενειών των τουφεκισμένων, η οποία ακόμα δεν έγινε, λόγο γραφειοκρατικών καθυστερήσεων, πρέπει να πραγματοποιηθεί το γρηγορότερο. Με τα χρήματα αυτά, θα μπορέσουν οι ορφανές αυτές οικογένειες να αγοράσουν ένα εσώρουχο ένα παπούτσι ή ένα κεραμίδι. Θα είναι κι αυτό ένα βήμα έστω και μικρό προς την αποκατάσταση τους.
Σπόρους για την καλλιέργεια να τους χορηγηθούν για την επόμενη περίοδο σποράς. Γεωργικά εργαλεία και οικιακά σκεύη αροτρίωνα ζώα. Είδη υποδήσεως και ρουχισμού. Και ακόμα ιατρική περίθαλψη.
- Σε ποιο ποσόν εκτιμώνται οι προξενηθείσες ζημιές στα κατεστραμμένα χωριά;
– θα σας μιλήσουμε περισσότερο συγκεκριμένα για τα ιδιαίτερα χωριά μας. Και με βάση αυτό κατά προσέγγιση θα υπολογίσετε και των άλλων χωριών.
Στην Κρύα Βρύση προξενήθησαν οι εξής ζημιές: Τουφεκίστηκαν 34 άνδρες. Καταστράφηκαν 143 σπίτια και 6 ελαιοτριβεία. 200Χλι.
Λαδιού 220 χιλ. οκ. Σιτηρών 3. χιλ. οκ. Τυροκομικά ήδη, 370 χιλ. οκ. Κτηνοτροφικά, είδη 50 χιλ. οκ., γεώμηλου 30χιλ. οκ. Όσπρια.
Περίπου 60 Βόδια, 500 αιγοπρόβατα, 2 χιλιάδες ορνιθοειδή. Σε αυτά προσθέστε γεωργικά εργαλεία, ήδη ρουχισμού, επιπλώσεις, οικιακά σκεύη κλπ.
Στο Άνω Μέρος προξενήθησαν οι εξής ζημιές:
Τουφεκίσθηκαν 34. Καταστράφηκαν 160 σπίτια. Όλα τα οικόσιτα ζώα, τα γεωργικά εργαλεία, η αποθηκευμένη γεωργική παραγωγή, τα οικιακά σκεύη, τα έπιπλα. Όσον αφορά τις ποσότητες δεν γνωρίζουμε πάντως δεν είναι δυνατό να είναι λιγότερες από της Κρύας Βρύσης.
Μια επιστολή ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας
Μια βδομάδα αργότερα δημοσιεύεται στην ίδια εφημερίδα η παρακάτω, εξαιρετικού ιστορικού ενδιαφέροντος, επιστολή:
Φίλε κύριε Διευθυντά
Σχετικά με τη δημοσιογραφική έρευνα της έγκριτης εφημερίδας μας γύρω από τα ζητήματα των καμένων χωριών επιτρέψτε και σε μένα να ασχοληθώ, φέρνοντας στη δημοσιότητα της ευγενή προσπάθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού για την περίθαλψη των παιδιών των κατεστραμμένων εκ της Γερμανικής βαρβαρότητας χωριών της επαρχίας Αμαρίου, γιατί κι εγώ κατεστραμμένος από την αρχή της εισβολής του απαίσιο κατακτητή στα Χανιά, παρέμεινα και πέρασα τα τρία χρόνια της σκλαβιάς, σαν εξόριστος, στη φιλόξενη επαρχία του ηρωικού Αμαρίου και παρακολούθησα από κοντά το ξέσπασμα της γερμανικής βαρβαρότητας στα όμορφα χωριά του.
Αισθανόμενος τον πόνο των κατεστραμμένων, των οποίων τα δεινά παρακολούθησα με ψυχική θλίψη, επιθυμώ να συμβάλλω στη δημοσιογραφική σας έρευνα με τον σκοπό να υποκινηθεί το ενδιαφέρον των αρμοδίων για το φλέγον αυτό κοινωνό πρόβλημα, του οποίου η καθυστέρηση της λύσης του, συνεχίζει την αθλιότητα και την τραγική θέση τρων δύστυχων θυμάτων της θηριωδίας του κατακτητή.
Δεν είναι μόνο ο άδικος σκοτωμός των παλικαριών των πυρολυθέντων χωριών, που δημιούργησε τη θλίψη στις απαρηγόρητες χήρες, στα ορφανά των τραγικών θυμάτων, αλλά ακόμη περισσότερη επιδεινώνεται η θλίψη αυτή η τραγική θέση των δύστυχων αυτών ανθρώπων, που έχασαν τους προστάτες τους, τα σπίτια τους, τα πράγματά τους, κι έμειναν τα παιδιά τους απροστάτευτα, χωρίς σχολείο, χωρίς εκκλησία, χωρίς τροφή και ενδυμασία, στα πρόθυρα του χειμώνα και χωρίς καμιά παρηγοριά και ελπίδα για τη σύντομη αποκατάστασή τους και προστασία τους.
Αυτήν την τραγική κατάσταση έθεσε υπόψη του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού ο φιλάνθρωπος ιατρός της επαρχίας κ. Ι. Σταυρουλάκης, χάρη στις ενέργειές του οποίου ιδρύθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο υπό της υπηρεσίας των ουδέτερων προσώπων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, στους Ασωμάτους η Παιδική Στέγη, με σκοπό την συγκέντρωση των παιδιών των κατεστραμμένων χωριών της επαρχίας Αμαρίου, για να τους εξασφαλίσει μόνιμη παραμονή, ιατρική παρακολούθηση, καλή διατροφή, ψυχαγωγία, και σχολική εκπαίδευση.
Είναι η μόνη πραγματική ανακούφιση, που δόθηκε μέχρι σήμερα στους δυστυχείς διασωθέντες, από την τραγική καταστροφή, γιατί η προστασία των παιδιών του που γίνεται μέσα σ’ αυτό το ίδρυμα, μετρίασε αρκετά τον πόνο και τη στέρηση των κατοίκων των καμένων χωριών.
Γι’ αυτό νομίζω πως αξίζει να έρθει στη δημοσιότητα η φιλάνθρωπη δράση του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, ο οποίος εκτός από τα άλλα βοηθήματα που έδωσε σε τρόφιμα και είδη ρουχισμού στις οικογένειες των καμμένων χωριών, ίδρυσε στους Ασωμάτους, Παιδική Στέγη, η οποία παρ’ όλες τις δυσκολίες και τις ελλείψεις που υπερέβαινα τις δυνατότητες της δράσης του ΔΕΣ, για την αντιμετώπισή τους, σήμερα λειτουργεί ως πλήρες ίδρυμα, που περιλαμβάνει 150 παιδιά των καμένων χωριών, τα οποία βρίσκουν σε αυτό την καλή διατροφή, τον ρουχισμό τους, τη διαπαιδαγώγηση και την ψυχαγωγία τους. Είναι ένα έργο υψίστης φιλανθρωπίας, που τιμά τους ενεργήσαντες, για την ίδρυση και συντήρησή του, τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό. Για το ίδρυμα αυτό θα χρειαζόταν να γίνει ιδιαίτερη δημοσιογραφική έρευνα, για τον τρόπο της ίδρυσης και της λειτουργίας του και τις ανάγκες του γιατί όταν ενισχυθεί κατάλληλα θα μπορέσει να περιλάβει όλα τα παιδιά των καμένων χωριών για να μη μείνει κανένα παιδί χωρίς προστασία από τους κινδύνους της κακής διατροφής και τη συντήρησης του, της διαπαιδαγώγησης που είναι τα σοβαρότερα ζητήματα της περίθαλψης και της αποκατάστασης των πολεμοπαθών.
Είναι ανάγκη να τονισθεί σπουδαιότητα του ζητήματος αυτού του οποίου πρέπει να εξεταστεί σοβαρότερα, ώστε μαζί με την αποκατάσταση της στέγης και την αποζημίωση των παθόντων, να εξασφαλιστεί και η διάσωση των παιδιών τόσο από άποψη ηθική, τα οποία στο μέλλον θα αποτελέσουν τη νέα κοινωνία, που θα αναβλαστήσει στους τόπους εκείνους, όπου η βαρβαρότητα, και η μανία του κατακτητή, παρουσίασε πρωτοφανή δράση στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Τέτοιου είδους σοβαρά προβλήματα απαιτούν ευρεία δημοσιογραφική έρευνα και συνεχή ανακίνηση από ανθρώπους με υγιείς φιλανθρωπικές αρχές.
Υμέτερος Λ. Κωνσταντινίδης,Διευθυντής της Παιδικής Στέγης Ασωμάτων.
Μια ακόμη σπαρακτική επιστολή
Για τις συνθήκες διαβίωσης όμως εκεί μας πληροφορεί μια σπαρακτική επιστολή του διευθυντή της Στέγης Σταμάτη Ρολόγη.
Ο επιστολογράφος αφού αναφέρεται στα όποια θετικά προσφέρει ο χώρος στα δυστυχισμένα παιδιά, κάνει έκκληση σε κάθε φιλάνθρωπο για βοήθεια:
«Ελάτε εσείς, αναφέρει μεταξύ άλλων, οι φιλάνθρωποι Έλληνες, είτε στην Ελλάδα βρίσκεσθε είτε στο εξωτερικό. Το φιλεύσπλαχνο αυτί σας ας ακούσει και το μάτι σας το φιλάνθρωπο ας δει:
Τα δικά σας τα μικρούλια ντυμένα καλά δεν κρυώνουν τον χειμώνα, όμως τα δικά μας εδώ παιδιά των ηρώων που πέθαναν για τη λευτεριά μας δεν έχουν παλτό. Τα δικά σας φοράνε μάλλινες κάλτσες και γερά παπούτσια. Τούτα δω όμως είναι ξυπόλυτα.
Τ’ αγγελούδια σας έχουν το φροντισμένο ολόμαλλο κρεβάτι, ζεστό ζεστό, ολοκάθαρο και αναπαυτικό. Τα άμοιρα θύματά μας εδώ έχουν ένα αχυρένιο – χάρτινο – με φύλλα στρώμα με μια κουβέρτα της φιλανθρωπίας κι αυτή και τρυπώνουν εκεί και θα κρυώνουν τα άμοιρα και θα τρέμουν τον χειμώνα.
Τα χαϊδεμένα σας έχουν σχολείο με εποπτικά μέσα, με καλά καθίσματα, με όλα τα απαραίτητα. Για δες τε όμως τα ορφανά μας. Κάτι παλιοί πάγκοι, ένας ξεθωριασμένος μαυροπίνακας, ένα παλιό κουτσό τραπέζι για την έδρα του δασκάλου. Αυτά είναι τα μόνα έπιπλα, τα μόνα μέσα που η διδακτηριακή φροντίδα διαθέτει για το σχολειό τους και μια αίθουσα πενιχρή και ακατάλληλη κι ανεπαρκής.
Ακόμα όμως… Τα δικά σας βλαστάρια έχουν την πέτσινη τσάντα τους που φυλάσσει τα καθαρά καινούργια αλφαβητάρια, τα τετράδια και τα άλλα χρειώδη του μαθητή. Όμως τα δύστυχα τα παιδιά μας δεν έχουν πώς να αγοράσουν βιβλία, μια πλάκα, ένα κονδύλι.
Ποιος θα τους τα αγοράσει;
Ο αγαθός νοικοκύρης προστάτης τους πήγε στο θυσιαστήρι της μεγάλης θυσίας κείνης που θεμελίωσε τη νίκη και τη λευτεριά. Δεν έχουν αυτά τώρα σε ποιόν να δώσουν την περίφημη «σημείωση» του δασκάλου που γράφει τα βιβλία που τους χρειάζονται. Τα δικά σας έχουν πατέρα. Τούτα είναι ορφανά…».
Και ο Ρολόγης τελειώνει με τη θερμή παράκληση για «…χορηγία κλινοσκεπασμάτων, παλτών, ρούχων και παπουτσιών για τα εκατόν εξήντα – διακόσια είναι όλα – όλα τα συμπαθή θύματα αυτά που αποζητούν περήφανα μια ευγενική χειρονομία αγάπης…».
Πέρασαν πολλά οι άμοιροι εκείνοι με αρρώστιες, πείνα, κακουχία. Κι όμως κατάφεραν να σηκώσουν κεφάλι κόντρα στη σκληρή τους μοίρα και να αναστήσουν τα χωριά τους από τα ερείπια. Κι εκείνα τα παιδιά που είχαν συνηθίσει και το διασκέδαζαν βλέποντας τα ζωύφια να επιπλέουν στο πιάτο με τα όσπρια που τους σέρβιραν για φαγητό, είναι οι σημερινοί επιστήμονες που έκαναν το Ρέθυμνο περήφανο με την προκοπή τους.
Τελικά ποτέ αυτή η χώρα δεν είχε αναπτύξει μια σωστή προνοιακή πολιτική… Όλα τα άφηναν για τους φιλάνθρωπους και τους κοινωνικά ευαίσθητους να βοηθήσουν με ή χωρίς σκοπιμότητα.
Οι αφανείς ηρωίδες του Κέντρους
Εκτός όμως από τους άνδρες που είχαν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις μεγάλες εκείνες ιστορικές στιγμές είναι και γυναίκες που είχαν να καταθέσουν αρκετά ενδιαφέροντα.
Θυμάμαι αξέχαστα σε μια επίσκεψή μου στο Καρδάκι (2002) όσα μου κατέθεσε μια συμπαθέστατη κυρία η Ζαχαρένια Μαυρογιαννάκη μια αεικίνητη γυναίκα με μια σπάνια εκφραστικότητα στις κινήσεις και στην έκφραση του προσώπου της. Όπως ανέφερε εκείνες τις μέρες, τις τόνιζε με το βλέμμα και τους κυματισμούς της φωνής και σε μετέφερε στη μοιραία εκείνη Τρίτη. Θυμόταν και τί δεν θυμόταν από κείνη τη μέρα.
Νέα κοπέλα ήταν η Ζαχαρένια Μαυρογιαννάκη εκείνη την αποφράδα μέρα που κύκλωσαν οι εχθροί το χωριό διψώντας για εκδίκηση. Πριν καλά-καλά να καταλάβει τί συμβαίνει βρέθηκε με ένα βουργιάλι στα χέρια και την εντολή να καταστρέψει το περιεχόμενο χωρίς να το καταλάβει κανείς. Η Ζαχαρένια δεν περίμενε δεύτερη κουβέντα.
«Ήξερα μόνο – μας αφηγείται – ότι ένα λάθος μου έφερνε στο απόσπασμα ζωές για μένα δε με ένοιαζε. Αλλά τί έφταιγαν οι άλλοι.
Πήρα λοιπόν τη βούργια ακολουθώντας τις οδηγίες. Κάποιοι από τους Γερμανούς με πήραν είδηση. Κατάλαβαν ότι κάτι γίνεται. Προσπάθησα να κρατήσω την ψυχραιμία μου. Κάποιος με ρώτησε άγρια τί με έλεγαν εκείνοι που με πλησίασαν. Εγώ έκανα την ανήξερη. Μ’ έσπρωξε βίαια. Αλλά δεν τα’ χασα. Συνέχισα να μη δίνω σημασία.
Η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει. Κάποια στιγμή κατάφερα να ξεφύγω απαρατήρητη. Έφτασα ς’ ένα φούρνο που ήταν εκεί κοντά και με μύριες προφυλάξεις έβγαζα από τον βούργια χαρτί-χαρτί και το έκαιγα. Έπειτα, όπως μου είχαν πει, περνούσα το χέρι μου από τη στάχτη έτσι ώστε να διαλυθεί καλά. Ούτε ξέρω πότε έφτασα στο τελευταίο χαρτί. Είχα τελειώσει. Πρέπει να σας πω ότι μέσα στην έγνοια μου ήταν να μη φανεί ο καπνός και με προδώσει. Όλα πήγαιναν καλά. Και τα επικίνδυνα χαρτιά κάηκαν μέχρι το τελευταίο».
Αμέσως μετά άρχισε μια οδύσσεια για την κ. Ζαχαρένια καθώς κάποια γειτόνισσά της είπε πως ο άντρας της ήταν μέσα στους σκοτωμένος.
Και κείνη το πρώτο που σκέφτηκε ήταν να εξασφαλίσει κάπου τα παιδιά της κι έπειτα να γυρίσει να θάψει τον νεκρό της για να μην τον μολέψουν τα σκυλιά.
Στάθηκε τυχερή. Ο άντρας της ζούσε. Είναι ένας από τους σημαντικούς αγωνιστές που συμμετείχε σε επιχειρήσεις πλάι στα γνωστά στελέχη της αντίστασης.
Στις Βρύσες είχαμε συναντήσει την Παρασκευή Κατσαντώνη, την τελευταία κάτοικο με τον γιο της στο χωριό Γουργούθοι.
Μας είχε αφηγηθεί πρώτα για τον ήρωα σύζυγό της που περνούσε η σφαίρα του δακτυλίδι και ήταν αυτός που έπαιξε σημαντικό ρόλο στο Τραχείλι, με τους αγωνιστές συντρόφους του. Κι έπειτα για τις συμφορές που βίωσαν οι γυναίκες του Κέντρους περιπλανώμενες στα χωριά μετά την καταστροφή.
Όταν γύρισαν πρώτο τους μέλημα ήταν να θάψουν τους νεκρούς κι ας έκανε η ζέστη ακόμα πιο δύσκολο το έργο τους.
Έπαιρναν στα χέρια τους σπαραγμένα κορμιά, έσφιγγαν στο στήθος τους κεφάλια αγαπημένων με τη φρίκη του θανάτου ακόμα ζωγραφισμένη στα ασάλευτα πρόσωπα και αφού θρηνούσαν τον χαμό άρχιζαν την επίπονη διαδικασία της ταφής με τα ίδια τους τα χέρια.
Αυτά τα χέρια μετά δεν απόστασαν ούτε λεπτό μέχρι να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και να τα σπουδάσουν.
Οι αντιδράσεις για τον δήμιο της Κρήτης
Με τις τραγικές μνήμες τόσο νωπές ήταν φυσικό να έχουμε διαμαρτυρίες τα επόμενα χρόνια όταν ένας μετά τον άλλο έμεναν ατιμώρητοι οι υπαίτιοι τόσης συμφοράς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η επιστολή που δημοσίευσε ο πατέρας του Σπύρου Μαρνιέρου, Απόστολος, στην εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση» (6 Ιανουαρίου 1952) μετά την απελευθέρωση του στρατηγού Αντρέ:
«Η απελευθέρωσις του δημίου της Κρήτης Γερμανού στρατηγού Αντρέ αποτελεί ύβριν κατά της Κρήτης και των κατοίκων της.
Αλγεινήν κατάπληξιν μας επροξένησεν η απροσδόκητος είδησις των Εφημερίδων ότι εδημοσιεύθη Βασιλικόν Διάταγμαν και απολύεται εκ των φυλακών ο αρχιδήμιος της Κρήτης Γερμανός στρατητός Αντρέ. Καθ’ην στιγμήν γράφομεν τας γραμμάς αυτάς ασφαλώς ο απαίσιος αυτός κτηνάνθρωπος, όστις εκρατείται μόνον δια τα εις χρήματα χρέη του θα βαδίζει ελεύθερος εις τας οδούς των Αθηνών και μάλιστα σαν Γερμανός θα λαμβάνει σημειώσεις κατασκοπείας υπέρ της Πατρίδος του γιατι ασφαλώς δεν εξέφυγεν από το μυαλό του ακόμη η Γερμανική κοσμοκρατορία και θα σκέπτεται χωρίς άλλο ότι όπως βαδίζουν τα πράγματα ίσως σε λίγα χρόνια να επανέλθη στην Ελλάδα δια να συνεχίσει το απαίσιο Μακιαβελικόν του έργο και μάλιστα υπο θηριοδεστέραν μορφήν. Και γιατί όχι!!
Ο κακούργους αυτός Στρατηγός ο οποίος δια της θηριωδίας του εδημιούργησε θύματα εκατοντάδες κι άφησε ορφανά και χηράδες δεν έπρεπε να περιπατεί σήμερον ελεύθερος τας οδούς των Αθηνών με υψωμένον το ανάστημά του αλλ’ έπρεπε να βρεθεί κάποιο πονεμένο χέρι ν’ αρπάσει το δήμιον να του ανοίξει τας φλέβας και να ποτίσει με το βρωμερόν αίμα του τους οχετούς των Αθηνών. Δεν θα έπρεπε να επιστρέψει ζωντανός εις την Πατρίδα του να διηγείται εις τους ομοίους του τους εν Κρήτη άθλους του και να σκέπτεται πότε και με ποία μέσα θα τους επαναλάβει.
Το Κράτος και η Κυβέρνησις όφειλε πριν αποφασίσει να σκεφθή ότι τα θύματα του στρατηγού Αντρέ στην Κρήτη με την πληροφορίαν της απελευθερώσεώς του ευρίσκονται εν αναστατώσει και έν απογνώσει διότι έχουν εγκαταλειφθεί εις την τύχην των και εχουν περιέλθει εις την εσχάτην ένδειαν περικοπείσης και της ελαχίστης οικονομικής ενισχύσεώς των με τον χαρακτηρισμόν του αμάχου τον οποίον τις οίδε ποια σοφή κεφαλή εφεύρεν.
Δια να επιτείνη την οδύνην των θυμάτων τούτων ο Κρητικόφιλος Στρατηγός Πλαστήρας έρχεται σήμερον και δικαιώνει τον απαίσιον εγκληματία και τον αφήνει ελεύθερον ενώ δια τα θύματά του δεν λαμβάνει καμμίαν πρόνοιαν. Θεωρείται και είναι περιφρόνησις προς το αίμα των αθώων και των υπερασπιστών των βωμών και Εστιών.
Κύριε Πρόεδρε της Κυβερνήσεως
Η εκτοξευθείσα απροσδόκητος ύβρις κατά του Κρητικού Λαού, και των αγώνων και θυσιών του εις αίμα πολύτιμον είναι βαρυτάτη και ουδέποτε από της συστάσεως του Ελληνικού Βασιλείου διεπράχθη τοιαύτη και εις τοσαύτη έκτασιν.
Ο Κρητικός λαός δε θα λησμονήσει ποτέ την διαπραχθείσαν από υμάς τον θαυμαστήν του και της πατροπαραδότου αυτοθυσίας του ύβριν και είναι αποφασισμένος να επιδιώξει την δια παντός νομίμου μέσου ικανοποίησίν του.
Μετά τιμής
Α. Μαρνιέρος»
Το αφιέρωμά μας στα καμένα χωριά, ξεδιπλώνοντας πτυχές που παραμένουν άγνωστες συνεχίζεται.