Έντονο εξακολουθεί να είναι το ενδιαφέρον των Ρεθεμνιωτών για την τοπική λαϊκή αγορά βιολογικών προϊόντων, με τα βιολογικά προϊόντα να χρήζουν μεγάλης εκτίμησης από το καταναλωτικό κοινό. Η απαραίτητη προϋπόθεση οι έμποροι να είναι παράλληλα και παραγωγοί των προϊόντων που πουλάνε και η συνέπεια σε γεύση και ποιότητα αποτελούν εγγύηση και δικλείδα ασφαλείας για το καταναλωτικό κοινό, το οποίο παραμένει σταθερό στις προτιμήσεις του τα τελευταία χρόνια. Σχεδόν στο μισό βρίσκονται οι τιμές των βιολογικών προϊόντων στους πέντε-έξι πάγκους των εμπόρων – παραγωγών, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα βιολογικά φρούτα και λαχανικά, που μπορεί κανείς να προμηθευτεί από τα σούπερ μάρκετ, σύμφωνα με όσα ανέφερε μεταξύ άλλων στα «Ρ.Ν.», ο Βασίλης Ευαγγελίδης, συντονιστής και υπεύθυνος των εμπόρων βιολογικών προϊόντων Ρεθύμνου.
Η τοποθεσία που στήνονται οι πάγκοι των εμπόρων – παραγωγών, έξω από τον Δημοτικό Κήπο από την πλευρά της οδού Κουμουνδούρου δημιουργεί πρακτικά προβλήματα για την πρόσβαση των καταναλωτών στην αγορά, οι οποίοι συχνά αναγκάζονται ακόμα και να διπλοπαρκάρουν για να προλάβουν να κάνουν γρήγορα τις αγορές τους. Παρόλα αυτά, οι έμποροι συμμετέχουν και στη λαϊκή αγορά της Πέμπτης στο πάρκινγκ των Τεσσάρων Μαρτύρων και στην αγορά του Σαββάτου στην πλατεία Δικαστηρίων, όπως τόνισε ο κ. Ευαγγελίδης, «δεν μπορούμε να είμαστε πολλοί έμποροι, κάποιοι έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον, αλλά δεν έχουν δικά τους προϊόντα, άρα δεν μπορούν να ενταχθούν εδώ», επιδεικνύοντας την προσήλωση και τη σημασία που αποδίδεται στις βιολογικές καλλιέργειες και στην αξιοπιστία των προϊόντων.
«Σαν να τα κόβει από τον κήπο του και να τα βάζει στο πιάτο του»
Ο κόσμος ξέρει ότι αγοράζει «καθαρά» προϊόντα σύμφωνα με τον κ. Ευαγγελίδη, ο οποίος σημείωσε ότι παρότι τα βιολογικά φρούτα και λαχανικά στερούνται της διάρκειας και του μεγέθους των προϊόντων στα ράφια των καταστημάτων, επιλέγονται από τους καταναλωτές: «Τα προϊόντα που προσφέρουμε είναι ποιοτικά. Μπορεί να μην έχουν το μέγεθος και τη διάρκεια των προϊόντων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, γιατί είναι βιολογικά και είναι και οι ποικιλίες τέτοιες, με τον τρόπο που τα καλλιεργούμε, που χρειάζονται άμεση κατανάλωση. Έχει καταλάβει ο κόσμος ότι είναι σαν να τα κόβει από τον κήπο του και να τα βάζει στο πιάτο του. Οπότε υπάρχει μεγάλη ζήτηση, έρχονται ψωνίζουν οι πελάτες».
Οι τιμές βρίσκονται σε ικανοποιητικά επίπεδα, τόσο σε σύγκριση με τα αντίστοιχα βιολογικά προϊόντα των πολυκαταστημάτων, όσο και με τα υπόλοιπα προϊόντα, μη βιολογικού χαρακτήρα, τα οποία περνούν από επεξεργασίες. «Κρατάμε τις τιμές πολύ χαμηλά, τα βιολογικά προϊόντα που έχουμε στον πάγκο έχουν περίπου τη μισή τιμή από αυτά των σούπερ μάρκετ των βιολογικών», ανέφερε ο κ. Ευαγγελίδης, ενώ απαντώντας στο ερώτημα του πώς καταφέρνουν να εξασφαλίσουν συνθήκες βιωσιμότητας για τους πάγκους τους, συμπλήρωσε: «Το καταφέρνουμε γιατί είναι δικά μας τα προϊόντα, δεν τα αγοράζουμε. Επίσης είμαστε παραγωγοί, τα καλλιεργούμε και τα φέρνουμε να τα πουλήσουμε».
«Έχουμε χτίσει μία σχέση παραγωγού και καταναλωτή»
Μία σημαντική ιδιαιτερότητα έχουν οι πάγκοι της τοπικής βιοαγοράς και αυτή είναι ότι για να πουλήσει κανείς τα προϊόντα του, πρέπει να είναι δικής του παραγωγής και καλλιέργειας, χωρίς να υπάρχουν μεταπωλήσεις και εισαγωγές από άλλες χώρες. Αυτό πολλές φορές μπορεί να δημιουργήσει και ελλείψεις προϊόντων στους πάγκους, με τους πωλητές να διαθέτουν αυτά που παράγει ο κήπος τους. Ο κ. Ευαγγελίδης σημείωσε: «Είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να πουλήσεις εδώ τα προϊόντα σου, να είναι δικά σου. Όλα ελέγχονται και από πιστοποιητικούς οργανισμούς και από εμάς τους ίδιους, οπότε δεν μπορούμε εμείς να αγοράσουμε από κάπου αλλού και να το μεταπουλήσουμε, είναι δικά μας τα προϊόντα. Δεν έχουμε πάντα προϊόντα όπως έχει ένα σούπερ μάρκετ, κάποιες φορές έχουμε ελλείψεις σε κάποια προϊόντα, ό,τι βγάζει ο κήπος μας».
Η ανωνυμία και ο απρόσωπος χαρακτήρας, που υπάρχει στα σούπερ μάρκετ και στις μεγάλες αλυσίδες είναι ένα φαινόμενο που δεν συναντάει κανείς στη βιοαγορά, όπου οι έμποροι δημιουργούν σχέσεις εμπιστοσύνης με τον πελάτη, όντας επώνυμοι και συνεπείς στο που θα βρίσκονται κάθε εβδομάδα: «Αν βρεις κάτι που δεν σου αρέσει, θα έρθεις και θα μου το πεις. Μας ξέρει ο κόσμος προσωπικά. Στο σούπερ μάρκετ δεν συμβαίνει αυτό, υπάρχουν η ανωνυμία και τα εισαγόμενα προϊόντα. Υπάρχει μεγάλη διαφορά. Έχουμε χτίσει μία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή που είναι αδελφική και τίμια. Είμαστε συνολικά πέντε με έξι παραγωγοί. Ο κόσμος ξέρει ότι εδώ θα μας βρει, θα πάρει τα προϊόντα που δεν μπορεί να έχει αυτός στον κήπο του, μερικές φορές μοιράζουμε και σπόρους, δίνουμε στους καταναλωτές το περιθώριο να φυτέψουν και αυτοί», ανέφερε ο κ. Ευαγγελίδης.
Αναλλοίωτο είναι το ενδιαφέρον των καταναλωτών για τα βιολογικά προϊόντα της λαϊκής αγοράς, με τον κ. Ευαγγελίδη να επισημαίνει ότι παρότι ανανεώνεται το πελατολόγιο, δεν παρατηρούνται αισθητές αυξομειώσεις ανά τα χρόνια, ούτε στον αριθμό των πελατών, αλλά ούτε και στις αγορές τους: «Το ενδιαφέρον του κόσμου δεν έχει μειωθεί, είμαστε σε καλά επίπεδα, εδώ και πάνω από 10 χρόνια και βλέπουμε πολύ κόσμο κάθε εβδομάδα να έρχεται και να ψωνίζει, άλλοτε οι ίδιοι, άλλοτε διαφορετικοί. Η αλήθεια είναι ότι ανανεώνεται συχνά το πελατολόγιο, αλλά αυτό δεν επηρεάζει τις αγορές και την κίνηση».
Αγορά χωρίς πάρκινγκ
Ένα παράπονο και μία πρακτική δυσκολία που βιώνουν έμποροι και πελάτες στην βιοαγορά είναι η τοποθεσία των πάγκων, με τη στενότητα του δρόμου στην οδό Κουμουνδούρου και την έλλειψη θέσεων στάθμευσης να δημιουργούν προβλήματα στην καταναλωτική κίνηση: «Στη βιοαγορά το μόνο πρόβλημα που έχουμε είναι ο χώρος, γιατί δεν υπάρχει πάρκινγκ για τα αυτοκίνητα, πολλές φορές ο κόσμος αναγκάζεται να διπλοπαρκάρει για να κατέβει να ψωνίσει και δημιουργείται ένα μικρό πρόβλημα στην κυκλοφορία, όχι σημαντικό, αλλά μικρό», ανέφερε ο κ. Ευαγγελίδης.
Τέλος, η διπλή ιδιότητα που έχουν έμποροι και παραγωγοί σημαίνει ότι τα προβλήματα ξεκινούν από τις καλλιέργειες και μεταφέρονται ανέλπιστα στους πάγκους της βιοαγοράς. Τα έντομα και τα υπόλοιπα παράσιτα που πλήττουν τις καλλιέργειες δημιουργούν ελλείψεις σε βασικά φρούτα και λαχανικά, με αποτέλεσμα οι έμποροι να βγάζουν στους πάγκους τους ό,τι υπάρχει σε διαθεσιμότητα τη δεδομένη χρονική στιγμή: «Υπάρχουν διάφορα προβλήματα στις καλλιέργειες, έχουμε πολλά εντομολογικά προβλήματα και πολλές φορές δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε, γιατί αυτή είναι η φύση και δεν μπορούμε να επέμβουμε», ανέφερε ο κ. Ευαγγελίδης.