Η κυβέρνηση εμφανίζεται αισιόδοξη σε ό,τι αφορά την προσωρινή ή μερική απόσυρση των μέτρων που έχει ψηφίσει για τη δραστική μείωση των συντάξεων.
Υπάρχουν ενθαρρυντικά μηνύματα, κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας, εφόσον η κ. Μέρκελ φαίνεται να παίρνει υπόψη της τις ανάγκες της κυβέρνησης Τσίπρα, η οποία την εξυπηρετεί στο προσφυγικό – μεταναστευτικό και στο «Μακεδονικό», αλλά και τη σταθερή θέση της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη κατά της μείωσης των συντάξεων.
Η κατάσταση όμως είναι πιο σύνθετη απ’ ό,τι την παρουσιάζει το Μαξίμου, εφόσον συγκεκριμένες μειώσεις ήδη πραγματοποιούνται, ενώ οποιαδήποτε αναβολή ή διευκόλυνση στη γενίκευση του μέτρου θα εξαρτηθεί, σε μεγάλο βαθμό, από τις εξελίξεις στη Γερμανία και την Ιταλία.
Οι μειώσεις είναι εδώ
Μεγάλοι χαμένοι είναι οι νέοι συνταξιούχοι, οι οποίοι διαπιστώνουν δραστική περικοπή των συντάξεων που λαμβάνουν σε σχέση με όσα ίσχυαν μέχρι το 2017.
Η μείωση των νέων συντάξεων θεωρείται διαρθρωτικό μέτρο μεγάλης σημασίας, εφόσον με το πέρασμα του χρόνου θα αυξάνονται οι νέοι συνταξιούχοι και η οικονομία για το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό σύστημα.
Με αυτό το σκεπτικό στήριξε ο υπουργός Οικονομικών κ. Τσακαλώτος την αναβολή της μείωσης των παλαιών συντάξεων βάσει της προσωπικής διαφοράς που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου. Υποστήριξε ότι το μέτρο δεν είναι διαρθρωτικό και έδωσε μια μακάβρια διάσταση στην επιχειρηματολογία του με το σκεπτικό ότι οι παλαιοί συνταξιούχοι θα μειώνονται με το πέρασμα του χρόνου.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες ενδείξεις, η επιχειρηματολογία Τσακαλώτου σε ό,τι αφορά τις παλαιές συντάξεις, κερδίζει έδαφος. Ο πρόεδρος του Eurogroup κ. Σεντένο φάνηκε να την υιοθετεί, ενώ ο συνήθως αυστηρός επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας κ. Ρέγκλινγκ δεν έδειξε να ενοχλείται από τη μεθόδευση της κυβέρνησης, η οποία εμφάνισε δύο σχέδια προϋπολογισμού, με ή χωρίς μείωση συντάξεων.
Συνοψίζοντας, οι νέες συντάξεις έχουν ήδη μειωθεί, το ΕΚΑΣ έχει περίπου μηδενιστεί εφόσον αναλογεί πλέον σε 15 ευρώ τον μήνα και έχει ανοίξει ο δρόμος και για τη μείωση των παλαιών συντάξεων χωρίς να έχει διευκρινιστεί από πότε ακριβώς θα αρχίσει να ισχύει.
Επιδίωξη της κυβέρνησης Τσίπρα είναι να κερδίσει ένα εξάμηνο ή 12 μήνες για να διευκολυνθεί πολιτικά στην προεκλογική περίοδο. Θα πρέπει να θεωρούμε όμως απίθανη τη διατήρηση σε βάθος χρόνου ενός συστήματος όπου οι νέες συντάξεις θα είναι σημαντικά μικρότερες από τις παλαιές συντάξεις. Θα υπάρξει σε κάποια φάση εξίσωση και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα είναι προς τα κάτω.
Ο συσχετισμός πολιτικών δυνάμεων
Το εάν η καγκελάριος Μέρκελ θα διευκολύνει προεκλογικά τον κ. Τσίπρα, ικανοποιώντας και το αίτημα Μητσοτάκη, ο οποίος είναι σταθερά κατά της μείωσης συντάξεων και του νόμου Κατρούγκαλου, θα εξαρτηθεί από τον συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων σε Γερμανία, Ιταλία και συνολικά στην Ε.Ε.
Στη Γερμανία, ο κυβερνητικός συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών, Σοσιαλδημοκρατών είναι υποχρεωμένος να μετρήσει το ενδεχόμενο πολιτικό κόστος από την αναβολή ή τον περιορισμό της προγραμματισμένης και ψηφισμένης μείωσης των συντάξεων.
Θα δεχτεί την κριτική από την Εναλλακτική για τη Γερμανία, το κόμμα της σκληρής έως άκρας Δεξιάς, που έρχεται ήδη δεύτερο στις δημοσκοπήσεις, αφήνοντας στην τρίτη θέση τους Σοσιαλδημοκράτες. Θα υπάρξει επίσης πίεση από την πλευρά των Φιλελεύθερων, που ζητούν την εφαρμογή των συμφωνηθέντων εφόσον είναι μέρος του «πακέτου» αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους.
Η νέα κυβέρνηση της Ιταλίας χαλαρώνει την δημοσιονομική της πολιτική σε μια προσπάθεια να εφαρμόσει το οικονομικό της πρόγραμμα. Δέχεται την κριτική του προέδρου της ευρωπαϊκής επιτροπής κ. Γιούνκερ, ενώ υπάρχει δυναμική ανόδου των επιτοκίων δανεισμού του ιταλικού δημοσίου.
Η ευρωπαϊκή επιτροπή δείχνει κατανόηση στις ελληνικές θέσεις, θεωρώντας ότι η μείωση των συντάξεων ήταν πρόταση του ΔΝΤ μεγάλης κοινωνικής σκληρότητας. Το ζήτημα είναι αν μπορεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συνδυάσει την αυστηρή προσέγγιση στα οικονομικά της Ιταλίας με την ελαστικότερη προσέγγιση στο θέμα των ελληνικών συντάξεων χωρίς να εκτεθεί πολιτικά.
* Ο Γιώργος Κύρτσος είναι ευρωβουλευτής ΝΔ