Ο Τουρισμός για φέτος φαίνεται να την περνάει στη ΜΕΘ αλλά χωρίς ανησυχία ότι δεν θα τη βγάλει καθαρή στο τέλος. Το «βαρύ πυροβολικό» της οικονομίας μας έγινε από τη μια στιγμή στην άλλη…« πούπουλο στον άνεμο», με τη νοσηλεία του να κρατάει τουλάχιστον 1 χρόνο.
Και μέχρι τότε θα πρέπει όλη η οικογένεια (κυβέρνηση και πολίτες) να κλαίμε τον ασθενή; Ή μήπως θα πρέπει να κοιτάξουμε επιτέλους σοβαρά και τις άλλες συνιστώσες που συμπληρώνουν το ΑΕΠ της χώρας… για να μην πεινάσουμε;
Το 1980 το ποσοστό της πρωτογενούς παραγωγής στο ΑΕΠ ήταν 25% και της μεταποίησης 15% και σήμερα τα ποσοστά είναι για την πρωτογενή παραγωγή 3% και για την μεταποίηση 7%.
Βασική μέριμνα για ένα Αναπτυξιακό όραμα (κοινωνική συνοχή / οικονομική αποτελεσματικότητα / περιβαλλοντική βιωσιμότητα) αποτελεί η ανασυγκρότηση του Πρωτογενή και Δευτερογενή τομέα… η αναβάθμιση των οποίων εγγυάται ΚΑΙ την αναβάθμιση του Τουρισμού.
Παραγωγική ανασυγκρότηση είναι η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των εγχώριων πόρων που στοχεύει σε πρώτη φάση να καλύψει τις ανάγκες της χώρας και με προϋποθέσεις σε δεύτερη φάση να ανταγωνιστεί τις άλλες αγορές. Στη λογική αυτή θα πρέπει ανώτερα και ανώτατα τεχνολογικά ιδρύματα να στραφούν σε μια εγχώρια τεχνολογία που θα υπηρετεί την εγχώρια παραγωγή.
Και όταν λέμε ανασυγκρότηση εννοούμε ριζική αναδιοργάνωση του Πρωτογενή και Δευτερογενή τομέα, ώστε το Αναπτυξιακό όραμα να μην καταλήξει Αναπτυξιακό όνειρο… «θερινής νυκτός», όπως δυστυχώς εμφανίζεται στον πίνακα.
Δύο συμπεράσματα βγαίνουν από τα στοιχεία του πίνακα. Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι την περίοδο 1980-2015, το ποσοστό συμμετοχής αμφότερων του αγροτικού και του βιομηχανικού τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ της χώρας από 47% ελαττώθηκε μόλις σε 19,2%. Αυτό δείχνει την καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας, που με το πέρασμα των χρόνων τείνει να προσλάβει διαστάσεις χιονοστιβάδας.
Το δεύτερο σημαντικό συμπέρασμα είναι ότι την περίοδο 1980-2015, η συμβολή του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα στη συνολική απασχόληση της ελληνικής οικονομίας συρρικνώθηκε από 58% σε 27,8%.
Κάτω από αυτές τις συγκλονιστικές συνθήκες, το αναπτυξιακό μέλλον της χώρας είναι αβέβαιο και δυσοίωνο. Οι παθογένειες της ελληνικής οικονομίας είναι διαχρονικές και ενδογενείς. Παθογένειες που προκαλούν την εντεινόμενη πτωτική πορεία της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού μας συστήματος και την αποσάθρωση της εγχώριας παραγωγής.
Η επιβεβλημένη ριζική αναδιάρθρωση, του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα, προϋποθέτει ένα αποκεντρωτικό πρότυπο ανάπτυξης και μια ουσιαστική πολιτική βούληση ενίσχυσης των μικρών και μεσαίων παραγωγικών στρωμάτων… και μια αλλαγή των καταναλωτικών μας συνηθειών και όχι μόνο.
Είδη πρώτης ανάγκης όπως λαχανικά, φρούτα, γαλακτοκομικά, τα οποία θα μπορούσαμε να παράγουμε στην Ελλάδα και να καλύπτουμε το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών μας, προέρχονται κατά το μεγαλύτερο ποσοστό από χώρες του εξωτερικού.
Η Ελλάδα από τις εξαγωγές της φέτας έχει έσοδα περίπου 350 εκατ. ευρώ το χρόνο και πληρώνουμε 2,7 δις ευρώ για εισαγωγές γαλακτομικών – τυροκομικών – κρεατοσκευασμάτων. Μια χώρα με την μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στην Ευρώπη είναι φυσιολογικό να έχει τέτοια μεγάλη διαφορά στο ισοζύγιο; Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει στο ενεργητικό της μία από τις πιο πλούσιες γαλακτοκομικές ιστορίες; Μήπως ο Έλληνας θα πρέπει να ξαναθυμηθεί τη φέτα και το κασέρι και να αφήσει δεύτερη επιλογή του, τη γκούντα, το μπρι ή την παρμεζάνα;
Ο τομέας του ροδάκινου συνεισφέρει σχεδόν 1 δισ. στο ΑΕΠ και άκουσον! άκουσον!… ο πρόεδρος των ροδακινοπαραγωγών και τοπικοί βουλευτές της Πέλλας αναγκάστηκαν να ζητήσουν από την κυβέρνηση (η οποία επεξεργάζεται το υγειονομικό διαβατήριο) την έγκριση έλευσης 7.000! Αλβανών εργατών για το μάζεμα των ροδάκινων… όταν η ανεργία θερίζει στην περιοχή αλλά ο Έλληνας προτιμάει την αγκάλη του ΟΑΕΔ.
Η Ελλάδα από το βαμβάκι που παράγει, το 2000 είχε 60 νηματουργεία. Με μια σειρά λάθος πολιτικών στην ενέργεια, σήμερα λειτουργούν μόνο 2, το δε ελληνικό βαμβάκι που εξάγεται φέρνει έσοδα περίπου 500 εκατ. ευρώ, ενώ τα μεταποιημένα εισαγόμενα προϊόντα του, μας κοστίζουν από 1,5 δις έως 6,5 δισ. ευρώ… και πολλά άλλα «κακά παραδείγματα».
Στη δεκαετία του ‘80, ένα διάσημο τηλεοπτικό μήνυμα της εποχής, με πρωταγωνιστή τον ηθοποιό, Νίκο Παπαναστασίου, μας ζητούσε να επιμένουμε ελληνικά, προβάλλοντας το σύνθημα: «Ο Επιμένων Ελληνικά».
Νομίζω ότι το σύνθημα παραμένει επίκαιρο… εμπλουτισμένο με την «ατομική ευθύνη» των ημερών.
Πηγές:
Στατιστικά στοιχεία και αναφορές σε ελληνικά προϊόντα από αρθρογραφία του Δημήτρη Κουρέτα (Καθ. Πανεπιστημίου Θεσσαλίας)
* Ο Γιώργος Ταταράκης είναι πολιτικός μηχανικός Ε.Μ.Π.