Γ’ Μέρος
Μια άλλη ρίμα διασώθηκε στο Μοναστηράκι Αμαρίου, είναι του 1960. Έχει ως εξής:
Χριστούγεννα πλησίαζαν, χαρούμεν’ ήσαν όλοι
μα ψόφησεν ο γάϊδαρος του Αντρικομανώλη
Και τσιμουδιά δεν έβγαλε μήτε στον πεθερό του
γιατί ελυπηθήκανε όλοι το γάϊδαρό του.
Άνοιξενε τον τάφο του στο σπίτι του από κάτω
και νύχτα τον εθάψανε να πάει η πίκρα κάτω.
Γιατί εφοβηθήκανε μην του εβγάλουν ρίμα
η Ελένη1 τους εδιάταξε να τονε θάψουν νύχτα.
Ποινή μεγάλη θα δοθεί στον Ζαμπετοβασίλη 2
γιατί δεν τον εγιάτρεψε το μαυροκακομοίρη.
Για ο Παυλής 3 εφώναζε από το ματσιπέτι
πετάξετέ μου μια μπουκιά μα να ‘ναι απού το μπέτη.
Και ο Καρύδης 4 έτρεχε, μανίζει και σπιθίζει
για δεν τ’ αφήκαν την ορά, το φούρνο να πανίζει.
Και ο Μαθιός 5 εγλάκανε κι είχε χαρά μεγάλη,
γιατί ‘χε όρεξη πολλή να φάει το κεφάλι.
Και εγλάκαν κι ο Γραμματικός 6 με το στυλό στο χέρι
κι εφώναζε αφήστε μου κι εμένα το τζιγέρι.
Μα κι η γαϊδάρα γέννησε και έκαμε ένα πουλάρι,
αλλά ήταν άτυχο κι αυτό και πήγεν εις τον Άδη.
Με την παρέλευση καιρού εψόφησε κι η μάνα
και εψόφησενε σήμερα προτού παίξει η καμπάνα.
Επήγαμε στο σπίτι τους κι ήταν συγκινημένοι
κι όλοι εκαταλάβαμε τι είχαν οι καημένοι.
- Η Ελένη ήταν γυναίκα του Αντρικομανώλη
- Ο Ζαμπετοβασίλης ήταν βοηθός κτηνιάτρου στη Σχολή Ασωμάτων
3, 4, 5, 6. Ο Παυλής, ο Καρύδης, ο Μαθιός, ο Γραμματικός ήσαν γείτονες