Γεώργιος Ξενουδάκης, Νικόλαος Δούμπας, Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου. Αξίζει να τους γνωρίσουμε και να ανακαλύψουμε στο πρόσωπο και το έργο τους ακαταμάχητους υπερασπιστές της εθνικής ανεξαρτησίας και της ανθρωπιστικής ιδεολογίας. Κι όλα αυτά στον 19ον αιώνα, όταν η Ελλάδα συνέχιζε να μάχεται για την επαναπόκτηση των εδαφών και εθνικών της δικαιωμάτων σε μια Ευρώπη ανταγωνιζομένων μοναρχιών, που την διεκδικούσε η καθεμιά για τον εαυτό της.
Ο πρώτος, ο Γεώργιος Ξενουδάκης, αναδείχτηκε σε μεγάλο ευεργέτη και πρώτο βουλευτή της Κρήτης. Έστερξε με απαράμιλλο ψυχικό σθένος τη μοίρα του και με οδηγό το ρητό του Βιργιλίου audante juvat fortuna, εξόρμησε ακάθεκτα στη ζωή ως αρχαγγελικός οραματιστής της Κρήτης, με υψηλούς στόχους, ατσάλινη βούληση και αδαμάντινο χαρακτήρα. Με ύστατο όνειρο την Ένωσή της με την Ελλάδα, που πραγματοποιήθηκε το 1913, 25 χρόνια μετά τον θάνατό του.
Σφακιανός στη καταγωγή, έμεινε ορφανός από παιδί, όταν οι Τούρκοι σκότωσαν τον πατέρα του και τον έριξαν στο σκλαβοπάζαρο, όπου τον αγόρασε ένας Γάλλος ευγενής, ο Mercier και τον πήρε μαζί του στην Αίγυπτο. Εκεί πέρασε μερικά χρόνια της εφηβείας του υπό την προστασία και παιδεία του Γάλλου ευπατρίδη, ο οποίος είχε γρήγορα αναγνωρίσει την πνευματική και ψυχική αξία του νεαρού προστατευόμενού του. Στη συνέχεια, εξαγοράστηκε από τον ίδιο τον Κυβερνήτη της Ελλάδας, τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος εξαγόρασε 60 περίπου Ελληνόπουλα και τα στέγασε στο Ορφανοτροφείο στην Αίγινα. Ένα πρωτοποριακό Εθνικό Σχολείο για πρώτες εγκύκλιους σπουδές με ευρύ θεωρητικό και πρακτικό φάσμα διδασκαλίας, υπό τη καθοδήγηση του μεγάλου του Γένους Δασκάλου, Γεωργίου Γεννάδιου. Όταν ο τελευταίος ίδρυσε τη δική του Σχολή στην Αθήνα, πήρε μαζί του και τον νεαρό Ξενουδάκη, τον οποίον έθεσε υπό τη προστασία του, ενθαρρύνοντας ακόμα και τις επαναστατικές διαθέσεις του, τις οποίες μοιραζόταν με τον συμμαθητή και στενό του φίλο, τον νεαρό τότε Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, τον μέλλοντα πρωθυπουργό της Ελλάδας. Στη συνέχεια τον ενέγραψε στη Νομική Σχολή του τότε Οθωνείου Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι την εποχή εκείνη δεν φύσαγε απλά ένας αέρας αλλαγής για μια ελεύθερη χώρα, αλλά ένας σίφουνας εξέγερσης ενός πρόσφατα και μόνο εν μέρει απελευθερώμενου από 400 χρόνια σκλαβιάς έθνους, που πάσχιζε να επανακτήσει τα εδάφη του και να συγκροτηθεί σε εύρυθμο και αναπτυσσόμενο κράτος.
Ο Ξενουδάκης- που προσονομάστηκε έτσι γιατί είχε ζήσει σε ξένο τόπο- κατάφερε, με τη φιλομάθεια, γλωσσομάθεια, φιλοπονία και αγχίνοια του, να εξελιχθεί σε μεγαλοδικηγόρο και νομικό σύμβουλο μεγάλων Γαλλικών εταιριών στο Λαύριο, με αποτέλεσμα ν’ αποκτήσει μεγάλη περιουσία.
Έχοντας ως πρότυπο τον μεγάλο Σφακιανό ήρωα και πρωτοεπαναστάτη Δασκαλογιάννη, δεν σταμάτησε να συμπαρίσταται και να παρέχει οικονομική βοήθεια στους συμπατριώτες του και σε κινήματα εξέγερσης. Το 1841 λαβαίνει μέρος ως Γραμματεύς στην επανάσταση του Χαιρέτη, στην οποίαν εμπλέκει και τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, ο οποίος κατεβαίνει στη Κρήτη από τη Πελοπόννησο με συμπατριώτες του και παρά λίγο να χάσει τη ζωή του σε μάχη.
Αποφασιστικός, δυναμικός, χαλκέντερος φροντίζει να συλλέξει ψήφους από Κρητικούς στον Αδάμαντα της Μήλου και στην Μινώα του Ναυπλίου, προκειμένου να εισέλθει στη Βουλή των Ελλήνων και να υπερασπιστεί από το βουλευτικό έδρανο την πολυπόθητη απελευθέρωση της πατρίδας του Κρήτης. Ως και έπραξε με τη στεντόρεια φωνή του, την σπάνια οξύνοιά του, τη γνήσια φιλοπατρία του και το παραδειγματικό πολιτικό του ήθος, επιμένοντας στην ανεξάρτητη από ξένες δυνάμεις εθνική δράση της Ελλάδας, λέγοντας χαρακτηριστικά «Η Ελλάς ουκ έστιν Ελλάς, ει μη πολεμική».
Στον εναρκτήριο λόγο του, όταν πρωτοανέβηκε στο βήμα της Βουλής, δήλωσε διευκρινιστικά: «Παρακαλώ κ.κ. Βουλευταί να μη δώσετε κομματική χροιά στους λόγους μου, διότι η αποστολή μου δεν είναι ν’ ανήκω σε πολιτικά κόμματα, αλλά να παρακολουθώ το γενικό συμφέρον του Ελληνισμού και της πατρίδος μου Κρήτης…» Και κάποια άλλη στιγμή: «…Τα μεγάλα Κράτη εργάζονται για να κατακτούν και όχι για να απελευθερώνουν. Μη λοιπόν περιμένουμε απ’ αυτά, αλλά απ’ τον πατριωτισμό και την ομόνοια. Αφήστε την φιλαρχία και την ιδιοτέλεια… Μη λοιπόν περιμένετε από την άπληστη πολιτική της Ευρώπης, αλλά από τη δική μας αυταπάρνηση και γενναιότητα…»
Αποφθεγματικές βουλευτικές καταθέσεις ενός σοφού πολιτικού σε μια ιδιαίτερα ταραγμένη εποχή ενός νεοσύστατου Ελληνικού κράτους, που διατρέχουν έκτοτε την ιστορία με το άφθαρτο άρμα της διαχρονικής τους αλήθειας, σταματώντας στην εκάστοτε επικαιρότητα. Και αυτή τη στιγμή στη δική μας.
Όταν επισκέπτεται την ερειπωμένη οικία του Δασκαλογιάννη στην Ανώπολη Σφακίων, αποφαίνεται: «Το περιφανές τούτο ερείπιο του μεγάρου του Δασκαλογιάννη είναι αγιότερο και οσιότερο των ανακτόρων στα οποία ενοικούν βασιλείς και αυτοκράτορες…Εκ των ανακτόρων των ισχυρών δίδονται τα προστάγματα της σφαγής των πολιτών…»
Και μόνο αναλογιζόμενοι το τεράστιο ευεργετικό του έργο στον τόπο του, την Ίμπρο Σφακίων, στο οποίο κληροδότησε την περιουσία του για την εξυπηρέτηση και διάδοση της Παιδείας, αναδεικνύεται όχι μόνο ως μέγας ευεργέτης, αλλά και, προ πάντων, ως μέγας ανθρωπιστής. Η ζητούμενη αξία στην εποχή μας και σε κάθε εποχή.
Κανείς αντικειμενικός κριτής δεν μπορεί να διαφωνήσει με την άποψη ότι οι λίγες αυτές αναφορές στη ζωή και το έργο του Γεωργίου Ξενουδάκη συνθέτουν το πορτρέτο ενός γόνου της σημερινής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας.
Είχα την καλή τύχη να τον γνωρίσω πριν μερικά χρόνια μέσα από το αρχείο του ένθερμου μελετητή και απογόνου του, του προσφιλούς Νικολάου Νταμπακάκη, και να εμπνευστώ τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ, το οποίο προβάλλεται συχνά στην τηλεόραση και σε δημόσιες εκδηλώσεις, γνωρίζοντας έτσι τον Μεγάλο Άνδρα στο ευρύτερο κοινό.
Ακολουθούν 2ο Μέρος: Νικόλαος Δούμπας
3ο Μέρος: Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου
*Ο Φώτης Κωνσταντινίδης είναι σεναριογράφος-σκηνοθέτης