Ποιο είναι, τελικά, το δικό μας Ρέθυμνο;
Με τον τίτλο «Δεν είναι το δικό μας Ρέθυμνο αυτό!» τα Ρεθεμνιώτικα Νέα δημοσίευσαν το περασμένο Σάββατο ένα άρθρο, που αποτελεί τη δεύτερη κατά σειρά δημόσια τοποθέτησή μου για την κατάσταση γενικευμένης ανομίας που τείνει να επικρατήσει στον τόπο μας. Το έγραψα όχι μόνο για να διαχωρίσω τη θέση μου από την κουλτούρα της πολυποίκιλης «ομερτά» που καλύπτει κάθε φορά τους αίτιους αλλά και για να δείξω έμπρακτα ότι, όσοι λέμε ότι είμαστε άνθρωποι του πνεύματος δεν δικαιούμαστε να σιωπούμε, όπως οι απλοί άνθρωποι, που δεν έχουν στα χέρια τους το δικό μας «όπλο» της γραφής.
Όμως οφείλω να διευκρινίσω στους αναγνώστες ότι αυτό αποτελεί δυστυχώς το μοναδικό εργαλείο/όπλο που διαθέτουμε, γι’ αυτό και είναι αλήθεια πως πολύ το σκέφτηκα πριν στείλω το άρθρο εκείνο στην πάντα φιλόξενη εφημερίδα. Άλλωστε είμαι «καμένος» από μια παρόμοια τοποθέτηση πριν από τρεις δεκαετίες, όταν το 1985, φρέσκος τότε στο Ρέθυμνο, είχα επιχειρήσει να υπερασπίσω την ιστορική αλήθεια απέναντι σ’ έναν πανίσχυρο τότε βουλευτή, μακαρίτη σήμερα, και βρέθηκα να εισπράττω την οργή του σε μια αλήστου μνήμης τοπική εφημερίδα, μέσω ανώνυμων εκπροσώπων του, με τίτλους όπως «Να φύγει ο αναρχικός δάσκαλος από τα σχολεία»!
Αναφερόμενος στον εαυτό μου περισσότερο, αλλά πιστεύοντας ότι αυτό ισχύει και για τους περισσότερους από τους Ρεθεμνιώτες «διανοούμενους», θα πω ότι δεν έχουμε καμία μα καμία «πλάτη» πίσω μας (κόμμα, συνδικαλιστική οργάνωση, αρχές, σόι κ.λπ.) για να μας στηρίξει, όταν χρειαστεί, από τους κάθε είδους «μαυροπουκαμισάδες». Δεν έχουμε κανέναν άλλο εκτός από τη σιωπηρή πλειοψηφία όλων εκείνων που «το δικό τους Ρέθυμνο» δεν είναι μεν αυτό της ανομίας αλλά που από την άλλη πλευρά έχουν διαποτιστεί από την κρητική νοοτροπία (αλλά και της Σικελίας και της Σαρδηνίας!) γύρευε τη δουλειά σου ή ας το βρει απ’ αλλού, κάθε φορά που θα μπορούσαν να κάνουν κάτι στον χώρο τους για ν’ αρχίσει ν’ αλλάζει αυτή η κατάσταση.
Τα πηλά τα τσιπωμένα, άφηνέ τα αναπαημένα!
Η νοοτροπία αυτή οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι δεν δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια αλλά χρειάστηκε πολλές δεκαετίες -αν όχι εκατονταετίες- για να εμπεδωθεί. Είναι χαρακτηριστικό επ’ αυτού να αναφερθεί ότι η παροιμία τα πηλά τα τσιπωμένα άφηνέ τα αναπαημένα δεν είναι οπωσδήποτε των τελευταίων χρόνων αλλά φανερώνει μια φιλοσοφία, μια παράδοση, που στην περίπτωσή μας όχι μόνο δεν πρέπει να συντηρείται αλλά, αντίθετα, θα πρέπει να εκλείψει. Γιατί, το έχουμε γράψει και άλλοτε, η παράδοση δεν είναι κάτι αφ’ εαυτού καλό και άξιο να συνεχιστεί. Αυτό αφορά ορισμένες μόνο εκφάνσεις της. Υπάρχουν κρητικές παραδόσεις, όπως της οπλοχρησίας, που θα έπρεπε να κοπούν άμεσα, πριν χρειαστεί να θρηνήσουμε και άλλα θύματα. Κι αν οι θιασώτες της συνεχίσουν να ισχυρίζονται ότι ως παράδοση από την Τουρκοκρατία (!) θα πρέπει να συντηρηθεί, τότε θα πρέπει να τους απαντούμε ότι, αν αισθάνονται έτσι, οφείλουν να πάνε πάραυτα στο Κουρδιστάν να πολεμήσουν τον τουρκικό στρατό και τον Isis, κι όχι να μπαλοκοπούν αθώες ταμπέλες και ανύποπτους πολίτες.
Με την ευκαιρία να σημειώσουμε ότι πριν από δυο περίπου δεκαετίες το Πανεπιστήμιο Κρήτης είχε ξεκινήσει μια καλά μελετημένη καμπάνια για το σταμάτημα της οπλοκατοχής και της οπλοχρησίας, η οποία εν πολλοίς εκφυλίστηκε, όταν αποδείχτηκε ότι πολλοί από τους κοινωνικούς εταίρους που είχαν υπογράψει τα σχετικά πρωτόκολλα τιμής δεν το εννοούσαν, και ένας μάλιστα από αυτούς, ιερωμένος ορεινής κοινότητας, φωτογραφήθηκε την ώρα που πυροβολούσε σε κοινωνική εκδήλωση… Αυτή η διγλωσσία όμως (ή και πολυγλωσσία…) μάς κάνει καταγέλαστους στην υπόλοιπη Ελλάδα, όπως το τονίζουν παρακάτω πολλοί φίλοι αλλά και όπως το αποδεικνύουν με τα σκίτσα τους εκλεκτοί γελοιογράφοι.
Παράδοση όμως στον τόπο μας έχει και η κακομεταχείριση των ζώων. Τα ονόματα πολλών σπηλαίων, όπως «Σκυλότρυπα» και «Γαϊδουρότρυπα» δείχνουν ότι, όταν τα ζώα αυτά κρίνονταν ως μη απαραίτητα για την παραγωγική διαδικασία, σπρώχνονταν στα βάραθρα αυτά, και το αποδεικνύουν άλλωστε τα άφθονα εκεί διεσπαρμένα οστά τους. Η πολυποίκιλη παράδοση της κακομεταχείρισης των ζώων συνεχίζεται όχι μόνο με τα δεμένα εφ’ όρου ζωής σκυλιά στα βαρέλια, τα γνωστά και ως «βαρελόσκυλα», αλλά ακόμα πιο εύγλωττα με τις εκατόμβες των κουφαριών άλλων στους κρητικούς δρόμους, εθνικούς και επαρχιακούς. Είναι η ίδια «παράδοση» με εκείνη της οδήγησης χωρίς χρήση φλας, της μη τήρησης προτεραιοτήτων, της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ (και συχνά άλλων ψυχοτρόπων ουσιών) και της χρήσης σωματικής βίας τελικά, όπως επανειλημμένα στην πρωτεύουσα του Μυλοποτάμου, ακόμη και για λόγους προτεραιότητας στους χώρους στάθμευσης!
Θα ήθελα εδώ να σημειώσω και κάτι τελευταίο, τη συνωμοσία δηλαδή σιωπής που καλύπτει τις παραβατικές συμπεριφορές αλλά συχνά και την κάλυψη των ενόχων από ανθρώπους που θα έπρεπε να επιδεικνύουν την ακριβώς αντίθετη συμπεριφορά. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα δυναμικού «καπετάνιου» της ρεθεμνιώτικης υπαίθρου, στα χέρια του οποίου το χωριό του και μια ολόκληρη επαρχία μαρτύρησε κυριολεκτικά, και που όταν ετελεύτησε το ζην ηρωοποιήθηκε, με το ρίξιμο ατελείωτων μπαταριών από πολυβόλα στην κηδεία του, αλλά και με την κυκλοφορία αργότερα από ευάριθμους καλλιτέχνες ενός ηλεκτρονικού μουσικού δίσκου στη μνήμη του!
Έτσι όμως η κατάσταση δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει και από πόλη των γραμμάτων θα διεκδικούμε και θα δρέπουμε αβίαστα τον τίτλο της πόλης των εγκλημάτων.
Ο λόγος στους αναγνώστες
Δεν θέλω να γράψω περισσότερα, αλλά θα δώσω τον λόγο στους ανθρώπους εκείνους που είχαν το θάρρος να μου στείλουν τα μηνύματά τους (και εξακολουθούν να μου στέλνουν), ως απάντηση στο δημοσίευμά μου. Θα τους δώσω τον λόγο όμως χωρίς αναφορά στα ονόματά τους, όχι μόνο γιατί δεν έχω ζητήσει την έγκρισή τους αλλά και για άλλους, ευνόητους -νομίζω- σε όλους λόγους! Μερικοί απ’ αυτούς απάντησαν με ηλεκτρονικά μηνύματα, εφόσον φρόντισα ν’ αποστείλω το κείμενό μου και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε φίλους και γνωστούς.
Πρώτη μου απάντησε η συνάδελφος δασκάλα Κ.Μ., γράφοντας: «Ευχαριστώ πολύ για το άρθρο. Τα λέει όλα». Ακολούθησε τηλεφωνικά ο Θ.Κ., πρόεδρος συλλόγου πολιτών που έχει δεχτεί μέχρι σήμερα αλλεπάλληλες φορές τις απειλές των συμφερόντων της διασκέδασης, ζητώντας να οργανώσουμε κάτι πιο μαζικό, για να έχουμε αποτέλεσμα αλλά και για να προφυλάξουμε τους εαυτούς και τις οικογένειές μας. Ένας άλλος φίλος, ο Β.Ν., καθ’ οδόν προς τη Γερμανία, έγραψε: «Μπράβο Χάρη, έξοχο και ρωμαλέο το κάλεσμα σου!».
Η έκπληξη ήρθε αμέσως μετά από μια γυναίκα, σημαίνον πολιτικό πρόσωπο του τόπου: «Είμαι πολύ περήφανη για το Ρέθυμνο το δικό σας» αλλά και από μια δεύτερη, επίσης γυναίκα σε σημαντική πολιτική θέση: «Με μεγάλη χαρά θα συζητούσα μαζί σου τη συνέχεια της επιστολής σου, η οποία με εκφράζει απόλυτα». Μια τρίτη κυρία, η δημοσιογράφος Ν.Κ. από τη μακρινή Νέα Υόρκη, έγραψε απλά (αλλά και τόσο τονωτικά…): «Μπράβο, Χάρη!».
Δυο καθηγήτριες του Πανεπιστημίου Κρήτης έγραψαν: «Μπράβο Χάρη! Το θέμα είναι τι δράσεις θα πρέπει να ακολουθήσουν ώστε αυτά τα περιστατικά να σταματήσουν άπαξ και δια παντός», και «Σας ευχαριστώ για το κείμενο, επιτέλους έπρεπε να βγει ένας ντόπιος να τα πει/γράψει αυτά. Είμαι στη διάθεσή σας για ο,τιδήποτε σχετικό σκέφτεστε να οργανώσετε».
Μια άλλη συνάδελφος δασκάλα, ειδικευμένη σε θέματα σεξουαλικής αγωγής των παιδιών, μετά τα προκαταρκτικά ενθαρρυντικά λόγια, έθεσε και ένα άλλο θέμα, δηλαδή ένα λάθος στο οποίο υπέπεσα, από άγνοια. Μου έγραψε, μεταξύ άλλων: «Είναι δυνατό και δυστυχώς απόλυτα αληθινό το κείμενο-κραυγή. Τι να κάνουμε, έχεις κάποια ιδέα-πρωτοβουλία κ.λπ.; Μόνο που θα πρέπει να σου διορθώσω κάτι: ο όρος «αλλαγή σεξουαλικού προσανατολισμού» δεν είναι αποδεχτός από την επιστημονική κοινότητα, καθώς ο προσανατολισμός υπάρχει ως μια εσωτερική διαδικασία και ως εκ τούτου δεν αλλάζει….». Αυτό σημαίνει βέβαια ότι ο γνωστός Ρεθύμνιος παιδόφιλος στον οποίο αναφερόμουν δεν άλλαξε τον ερωτικό προσανατολισμό, αλλά βίασε τα 52 αγόρια, που δέχτηκαν να καταθέσουν, όπως άλλωστε και τα (δεκάδες;) άλλα που δεν το αποτόλμησαν.
Σειρά είχαν κάποιοι, ελάχιστοι -δυστυχώς- άνθρωποι των γραμμάτων. Ο Κ.Π. μου έγραψε: «Τι να πω για το υπέροχο αυτό άρθρο σου, που καταφέρνει να συγκεφαλαιώσει όλη την αποτροπιαστική εγκληματικότητα της πόλης μας τα τελευταία χρόνια! Όμως, δυστυχώς, αυτή η συγκεφαλαίωση που αναγνωρίζει, ακριβώς, και συζητά τις παθογένειές της είναι που με μελαγχόλησε βαθιά! Χαίρομαι, επαινώ και επικροτώ την πρότασή σου και την τόλμη σου να τα βάλεις με όλα αυτά τα εγκληματικά στοιχεία του τόπου μας, πολιτικούς και όχι μόνο». Και κατέληγε, ο πνευματικός αυτός άνθρωπος και φίλος, με την πρόταση να εμπλέξω και την Εκκλησία στους πνευματικούς φορείς προς τους οποίους απευθυνόταν η έκκλησή μου για δράση.
Ο συνταξιούχος καθηγητής Θ.Π. σημείωσε στο δικό του μήνυμα: «Σε συγχαίρω, επειδή μας θύμισες το χάλι του τόπου μας το ανεκδιήγητο, αλλά ταυτόχρονα ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΜΑΣ ως συντριπτικής πλειοψηφίας να πάψομε να είμαστε αδιάφοροι και παθητικοί αποδέκτες της νοσηρής πραγματικότητας. Συντάσσομαι πλάι για τα αυτονόητα». Να σημειώσω εδώ ότι ο πνευματικός αυτός άνθρωπος είχε προ καιρού το θάρρος να αποκρούσει με επιχειρήματα την απαράδεκτη λογική των εθιμικών καταλήψεων στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και των εν γένει ζημιών που προκαλούν, σε κτήρια, εξοπλισμούς αλλά και στις συνειδήσεις των νεότερων γενιών μας.
Μια δυναμική γυναίκα, μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ενός από τους φορείς που απηύθυνα την έκκλησή μου, η Μ.Α., έγραψε: «Το Ρέθυμνό μας δεν είναι αυτό που σήμερα ντρεπόμαστε με όλα αυτά που έχουν συμβεί και συμβαίνουν. Όλοι μαζί πρέπει να προσπαθήσουμε, ο καθένας μας από το δικό του μετερίζι, είτε ως άτομο-οικογένεια είτε σε ομάδες, που πιστεύω ότι το κάνουμε όλοι εμείς που αγωνιούμε για ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας και τον τόπο μας, αλλά ίσως δεν φτάνει πια. Οργανωμένα και συντονισμένα να αλλάξουμε αυτή την εικόνα που μας εξευτελίζει πανελλαδικά. Θα είμαι κοντά σε κάθε πρωτοβουλία σου».
Θα συνεχίσουμε όμως σε επόμενο φύλλο της εφημερίδας την παράθεση αποσπασμάτων από τα μηνύματα -Ρεθεμνιωτών και μη-, που έχουν το θάρρος της γνώμης τους, αλλά -περισσότερο κι απ’ αυτό-, έχουν να κάνουν προτάσεις ώστε ν’ αρχίσει ν’ αλλάζει η νοσηρή σημερινή κατάσταση.
* Ο Χάρης Στρατιδάκης είναι Δρ Παιδαγωγικής-ερευνητής-συγγραφέας