Όταν κάποτε χαρακτηρίστηκε το Ρέθυμνο πόλη των εικαστικών είχαμε ομολογουμένως δοκιμάσει μια κάποια έκπληξη. Γιατί η μουσική θαρρείς και κυλάει στις φλέβες του Ρεθεμνιώτη.
Πριν ακόμα ελευθερωθεί ο τόπος από τον τουρκικό ζυγό, είχε αποφασιστεί η ίδρυση Φιλαρμονικής. Ήταν στις δόξες του τότε ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Ρεθύμνης που από το 1887 είχε παρουσιάσει σημαντική δράση. Πλήρεις εργασίες για το σημαντικό αυτό σωματείο απολαμβάνουμε στην ιστοσελίδα του κ. Γιάννη Παπιομύτογλου, ενώ έχει ασχοληθεί με το θέμα και ο κ. Κωστής Ηλ. Παπαδάκης.
Ο Φιλεκπαιδευτικός είχε πετύχει τους στόχους του γιατί είχε την καλή τύχη να τον εμπνευστεί και να του αφιερωθεί ο Κωνσταντίνος Πετυχάκης από τους πανάξιους Ρεθεμνιώτες της πόλης των Γραμμάτων και Τεχνών. Κοντά του ισάξια μέλη του συλλόγου, ο Θεμιστοκλής Σαουνάτσος Γραμματέας, Μίνωας Πετυχάκης, Νικ. Κορωνάκης, Γεώργιος Σαουνάτος Ιατρός, Κωνσταντ. Βιτσακουνάκης, Πέτρος Ταταράκης, Ιωάννης Βούλγαρης, Γεώργιος Σκουλούδης και Εμμ. Γοβατζιδάκης. Επίτιμος πρόεδρος ο επίσκοπος Ρεθύμνης Διονύσιος Καστρινογιαννάκις.
Στα τέλη του 1901, ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος φέρνει από τον Πειραιά στο Ρέθυμνο τον Βασίλειο Κουτσό, επιφανέστατο μουσικοδιδάσκαλο της εποχής και του αναθέτει την διοργάνωση Φιλαρμονικής.
Επικρατεί ατμόσφαιρα ενθουσιασμού και ξεκινά σταυροφορία για την προσέλκυση μαθητών ενώ παράλληλα παραγγέλλονται και μουσικά όργανα στην Ιταλία. Οι μεγάλοι χορηγοί ήταν ο Θεόδωρος Τριφύλλης και ο Μανούσος Μαυραντζάκης, που από το 1889 είχαν προσφέρει χρήματα για το σκοπό αυτό.
Πρώτος αρχιμουσικός σε άλλες πηγές φέρεται ο Ιταλός Νικολίνι.
Η σταυροφορία πέτυχε και ένας ικανός αριθμός δημιούργησε τις προϋποθέσεις για το μεγάλο ξεκίνημα. Τέλη Δεκέμβρη του 1901 παρέλαβε ο σύλλογος τα όργανα και άρχισε αμέσως η πρακτική διδασκαλία.
Ήταν τόσος ο ζήλος αρχιμουσικού και μαθητών που μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα είχαν μάθει να παιανίζουν ορισμένα έργα.
Και πίστεψαν πως είναι έτοιμοι για δημόσια εμφάνιση. Ο αρχιμουσικός Κουτσός που είχε πλήρη επίγνωση της κατάστασης και της αδυναμίας των νεοσσών της μουσικής να ανταποκριθούν σε ένα τόσο βαρύ καθήκον αρνήθηκε να διευθύνει αλλά και να επιτρέψει δημόσια εμφάνιση.
Μάταια κάθε του αντίδραση. Κάποιοι θερμόαιμοι Ρεθεμνιώτες περισσότερο για να «σπάσουν πλάκα» έπεισαν τους νεαρούς μουσικούς να πάρουν τα όργανά τους και να παιανίσουν στην οδό Τσάρου (τη σημερινή οδό Αρκαδίου). Άλλο που δεν ήθελαν οι πιτσιρίκοι. Περιμένοντας τη γενική αποθέωση πήραν τα όργανά τους και τόλμησαν την εμφάνισή τους στην κεντρική οδό του Ρεθύμνου.
Από τα φάλτσα που ακούγονταν σε μια Βαβυλωνία ήχων γέλασε και το «παρδαλό κατσίκι». Και δυστυχώς το θέαμα αυτό προκάλεσε και τη σάτιρα.
Κάποιος Ρεθεμνιώτης από τα μεγάλα «πειραχτήρια» της πόλης, λέγεται πως ήταν ο Παπαδάκης ο δεξιός ψάλτης της Μητρόπολης, συνέλαβε την ιδέαν να σατιρίσει το γεγονός.
Και όταν έφτασαν οι Απόκριες συγκέντρωσε 25 γαϊδουράκια στο Χάνι της Μεγάλης Πόρτας και στο μέτωπο του καθενός ανάρτησε και μια πινακίδα. Έβαλε μπροστά κι ένα άτομο που κρατούσε ένα κοντάρι με την επιγραφή «Φιλαρμονική».
Κατά το μεσημέρι κι ενώ η οδός Τσάρου ήταν γεμάτη κόσμο έβγαλε από το χάνι τα γαϊδουράκια και τα οδήγησε στην αγορά.
Όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο Αρκάδι ο Παπαδάκης, που μπορούσε να μιμηθεί τις φωνές των ζώων άρχισε να γκαρίζει. Κι όπως ήταν φυσικό δεν άργησαν να πάρουν σειρά κι όλα τα γαϊδουράκια της παρέλασης, που τερμάτισε στον Πλάτανο με τους παρευρισκόμενους να γελάνε μέχρι δακρύων.
Οι παράγοντες της Φιλαρμονικής όμως συνέχισαν την προσπάθεια.
Αναλαμβάνει ο Γοβατζιδάκης
Ο Πετυχάκης έβλεπε τώρα πως χρειαζόταν κάποιος ικανός άνθρωπος και με κάποιες γνώσεις για να αναλάβει τη Διεύθυνση της Φιλαρμονικής. Και επέλεξε το Μάη του 1903, όπως αναφέρει ο Γιάννης Δαλέντζας τον πλέον κατάλληλο. Ήταν ο Εμμ. Ν. Γοβατζιδάκης, που είχε και γνώσεις μουσικής και έπαιζε μαντολίνο με νότες. Ο Μανόλης Γοβατζιδάκης ήταν έμπορος ψιλικών και μουσικών οργάνων.
Ο καιρός κυλούσε και οι πάντες συνέχιζαν με τον ίδιο ζήλο το έργο τους. Κάποια στιγμή όμως η τοπική κοινωνία που έβλεπε αυτή την κίνηση με μεγάλη περιέργεια ζήτησε να της παρουσιάσουν κάτι από την προσπάθειά τους.
Με αρκετό τρακ οι παράγοντες της Φιλαρμονικής αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν την πρώτη τους δημόσια εμφάνιση στις 17 Φεβρουαρίου 1902, στο εξοχικό κέντρο του Μάρκου Κουτσουράκη στον Κουμπέ.
Για το ρεπερτόριο μας ενημερώνει ο παπα-Χρύσανθος Βιτζικουνάκης από τα πρώτα μέλη της Φιλαρμονικής.
«Εκτός από τον εθνικό Ύμνο και τον Κρητικό Ύμνο, παίζαμε βαλς και διάφορα άλλα κομμάτια, εντός δε του έτους η φιλαρμονική Ρεθύμνης εμφανίστηκε στο κοινό της πόλης ερμηνεύοντας μαρς, βαλς, καντρίλιες, λανσιέδες, πόλκα, μαζούρκα, προντεκάτρ, Ερνάνι, Τροβατόρε, Νόρμα, ντουέτο Τραβιάτα, και διάφορες όπερες, την ιστορική όπερα «Αρκάδι» Γερμανού συνθέτη».
Η Φιλαρμονική εμφανιζόταν δυο φορές την εβδομάδα Πέμπτη και Κυριακή σε διάφορα κέντρα της πόλης. Με την αποχώρηση του πρώτου Αρχιμουσικού ο σύλλογος έσπευσε να προσλάβει τον Αντώνιο Βιενέλλα που βρισκόταν τυχαία στο Ρέθυμνο με την ορχήστρα του από έγχορδα και μετά τον Ιταλό Σωτήριο Ατζού που έμενε στην Αθήνα.
Υπήρξαν και οι ενάντιοι
Δυστυχώς όμως δεν ήταν όλοι οι Ρεθεμνιώτες σύμφωνοι με την δημιουργία Φιλαρμονικής και την απασχόληση αυτή των μαθητών. Κι αυτοί οι ενάντιοι βρήκαν την ευκαιρία να δείξουν τις άσχημες διαθέσεις τους απογοητεύοντας τους μαθητές που τους αποκαλούσαν ούτε λίγο ούτε πολύ «μόρτες».
Όταν ο Γοβατζιδάκης ένοιωσε τα πρώτα δείγματα αποθάρρυνσης των μαθητών δεν έχασε καιρό και του μίλησε με λόγια καρδιάς για να τους εμψυχώσει.
Διατηρήθηκε η ομιλία αυτή που αναφέρει τα εξής:
«Μικροί μου φίλοι
Δια του κόπου και τις επιμέλειας, αποκτάται ο πλούτος, η τιμή, και η δόξα. Δια να δοξασθεί τις και προσελκύσει τη συμπάθεια του κόσμου δεν πρέπει να δειλιάση και αποθαρρυνθή προ οποιουδήποτε παρουσιαζόμενου κολλήματος.
Το έργον εις το οποίον προ ολίγου μόλις χρόνου επεδόθημεν είναι αρκετά ευγενές και ωφέλιμο, δι α πάντα λαόν της προόδου.
Εν τούτοις μη αρεσκόμενοι τινές ως ολίγον προς τη πρόοδο έχοντες κλήσιν, και ζηλούντες να βλέπωσιν άλλους προ των οφθαλμών των δοξαζομένους κατά την γνώμην των ενόμιζων τις τελευταίας κοινωνικής τάξεως και απεκάλουν με την λέξιν μόρτες, επαρουσίασαν όσο εμπόδια ηδυνίσθησαν προς ματαίωσιν του καλού του έργου.
Η θέλησις όμως του ιερού σκοπού υπερίσχυσεν, δεν εδώσομεν προσοχήν προ των υβρέων και απειλών των ευγενών αυτών αλλα με κλειστά τα ώτα ηργάσθημεν ως καλοί εργάται με ζήλον, και σήμερον οι Μορτες αυτοί κατέστησαν άξιοι συγχαρητηρίων, ζηλευτοί και στεφανούμενοι με τα ευχάς του λαού μας απέδειξαν, ότι είναι υπέρτεροι των κατ’ εφημισμένων εκείνων ευγενών. Οι ίδιοι αυτοί σήμερον προστρέχουν να μας συγχαρούν ημείς όμως υπεριφάνως δεχόμενοι τα συγχαρητήρια των, δεν αρκούμεθα εις αυτό αλλά τη βοήθεια των απλών φίλων μας θα τους αποδείξωμεν για την επιμέλειας μας και εις το μέλλον και θα τους κάμωμεν να πεισθούν ότι η γενναία ψυχή και η αρετή κατοικεί εις τους Προοδευτικούς και όχι εις τους θαμώνας των καφενείων και λοιπών τοιούτων κέντρων.
Έχοντες λοιπόν την καλήν ιδέαν ας ευγνωμονώμεν τον Φιλεκπαιδευτικόν Σύλλογον, υπό την αγαθήν μέριμνα και προστασίαν του οποίου ευρισκόμεθα και ας φωνήσωμεν όλοι ομού.
Ζήτω τα μέλη του Συλλόγου μας. Ζήτω ομοίως και του Διδασκάλου Βασιλ. Κουτσου τον οποίον ιδιαιτέρως άλλοτε θα ευχαριστήσωμεν. Ας ζήσωμεν δε και ημείς, διότι και εις ημάς οφείλεται η πρόοδος».
Ρέθυμνον τη 17 Φεβρουαρίου 1902
Εμμ. Ν. Γοβατσιδάκης (Για την ιστορία διατηρήσαμε την ορθογραφία του κειμένου).
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Εμμ. Γοβατζιδάκης για τις μεγάλες του υπηρεσίες στη Φιλαρμονική, εξελέγη το 1903 τακτικό μέλος του φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου.
Η Φιλαρμονική επί των ημερών του πραγματοποιούσε και εκδρομές εκτός της πόλης, όπως στις Μονές Αρκαδίου και Πρέβελη. Οι αγαθοί χωρικοί κάτοικοι των χωριών της διαδρομής που άκουγαν πρώτη φορά μουσική καταλαμβάνονταν από ενθουσιασμό και χαρά εσταυροκοπούντο και δάκρυζαν σαν αν έβλεπαν κάτι σαν όνειρο και ουρανοκατέβατο.
Ένα χαριτωμένο περιστατικό
Ο παπα-Χρύσανθος στην αφήγησή του αναφέρει κι ένα χαριτωμένο περιστατικό που συνέβη στην Ιερά Μονή Πρέβελη.
Μετά το γεύμα που συνήθως παρείχε πλουσιότατο η Μονή, ο δάσκαλος της Μουσικής ειδοποίησε να είναι όλοι έτοιμοι το απόγευμα για να παίξουν.
Και συνεχίζει ο παπα-Χρύσανθος:
«Προτού να έρθει η ώρα της εκτέλεσης του προγράμματος, όλοι οι μαθητές μπήκαν σε ένα αγκιναρόκηπο κι έφαγαν αρκετές αγκινάρες. Τόσες μάλιστα που προκάλεσαν κάτι απροσδόκητο και κωμικό.
Όταν ήρθε η ώρα για το πρόγραμμα, μαζεύτηκαν οι μοναχοί να καμαρώσουν τους μουσικούς, κι ο δάσκαλος δίνει τι σύνθημα να ξεκινήσει το εμβατήριο «Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη». Εκφωνεί «τα όργανα επί του στόματος» υψώνοντας την μπακέτα του. Με το κατέβασμα του χεριού που σημαίνει άμεση έναρξη κανένας από τους μαθητές δεν μπορεί να αποδώσει φωνή οργάνου.
«Τι πάθατε βρε παιδιά;» φώναζε ο δάσκαλος εκτός εαυτού πια μετά το φιάσκο Αλλά το «μοιραίο» είχε συμβεί.
Ο αγκιναρόκηπος είχε εκδικηθεί για τον …αποκεφαλισμό του. Με το φάγωμα των αγκιναρών έστυψαν τα χείλη των μουσικών και ήταν αδύνατο να αποδώσουν φωνή. Η εξακρίβωση του αιτίου προκάλεσε θύελλα γέλιου και η εκτέλεση ανεβλήθη για την επομένη το πρωί.
Είχαμε όμως εκτός από ευτράπελα και πράξεις ηρωισμού.
Η παραμονή του δασκάλου Σωτηρίου Ατζού εξακολούθησε μέχρι την εποχή που ξέσπασε στην πόλη του Ρεθύμνου το πραξικόπημα του 1908 για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Στόχος των διαδηλωτών ήταν να κατεβάσουν την σημαία της Αυτονομίας και να ανεβάσουν την ελληνική σημαία στη διοίκηση της Χωροφυλακής. Επικεφαλής της διαδήλωσης ήταν η Φιλαρμονική με τον Αρχιμουσικό για να δίνει μεγαλύτερο ενθουσιασμό και θάρρος στους πολίτες. Αλλά δυστυχώς αυτό δεν μπόρεσε να παραβλεφτεί από τους επιχειρούντας να διασφαλίσουν την τάξη.
Αμέσως εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του Ατζού και διετάχθη η διάλυση της μουσικής.
Για να αποφύγει τη σύλληψη ο Ατζού έφυγε άναυλα και μετά παρέλευση χρόνου κλήθηκε νέος μουσικοδιδάσκαλος ο Μάριο Ντιμάγιο Ιταλός που έμενε στα Χανιά. Αυτός είχε χρηματίσει πρώτο μουσικός της πρώτης μουσικής Κρήτης, που αποτελούσαν άνδρες της Χωροφυλακής και είχε οργανωθεί από Ιταλούς αρχιμουσικούς. Φημιζόταν δε ως η καλύτερη μουσική της Ελλάδος.
Ο Αρχιμουσικός Μάριος Ντεμάγιο παρέμεινε αρκετό καιρό στο Ρέθυμνο. Οργάνωσε στο διάστημα αυτό τη Φιλαρμονική του Ορφανοτροφείου με όργανα που παρεχώρησε ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Ρεθύμνου.
Μετά την αναχώρηση του Ντεμάγιο ανέλαβε τη Φιλαρμονική ο Αρχιμουσικός Νομικός και μετά από αυτόν ο Γκίνος απόφοιτος της Μουσικής Σχολής Κερκύρας.
Σανίδα σωτηρίας το Λύκειο Ελληνίδων
Μετά τη διάλυση του Φιλεπκπαιδευτικού Συλλόγου η Φιλαρμονική θα έσβηνε κι αυτή από τον πολιτιστικό χάρτη της πόλης αν έλειπε το Λύκειο Ελληνίδων.
Με πρωτοβουλία του ανασύστησε τη Φιλαρμονική, χρησιμοποιώντας τα όργανα που είχε αγοράσει ο Σύλλογος. Άλλωστε πρόεδρος του Λυκείου ήταν η Ιουλία Πετυχάκη σύζυγος του Κωνσταντίνου προέδρου του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου.
Ανέθεσε μάλιστα τη διεύθυνση στον μουσικοδιδάσκαλο Ιωάννη Παρίδη πατέρα του μετέπειτα διευθυντού της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, που εργαζόταν στο Ρέθυμνο παραδίδοντας μαθήματα πιάνου στις δεσποινίδες των εύπορων οικογενειών. Μαθητές ήταν ο Ευάγγελος Νησιανάκης, ο Εμμ. Κλάδος, Ιωαν. Γ. Λάριος, Χρονης Μπερνικδάκης, Ανδρέας Μαρκάκης, Αντ. Γαβαλάς, Ιωαννης Καλονάς, Ιωαννης Γιακουμάκης, Παντελής Βαλασσάκης, Ιωαν. Μπιμπίρης, Εμμ. Ανδρουλιδάκης και Εμμ. Κλειδής που ήσαν όλοι μαθητές Γυμνασίου.
Μετά τον Ιωανν. Περίδην ανέλαβε καθήκοντα Αρχιμουσικού ο Γεώργιος Φούντας (1920) αργότερα ο Νομικός και μετά ο Αλφόνσος Ντι Μάιο.
Η πορεία της Δημοτικής Φιλαρμονικής προπολεμικά συνοδεύτηκε από πολλά ακόμα γεγονότα που απεικονίζουν και τις μικρές κοινωνίες με τις όποιες ανθρώπινες αδυναμίες. Κάποιες φορές χρησιμοποιούσαν τη Φιλαρμονική και για πολιτικές σκοπιμότητες.
Διαβάζουμε στον τοπικό τύπο τέλη της δεκαετίας του 1920 να εγκαλείται από τοπική εφημερίδα ο δήμαρχος που καταδέχτηκε να κάνει …έρανο για τις στολές των μελών της Δημοτικής Φιλαρμονικής. Και από τη στιγμή που δεν είναι εις θέση να εξασφαλίσει ούτε αυτό, για ποιο λόγο να λειτουργεί η Φιλαρμονική.
Μεγάλες μορφές
Μεγάλες μορφές πέρασαν από την Φιλαρμονική όπως ο Άκης Σμυρναίος, ο μετέπειτα συνθέτης του ύμνου του ΕΛΑΣ. Αναφέρει γι’ αυτόν ο Βάσος Βογιατζόγλου:
«Ευτύχησα να τον γνωρίσω προσωπικά, καθώς συχνά τον συναντούσα στο φωτογραφείο του θείου μου Λευτέρη Βογιατζόγλου στη Νέα Ιωνία, που ουδέποτε ο Σμυρναίος λησμόνησε. Θυμάμαι πάντα έναν σεμνό και ανοιχτόκαρδο άνθρωπο με λεβέντικη κορμοστασιά. Πάντα προσηνής, με βαθειά αίσθηση του ανατολίτικου χιούμορ, χαμογελαστός, αφοπλιστικά ειλικρινής, αεικίνητος ο Άκης Σμυρναίος υπήρξε ένα μοναδικό φαινόμενο αυτοδημιούργητου καλλιτέχνη με απαράμιλλη εργατικότητα, πίστη στη ζωή και στην αξία της μουσικής, γεμάτος θάρρος και ανθρωπιά.
Ο ίδιος έπαιζε πολλά όργανα, όχι μόνο πνευστά αλλά και έγχορδα. Το πιάνο, η μάντολα, το αρμόνιο, το μαντολίνο, η τρομπέτα, το σαξόφωνο υπήρξαν αχώριστοι σύντροφοί του. …Παρά τις εξαιρετικές του επιδόσεις στη συμφωνική μουσική, ο Άκης Σμυρναίος έγινε, και παραμένει μέχρι σήμερα, γνωστός για τις επιτυχίες του στην ελαφρά μουσική όπου πολλά από τα πρελούδιά του διατηρούν ακόμη την ανάμνηση της επιτυχίας…».
Παιδιά του Αστραπόγιαννου (ψευδώνυμο του Άκη Σμυρναίου Γαληνού Κιοσόγλου στην Αντίσταση) ο Στάθης Κιοσόγλου, κλαρινετίστας στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και η Σμαράγδα Σμυρναίου, ηθοποιός του θεάτρου.
Αναφέρει σχετικά γι’ αυτόν η κόρη του Σμαράγδα:
Ο πατέρας μου, ο Γαληνός Κιοσόγλου, ήταν μουσικοσυνθέτης. Το ψευδώνυμό του ήταν «Άκης Σμυρναίος». Από αυτό το ψευδώνυμο πήρα κι εγώ το επώνυμό μου…
Ο πατέρας μου έγραψε πολλά τραγούδια στις δεκαετίες του ‘50 και του ’60. Έκανε μεγάλες επιτυχίες με τη Σοφία Βέμπο, τη Μαριάννα Χατζοπούλου, τη Γιώτα Λύδια, τη Μάγια Μελάγια, τον Γιάννη Βογιατζή, τη Ζωίτσα Κουρούκλη…
Αυτό όμως που μάθαμε όταν ήμασταν πια πολύ μεγάλα παιδιά ήταν κάτι που δεν μας το είχε πει ποτέ…
Μάθαμε ότι ήταν στο αντάρτικο με τον Άρη Βελουχιώτη και ότι έγραψε τη μουσική στο περίφημο «Στ’ άρματα, στ’ άρματα, εμπρός στον αγώνα», σε στίχους του Νίκου Καρβούνη.
Αυτή ήταν μία πτυχή της ζωής του που εμείς δεν τη γνωρίζαμε, ποτέ δεν μιλούσε γι’ αυτήν. Ήταν κυνηγημένος ο άνθρωπος…
Παρόλη την οικονομική δυσκολία, ποτέ δεν αισθανθήκαμε μιζέρια στο σπίτι. Ήταν πάντα ένα ανοιχτόκαρδο μικρό σπιτάκι, όπου κυριαρχούσε η γενναιοδωρία του πατέρα μου και της μάνας μου. Η φιλοξενία ήταν κάτι το απίστευτο: «Έλα να φάμε, έλα πέρασε»…
Αυτό το πράγμα, συν το γεγονός ότι ο πατέρας μου ήταν και λάτρης της τεχνολογίας. Σε ένα μικρό σπιτάκι πλίνθινο είχε εγκαταστήσει το ντους με το θερμοσίφωνα στα κεραμίδια. Είχε πάρει πλυντήριο ρούχων της μάνας μου και στεγνωτήριο δίπλα. Για τα χρόνια εκείνα ήταν κάτι το ασύλληπτο.
Ήταν βέβαια την εποχή που άρχισε να κάνει τις επιτυχίες του, γιατί στην αρχή ήταν με ένα παντελόνι που το μάνταρε η μάνα μου, εργαζόταν ως μουσικός και την άλλη μέρα το πρωί ερχόταν και ήταν λιωμένο και άντε πάλι το μαντάρισμα.
Αυτά ήταν τα πρώτα χρόνια τα δύσκολα. Αυτοδίδακτος ο πατέρας μου. Έμαθε τα βασικά της μουσικής στο Ορφανοτροφείο.
Ήταν όμως και πολυπράγμων… πιάνανε τα χέρια του. Είχε φτιάξει κάτι πτερύγια με λαμαρίνα, αντί για τα πλαστικά πέδιλα θαλάσσης. Ήταν φοβερός κολυμβητής…
Ακόμη ήταν το παιδί – θαύμα στη μαντολινάτα. Είχε γράψει συμφωνία στα 14 του. Σπούδασε μόνος του Σαίξπηρ και Μαρξ στη φυλακή. Μετά πήγε στο Ωδείο, έκανε τα θεωρητικά… Στη συνέχεια όμως στράφηκε στην ελαφρά μουσική γιατί έπρεπε να βιοποριστεί ο άνθρωπος, να ζήσει την οικογένειά του. Βέβαια είχε πάντα μία αγάπη στα δημοτικοφανή, όπως τα χαρακτήριζαν κάποιοι θέλοντας να μειώσουν την αξία τους. Σήμερα έχουν γίνει της μόδας, τότε όμως επικρατούσαν τα ευρωπαϊκά. Ευτυχώς όμως ο πατέρας μου ήταν εξαιρετικός ενορχηστρωτής και γι’ αυτό ήταν πάντα χρήσιμος σε όλους τους συνθέτες.
Το αφιέρωμά μας συνεχίζεται…