Επρόκειτο για κόμμα, το οποίο ήταν εναντίον της ελεύθερης αγοράς και υπέρ της ίσης κατανομής των αγαθών εις όλους τους πολίτες. Στο κόμμα των «sans – culottes» (σαν κιλότ) ανήκαν πολίτες των οικονομικά κατωτέρων τάξεων της εποχής εκείνης όπως π.χ. εργάτες, αχθοφόροι, υπηρέτες, σκουπιδιάρηδες κ.λπ. Η επονομασία του κόμματος είχε καθιερωθεί και επικρατήσει λόγω της… ενδυματολογικής τους διαφοράς από τους αστούς.
Οι μεν αστοί φορούσαν εκείνη την «culotte» (κιλότα) η οποία στα γαλλικά σημαίνει βράκα, όπως λέγεται και η δικιά μας εντελώς διαφορετική κρητικιά βράκα, και η οποία έφτανε επίσης μέχρι το γόνατο. Στην περίπτωση όμως των Γάλλων την κνήμη εκάλυπταν οι κάλτσες και όχι τα στιβάνια. Οι ανήκοντες στη ριζοσπαστική Αριστερά απέρριπταν την κιλότα, την οποία θεωρούσαν ένδυμα εξεζητημένο και φορούσαν πανταλόνια, που έφταναν μέχρι τον αστράγαλο. Το πανταλόνι ή παντελόνι προέρχεται από τη γαλλική λέξη pantalone, η οποία είναι το όνομα ενός προσώπου της γαλλικής κωμωδίας, εκείνου του pantalone της commedia dell‘ arte.
Η ιδεολογία είχε επομένως απόλυτη σχέση και άρρηκτη σύνδεση με την ενδυμασία και μάλιστα με το ρούχο που φοριέται γύρω από τα δύο πόδια.
Κατά την εποχή εκείνη της Γαλλικής Επαναστάσεως, πριν και μετά από αυτήν, όχι μόνο ήταν αδιανόητο για έναν οπαδό της ριζοσπαστικής Αριστεράς να φορέσει κιλότα, αλλά και δεν θα τολμούσε να διακινδυνεύσει το εγχείρημα σαν μια επονείδιστη αντικομματική ενέργεια, αφού γνώριζε, ότι θα τον θεωρούσαν και θα τον στιγμάτιζαν ως αποστάτη ακόμη και ως προδότη.
Όμως η σύνδεση αυτή της κομματικής ιδεολογίας και ενδυματολογίας έφτασε ως τα σήμερα. Και η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Ο Μάο Τσε Τούγκ στην Κίνα είχε επιβάλλει εκείνον το χαρακτηριστικό μακρύ, κουμπωτό σακάκι μέχρι το λαιμό και πρόσθετο σκληρό γιακά, όμως… χωρίς τσέπες και χωρίς διακριτικά ακόμα και για τους αξιωματούχους. Τούτο επειδή αφ’ ενός αποδεικνύετο, ότι όλοι οι πολίτες είναι ίσοι και ουδείς ανώτερος του άλλου και αφ’ ετέρου απεκλείετο η διαφθορά, αφού δεν υπήρχε τσέπη για να εισέλθει… λάθρα το φακελάκι.
Στη σημερινή Κίνα επανήλθε και πάλι το κλασικό κοστούμι με τις πολλές τσέπες.
Η λέξη «αξεσουάρ» στα γαλλικά «accessoire» σημαίνει αμφίεση, η οποία εξυπηρετεί περισσότερο αισθητικούς παρά πρακτικούς σκοπούς και όχι μιαν επιβεβλημένη αναγκαιότητα.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε λανσάρει το ζιβάγκο, το οποίο είχε επικρατήσει σαν ενδεδειγμένο «αξεσουάρ» στα μέλη και οπαδούς του κόμματος. Το χαρακτηριστικό αυτό ένδυμα φορέθηκε πολύ και καθιερώθηκε ευρύτερα σαν μόδα, όχι μόνο ενός λαϊκού, κινήματος, αλλά και ενός εντυπωσιακού νεωτερισμού. Αργότερα, όταν οι επικρατούσες συνθήκες και οι περιστάσεις το επέβαλαν, η … εξοβελισμένη γραβάτα επανήλθε.
Η ηγεσία και τα μέλη της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι προφανές ότι σήμερα ακολουθούν την ίδια εκείνη συνταγή της ιστορικής ονομασίας των ξεβράκωτων κατά τη Γαλλική Επανάσταση και με την ίδια συλλογιστική καθιερώνουν ως.. προσωνύμιον του κόμματος και αντίστοιχα με το «sans culotte» το «sans cravate» (χωρίς γραβάτα).
Ποιος έχει δει τον αρχηγό της αντίστοιχης στην Ελλάδα παράταξης, να εμφανίζεται στη Βουλή με γραβάτα; Αλλά και ποιός βουλευτής ή στέλεχος του ίδιου κόμματος έχει τολμήσει, να εμφανιστεί με γραβάτα; Η γραβάτα όχι μόνο χλευάζεται και περιφρονείται, από τους χώρους της «καθαρόαιμης» ριζοσπαστικής Αριστεράς σαν ανεξίτηλο όνειδος, αλλά και σαν προσβλητικό εξάρτημα, γι’ αυτό και έχει εξορκιστεί με τον… απήγανο.
Για να αποκλείσω κάθε παρανόηση, διευκρινίζω ότι ο Πρόεδρος της γαλλικής Βουλής κατά τη Γαλλική Επανάσταση καλούσε στο βήμα τους βουλευτές του εν λόγω κόμματος με την προσαγόρευση: «monsier sans culolte» δηλαδή «κύριε… αβράκωτε». Αυτή η φράση, η οποία δεν εθεωρείτο υποτιμητική και απρεπής, επικράτησε ως στερεότυπη και καθιερωμένη, υπήρξε δε ακόμα και προσφιλής, θα ήταν εύλογο επομένως να χρησίμευε ως πρότυπο και στην Ελληνική Βουλή. Ο πρόεδρος δηλαδή να καλούσε το βουλευτή του αντίστοιχου ελληνικού κόμματος με τη φράση: «ο κύριος τάδε “χωρίς γραβάτα” έχει το λόγο». Όπως θα ‘λεγαν αντιστοίχως στη γαλλική βουλή π.χ. «monsier sans cravate».
Αλλά από πού προήλθε η λέξη γραβάτα; Η λέξη είναι γαλλική «cravate» και αποτελεί παραφθορά της λέξης Κροάτης (Croat) επειδή οι στρατιώτες της φρουράς του Λουδοβίκου ΙΔ΄ ήταν Κροάτες και φορούσαν ένα χαρακτηριστικό λαιμοδέτη, λωρίδα υφάσματος γύρω από το λαιμό τους.
Κάποτε όμως ο λαϊκισμός μιας αντιπολιτευτικής τακτικής βγαίνει από τα όρια και ως άκρατος και ακραίος ξεπερνά τα επιτρεπτά σημεία όπως π.χ. όταν αντικρίσαμε το θλιβερό θέαμα βουλευτού στο βήμα κραδαίνοντας… μια φραντζόλα, ενώ πρόσφατα άλλος βουλευτής της άλλης αντιπολίτευσης πάλι από το βήμα της βουλής, έβαλε μπροστά στο μικρόφωνο ένα κασετοφωνάκι για ν’ ακουστεί κάποια φωνή. Εξάλλου αλγεινή εντύπωση προξένησε η απαξίωση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της κυρίας βουλευτού η οποία προσήλθε στην ορκωμοσία με το γυλιό στην πλάτη, το μπλου-τζίν και την αναξιοπρεπή, ατημέλητη περιβολή.
Όλες αυτές οι κατά συρροήν ανορθόδοξες συμπεριφορές, από τους πατέρες τους έθνους, που συντάσσουν, θεσπίζουν και επιβάλλουν νόμους από θέση περίοπτη και αξίωμα υψηλό, ανθρώπους που θα ‘πρεπε να εμπνέουν τουλάχιστον σεβασμό και να δημιουργούν αισθήματα εμπιστοσύνης, αποκαλύπτουν κινδύνους και το πόσο ευάλωτη είναι η χώρα. Πιστοποιούν ότι «καλπάζουμε» στον αστερισμό της παράνοιας και ότι τελικά βαίνουμε κατά κρημνών… αν μας κυβερνήσει αυτή η γελοιότητα και ο παραλογισμός.
Ο εκ των σοφοτέρων ανδρών της αρχαιότητας Σωκράτης δίδασκε και υποστήριζε ότι: «Στην πολιτική τέχνη χρειαζόμαστε ικανούς, να άρχουν και να άρχονται με δικαιοσύνην και όχι φιλόδοξους πολιτικούς. Οι πολλοί, οι οποίοι λατρεύουν την ηδονή και τη δύναμη, δε συνηθίζουν να σκέπτονται και ό,τι κάνουν είναι κυριολεκτικά τυχαίο. Στην Εκκλησία του Δήμου απλώς φωνασκούν, επιδοκιμάζουν ή αποδοκιμάζουν με ακραίο τρόπο».
Ο φιλόσοφος Πλάτωνας υποστήριζε ότι: «ο πολιτικός οφείλει να κυβερνά χάρη στις γνώσεις και το ήθος του».
Φαινόμενο που σταθερά κερδίζει έδαφος στην ελληνική κοινωνία είναι ο παραλογισμός. Το φαινόμενο αυτό καλλιεργείται σκοπίμως και έχει συγκεκριμένους στόχους. Επιδιώκει τον αποπροσανατολισμό της ευάλωτης κοινωνίας, ώστε να καταστεί ευκολότερη η χειραγώγησή της και να πεισθούν οι αφελείς και οι εύπιστοι τις δυσδιάκριτες και αληθοφανείς μυθοπλασίες.
Πλημμυρικοί κίνδυνοι
Εικόνα 1. Οδογέφυρα στο ρέμα Βλυχιάς: (α) Σχήμα και (β) τμήμα της σημερινής κατάστασης (Angelakis et al., 2020). Γενικά, ως...