Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου θεωρείται η 23η Απριλίου. Ευκαιρία να μνημονεύσουμε εκείνους που μας χάρισαν το πολύτιμο αυτό πνευματικό δώρο που κοσμεί την πόλη μας και ιδιαίτερα στο σημερινό κτήριο που θεωρείται κόσμημα για το Ρέθυμνο αναδεικνύεται ένας μεγάλος πολιτιστικός θησαυρός.
Όπως αναφέρεται και στο Site της Βιβλιοθήκης πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες στην Ελλάδα και είναι η μοναδική δημόσια στην Κρήτη. Ενδιαφέρουσα επίσης είναι η πληροφορία που αναφέρεται για την παράδοση «οι Ρεθεμνιώτες για τα Γράμματα». Αναφέρει χαρακτηριστικά:
Η παράδοση αυτή έχει τη βάση της στην περίοδο της Βενετοκρατίας, οπότε, πραγματικά, υπήρξε στο Ρέθυμνο μεγάλη άνθιση στα γράμματα και τις τέχνες.
Σ’ αυτήν την περίοδο ανάγονται και οι πρώτες πληροφορίες για ύπαρξη βιβλιοθηκών στο Ρέθυμνο, έστω και ιδιωτικών. Πρόκειται για τις βιβλιοθήκες των Ρεθυμνίων λογίων της Αναγέννησης, Αντώνιου Καλλέργη (1521-1555) και Φραγκίσκου Μπαρότση (1537-1604). Η βιβλιοθήκη του δευτέρου, εκτός από τα πρώτα δείγματα της τυπογραφίας, περιελάμβανε και μια από τις πλουσιότερες συλλογές χειρόγραφων κωδίκων, μέρος των οποίων φυλάσσεται σήμερα στη Μποντλειανή Βιβλιοθήκη της Οξφόρδης.
Κατά την ίδια περίοδο φαίνεται πως και το μοναστήρι του Αρκαδίου διέθετε πλούσια βιβλιοθήκη, αν κρίνουμε από τα υπολείμματά της, που αναφέρει ο Γερμανός περιηγητής F. W. Sieber, ο οποίος επισκέφθηκε το νησί το 1817. Ο ίδιος περιηγητής μας πληροφορεί πως ο Ιωάννης Λαζαρόπουλος ο μετέπειτα Επίσκοπος Ρεθύμνης Ιωαννίκιος (1826 1838), «είχε μια βιβλιοθήκη από μερικές εκατοντάδες των πιο εκλεκτών έργων».
Για το Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο που έκανε την πρώτη σοβαρή προσπάθεια για απόκτηση βιβλιοθήκης υπάρχει εκτενές και πληρέστατο σημείωμα στη ιστοσελίδα του εκλεκτού λόγιου κ. Γιάννη Παπιομύτογλου «Ρεθυμνιάτης».
Μια εξαιρετική προσπάθεια για όποιον ενδιαφέρεται να πληροφορηθεί την ιστορία της πόλης από μια έγκυρη πηγή.
Αυτό που αντλούμε επίσης από το site της Βιβλιοθήκης είναι ότι ο σημαντικός αυτός φορέας από τους θεμελιωτές του πολιτιστικού Ρεθύμνου αριθμούσε περίπου 3.000 τόμους, στους οποίους περιλαμβανόταν μέρος της βιβλιοθήκης του επισκόπου Ιωαννικίου, καθώς και περίπου 700 τόμοι που δώρισε στην «Κοινότητα της Πόλεως Ρεθύμνης» ο Ρεθυμνιώτης ευπατρίδης Εμμανουήλ Βυβιλάκης. Μετά τη διάλυση του Φ.Σ.Ρ., στο τέλος της δεκαετίας του 1910, τα βιβλία περιήλθαν στην κυριότητα της Βιβλιοθήκης του Δήμου Ρεθύμνης, η οποία στην πράξη ουδέποτε λειτούργησε, αφού τα βιβλία παρέμειναν αποθηκευμένα μέχρι το 1946, οπότε ιδρύθηκε η Πνευματική Εστία Ρεθύμνης.
Για την αγωνιώδη προσπάθεια να αποκτήσει το Ρέθυμνο βιβλιοθήκη έχουμε μια θαυμάσια μαρτυρία του αειμνηστου Πολύβιου Τσάκωνα που ταλαιπωρήθηκε αρκετά μέχρι να πραγματοποιηθεί αυτό το όνειρο ζωής των παλιών Ρεθυμνίων.
Μετά τη δημιουργία του πρώτου πυρήνα από την Πνευματική Εστία, έμενε να αναγνωριστεί ως δημόσια. Η κοινή απόφαση των δυο υπουργείων Εθνικής Παιδείας και Οικονομικών, για να ισχύσει έπρεπε να δημοσιευθεί στην εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Κάποτε έγινε κι αυτό μετά από ενάμιση χρόνο περίπου.
Το επόμενο βήμα θα ήταν ο διορισμός της πρώτης Εφορείας. Σύμφωνα με το νόμο πρόεδρος θα ήταν ο Επίσκοπος και λόγω ασθενείας τον αναπλήρωσε ο π. Πέτρος Χαλκιαδάκης.
Τα υπόλοιπα μέλη τα καθόρισε ο τότε Νομάρχης Σ. Σταματιάδης και ήταν: Ο δήμαρχος Στυλιανός Ψυχουντάκης, ο γυμνασιάρχης Στυλιανός Ξυδάκης, ο γιατρός Εμμανουήλ Φραγκεδάκης και ο δικηγόρος Πολύβιος Τσάκωνας.
Αμέσως συνεδρίασαν τα μέλη και συγκροτήθηκαν σε σώμα ως εξής: Πρόεδρος Πολύβιος Τσάκωνας, Αντιπρόεδρος ο παπα-Πέτρος και Γραμματέας ο γιατρός Φραγκεδάκης.
Η μεγάλη προσφορά του Χάρη Σαριδάκη
Έπρεπε τώρα να βρεθεί ένας δημόσιος υπάλληλος, και οπωσδήποτε εκπαιδευτικός για να αναλάβει καθήκοντα Διαχειριστού.
Έλα όμως που οι εκπαιδευτικοί πειθαρχώντας στο συνδικαλιστικό τους όργανο δεν αναλάμβαναν καμιά πρόσθετη εργασία χωρίς επίδομα.
Μια λύση υπήρχε μόνο. Να δεχθεί ο διευθυντής του Ορφανοτροφείου Χάρης Σαριδάκης, που ήταν δημοδιδάσκαλος, να αναλάβει καθήκοντα. Πώς να το ζητήσουν όμως από τον άνθρωπο που είχε τόσο φόρτο καθηκόντων, προσπαθώντας να μην αισθάνονται τα ορφανά την έλλειψη της οικογένειας;
Ο Πολύβιος όμως ξέροντας καλά τον άνδρα τόλμησε να το προτείνει και χωρίς έκπληξη τον είδε να αποδέχεται την πρόσκληση αν και του τόνισε ότι δεν υπήρχε καμιά δυνατότητα ούτε για επίδομα αλλά ούτε άλλης αμοιβής.
Παρά την άμεση ανταπόκριση και του Σαριδάκη και ενώ η επιτροπή έκανε ό,τι το δυνατόν για να προχωρούν οι διαδικασίες, το αιώνιο ελληνικό δημόσιο ανάλγητο στην αγωνία τόσων παραγόντων συνέχιζε το βιολί του. Στην περίπτωση του διαχειριστή έπρεπε να δοθεί έγκριση από το υπουργείο Οικονομικών και μετά να γίνει αναγγελία στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Για την τόσο απλή αυτή διαδικασία απαιτήθηκε όσος χρόνος χρειάζεται η επίλυση πολύ σοβαρού κυβερνητικού προβλήματος.
Τελικά ξεπεράστηκε κι αυτό αλλά έπρεπε να προσληφθεί προσωπικό. Και που να βρεθούν χρήματα;
Βρήκε κι εδώ τη λύση ο Πολύβιος. Θα έκαναν προσλήψεις ημερομισθίου προσωπικού που θα πληρωνόταν από το αναιμικό ταμείο της Βιβλιοθήκης. Δεν ήταν μόνο αυτά τα έξοδα. Απαιτούνταν χρήματα για γραφική ύλη, αναλώσιμα, φωτισμό, καθαριότητα, ταχυδρομικά τέλη και άλλα που ήταν αδύνατο να τα αντέξει το ταμείο.
Ο σπάνιος αυτός άνθρωπος κόντευε να υπερβεί τα όριά του γιατί έπρεπε επιπλέον να προγραμματίσει σχέδια δράσης, να προχωρήσει μελέτες, να επιλέγει προσωπικό και όλα αυτά με τον μεγάλο πάντα εφιάλτη της αναζήτησης χρημάτων. Για ένα μέρος μόνο των εξόδων χρειαζόταν 50.000 δραχμές. Και η Εφορεία της Βιβλιοθήκης είχε το Μάιο του 1956 με το που ανέλαβε καθήκοντα μόνο 8.050 δρχ.!
Τελικά μετά από πολλές ταλαιπωρίες ξεπεράστηκαν όλα τα προβλήματα με συνεχή διαβήματα του Τσάκωνα και χάρις στην εμπιστοσύνη και το σεβασμό που έτρεφαν στο πρόσωπό του οι διάφορες επαγγελματικές τάξεις που εξυπηρετούσαν τη Βιβλιοθήκη. Και του έδιναν πίστωση χρόνου να τακτοποιήσει τις εκκρεμότητες.
Ανιδιοτελής εργάτης ο Μάρκος Γιουμπάκης
Λίγο αργότερα είχε πολύτιμο βοηθό του σε κάθε προσπάθεια τον Μάρκο Γιουμπάκη.
Ήταν ένας από τους Ρεθεμνιώτες που αξίζει να μνημονεύουμε συχνά. Και μας δίνει την ευκαιρία η πολυσήμαντη δράση του στα κοινά.
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο. Μοναδικό βιός της φαμίλιας του το φιλότιμο και η αδιαμφισβήτητη εντιμότητα. Ο Μάρκος, στα γυμνασιακά του χρόνια, βίωσε τη φρίκη της κατοχής. Ο θάνατος έγνεφε πολλές φορές από μακριά και η στέρηση μαράζωνε τις μέρες.
Αυτός όμως είχε βρει το μεγάλο γιατρικό για να ξεπερνά εκείνα τα βιώματα. Διακωμωδούσε με υγιή και έξυπνο τρόπο, το κάθε τι. Και είχε τη μοναδική ικανότητα να παρασύρει και τους άλλους σε μια πιο αισιόδοξη αντιμετώπιση της κακομοιριάς που μάστιζε το Ρεθυμνάκι μας.
Η επαφή και η συνεργασία με τον τιτάνα της πολιτιστικής μας ζωής Πολύβιο Τσάκωνα τον επηρέασε βαθιά. Τον άκουγε με βαθιά προσοχή και συμφωνούσε μαζί του, πως όταν το Ρέθυμνο διαθέτει παράδοση στο πνεύμα δεν του χρειάζεται τίποτα περισσότερο για να δώσει σαν πόλη το στίγμα του.
Η μεγάλη ιδέα της Βιβλιοθήκης έγινε και δικός του πόθος. Μου έλεγαν παλιά, χρόνια πάνε από τότε, ότι ο Μάρκος μάζευε φύλλο φύλλο έντυπα κι εφημερίδες για να δημιουργήσει σώματα και να υπάρχει ένα αρχείο του τόπου. Ήταν η πρώτη ας πούμε «μαγιά» για το θαύμα που θα ακολουθούσε…
Για ένα μεγάλο διάστημα τρεφόταν με το όραμα, γιατί ποιος θα τον αντάμειβε για το μόχθο του; Και δεν ήταν μόνο στην υπηρεσία της Βιβλιοθήκης, ανιδιοτελής εργάτης. Κάθε κοινωνική δράση τον συγκινούσε και τον ενθουσίαζε. Έτσι βρέθηκε και στους προσκόπους που του έδιναν την ικανοποίηση ότι συμμετέχει ένα θεσμό στα μέτρα του: Αγάπη για τη φύση, φροντίδα για το συνάνθρωπο.
Ένας ιδεολόγος
Ένας ιδεολόγος ήταν πάντα. Από τους λίγους ανθρώπους που διέθετε όραμα.
Με τη στράτευσή του βρέθηκε στην Κορέα Εθελοντής από κούνια. Κάθε τι που έκρυβε αγνό ιδεαλισμό τον συγκινούσε. Σαν όλους τους ομοίους του πικράθηκε αρκετές φορές. Μα είχε τόσο μεγάλη καρδιά που χωρούσε συγγνώμη για κάθε παραστράτημα ακόμα και της ανθρωπότητας. Τo Πολιτιστικό Ρέθυμνο μόλις ολοκλήρωσε την επεξεργασία του ημερολογίου του με τις αναμνήσεις του από την Κορέα και σύντομα θα το αναρτήσει στην ενότητά του «Κιβωτός Μνήμης» με πλούσιο φωτογραφικό υλικό που μας παραχώρησαν τα παιδιά του και έχουν τις θερμές μας ευχαριστίες.
Σαν τέλειωσε και η περιπέτειά του στη Κορέα ο Μάρκος Γιουμπάκης, γύρισε και αφοσιώθηκε πια ολόψυχα στη Βιβλιοθήκη, πολύτιμος βοηθός του Πολύβιου Τσάκωνα.
Όπως αναφέρεται στη θαυμάσια νεκρολογία, που είχε εκφωνήσει, ο Μιχάλης Τζεκάκης, ο Γιουμπάκης, είχε κάνει το χώρο δίπλα από την Αγία Βαρβάρα δεύτερο σπίτι του. Εκεί στην εκκλησία παντρεύτηκε μια υπέροχη γυναίκα και εκεί επίσης βάφτισε τα παιδιά του.
Είπαν και δεν είναι ψέμα πως αν δεν υπήρχε το πάθος του Γιουμπάκη ίσως να μην είχαν Βιβλιοθήκη και μάλιστα την πρώτη Δημόσια Βιβλιοθήκη στην Κρήτη, όταν στις άλλες πόλεις λειτουργούσαν δημοτικές.
Θα μπορούσε να δεχτεί αδιαμαρτύρητα κάθε κακοτυχία. Αρκεί να μην έθιγε τη Βιβλιοθήκη. Δεν άντεχε να τη βλέπει ούτε μισή ώρα κλειστή. Εκεί στο καθήκον, με την ευθύνη του διευθυντού ερχόταν σ’ επαφή με τα νιάτα κι έδινε κίνητρα για φιλαναγνωσία.
Κι όταν τέλειωνε η καθημερινή υποχρέωση στο επαγγελματικό καθήκον, στρεφόταν σε κάθε κοινωνική δράση που έδινε ζωντάνια στον τόπο.
Βρήκα και πολλά δικά του άρθρα στον τοπικό τύπο χωρίς διάκριση. Τον ενδιέφεραν τα θέματα της πόλης και φαίνεται πολύ επηρεασμένος από τη γραφή του Λυκούργου Καφφάτου, τον οποίο θαύμαζε ιδιαίτερα.
Αυτή η συνέντευξή του, που με είχε εντυπωσιάσει, ομολογώ, ήταν από την Αλίκη Βουγιουκλάκη, όταν είχε έρθει στο Ρέθυμνο. Ερωτήσεις μεστές, ουσιαστικές, από τις απαντήσεις των οποίων μάλιστα έβγαινε και είδηση. Η εθνική μας σταρ, που ήταν τότε στα πρώτα της καλλιτεχνικά βήματα, του ομολογούσε ότι έχει καταγωγή από το Ρέθυμνο.
Όταν θα κάνουμε τις αναφορές μας στην καλλιτεχνική ζωή, θα βάλουμε μεγάλα αποσπάσματα από αυτή τη συνέντευξη.
Με τον αξέχαστο Κωστή Μαυρουλάκη, άλλον επίσης αγνό ιδεολόγο, ξεκίνησαν μια εφημερίδα το «Νέο Κόσμο», χωρίς όμως να σταματήσει να γράφει και στις άλλες εφημερίδες.
Η αγάπη του για την ιστορική έρευνα μας έδωσε δυο αξιοπρόσεκτα βιβλία, για το Ρέθυμνο και τη Φορτέτζα, ενώ ένα τρίτο, που μάλλον έμεινε ανέκδοτο αναφέρεται στον Ρεθεμνιώτικο Τύπο από το ξεκίνημά του από το 1869, μέχρι τις μέρες που έσβησε τα καντήλι της ζωής του φλογερού αυτού Ρεθεμνιώτη. Γνωστός και ο τουριστικός οδηγός που έκαναν με τον Μιχάλη Τζεκάκη.
Ένας παράγοντας του τόπου
Ο Μάρκος Γιουμπάκης ήταν ένας παράγοντας του τόπου γεμάτος αγάπη για όλους, ένας ανιδιοτελής κοινωνικός εργάτης.
Όταν όλοι ξεσηκώθηκαν να φύγουν, δεκαετία του ’60, αναζητώντας μια καλύτερη μοίρα, αυτός σήκωσε παρακλητικά τα χέρια. Δεν άντεχε να βλέπει την πόλη να ερημώνει.
Κι ήρθε η αρρώστια ύπουλη, εκεί που κανένας δεν φανταζόταν ότι θα φώλιαζε σε κείνο το γεμάτο ζωή σώμα.
Η γυναίκα του Αικατερίνη, μια εξαίρετη γυναίκα, προσπάθησε να του κρύψει τη φοβερή αλήθεια. Κι όταν πλησίαζε το τέλος, εκείνη συνέχιζε να του κάνει ενέσεις, δήθεν ότι η θεραπεία έπρεπε να τελειώσει. Κι ας μην άφηναν οι γιατροί καμιά ελπίδα.
Έτσι μια μέρα θλιβερή, στις 14 Ιανουαρίου 1976 η αγνή ψυχή του Μάρκου, πέταξε ψηλά για να ξεκουραστεί πια το βασανισμένο του κορμί. Τον έκλαψαν και οι «πέτρες».
Και τον Ρέθυμνο πάντα τον αναζητά. Η απώλεια παραμένει μεγάλη. Γιατί εκείνο το πλατύ χαμόγελο κι εκείνη η έμφυτη αισιοδοξία, που μας έδινε φως στην καθημερινότητά μας, βασίλεψαν δυστυχώς για πάντα μαζί του.
Οι καλοί «άγγελοι» της Βιβλιοθήκης
Μπορεί η Δημόσια Βιβλιοθήκη, αυτός ο πνευματικός φάρος της πόλης να αντιμετώπισε πολλά προβλήματα αλλά είχε την ευκαιρία να προσφέρουν εκεί τις πολύτιμες υπηρεσίες τους ένας Μιχάλης Τζεκάκης κι ένας Γιάννης Παπιομύτογλου. Αυτοί άφησαν στη Βιβλιοθήκη το αποτύπωμα ενός φορέα κύρους που ευτυχώς διατηρείται και με τους διαδόχους αυτών. Και το Ρέθυμνο αισθάνεται περήφανο για τη Βιβλιοθήκη του.
Γιατί εκτός από τη συνήθη προσφορά της φιλοξενεί προγράμματα και πραγματοποιεί εκδηλώσεις που τιμούν την πόλη των Γραμμάτων και Τεχνών.
Για την ιστορία να προσθέσουμε ότι το 1972 η Βιβλιοθήκης μας ορίστηκε ως Κεντρική και εξοπλίστηκε με δύο βιβλιοαυτοκίνητα (κινητές βιβλιοθήκες), τα οποία από τότε μέχρι και σήμερα φέρνουν το βιβλίο ακόμη και στα πιο απόμακρα και απομονωμένα χωριά της Κρήτης.
Στα εξήντα και πλέον χρόνια της λειτουργίας της η Δημόσια Βιβλιοθήκη του Ρεθύμνου γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη. Σήμερα οι συλλογές της φτάνουν τις 150.000 τόμους βιβλίων, στις οποίες πρέπει να προστεθούν περί τους 10.000 τόμους περιοδικών, καθώς και ένα πλούσιο αρχείο τοπικών και αθηναϊκών εφημερίδων. Εξυπηρετεί κάθε χρόνο περίπου 30.000 χρήστες, ενώ το δανειστικό της τμήμα, που αριθμεί 10.000 ενεργά μέλη, πραγματοποιεί πάνω από 27.000 δανεισμούς το χρόνο. Ως γενική βιβλιοθήκη απευθύνεται στο σύνολο του πληθυσμού – άλλωστε αυτό φαίνεται και από τη σύνθεση του κοινού που την χρησιμοποιεί- η οποία σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που τηρεί η βιβλιοθήκη είναι η εξής:
Μαθητές όλων των βαθμίδων 40%,
Φοιτητές 15% και
Ιδιώτες 45%.
Ταπεινό το αφιέρωμα σε ένα τόσο νευραλγικό κύτταρο της πολιτιστικής μας ζωής όπως είναι η Βιβλιοθήκη αλλά σε επόμενο θα ξεδιπλώσουμε και άλλες πτυχές δράσης της και προσφοράς.
Προσωπικά θέλω ακόμα μια φορά να ευχαριστήσω τη διοίκηση, τη διεύθυνση και τα στελέχη της Δημόσιας Βιβλιοθήκης που χωρίς τη βοήθειά τους δεν θα μπορούσα να εμπλουτίσω τα αφιερώματα που κάνω κατά καιρούς με στοιχεία από τις πιο έγκριτες πηγές.
Πηγές:
Δημόσια Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου (επίσημη ιστοσελίδα)
Εύας Λαδιά: Πολύβιος Τσάκωνας: Η οδύσσεια ενός φλογερού Ρεθεμνιώτη που ονειρευόταν Βιβλιοθήκη για το Ρέθυμνο
Πολιτιστικό Ρέθυμνο: Μνήμες Πολύβιου Τσάκωνα
Εύας Λαδιά: Μάρκος Γιουμπάκης