Οι αρμόδιοι υποστηρίζουν βέβαια ότι με το νομοσχέδιο επιτυγχάνεται η αποσύνδεση Λυκείου-εισαγωγικών εξετάσεων, επειδή οι προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις στο Γενικό Λύκειο θα είναι αυτόνομες σε σχέση με τις εξετάσεις εισαγωγής στην τριτοβάθμια εξέταση και ότι έτσι θα ενισχυθεί ο αυτοτελής μορφωτικός ρόλος του Λυκείου. Ισχυρισμοί αυτού του είδους παραβλέπουν το γεγονός ότι, όταν νομοθετείται βαθμολογική σύνδεση με την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αναπτύσσεται αντίστοιχα και με μαθηματική βεβαιότητα η προσφορά εξωσχολικής βοήθειας. Η «αναδιάρθρωση» θα προκαλέσει την περαιτέρω αποδυνάμωση του δημόσιου σχολείου και θα διευρύνει τη νόμιμη και παράνομη φροντιστηριακή δραστηριότητα.
Χρειάζεται να εξηγήσω το αυτονόητο; Ότι η μόνιμη και συστηματική φροντιστηριακή ενίσχυση των μαθητών αποτελεί αδιάσειστη απόδειξη πως το δημόσιο σχολείο στην Ελλάδα νοσεί βαρύτατα; Ότι τα ιδιαίτερα και το φροντιστήριο συνιστούν παρασιτική δραστηριότητα, με την έννοια ότι όσοι την ασκούν απομυζούν το δημόσιο σχολείο και επωφελούνται οικονομικά από τις πάσης φύσεως ανεπάρκειές του, ότι υπάρχουν μόνο και μόνο γιατί το Λύκειο έχει καταργηθεί στην πράξη; Ότι η έγνοια κάθε υπουργού Παιδείας θα έπρεπε να είναι η εξάλειψη ή ο δραστικός περιορισμός αυτού του φαινομένου, αντί να αποφεύγει έστω και να το μνημονεύσει;
Για να συνειδητοποιήσετε τι είδους ανωμαλία συνιστά η παραπαιδεία, σκεφτείτε ως ανάλογο παράδειγμα την περίπτωση όπου τα νοσοκομεία και οι γιατροί δεν μπορούν να κάνουν ούτε διάγνωση ούτε θεραπεία των νοσημάτων, δηλαδή δεν μπορούν να ανταποκριθούν στον λόγο της ύπαρξής τους, και όπου οι ασθενείς καταφεύγουν σε ιδρύματα, τα οποία δημιουργήθηκαν για να υποκαταστήσουν τα νοσοκομεία και τους γιατρούς σε αυτές τις θεμελιώδεις λειτουργίες τους. Φανταστείτε μια τέτοια παρά φύσιν κατάσταση και ταυτόχρονα όλους τους υπεύθυνους φορείς, αλλά και τους ίδιους τους ασθενείς, να τη θεωρούν απολύτως φυσιολογική, να την ενθαρρύνουν και να την προωθούν.
Διότι αυτό ακριβώς συμβαίνει στην εκπαίδευση. Είναι άξιο απορίας και ταυτόχρονα ύποπτο ότι το κράτος, τα κόμματα κάθε ιδεολογίας, οι εκπαιδευτικοί και οι συνδικαλιστικοί φορείς, ακόμη και οι πολίτες που επιβαρύνονται οικονομικά, σιωπούν για τον παραλογισμό του διπλού σχολείου, για το ανάπηρο δημόσιο σχολείο που το υποκαθιστούν τα ιδιαίτερα και τα φροντιστήρια.
Ακόμη χειρότερα: όσοι ασκούν εξουσία ή έχουν αποστολή να ελέγχουν την εξουσία και τη λειτουργία των θεσμών κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να ενισχύσουν την εκμετάλλευση των γονέων από τους καθηγητές που παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα και από τις φροντιστηριακές επιχειρήσεις. Τα ΜΜΕ ζητούν την άποψη των καθηγητών του δημόσιου σχολείου μόνον όταν πρόκειται για θέματα επαγγελματικής και συνδικαλιστικής φύσεως. Για εκπαιδευτικά θέματα συμβουλεύονται τους φροντιστές. Αναρωτηθήκατε γιατί όλοι αυτοί παρέχουν προστασία σε μια επιχειρηματική δραστηριότητα με μεγάλο τζίρο που ζημιώνει κάθε ελληνική οικογένεια, ακόμη και σε καθηγητές της δημόσιας εκπαίδευσης που επιδίδονται σε αυτή τη δραστηριότητα παρά τη ρητή απαγόρευση του Νόμου;
Η πηγή του κακού είναι γνωστή. Η πολιτεία, με την ομόφωνη στήριξη όλων των φορέων και των εκπροσώπων του δημόσιου βίου, επιμένει διαχρονικά στον θεσμό των πανελλαδικών εξετάσεων, επειδή τάχα διασφαλίζει την αντικειμενική αξιολόγηση των υποψηφίων. Στην πραγματικότητα όμως, αυτός ο θεσμός στηρίζεται πάνω στο πιο εκτεταμένο και διεφθαρμένο δίκτυο πελατειακών σχέσεων που έχει γνωρίσει αυτός ο τόπος.
Τους κανόνες τους θέτουν οι εισηγητές νομοσχεδίων, όπως αυτό που πρόκειται να ψηφιστεί από τη Βουλή. Πελάτες είναι όλοι οι Έλληνες γονείς και μαθητές, εφόσον σε κάθε ελληνική οικογένεια θα υπάρχει είτε ένα παιδί που ετοιμάζεται για το πανεπιστήμιο, είτε ένα άλλο που τέλειωσε και παραδίδει ιδιαίτερα για να ζήσει, είτε και οι δύο περιπτώσεις. Στήριξη και ενθάρρυνση παρέχει όλος ο πολιτικός κόσμος και οι εμπλεκόμενοι φορείς, ο καθένας για τους δικούς του ψηφοθηρικούς λόγους και το ίδιον συμφέρον. Συνεργάτες είναι όσοι εκπαιδευτικοί του δημόσιου σχολείου δεν επιτελούν το καθήκον τους και όσοι εκπαιδευτικοί παραδίδουν ιδιαίτερα ή εργάζονται σε φροντιστηριακές επιχειρήσεις. Όλοι αυτοί συντηρούν ένα σύστημα εξετάσεων που απομυζά κάθε ικμάδα από το μυαλό του μαθητή και είναι εχθρικό στην κριτική σκέψη, ένα σύστημα που υπηρετεί την παραπαιδεία και υπηρετείται από αυτήν, καθώς προσφέρεται για έτοιμες συνταγές και παροχή της γνώσης σε κονσέρβα.
Ο μόνος τρόπος για να απαλλαγούμε από αυτή τη νοσηρή πραγματικότητα είναι η κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων και η επιλογή των εισακτέων από τα πανεπιστήμια, όπως είναι ο κανόνας στις ευρωπαϊκές χώρες. Δεν υπάρχει ο χώρος για να συζητήσω τους όρους και τις προϋποθέσεις ενός διαφορετικού τρόπου επιλογής, αλλά πρότυπα υπάρχουν πολλά και δεν έχουμε παρά να διαλέξουμε.
Μην ακούτε αυτούς που κραυγάζουν ότι η επιλογή των εισακτέων από τα πανεπιστήμια θα γίνεται με αδιαφανή και ρουσφετολογικά κριτήρια. Γιατί να τους πιστέψετε; Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που ανέχονται το ανάπηρο δημόσιο σχολείο και στηρίζουν την παραπαιδεία. Τα πανεπιστήμια δεν έχουν συμφέρον να πάρουν τους χειρότερους αλλά τους καλύτερους. Ακόμη και το πιο απαισιόδοξο σενάριο δεν θα είχε την παραμικρή σχέση με το καταστροφικό σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων.
Και εγώ και οι συνάδελφοί μου, που έχουμε άμεση και έγκυρη γνώση για τις συνέπειες των πανελλαδικών εξετάσεων, προσβλέπουμε σε έναν μόνο στόχο: να διδάσκουμε φοιτητές που θα έχουν σωστές βάσεις στη γλώσσα και την κατανόηση των κειμένων και θα διακρίνονται για την πρωτοτυπία και την ευρηματικότητα της σκέψης τους, αντί για φοιτητές που εκπαιδεύτηκαν να αποστηθίζουν χωρίς να μαθαίνουν, να γράφουν και να σκέφτονται με μηχανιστικό τρόπο.
Με την κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων θα έπαυε να μας απασχολεί η πάση θυσία πλήρωση των κενών θέσεων και θα μας απασχολούσε η ποιότητα. Αυτό θα σήμαινε καλύτερη πανεπιστημιακή εκπαίδευση και κατά συνέπεια πιο καταρτισμένα στελέχη για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η φροντιστηριακή ενίσχυση των μαθητών θα περιοριζόταν στο ελάχιστο, εφόσον θα έπαυε να υπάρχει η ολέθρια τυποποίηση της γνώσης.
Και αυτό γιατί, σε αντίθεση με το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων που λειτουργεί υπό την πίεση των φροντιστών και των ΜΜΕ, τα πανεπιστήμια έχουν την ελευθερία και την ευελιξία να διαμορφώσουν με τέτοιο τρόπο τα κριτήρια επιλογής, ώστε να αχρηστέψουν το εμπόριο της παραπαιδείας. Αυτή θα ήταν η κορυφαία μεταρρύθμιση για τον τόπο και γι’ αυτό οι πιο πολλοί τη φοβούνται. Αυτό θα ήταν λογικά το στοίχημα που πρέπει να κερδίσει η χώρα.
Υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε έτσι να αποκατασταθεί ο αυτοτελής μορφωτικός ρόλος του Λυκείου. Και εδώ η συνεργασία με την τριτοβάθμια εκπαίδευση θα ήταν πολύτιμη. Δεν είναι παράδοξο ότι αυτοί που εκπαίδευσαν τους καθηγητές του δημόσιου σχολείου δεν έχουν κανέναν λόγο στη μετεκπαίδευσή τους;
στο Πανεπιστήμιο Κρήτης – Τμήμα Φιλολογίας