Το 47 μ.Χ. ένα μικρό καράβι σαλπάρισε από τη Φοινίκη για την Ευρώπη. Ανάμεσα στους επιβάτες βρίσκονταν δύο άντρες με πολύ λίγες αποσκευές. Ο ένας λεγόταν Παύλος και ο άλλος Βαρνάβας. Ήταν Εβραίοι και αυτό το ταξίδι στάθηκε η απαρχή ενός πολύ μεγάλου ιστορικού και θρησκευτικοί γεγονότος.
Οι δύο Απόστολοι θα εξάπλωναν τη Χριστιανική διδασκαλία σε όλο το Δυτικό κόσμο.
Στους Ρωμαίους που δεν είχαν αξιώματα έφτανε το μεγάλο μήνυμα από τους δύο Αγγελιοφόρους, για το παιδί ενός φτωχού μαραγκού, που μαρτύρησε και καρφώθηκε στο σταυρό από άθλιους και μοχθηρούς ανθρώπους, επειδή αγαπούσε όλους μα πιο πολύ τους φτωχούς και τους καταφρονεμένους. Ο Ιησούς υπήρξε ένα φως στο σκοτάδι, η συνισταμένη των αρετών, η έκφραση και το νόημα της αγάπης για όλους τους απόκληρους και τους αδικημένους. Ότι κι αν είχε πει ακτινοβολούσε από αγάπη. Οι δούλοι της Ρώμης είχαν «ώτα και ήκουον» και νου και εννοούσαν. Ο Θείος λόγος του Αποστόλου Παύλου στάλαζε μέσα τους την αγάπη και τους φώτιζε με τις ακτίνες μιας ζωντανής ελπίδας.
Για την ιερή Αποστολή και το θαυμαστό, όσο και γιγάντιο έργο του Αποστόλου Παύλου έχουν ασχοληθεί και έχουν εγκύψει σ’ αυτό εκλεκτή πλειάδα Ευρωπαίων μελετητών και περισπούδαστων ερευνητών της Αγίας Γραφής, τηρούντων απαρεγκλίτως το δόγμα της αυθεντικής περί Πίστεως Χριστιανικής διδασκαλίας.
Περινούστατοι επιστήμονες με τη δέουσα διεισδυτικότητα και υπευθυνότητα μελέτησαν σε βάθος τη διδασκαλία και τα δόγματα, που αναπτύχθηκαν από τους Πατέρες της Εκκλησίας και μας έδωσαν ερμηνευτικά, τεκμηριωμένα κείμενα σχετικά με το πρόσωπο και το έργο του Ιησού Χριστού, τη διδασκαλία Του, το λυτρωτικό έργο και το μαρτυρικό Του θάνατο για τη σωτηρία του κόσμου.
Μεταξύ των κορυφαίων αυτών επιστημόνων συναριθμείται και ο πανεπιστημιακής παιδείας καταξιωμένος θεολόγος, εμβριθής μελετητής της Αγίας Γραφής και μύστης του Λόγου του Θεού, Γεώργιος Γαλίτης. Κατά ευτυχή συγκυρία οι εγκύκλιες σπουδές μας είχαν ταυτόσημη πορεία. Αριστούχος μαθητής, συμμαθητής και συγκαιρινός ο Γ. Γαλίτης υπήρξε ακόμα και ανεκτίμητος φίλος, ως συγκαθήμενος στο ίδιο θρανίο.
Πάει καιρός που ο Γ. Γαλίτης μου προσέφερε και με τίμησε με ένα μεγαλόπνοο, βαθυστόχαστο πνευματικό πόνημα του με τίτλο: Η προς Τίτον επιστολή του Αποστόλου Παύλου και υπότιτλο: Ο ποιμένας και οι αιρετικοί.
Δεν έχω το προνόμιο, να είμαι ο επαΐων θεολόγος, ούτε έχω τις σχετικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις, για να ανταποκριθώ επακριβώς στις απαιτήσεις της παρουσίασης ενός πνευματικού έργου, μνημειώδους περιεχομένου, παρόλα αυτά έστω και ακροθιγώς θα επιχειρήσω μιαν αδρομερή προσέγγιση.
Στη σελ. 23 ο συγγραφέας αναφέρει ότι μοναδικές πηγές για το βίο του Τίτου απομένουν οι επιστολές του Παύλου. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες από τις παύλειες επιστολές προκύπτει ότι ο Τίτος ήταν Έλληνας, που μετεστράφη στο Χριστιανισμό, κατά πάσαν πιθανότητα από τον Παύλο, άγνωστον πότε. Ο Τίτος ακολούθησε τον Παύλο και κατέστη μόνιμος βοηθός και συνεργάτης του, ανήκοντας στο στενό περιβάλλον του Αποστόλου.
Πολλοί θρησκευόμενοι εδώ στην Κρήτη είναι εύλογο να διερωτήθηκαν ενίοτε για ποιό λόγο έστειλε ο Απόστολος Παύλος τον Τίτο στην Κρήτη. Όπως αποφαίνεται ο συγγραφέας «Κατ’ αρχήν στην Έφεσο αφήνει τον Τιμόθεο και μετά στην Κρήτη τον Τίτο με ορισμένη εντολή». Ποια είναι αυτή; «Τούτου χάριν απέλιπον σε εν Κρήτη, ίνα τα λείποντα επιδιορθώσεις και καταστήσεις κατά πόλιν πρεβύτερους ως εγώσαι διεταξάμην». Φαίνεται ότι ως αναφέρει ο συγγραφέας «και στις δύο αυτές εκκλησίες εμφανίστηκαν ψευτοδιδάσκαλοι, που δίδασκαν ετεροδιδασκαλίες, οι οποίες έθεταν σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη των νεαρών εκκλησιών». Αυτά κατά την τέταρτη περιοδεία του Αποστόλου.
Ο Παύλος εξ’ άλλου, στην Β΄ προς Κορινθίους, επιδαψιλεύει χωρίς φειδώ, υπερβολικούς επαίνους στον Τίτο, στους οποίους διαφαίνεται η βαθειά εκτίμηση του προς αυτόν. Κατηγορηματικά τον ονομάζει «κοινωνό» και «συνεργόν» και τον τοποθετεί στο ίδιο επίπεδο με τον εαυτόν του, λέγοντας ερωτηματικά στο 12,18 κεφ. «ου τω αυτώ πνεύματι περιπατήσαμεν, ου τοις αυτοίς ίχνεσιν;».
Η μεγάλη εκτίμηση του Παύλου προς τον Τίτο τεκμαίρεται από την εμπιστοσύνη του Αποστόλου των Εθνών να τον αφήσει στην Κρήτη, για να ολοκληρώσει το έργο του κυρίως τη διοργάνωση της Εκκλησίας για την καταπολέμηση των αιρέσεων, από τις οποίες θέλησε να την απαλλάξει. Η εκκλησιαστική παράδοση πληροφορεί, ότι ο Τίτος έγινε ο πρώτος επίσκοπος Κρήτης. Όμως το μοναρχικό επισκοπικό αξίωμα δεν είχε ακόμα διαμορφωθεί, για το οποίο ουσιώδη στοιχεία είναι η μονιμότητα, η ισοβιότητα κ.ά. Άρα το αξίωμα του δεν είναι αυτό του μονάρχου επισκόπου, ούτε ακριβώς αυτό του Αποστόλου, αλλά κάτι παραπλήσιο, σαν αυτό του αντιπροσώπου και βοηθού Αποστόλου.
Κατά μιαν εκκλησιαστική παράδοση, ο Τίτος, γόνος εύπορης οικογενείας, είχε αποσταλεί από το θείο του, που ήταν Ρωμαίος ανθύπατος από τα Ιεροσόλυμα, στην Κρήτη. Εκεί γνώρισε τον Ιησού και πίστεψε σ’ αυτόν. Στα Ιεροσόλυμα εξ’ άλλου παρέστη στην Σταύρωση και ήταν παρών κατά την ημέρα της Πεντηκοστής μαζί με τους τρεις χιλιάδες που πίστεψαν. Στο κεφάλαιο της σελ. 30 ο συγγραφέας μας πληροφορεί ότι: «η γνησιότητα των ποιμαντικών παυλείας προέλευσης επιστολών αμφισβητείται από πολλούς συγγραφείς και πολεμήθηκε με μεγάλη αποφασιστικότητα από την αρνητική κριτική». Παρόλ’ αυτά υπέρ της γνησιότητας τους τάχθηκαν πολλοί ερευνητές περιοπής. Εν συνεχεία παρατίθενται δεκάδες ονομάτων. Εντυπωσιάζει τον μέσο αναγνώστη η εκτενής πλούσια βιβλιογραφία. Εκτός των τίτλων και ονομάτων Πατέρων της Εκκλησίας παρατίθενται και ένας εντυπωσιακό αριθμός ονομάτων ευρωπαίων ερευνητών και μελετητών της Αγίας Γραφής. Ο γράφων αρίθμησε για την ακρίβεια, ούτε λίγο ούτε πολύ …226! Τούτο εμφαίνει τη γλωσσομάθεια και τη σεβαστή προσωπικότητα του χαρισματικού συγγραφέα.
Ο συγγραφέας εξ’ άλλου έχει εγκύψει με αυξημένο ενδιαφέρον ιδιαιτέρως στην ετεροδιδασκαλία των Γνωστικών. Θεωρία η οποία διαμορφώθηκε αντίθετα προς την Χριστιανική διδασκαλία. Επ’ αυτών αναφέρει ο Απόστολος: «..και την ευσέβειαν διδασκαλίας τετύφωνται μηδέν επιστάμενοι, αλλά νοσούντες περί ζητήσεις και λογομαχίας, διεφθαρμένοι άνθρωποι τον νου και αποστερώμενοι της αληθείας, νομίζοντες πορισμόν είναι την ευσέβειαν, βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς και ανοήτους και βλαβεράς, οίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις απώλειαν και εις όλεθρον. Της φιλαργυρίας ορεγόμενοι απεπλανήθησαν από της πίστεως» (αρχ. τύφος = πωρωμένος, κουφός, ανόητος) (Τιμ. Α΄, 6,3-4,5). Και αλλού αναφέρει: «ανθιστάμενοι τη αληθεία άνθρωποι κατεφθαρμένοι τον νουν, αδόκιμοι την πίστην…». Ο καθηγητής Γ. Γαλίτης αποδύεται σε μια βαθειά ανάλυση, αναπτύσσει πολύ εμπεριστατωμένα από κάθε οπτική γωνία και διαφωτίζει πλήρως το κεφάλαιο του Γνωστικισμού. Ένα κεφάλαιο δύσληπτο, που δεν γίνεται εύκολα κατανοητό από τον μέσο αναγνώστη.
Εις την μέχρι τη σελίδα 127 εκτενή, διεξοδική εισαγωγή, ήτοι εις το προκαταρκτικό τμήμα του θεολογικού έργου, προτάσσεται διευκρινιστικά ο σκοπός της προς Τίτον επιστολής ως προϊδεασμός του αναγνώστη, πριν προχωρήσει ο συγγραφέας στην κυρία πραγμάτευση του θέματος. Από τη σελίδα 138 και επέκεινα έπεται το Β΄ μέρος (υπόμνημα, προοίμιο κλ.π.) με χαρακτηριστικά αποσπάσματα της προς Τίτον επιστολής, ενδεικτικά της συσσωρευμένης σοφίας του Απόστολου Παύλου. Ο συγγραφέας επιλέγοντας μικρές παραγράφους επιτυγχάνει με σπάνια οξυδέρκεια και μετά από τεκμηριωμένη αυστηρή ανάλυση μιαν αξεπέραστη ερμηνεία. Ενδεικτικά και μόνον θα αναφέρω ένα θεμελιώδες χωρίο της προς Τίτον επιστολής: «Δει γαρ τον επίσκοπον ανέγκλητον είναι ως Θεού οικονόμον, μη αυθάδη, μη οργίλον, μη πάροινον, μη πλήκτην, μη αισχροκερδή», που σημαίνει: Γιατί ο Επίσκοπος ως φροντιστής του οίκου του Θεού, πρέπει να είναι αδιάβλητος, να μην είναι υπεροπτικός, ευέξαπτος, μέθυσος, φιλόνεικος και να μην επιδιώκει αθέμιτα κέρδη. Ο συγγραφέας χωρίζει λέξεις του εδαφίου και εντοπίζει τα δυσδιάκριτα συστατικά στοιχεία του συνόλου διερευνητικά και διεξοδικά, για να προσδιορίσει και να καθορίσει μέχρι κεραίας την έννοια, τις αιτίες, τις σκέψεις του Αποστόλου Παύλου. Είναι λέξεις κλειδιά της κατανόησης του κειμένου, ώστε ο αναγνώστης να προσεγγίσει το βαθύτερο νόημα και τα μηνύματα, που θέλει να πει η να διδάξει και να μεταφέρει ο Μεγάλος Απόστολος.
Εν κατακλείδι ο Γ. Γαλίτης με βαθυστόχαστη εμβρίθεια πλησιάζει και αναδεικνύει την εν πολλοίς δυσνόητη, για το μέσο αναγνώστη, προσωπικότητα του Απόστολου Παύλου, μια προσωπικότητα ιερή, σεβαστή, υποβλητική και κορυφαία. Μεταφέρει με πληθωρική ακρίβεια το νόημα και την πνευματική ακτινοβολία κάθε λέξης των επιστολών και αναπτύσσει την κάθε φράση με επιμονή στη λεπτομέρεια, για να μας καταστήσει κοινωνούς της πανσοφίας του Μεγάλου Αποστόλου.
Η ακριβής, πιστή ερμηνεία χαρακτηριστικών περικοπών των αποστολικών επιστολών, δίδει στον αναγνώστη την αίσθηση, ότι μεταφέρεται σε μιαν άλλη μεταφυσική διάσταση, καθώς διαλευκαίνεται σε όλη της την έκταση η παυλεία μυστηριακή διδασκαλία. Ο αοίδιμος καθηγητής του Εθν. Πανεπιστημίου Παναγιώτης Μπρατσιώτης αναφέρει σε ευδόκιμο έργο του για τον Απόστολο: «Η απαλλαγή από την καταδυνάστευση του ανθρώπου, από τις προλήψεις, από τις δεσμεύσεις της άγνοιας και από την επενέργεια του Ιουδαϊσμού εις περικοπήν παγκοσμίου θρησκείας, αυτές και μόνο οι υπηρεσίες του Μεγάλου Αποστόλου αρκούν, για να δικαιολογήσουν την κατάταξη αυτού στους μεγίστους άνδρες της παγκοσμίου ιστορίας!»
Και ο πολύς Γερμανός συγγραφέας Joseph Holzner στο περισπούδαστο πόνημα του «Παύλος».
«Αυτήν η μοναδική η φλογισμένη από πάθος, η πλημμυρισμένη από τις αστραπές της γνώσεως, η λαμπερή από τα οράματα μορφή στέκεται μπροστά μας σαν ιδεώδες, ηρωικό πρότυπο. Τι αποτελούσε το προσωπικό του μεγαλείο; Η υπεράνθρωπη, ακαταπόνητη αφιέρωσις του σε μια υπεράνθρωπη Αποστολή του τον κάνει αληθινά μεγάλο. Για όποιον παραβλέπει αυτό το άχρονο, το υπερφυσικό, που έχει ο Παύλος, γι’ αυτόν η Αποστολή και το έργο του μένουν άλυτο πρόβλημα.
Από τον πλούτο των ιδεών και τα βαθύτατα των Επιστολών του Παύλου θέριεψε το δάσος της Χριστιανικής Θεολογίας, ρίχνοντας τις ρίζες του στα ουράνια ύψη. Πάνω από τον τάφο του υψώνεται ένας ναός λουσμένος στο φως!».