Ίσως ακούγεται στερεότυπη η λέξη «δικαίωση», όμως η πραγματικότητα των τελευταίων εβδομάδων οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα, ότι τα γεγονότα έτσι όπως διαδραματίστηκαν αυτή την περίοδο, με την στροφή κατά 180 μοίρες της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, δικαιώνουν ιστορικά, κοινωνικά, ηθικά και αξιακά τον Γιώργο Παπανδρέου, όχι μόνο ως πρώην πρωθυπουργό αλλά και ως άνθρωπο.
Το θέμα, όμως, δεν έχει προσωπική διάσταση. Το θέμα είναι να μπορέσουμε επιτέλους να σκεφτούμε διαφορετικά, να αλλάξουμε νοοτροπία για να προχωρήσουμε μπροστά.
Είναι φανερό ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με το νυν παραγωγικό μοντέλο. Επιβάλλεται να διαμορφωθεί ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, με ενθάρρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, κυρίως στους τομείς που η χώρα μας αλλά και η Κρήτη ειδικότερα, διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως ο πρωτογενής αλλά και ο τριτογενής τομέας (γεωργία και τουρισμός αντίστοιχα). Έτσι, θα προσελκύσουμε επενδύσεις, έτσι θα δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας και έτσι θα αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, το ΑΕΠ, ο πλούτος της χώρας, ώστε να ελαφρυνθούν εμμέσως και οι δανειακές της υποχρεώσεις.
Όμως, και παρά αυτές τις εξελίξεις, ο Γιώργος Παπανδρέου εξακολουθεί ακόμα να «ενοχλεί». Ενοχλεί που υπάρχει, ενοχλεί που κυκλοφορεί, ενοχλεί που εκφράζει την άποψή του, ενοχλεί που παρεμβαίνει, ενοχλεί που είναι ακόμα ενεργός πολίτης.
Γιατί όμως; Γιατί κάποιοι δεν «βολεύονται» με την παρουσία του, γιατί κάποιοι φοβήθηκαν ιδιαίτερα το 2009, όταν η κυβέρνηση Παπανδρέου, από τους πρώτους κιόλας μήνες, έδειξε ότι είχε τη θέληση να βάλει το μαχαίρι στο κόκκαλο της πραγματικής σπατάλης χτυπώντας κατεστημένα συμφέροντα, γιατί κάποιοι θεωρούν ότι τους «χαλάει τη σούπα».
Με αυτό το σκεπτικό, στήθηκε μία από τις μεγαλύτερες εκστρατείες παραπληροφόρησης στην ιστορία της χώρας, στην οποία δυστυχώς παρασύρθηκαν πάρα πολλοί…
Το γνωστό «λεφτά υπάρχουν» ποτέ δεν ειπώθηκε ως υπόσχεση για ανεξέλεγκτες παροχές. Μάλιστα, συμπληρωνόταν από ένα μεγάλο «ΑΝ» που άθελα ή ηθελημένα κάποιοι απέκρυψαν και συνεχίζουν να αποκρύπτουν: «Λεφτά υπάρχουν, αν τα διεκδικήσεις, αν προσελκύσεις επενδύσεις, αν νοικοκυρέψεις το κράτος, αν αξιοποιήσεις τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, ώστε να αβγατίσουν και να δημιουργήσουν νέο πλούτο. Αλλά αυτά θέλουν σχέδιο και θέλουν σχέδιο που να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όχι το συμφέρον των κομματικών παραγόντων, των «ημέτερων» και των ισχυρών στη χώρα μας».
Είναι ιστορικά βέβαιο, πλέον, ότι ο Παπανδρέου ως «καλός καπετάνιος», έβαλε πλάτη για τη σωτηρία της χώρας και την αποφυγή της κατάρρευσής της, με τη μόνη για τα τότε δεδομένα, λιγότερο χειρότερη επιλογή, που ήταν το 1ο μνημόνιο.
Είχε προηγηθεί, δηλαδή πριν το μνημόνιο, η θέσπιση ουσιαστικών και δομικών μεταρρυθμίσεων (και όχι μόνο στα λόγια), που έβαζαν τα θεμέλια για την απεξάρτηση της χώρας από ξένες επιβολές, σε αντίθεση με αυτούς που επικαλέστηκαν μεταρρυθμίσεις που ουδέποτε τόλμησαν, ουδέποτε υλοποίησαν αλλά αντίθετα προσπάθησαν και να αποδομήσουν τις προηγούμενες.
Με λίγο ακόμα χρόνο, τότε το 2009, δεν θα χρειαζόντουσαν ποτέ άδικα μέτρα για να αποφύγει η χώρα τη χρεοκοπία. Παρόλα αυτά, η σπατάλη περιορίστηκε, το δημόσιο σταμάτησε να διογκώνεται και άρχισε η αντίστροφη πορεία, ξεκίνησε η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και οι ηλεκτρονικές προμήθειες, όπως και οι έλεγχοι στις συντάξεις και τα αναπηρικά επιδόματα. Έγιναν για πρώτη φορά συντονισμένες ενέργειες ενάντια στους μεγαλοοφειλέτες του δημοσίου, φορολογήθηκαν για πρώτη φορά οι off shore εταιρείες και άλλα πολλά. Αν αυτά είχαν ξεκινήσει έστω από το 2007, η χώρα δεν θα είχε ανάγκη ποτέ από μνημόνια.
Με βάση όλα τα παραπάνω, λοιπόν, μπορούμε να μιλάμε σήμερα για προσγείωση στην πραγματικότητα όλων όσων λοιδορούσαν, έταζαν ανεξέλεγκτα και είχαν σηκώσει τη σημαία του λαϊκισμού.
Ταυτόχρονα διαφαίνεται ιστορικά, ποιος είναι πλέον ο καλός ο καπετάνιος που δικαιώθηκε από τις εξελίξεις και μαζί του όλοι όσοι τον πιστέψαμε, ενστερνιστήκαμε τις ίδιες ιδέες και αξίες και θα συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε το δίκαιο, υπεύθυνο και σοβαρό μας αγώνα για την εξυγίανση και την πρόοδο αυτού του τόπου.
*Ο Χρήστος Στρατάκης είναι γεωπόνος – πληροφορικός και ήταν υποψήφιος βουλευτής Ηρακλείου με το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών