«έκαστον γαρ δένδρον
εκ του ιδίου καρπού γιγνώσκεται»,ΛΚ 6 στ’
«Μηγαρίς έχω άλλο τι στο νου πάρεξ ελευθερίαν και γλώσσαν», Διονύσιος Σολωμός «Διάλογος»
«Κάποιοι άνθρωποι έχουν έρθει στη ζωή μας ως ευλογία και κάποιοι άλλοι ως μάθημα». Αυτό το εύστοχο φιλοσοφικό απόφθεγμα ως ένα μήνυμα πανανθρώπινο, είχε ως αρχή και ως κανόνα, που καθόριζε τη συμπεριφορά της, η μακαριστή Μητέρα Τερέζα, ατενίζοντας την καθημερινή πραγματικότητα με χριστιανική εγκαρτέρηση και αγάπη. Στην πρώτη ενότητα θα κατέτασσα, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, τον άλλοτε επί σειράν ετών Δήμαρχο Ρεθύμνης και φιλόλογο Δημήτρη Αρχοντάκη.
Όταν ανέλαβε Δήμαρχος ο Δημήτρης Αρχοντάκης βρήκε μια πόλη υποβαθμισμένη, εξαθλιωμένη και υποτιμημένη, να φθίνει και να παίρνει την πτωτική πορεία. Την κατιούσα.
Από τη θητεία μου, ως δημοτικός σύμβουλος, γνωρίζω ότι στην εμπλοκή μεταξύ Δήμων και Κράτους παρεμβάλλονται αποτρεπτικοί παράγοντες, οι οποίοι καθιστούν αξεπέραστα τα αναφυόμενα προβλήματα και ατελέσφορη συχνά την κάθε προσπάθεια για την ευόδωση της λειτουργίας του Δήμου.
Ιδιοφυής και προορατικός ο Δήμαρχος γνώριζε να ξεφεύγει από τα γρανάζια αυτής της δαιδαλώδους γραφειοκρατίας, να διαφεύγει από τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, να καταβάλει γενναία προσπάθεια, να αγωνίζεται και να κατορθώνει το υπεράνθρωπο. Κατόρθωσε ούτω πως να την ανασκάψει απ’ άκρη σ’ άκρη και με την κατασκευή αποτελεσματικού αποχετευτικού δικτύου, να τη θωρακίσει από ένα τυχόν κατακλυσμό και να τη διασώσει από την κόπρο του Αυγείου με υπερσύγχρονο σύστημα οχετών και αγωγών. Να ενεργήσει αποδοτικά για τη λειτουργία βιολογικού καθαρισμού λυμάτων. Με την αναμόρφωση των δρόμων να την καλλωπίσει και να την ευπρεπίσει. Να κηρυχθεί και να χαρακτηρισθεί η πόλη μας διατηρητέο μνημείο. Να αναπαλαιωθεί και να αναδειχθεί.
Όμως η πρόσθετη ευεργεσία και ανεκτίμητη συμβολή του Δημήτρη Αρχοντάκη είναι η μετά από συντονισμένη επίμονη, ενέργεια, ακατάπαυστη «ναυαρχίδα» του. Το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Πανεπιστημιακό ίδρυμα προσέδωσε και προσδίδει στην πόλη ένα απαράμιλλο prestige (γόητρο) πανευρωπαϊκού κύρους, διότι εκτός από το σκοπό της έρευνας, της προαγωγής των διαφόρων κλάδων των επιστημών και τη μόρφωση των σπουδαστών συνεκδοχικά Πανεπιστήμιο νοείται και το κύριο οικοδόμημα ή το σύνολο των οικοδομημάτων, στα οποία εδρεύει το σύνολο των καθηγητών, το προσωπικό των υπαλλήλων και των σπουδαστών. Τη δόξα της πόλης εζήλωσαν και οι άλλοι Δήμοι εις όλη την Ελληνική επικράτεια. Αυτά τα γεγονότα εν συντομία και εκ προοιμίου σαν μια αξιομνημόνευτη, αναγκαία, εισαγωγή από το ρεθεμνιακό πολιτιστικό «γίγνεσθαι»
Ο Δημήτρης Αρχοντάκης εν τούτοις έζησε ένα αβάσταχτο ψυχικό μαρτύριο, που είναι «να μη σου τύχει η κακιά η ώρα στην … πορπατέ», που λέμε στην Κρήτη ή όπως λένε οι Γάλλοι «une memoir d’ elephant» που σημαίνει σε γαλλική απόδοση «άντε ν’ αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας». Η ιστορία του αυτή μεταφέρει συνειρμικά στο κυνήγι των μαγισσών. Μετά από αυτή τη θλιβερή, περιπετειώδη οδύσσεια ο φιλόλογος Δημ. Αρχοντάκης έδωσε μια ομιλία στην πάντοτε ζεστή, φιλόξενη αίθουσα του Λυκείου Ελληνίδων με θέμα: «Η Κρητική διάλεκτος, ένα γλωσσικό μνημείο που άντεξε στο χρόνο». Με αυτό τον εύγλωττο και εύστοχο τίτλο η ομιλία κυκλοφόρησε και σε αναμνηστικό τεύχος. Ας σημειωθεί ότι ο Δημ. Αρχοντάκης είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διδακτορικού διπλώματος του Πανεπιστημίου Heidelberg (πόλεως της Γερμανίας ιδιαιτέρως γνωστής εκ των υποδειγματικών της πανεπιστημίων) μετά από σπουδές στην κλασική ελληνική φιλολογία. Το διήγημα «Μια μέρα του Κοτσυφόμυρου» στην αρχή της ομιλίας, θα το ‘λεγα ζωντανό, παραδοσιακό αφήγημα, που μεταφέρει στον αναγνώστη, με ενάργεια όλη εκείνη τη ζεστή, γαλήνια και διαυγή ατμόσφαιρα του κρητικού χωριού, το φιλικό κλίμα, την αμεσότητα των σχέσεων και την απουσία περιττών υπαινιγμών είτε περιστροφών. Μια κοινωνία που δεν μεταχειρίζεται δόλο ή υποκρισία, που είναι ντόμπρα με χαρακτήρες που μπορείς να τους εμπιστευτείς. Θα ‘λεγα ότι και αυτή η ίδια η κρητική γλώσσα αποπνέει ένα άρωμα αφοπλιστικής ειλικρίνειας. Ο πατέρας μου έλεγε πως: «είμαι ντρέτος, δεν κατέω κούντουρους πετεινούς» δηλαδή «δεν ξέρω να λέω ψέματα».
Αλλά γιατί ο Δημ. Αρχ. προτάσσει στην ομιλία του αυτό το διήγημα; Διότι εκτός από τον απολαυστικό ηθογραφικό του ρεαλισμό, αναδεικνύει και εξ αντικειμένου αποδίδει εις το έπακρο τη κρητική ντοπιολιαλιά με όλα τα πλούσια χαρίσματα αυτής και με όλα τα «κνεκνάτζη» (σουσούμια).
Οι ρουμελιώτες όπως και σε άλλα ελληνικά διαμερίσματα κατά την προφορά των λέξεων αποσιωπούν τις άτονες συλλαβές. Λένε π.χ. το πουλί, πλί, το παιδί, πδί, το σπιτάκι, σπιτάκ και προφέρουν το άτονο «ο» εις «ου» π.χ. το μωρό γίνεται μουρό, το χωριό, χουριό κ.λπ.
Στην κυπριακή διάλεκτο εξ’ άλλου παρατηρείται ο υπερτονισμός και η υπερχρήση του ν. Αλλά και η προφορά των Κυπρίων είναι δυσνόητη και αποκρουστική. Ο κρητικός λόγος είναι εντυπωσιακός, θελκτικός (περιεκτικός) και κρυστάλλινος, χωρίς περιττά στοιχεία. Η προφορά της κρητικής διαλέκτου εύηχη και ευκρινής. Ο κρητικός εκφράζεται με νόημα καταληπτό και ξεκάθαρο, χωρίς να πετά υπαινιγμούς και κατάπτυστες ειρωνείες.
Τσιτακισμός είναι ιδιωματικό γλωσσικό φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο το «κ» και το «χ» με τα φωνήεντα «ι», «ε», «ο», προφέρονται παχύτερα, παρεμβαλλομένου του σίγμα. Ούτω πως ο κρητικός λόγος αποκτά μιαν εντυπωσιακή έμφαση και μια αναμφισβήτητη αισθητική, Επομένως η πρωτοβουλία στην ομιλία του Δημ. Αρχοντάκη με τον εμπλουτισμό ενός προσφιλούς διηγήματος, στην κρητική διάλεκτο, ήταν η προσήκουσα για την περίπτωση.
Ο συγγραφέας με τον πλούτο των κρητικών ιδιωματισμών στις καθημερινές σκηνές του χωριού, αναδεικνύει στο διήγημα την ανέμελη αλλά και ταλαίπωρη ζωή του χωρικού. Σκηνές στατικές, αμετάβλητες και καθιερωμένες, αλλά και πιεστικές από τις καθημερινές ανάγκες. Ο Κοτσυφόμυρος θα σφάξει το μαρτή (οικιακό ζώο) και μη υπάρχοντος κρεοπωλείου, θα το γδάρει σ’ ένα ρυάκι και θα το καταστέσει (ετοιμάσει) για τα υπόλοιπα. Θα πάει στο χαρκιά (σιδερά) για το αλέτρι, θα μαζέψει ξύλα και ότι άλλο θα του παραγγείλει η γυναίκα του και θα τα μεταφέρει με το ζώο για το νοικοκυριό του σπιτιού.
Όπως ενδεικτικά επισημαίνει ο συγγραφέας (σελ. 8) και με το διεισδυτικό του «βλέμμα» εύστοχα παρατηρεί: Όλες (οι κρητικές λέξεις) είναι βλαστήματα γλωσσικού ριζώματος της εποχής του Πλάτωνα ή του Ισοκράτη ή και πολύ παλαιότερου, καμιά δεν είναι ξενικής προελεύσεως και όλες επέζησαν χάρη στην προφορική παράδοση του κρητικού λόγου».
Πολύ σημαντικό το κρητικό γλωσσάρι (σελ. 9-20) για μια διαφωτιστική ενημέρωση από μια αυθεντική, πειστική μαρτυρία για την διαχρονία του κρητικού λόγου. Ο συγγραφέας σ’ αυτήν την αποκαλυπτική του πραγματεία ανασύρει από ένα παρθένο έδαφος θέμα σχετικό με τις Πήλινες Πινακίδες της Κνωσού, των Μυκηναίων και της Πύλου οι οποίες διασώζουν την αρχέγονη μορφή της ελληνικής γλώσσας με τη Γραμμική Γραφή Β’ και αποδεικνύοντας περίτρανα ότι ο ζωντανός κρητικός λόγος αντλεί την εκφραστική του δύναμη από την πλούσια παράδοση του αρχαίου κρητικού λόγου και δη του μινωικού.
Ο συγγραφέας στις σελ. 26-30 εντοπίζει 116 λέξεις από το λεξιλόγιο του Κοτσυφόμυρου και τις μεταφέρει από το «μινωικό τους λίκνο» όπως επέζησαν και επιζούν. Εν συνεχεία επισημαίνει τη διαχρονικότητα του μεγάλου λεξιλογίου της ελληνικής γλώσσας με το εντυπωσιακό, αν όχι συναρπαστικό, φαινόμενο της εμφάνισης της ελληνικής γραφής από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και ότι η επιβίωση αυτή αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα κάτω από την κυριαρχία αλλόγλωσσων κατακτητών.
Καταπλήσσει ωστόσο αυτή η οξυδέρκεια, η ερευνητική διάθεση των αρχαιολόγων εκείνων μεταξύ των οποίων πρωτίστως ο αναφερόμενος Ventris να αποκρυπτογραφήσουν, να αποδώσουν και να ερμηνεύσουν αυτά τα σιβυλλικά σύμβολα – ιδεογράμματα. Είναι βαρυσήμαντο επίτευγμα αν όχι λεξικολογικός άθλος, δίνοντας γενναιόδωρα μιαν άλλη ευρύτερη άγνωστη διάσταση στο μινωικό πολιτισμό.
Ένα άλλο πρωτοποριακό επίτευγμα εγγράφεται μεταξύ των άλλων στο ενεργητικό του ταλαντούχου Δημ. Αρχοντάκη. Με εργαλείο αναφοράς ένα προσωπικό του ηθογραφικό διήγημα επέτυχε να αποδώσει χαρακτηριστικές λέξεις του κρητικού γλωσσικού ιδιώματος με μεταφραστική πιστότητα και αυθεντικότητα στη δυσνόητη, γριφώδη γραφή των μινωιτών με μιαν άρρητη και άριστη αντιστοιχία ετούτης με εκείνες. Ενδεικτικά αναφέρω τις λέξεις άνθρωπος <atoropo, ασκελέ <ke le a (σκελέα, σκέλα), δάσκαλος <di da ka re.
Κατά τον εξέχοντα γλωσσολόγο Γ. Μπαμπινιώτη «διαλεκτολογία είναι ο κλάδος της Γλωσσολογίας που ασχολείται με τη μελέτη των διαλέκτων, τις συνθήκες γεννήσεως και εξελίξεως τους. Διαπιστώνουμε σύμπτωση και ταύτιση απόψεων με εκείνες του Δημ. Αρχοντάκη που αναφέρει (σελ. 31) «…. η Γλώσσα δεν έχει στατικό χαρακτήρα, δεν «παγώνει» στο χρόνο αλλά εξελίσσεται…». Αλλά και ο μεγάλος δικός μας πανευρωπαϊκού κύρους, ο πολύς γλωσσολόγος Γ. Χατζηδάκης αναφέρει: «Η Γλώσσα παντός λαού μεταβάλλεται διαρκώς αλλά βραδέως και κατά την προφορά των λέξεων και κατά την σημασίαν των και κατά τας λέξεις αυτάς».
Ο Δημήτρης Αρχοντάκης επιτυγχάνει θεαματικά να επαληθεύσει και να επιβεβαιώσει και στην κρητική διάλεκτο τη γλωσσολογική θεωρία του Γ. Χατζηδάκη η οποία αναφέρεται στο φαινόμενο της διαχρονίας της ελληνικής γλώσσας, σημείο αναφοράς στο όλο έργο του. Ενδεικτικό παράδειγμα αναφέρεται μεταξύ των πολλών, η λέξη «αδελφός». Στην αρχαία ελληνική «δελφούς» σημαίνει «μήτρα» επομένως η λέξη «αδελφός» δηλώνει τον προερχόμενο από την ίδια μήτρα, τον ομομήτριο.
Πάντοτε προορατικός ο Δημ. Αρχοντάκης εντοπίζει και ανησυχεί για μια παγωμένη, θλιβερή πορεία και ανατροπή από την Επιστήμη (τη σύγχρονη και την τεχνολογία του Φυσικού κόσμου από έναν άλλο ανταγωνιστικό εν πολλοίς και εχθρικό, εκείνον που έχει διαμορφώσει ο πολιτισμός. Κάθε φορά που φεύγει ένας άνθρωπός χάνεται μαζί του ένα αναπόσπαστο «ποσόν» όχι μόνο γλωσσικού αλλά και βιωματικού υλικού.
Επισημαίνει επίσης ο συγγραφέας ότι είναι γεγονός η γλώσσα της Κρήτης, να υποκύπτει στην πλημμυρική εισβολή της Νέας Εποχής και να φθίνει. Και συνεχίζει. Η Διάλεκτος της Κρήτης έχει μια ιδιαίτερα εκφραστική δύναμη μια ευγένεια, θα έλεγα μια ιερότητα…
Ο Δημήτρης Αρχοντάκης επισείει τον κίνδυνο και κρούει τον κώδωνα για ένα επίμαχο θέμα και καθοριστικό φαινόμενο που αφορά όλους μας. Ο αφανισμός σήμερα της Κρητικής Διαλέκτου υποφώσκει στο πολιτιστικό μας γίγνεσθαι και μαζί μ’ αυτό χάνεται και καταλύεται κάθε ικμάδα της άδολης, άμεμπτης και ανεπίληπτης ψυχής του λαού μας.
Σήμερα προελαίνει το διαδίκτυο, γοητεύουν οι σειρήνες του καταναλωτισμού και ο λαϊκός μας πολιτισμός καταποντίζεται στον ιστοχώρο της κοινωνικής δικτύωσης με το νεολογικό όρο «τουίτερ». Ας σημειωθεί εν κατακλείδι ότι το διαδίκτυο έχει εισδύσει ακόμα και στην ολιγάριθμη κατοίκων αποξενωμένη και απομονωμένη κοινότητα.
Η τόσο επιμελημένη, αποκαλυπτική και πρωτίστως ευσυνείδητη αυτή πνευματική εργασία αναδεικνύει, προάγει και καταξιώνει τον παραγωγικό συμπολίτη, τον επαΐοντα, ειδήμονα επιστήμονα και κατά ευτυχή συγκυρία δήμαρχο Δημήτρη Αρχοντάκη.
Σαν Ρεθεμνιώτης νιώθω την ανάγκη να πω ότι του χρωστάω ένα μεγάλο ευχαριστώ για αυτό και για κάθε άλλο κοινωφελές επίτευγμα του «être l’ obbige» όπως λένε οι ευγενικοί Γάλλοι «Μένω υπόχρεος».