Τη διαφωνία τους για τη συμμετοχή του δημάρχου Ρεθύμνης στην 5η Ελληνογερμανική Συνδιάσκεψη, εξέφρασαν χθες στη διάρκεια του δημοτικού συμβουλίου τα μέλη της δημοτικής παράταξης «Ρέθυμνο-Αλληλεγγύη-Ανατροπή» που ζήτησαν εξηγήσεις από τον Γ. Μαρινάκη.
Να σημειωθεί ότι η 5η Ελληνογερμανική Συνδιάσκεψη πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο 4-7 Νοεμβρίου, με την παρουσία περισσότερων από 100 Ελλήνων δημάρχων και εκπροσώπων Περιφερειών της χώρας.
Στη διάρκεια της συζήτησης του συγκεκριμένου θέματος προκλήθηκε ένταση μεταξύ του δημάρχου Γ. Μαρινάκη και του επικεφαλής της δημοτικής παράταξης της αντιπολίτευσης Μ. Ανδρουλάκη.
Ο Γιώργος Μαρινάκης απαντώντας στην ερώτηση που τέθηκε από την αντιπολίτευση, υποστήριξε ότι βρέθηκε εκεί ως παρατηρητής, κάνοντας συγκεκριμένες παρεμβάσεις σε σχέση με το ελαιόλαδο και τις ΒΑΠΕ, ενώ εξήγησε πως παρών ήταν ο γεν. γραμματέας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελληνικής Κυβέρνησης.
Οι δύο άντρες λογομάχησαν και στην τοποθέτησή του ο Γιώργος Μαρινάκης, αναφερόμενος στη συμμετοχή του στην ελληνογερμανική συνδιάσκεψη, είπε μεταξύ άλλων: «Στο Βερολίνο πήγα και ο Δήμος Ρεθύμνου δεν πλήρωσε ούτε ένα ευρώ, ούτε δικαιούμαι ούτε ζήτησα αποζημίωση. Ουδέποτε ο Δήμος Ρεθύμνης συμπλήρωσε οποιαδήποτε φόρμα συμμετοχής ή συμμαχία ούτε και τώρα έγινε υπό οποιαδήποτε μορφή, γιατί θα έπρεπε να είχα την εξουσιοδότησή σας. Δεν την είχα. Ήμουν ως παρατηρητής στο Βερολίνο, πληρώθηκε το εισιτήριό μου από τη συγκεκριμένη διοργάνωση και τα υπόλοιπα έξοδα από έμενα. Κατά συνέπεια, δεν τίθεται θέμα ότι ο Δήμος Ρεθύμνης έχει υπογράψει οποιοδήποτε έγγραφο. Είχα όμως την ευκαιρία να δω ότι όλη αυτή η ιστορία είναι ένα παραφουσκωμένο μπαλόνι με πολύ δαιμονοποίηση, πολύ υποκρισία, γιατί τον μόνο άνθρωπο επίσημα που εγώ συνάντησα στο Βερολίνο, ήταν ο γεν. γραμματέας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ο κ. Κασίμης. Ο κ. Κασίμης επί δυο ώρες ανέλυσε την αγροτική πολιτική. Εγώ πήγα για να δω τι είναι αυτή η τεράστια φούσκα. Είναι ένα μπαλόνι, του οποίου η μοναδική αξία είναι να συναντιόμαστε δήμαρχοι με δήμαρχους. Ήταν η Περιφέρεια Κρήτης με δυο αντιπεριφερειάρχες τον κ. Βουλγαράκη και την κυρία Μανασάκη, ο δήμαρχος Χερσονήσου και άλλοι.
Τρεις παρεμβάσεις έγιναν από τον δήμαρχο Ρεθύμνης. Η πρώτη παρέμβαση ήταν δημόσια και η άλλη ιδιωτική στη σύνοδο μεταξύ των δημάρχων που είναι κυβερνητική. Δεν πάμε όλοι επειδή χαϊδεύουμε κανένα. Πάμε για να δούμε τι συμβαίνει γύρω μας. Γιατί βλέπουμε ότι τα κοινοτικά πλαίσια και το νέο ΕΣΠΑ θα μας αφήσει εκτός και πρέπει να κάνουμε γέφυρες με προγράμματα διευρωπαϊκά, συμμαχίες και να διεκδικήσουμε.
Η μια παρέμβασή μου αφορούσε στην αγροτική ανάπτυξη που έθεσα το θέμα έλλειψης πολίτικης διαχρονικά για το λάδι, και δεύτερον ότι η Ευρώπη με πολύ υποκρισία έχει χαμηλώσει τους ποιοτικούς δείκτες στην ταξινόμηση των ελαιολάδων, με αποτέλεσμα το ελληνικό λάδι να μπαίνει στην ίδια κατηγορία με λάδια μέτρια. Ζητάμε την ποιοτική αναβάθμιση των δεικτών -δεν την κάνουν γιατί τα οργανωμένα συμφέροντα των Ιταλών και των Ισπανών δεν το αφήνουν.
Η δεύτερη παρέμβασή μου ήταν για τις ΒΑΠΕ -όπου υπήρχαν και ιδιώτες επενδυτές που θέλανε να περάσουν την αντίληψη ότι εμείς εδώ στην Κρήτη, σηκώσαμε μπαϊράκι και επανάσταση και δεν θέλουμε καμία επένδυση.
Υπήρξε και ένα φερέφωνο συμπατριώτη μας δυστυχώς, που είπε πόσο κοστίζει το ρεύμα στην Κρήτη και πόσο το πληρώνετε, για να μας πει ότι ενώ κοστίζει ακριβά το πληρώνουμε φτηνά. Σε αυτό το θέμα μετά από μια εξαιρετική εισήγηση της κυρίας Μανασάκη, που είπε ότι εμείς δεν θέλουμε αυτή τη φαραωνική αντίληψη με τις ανεμογεννήτριες. Επίσης εξαιρετική ήταν η παρέμβαση του δημάρχου Χερσονήσου και ενός επιστήμονα από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο που εξήγησε γιατί οι ΒΑΠΕ, όπως ονειρεύονται κάποιοι δεν μπορούν να περπατήσουν εδώ και ότι είμαστε υπέρ μιας ήπιας και φιλικής αντιμετώπισης του θέματος ενέργειας και εξοικονόμησής της-πήρα το λόγο και είπα ότι δεν τις θέλουμε.
Με τον κ. Κασίμη είχα μια προσωπική συζήτηση, θα έλθει στην Κρήτη σύντομα να μιλήσουμε για το θέμα του ελαιολάδου και μου έδωσε μια ευχάριστη είδηση ότι για τα έργα τα οποία είναι υπό την ευθύνη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, βρέθηκε τρόπος να πάνε ως έργα γέφυρα χωρίς να χαθούν, αρκεί μέχρι 31-12 να χει πληρωθεί ένας λογαριασμός. Παρακάλεσε ωστόσο να απορροφήσουμε το δυνατόν περισσότερα κονδύλια, διότι όσα περισσότερα πάμε γέφυρα τόσο λιγότερο θα είναι το υπόλοιπο πακέτο, άλλα τα έργα δεν χάνονται.
Αυτή ήταν η επίσκεψή μου που με πολύ δισταγμό και μετά από παρότρυνση συναδέλφων που εμπιστεύομαι την κρίση τους, παραβρέθηκα. Το είπα και στον υπουργό την περασμένη Κυριακή, ότι δαιμονοποιούμε μια φούσκα. Δεν βγαίνει τίποτα. Το μόνο που μπορεί να βγει είναι η τοπική αυτοδιοίκηση να μπορεί να εξασφαλίζει πόρους -πάνω από τα κράτη -στα πλαίσια της Αποκέντρωσης.
Στο τέλος κάναμε μια έκθεση για το πως μας φάνηκε, και εγώ έβαλα βαθμό 4. Θεωρώ ότι όλα αυτά δεν προσφέρουν τίποτα παρά μόνο είδαμε κάποιες καλές πρακτικές από άλλους Δήμους, τι κάνουμε στα έξυπνα κτίρια, έξυπνα συντονιστικά κέντρα, προχωρημένα ερευνητικά κέντρα για το πως μελετούν κάποια πράγματα».
Στο κείμενο της ερώτησης προς τον δήμαρχο ο επικεφαλής της παράταξης Ρέθυμνο -Αλληλεγγύη -Ανατροπή, τονίζει:
«Για ενημερωτικούς λόγους οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι τούτη η «Ελληνογερμανική Συνέλευση» μαζί με το «Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον» και το «Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας» θεσμοθετήθηκε στο πλαίσιο του «Συμφώνου Ελληνογερμανικής Συνεργασίας» που συνυπέγραψαν ο Γιώργος Παπανδρέου και η Άνγκελα Μέρκελ τον Μάιο του 2010, την περίοδο δηλαδή υπογραφής του πρώτου μνημονίου και της σχετικής δανειακής σύμβασης, που τόσα δεινά επέφεραν στην ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Όπως έχουν επισημάνει σχετικά δημοσιεύματα και αυτοδιοικητικές κινήσεις, οι τρεις παραπάνω δομές τελούν υπό τον εποπτεία του Γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών και έχουν ως επικεφαλή τον περιβόητο κ. Φούχτελ, ο οποίος τον Σεπτέμβριο του 2014 είχε αποστείλει ένα οκτασέλιδο ερωτηματολόγιο εκ μέρους της «Ελληνογερμανικής Συμμαχίας» σε ελληνικούς Δήμους και Περιφέρειες, ζητώντας να μάθει τα περιουσιακά στοιχεία των ΟΤΑ και την ακριβή σύσταση του πληθυσμού τους.
Εκείνη την περίοδο το Ρέθυμνο-Αλληλεγγύη -Ανατροπή είχε δημόσια απευθυνθεί στον κύριο δήμαρχο, ερωτώντας αν είχε παραλάβει το σχετικό ερωτηματολόγιο και αν το είχε συμπληρώσει. Οι αρνητικές απαντήσεις του κ. Μαρινάκη, με την επιλογή του να συμμετέχει στην πέμπτη συνάντηση του καινοφανούς αυτού δικτύου, έρχεται να ακυρώσει τις εντυπώσεις που τότε καλλιέργησε: ότι δηλαδή καμία σχέση δεν έχει αναπτύξει ο ίδιος και κατ’ επέκταση ο Δήμος μας με την Ελληνογερμανική Συνέλευση.
Όπως έχει επισημανθεί τούτη η επιβεβλημένη από τη γερμανική κυβέρνηση δικτύωση των ελληνικών ΟΤΑ με γερμανικούς θεσμούς δεν έχει κανενός είδους προηγούμενο στο εσωτερικό της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου για τις Αποζημιώσεις πρόκειται για μια ετεροβαρή και σε πλήρη αντίθεση με το ελληνικό Σύνταγμα και την κοινοτική νομοθεσία συμφωνία, η οποία προβλέπει την προνομιακή για τους Γερμανούς «συνεργασία» των δύο χωρών στην «αναμόρφωση» του ελληνικού συστήματος υγείας, στην οικονομική ανάπτυξη, σε ζητήματα μετανάστευσης, στον τουρισμό, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην παιδεία».
Ερωτάται, λοιπόν, ο δήμαρχος Ρεθύμνου:
-Πότε αποφάσισε να προσχωρήσει στην Ελληνογερμανική Συνεργασία;
-Τι είδους δεδομένα του έχουν ζητηθεί και ποια από αυτά έδωσε στην εν λόγω δομή;
-Ποια έγγραφα συνεργασίας και συμμετοχής στην Ελληνογερμανική Συνεργασία έχει υπογράψει;
-Ποιες είναι οι συνέπειες της συμμετοχής του για τον Δήμο Ρεθύμνης και πώς σκέφτεται να συνεχίσει τη συνεργασία του μετά την 5η Συνάντηση στην οποία συμμετείχε;
Το Ρέθυμνο -Αλληλεγγύη -Ανατροπή ζητά από το Δημοτικό Συμβούλιο να πάρει σαφή θέση απόρριψης της συμμετοχής του Δήμου μας στην Ελληνογερμανική Συνεργασία, αποκρούοντας τις νεο-αποικιακές πολιτικές των ισχυρών της νεοφιλελεύθερης Ευρώπης, οι οποίες καθιστούν τους δημοκρατικά εκλεγμένους θεσμούς (Κοινοβούλιο, τοπικά κέντρα λήψης αποφάσεων) απλούς εκτελεστικούς και διαχειριστικούς βραχίονες άσκησης και εφαρμογής πολιτικών που δεν έχουν καμία δημοκρατική νομιμοποίηση.
Ως Δημοτικό Συμβούλιο οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι τα σύνθετα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι της περιοχής μας δεν επιλύονται μέσα από αδιαφανείς συμφωνίες με τους νέους αποικιοκράτες της Ευρώπης, αλλά μέσα από τον εντατικό διάλογο με την τοπική κοινωνία, την αξιοποίηση του υφιστάμενου ανθρώπινου κεφαλαίου και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, με στόχο κατ’ αρχήν την αποτύπωση των άμεσων αναγκών των κατοίκων και συνακόλουθα τη διαμόρφωση ενός πλαισίου ανάπτυξης της τοπικής κοινωνίας, που όντως θα υπηρετεί τις ανάγκες των πολλών, θα διευρύνει την δημοκρατική συμμετοχή και θα εγγυάται την προστασία του περιβάλλοντος».