Κάποτε όταν στην Περιφέρεια Κρήτης οι πολίτες αντιμετωπίζονταν ισάξια και ισότιμα, έτυχε να γνωρίσω έναν σπουδαίο κρατικό λειτουργό, τον κ. Κώστα Ψαρουδάκη, προϊστάμενο της Υ.Π.Α.Κ, που μας είχε εντυπωσιάσει με τον τρόπο που διαχειριζόταν κάθε περίπτωση που του ανέθεταν. Κυρίως μας είχε καταπλήξει η ανθρωπιά του και το ήθος του.
Και δεν χάναμε ευκαιρία να τον αναφέρουμε κάθε φορά που αναζητούσαμε πρότυπα υπαλλήλων που τιμούσαν την υπηρεσία τους.
Πέρασαν τα χρόνια και πολύ πρόσφατα έλαβα ένα εξαιρετικό βιβλίο 680 σελίδων που με εντυπωσίασε. Ήταν μια λεπτομερής αναφορά στους Ψαρουδάκηδες του Αποδούλου. Ένα πόνημα ψυχής, μια κιβωτό μνήμης δυο αιώνων που εκτός από την οικογένεια φωτίζει και πολλές σελίδες της σύγχρονης ιστορίας. Υπογραφή Κώστας Νικ. Ψαρουδάκης. Ήταν ο προϊστάμενος της Υ.Π.Α.Κ. που θυμόμουν με τόση εκτίμηση και αγάπη.
Πήρα να τον συγχαρώ και να του πω ότι παρόμοια εργασία είχα να δω από την «Καλλίτσα» του Κριτόλαου Ψαρουδάκη που αν και αντιμετώπιζε τεράστιο πρόβλημα υγείας εν τούτοις έδινε το παράδειγμα του αγώνα για τη ζωή μέσα από τη δημιουργία.
Κι εκείνος μου είπε απλά, χωρίς να προχωρήσουμε σε λεπτομέρειες ότι αν δεν είχε την Ειρήνη του, το φως των ματιών του δεν θα τολμούσε, δεν θα μπορούσε να ολοκληρώσει αυτή την έκδοση που είχε όνειρο ζωής. Έτσι γνωρίσαμε και το συγγραφέα Κώστα Νικ. Ψαρουδάκη.
Μια πένα μοναδική όπως θα κρίνετε και σεις διαβάζοντας την απάντησή του όταν του ζήτησα να μου μιλήσει για τον εαυτό του.
«Ένας πελαργός πετούσε πάνω από την Κρήτη άρχισε να μου λέει. Αργοπετούσε κι αγνάντευε από ψηλά βουνά, πεδιάδες και χωριά. Στο ράμφος του κρατούσε μια μωρουδίστικη πάνα όπου ήταν τυλιγμένο ένα μικρό αγοράκι. Έψαχνε κι έψαχνε, προχωρούσε από εδώ κι από εκεί κοιτώντας. Λες κι ήθελε να φέρει σε πέρας μια υποχρέωση, ένα θέλημα. Αυτό κράτησε αρκετά μέχρι που γύρισε όλα τα μονοπάτια και τους δρόμους του κρητικού ουρανού.
Σα βρέθηκε στα νοτικά του Ψηλορείτη και πάνω από τ’ αμαριώτικο πλάτωμα, κοντοφτερούγισε, έκαμε μερικούς κύκλους κι άρχισε να χαμηλώνει. Είχε βρεθεί στους τόπους που ξένοι και δικοί από παλιά αποκαλούσαν «Παράδεισο» της Κρήτης. Όχι μόνο για τις φυσικές ομορφιές που ο θεός Πάνας χάρισε στα μέρη αυτά, αλλά και για τους κατοίκους του. Μαθεμένοι από τότε που ανάτρεφαν, μεγάλωναν και προστάτευαν τον Δία, ήταν φιλόξενοι, ήσυχοι και πράοι. Ζούσαν ειρηνικά μεταξύ τους, με σύμπνοια και αγάπη. Είχαν γεννήσει έναν δικό τους πολιτισμό.
Εκεί στα ριζά του βουνού, πάνω στην αμπαδιώτικη κοιλάδα απ’ όπου αγναντεύεις τη νότια θάλασσα, αυτή του Λιβυκού και τα αηβασιλιώτικα βουνά, εκεί, στα πόδια του Ψηλορείτη ο πελαργός αποφάσισε να αφήσει το μωρό που κρατούσε. Λες και το πουλί γνώριζε τις επιθυμίες του νεογέννητου και το απόθεσε στο χωριό του Αποδούλου. Ήταν ο ζεστός Ιούλης του 1932…
Τόπος φωτεινός, αεράτος, πλουτισμένος με ποικίλες ομορφιές, όπως την παλιά κρητική πατανία. Γεννήτρα καλλιεργημένων και μορφωμένων ανθρώπων, με πολλούς γραμματιζούμενους.
Αυτός ο τόπος αποτέλεσε την επιλογή του πελαργού, εκεί βρήκε η ζωή εμένα, τον Κωστή…»
Γόνος σπουδαίων αγωνιστών
Με τον ίδιο γλαφυρό τρόπο ο κ. Ψαρουδάκης μας μίλησε και για τους γονείς του.
Γονείς μου μας είπε, ο Νικόλαος Ψαρουδάκης και η Αγγελική Μηλολιδάκη, καταγόμενη από το αρχοντοχώρι της Μεσαράς, τους Βώρους. Στο σπιτικό με περίμεναν ήδη έξι αδέρφια. Δυστυχώς, άλλα δύο, σε μικρή ηλικία, πέταξαν με τα μικρά φτερά τους ως τον ουρανό…
Ως στερνοβύζι απολάμβανα τις αγκαλιές, την αγάπη και τα χάδια όλων, γονέων και αδερφών.
Η οικογένεια του πατέρα μου από τα πολύ παλιά χρόνια ήταν γνωστή, όχι μόνο στο Αμάρι, αλλά σε όλο το Ρέθεμνος και την Κρήτη, για τη συμμετοχή της στους απελευθερωτικούς αγώνες. Είναι γνωστά και αναγνωρισμένα, όχι μόνο από τους συνανθρώπους τους, αλλά και από την επιστημονική γραφίδα τα όσα πρόσφεραν πολεμώντας τον κατακτητή. Γνώρισε ακόμη και τη σκληρότητα του παιδομαζώματος.
Εκτός όμως από την αναγνώρισή της για όσα έκαμε και έδωσε στον κοινό αγώνα, ήταν και ο σεβασμός και η εκτίμηση που απολάμβανε και συνεχίζει να έχει ακόμα και τώρα για την εδραίωσή της πάνω σε αρχές και πιστεύω, ήθη και έθιμα, θέτοντας έτσι ισχυρά και στέρεα θεμέλια.
Στο οικογενειακό και πολιτιστικό αυτό περβόλι, το τόσο πλούσιο και γόνιμο, άρχισα κι εγώ να βγάζω τις πρώτες μου ρίζες και να μεγαλώνει το βλαστάρι που έβγαζε το δεντρί μου. Στον κήπο αυτό, το γεμάτο από πλουσιόδωρα εύγεστους κι αρωματικούς καρπούς, άπλωνα τα κλαδιά μου, προσπαθώντας να ψηλώνω κι εγώ, για να μη μείνω μικρό κι άκαρπο.
Οι οικονομικές και πολιτικές συνθήκες είχαν αρχίσει, ύστερα από τους πολέμους και τις κομματικές αναταράξεις, να ισορροπούν. Οι κάτοικοι της περιοχής, των ισχνών οικονομικών πόρων, ήταν πάντοτε ολημερίς της μέρας σκυμμένοι πάνω στη γη, καλλιεργώντας, μαζεύοντας τις ελιές και ξεθαμνώνοντας τα κτήματα που είχαν ξετουρκέψει.
Το ίδιο έκανε κι η οικογένειά μου. Αν και είχε αρκετά κτήματα, αυτά ζηλότυπα κι απαιτητικά σε ήθελαν κοντά τους. Οι γονείς και τα αδέλφια μου, όσα δεν φοιτούσαν στο Γυμνάσιο, από πρωΐας έπρεπε να «καλλωπίσουν» το πρόσωπο της γης και να δρέψουν τους καρπούς της.
Μαθήματα ζωής από τη σκληρή ανέχεια
- Δύσκολες εποχές για όλους
«Δυσκολίες, ανέχεια, αρρώστιες, ήταν το σύνηθες γνώριμο της εποχής και της περιοχής. Ήταν το πρώτο μάθημα που πήρα στη ζωή μου. Εργασία, δουλειά κάτω από τις πιο δύσκολες καιρικές συνθήκες αλλά και ενδυματολογικές και σιτιστικές καταστάσεις.
Πήρα το μάθημα ότι πρέπει να εργάζομαι, να προσπαθώ, ν’ αγωνίζομαι. Να αντιμετωπίζω πάνω στην εργασία τα πιο δύσκολα πράγματα, μόνος, κατάμονος, χωρίς κάποια βοήθεια και να τα βγάζω εις πέρας. «Δεινής ανάγκης, ουδέν ισχυρότερον», όπως αναφέρω και σε άλλο σημείο. Δυσκολίες που σήμερα φαντάζουν σαν «κακό παραμύθι». Μόνος και κατάμονος έπρεπε στην εξοχή και παντού να πάρεις δύσκολες πρωτοβουλίες. Αυτό ήταν το θείο βάπτισμα που παίρναμε. Αυτό μας γέμισε δύναμη και πίστη στον εαυτό μας για όλη μας τη ζωή.
Άλλο μάθημα που πήρα και που το εμπέδωνα με το χρόνο, ήταν ο σεβασμός και η εκτίμηση της προσπάθειας που έκαναν οι γονείς μου για να μας αναθρέψουν και να μας οδηγήσουν ένα βήμα πιο πέρα από τη δική τους πορεία. Σιγά-σιγά γράψαμε στο βιβλίο της ψυχής μας τον αγώνα των γονιών μας, που κάτω από την βροχή και το κρύο ή τον καυτό ήλιο μάζευαν τον καρπό της γης».
- Μιλήστε μας για τις σπουδές σας
«Ο δρόμος της εκπαίδευσής μου αρχινά από το Δημοτικό Σχολείο Αποδούλου με πνευματικό καλλιεργητή, σπορέα και πραγματικό λειτουργό, το δάσκαλο και αδερφό μου, Ευάγγελο Ψαρουδάκη.
Τις πλούσιες γνώσεις του τις μετέδιδε ως εύληπτη τροφή στους μαθητές του και τους παρακινούσε να ακολουθήσουν την παράδοση του Αποδούλου στα Γράμματα.
Συνέχισα στο Γυμνάσιο Ρεθύμνης, αμέσως μετά την απελευθέρωση. Συνθήκες πολύ δύσκολες. Συγκοινωνία ανύπαρκτη. Οφείλαμε να διανύσουμε στις αρχές του σχολικού έτους και τις γιορτές, μεγάλες αποστάσεις ακόμη και νύκτα, χειμώνα και καλοκαίρι, να πάρουμε το φορτηγό αυτοκίνητο για το Ρέθεμνος. Σ’ ένα σακί τα βάζαμε όλα, τρόφιμα, όσπρια, ψωμί, παξιμάδι, τα λίγα ρούχα μας. Επίσης, εφοδιαζόμασταν και τα καυσόξυλα, απαραίτητα για την παρασκευή του φαγητού μας.
Νοικιάζαμε ένα δωμάτιο μαζί με άλλους μαθητές. Ένα δωμάτιο για τέσσερα άτομα, μόνο με τέσσερις τοίχους. Δεν είχε παροχή νερού, τουαλέτα, κουζίνα και έπιπλα. Ηλεκτρική παροχή ανύπαρκτη, εκτός από έναν λαμπτήρα 60Watt -τόσο επιτρεπόταν από τον πάροχο της ηλεκτρικής ενέργειας.
Στο δωμάτιο αυτό μαγειρεύαμε, τρώγαμε, γράφαμε τις παραδόσεις των μαθημάτων και διαβάζαμε. Η υγιεινή του σώματος ήταν λίγο νερό στο πρόσωπο το πρωί. Τις μικροαρρώστιες τις αντιμετωπίζαμε μόνοι μας με τα βότανα και τις παλιές συνταγές. Συνήθως υποφέραμε από μαλαθράκους (δοθηίνες) και χιονίστρες (ελαφρά κρυοπαγήματα).
Στο Γυμνάσιο, στις πρώτες τουλάχιστον τάξεις, η κατάσταση δεν ήταν η καλύτερη. Πολλοί μαθητές στην ίδια αίθουσα, μερικοί από τους οποίους προέρχονταν μάλιστα από το αντάρτικο της κατοχής, έχοντας μαζί τους και τον οπλισμό τους.
Φροντιστήρια και βοηθητικά βιβλία (μεταφράσεις και λύσεις ασκήσεων) δεν υπήρχαν. Η αυστηρότητα του σχολείου για την εσω και εξωσχολική συμπεριφορά μας ήταν πολύ αυστηρή. Ήταν μέτρο πρόνοιας για τα παιδιά της υπαίθρου που βρίσκονταν μακριά από την ακτίνα επίβλεψης της οικογένειας.
Με όλες τις δυσκολίες ενός χωριατόπαιδου στην πόλη -τόσο δύσκολες που σήμερα η αφήγησή μου θα χαρακτηριζόταν ως γλαφυρό παραμύθι- ολοκλήρωσα το 1950 τις σπουδές μου στο εξατάξιο, τότε, Γυμνάσιο, ευρισκόμενος στις υψηλές θέσεις των καλών μαθητών. Συνέχισα την παράδοση της οικογένειας των Ψαρουδάκηδων».
- Και ακολουθήσατε ανώτερες σπουδές
«Με το τέλος των γυμνασιακών μου σπουδών αναγκάστηκα να ανακόψω πρόσκαιρα τη μετάβασή μου στην πανεπιστημιακή μου εκπαίδευση. Τέλειωναν δυο αδέρφια μου το Πανεπιστήμιο. Οι οικονομικές δυνατότητες της οικογένειάς μου δεν επέτρεπαν άλλες επιβαρύνσεις. Αναγκαστικά ασχολήθηκα με την καλλιέργεια των κτημάτων μας. Έπιασα την έγχερη του αλετριού και όργωσα τα χωράφια, σπέρνοντας το στάρι, τα όσπρια και τα κηπευτικά. Μαζέψαμε τις ελιές, θερίσαμε τα σπαρτά, τα αλωνίσαμε και η σοδειά του καρπού γέμισε τα πιθάρια και τα κουρούπια.
Η σκαλίδα ήταν τακτικός σύντροφός μου στα αμπέλια και τα περβόλια. Τα βράδια, όσο μπορούσα και άντεχα, διάβαζα κάτω από το τρεμουλιαστό φως του λύχνου.
Ένα μήνα πριν τις εισαγωγικές εξετάσεις για την εισαγωγή στα Πανεπιστήμια, μετέβηκα στην Αθήνα, προκειμένου να συμμετάσχω σε αυτές, προετοιμαζόμενος για τη Νομική Σχολή. Η διακοπή επί ένα χρόνο της μελέτης, με ανάγκασε να αλλάξω επαγγελματικό προσανατολισμό. Από την Ιατρική που είχα βάλει ρότα να ακολουθήσω παρακολουθώντας μαθήματα στο Πρακτικό τμήμα του Γυμνασίου, βρέθηκα στην απέναντι όχθη. Παράλληλα με τη Νομική, δήλωσα συμμετοχή στις εισαγωγικές εξετάσεις στην Πάντειο Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστημών. Απέτυχα στη Νομική, λόγω της γλώσσας των Λατινικών, αλλά πέτυχα στην Πάντειο».
Το καθήκον στην οικογένεια τον καλούσε
«Τα κτήματά μας όμως στο Αποδούλου «διαμαρτυρήθηκαν» που θα τα εγκατέλειπα κι έτσι μη θέλοντας να τα πικράνω, επέστρεψα στις αγροτικές εργασίες. Οι γονείς μου είχαν υπερβεί τον ηλικιακό Ρουβίκωνα, εξαντλώντας όλες τους τις δυνάμεις για εμάς.
Καλλιεργούσα τη γη και συγχρόνως «εκαλλιεργούμουν» κι εγώ, κάτω από το φως του αγαπημένου μου λαδόλυχνου και της λάμπας πετρελαίου.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρω με πολλή αγάπη και σεβασμό ότι είχα πάντοτε τη ζεστή υποστήριξη από τα αδέρφια μου. Εκτός όμως από την ηθική στήριξη, αρκετές φορές τα αδέλφια μου με ενίσχυσαν και οικονομικά».
- Ολοκληρώσατε όμως τις σπουδές σας
«Ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στην Πάντειο και έβαλα την πορεία της ζωής μου σε άλλο πλεούμενο για μια υποχρεωτική διαδρομή. Αυτή της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων μου προς την Πατρίδα. Υπηρέτησα ως Έφεδρος Ανθυπολοχαγός στη Λαμία από το 1956 έως το 1958.
Στο τέλος της θητείας μου γράφτηκα στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης. Όντας φοιτητής και μελετών κατ’ οίκον, διορίστηκα ως έκτακτος υπάλληλος στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία. Το 1960 τοποθετήθηκα στο Ρέθεμνος. Εκεί είδα τη θεϊκή συμπάθεια και ευμένεια. Μέσα από ένα θάμπος φωτός που έλουσε την ψυχή μου, ανέτειλε ένας άλλος ήλιος, άδυτος, που με ζέσταινε και συνεχίζει ακόμα να με ζεσταίνει, να με θάλπει, με όλα τα αγαθά, τα σπάνια και δυσεύρετα που έχει η ζωή, αλλά τα βρίσκω στην ψυχή της. Εκεί γνώρισα την Ειρήνη Μπαλαμούτσου, τη μέλλουσα σύζυγο και συνοδοιπόρο της ζωής μου».
- Παραμείνατε ωστόσο στο δημόσιο
«Συνέχισα την υπηρεσία μου στο Υπουργείο Συντονισμού (Εθνικής Οικονομίας σήμερα). Ήμουν από τα πρώτα στελέχη της ιδρυθείσης εν έτει 1962, Υπηρεσίας Περιφερειακής Αναπτύξεως Κρήτης (ΥΠΑΚ), με έδρα το Ηράκλειο. Ήταν αντίστοιχη της σημερινής Περιφέρειας, αλλά κυρίως σε θέματα αναπτυξιακά. Εργαζόμενος στην ΥΠΑΚ, αποφοίτησα από την Νομική Σχολή. Τότε προκηρύχθηκαν εξετάσεις στη γαλλική γλώσσα, προκειμένου όσοι επιτύχουν, να παρακολουθήσουν ως υπότροφοι τόσο της Ελλάδας, όσο και της Γαλλίας, μαθήματα περιφερειακής ανάπτυξης στην περίφημη Ecole Nationale de Paris (Εθνική Σχολή Διοίκησης των Παρισίων). Επιτυχόντες και οι δύο μνηστευθέντες -ήδη-, παρακολουθήσαμε το έτος 1965 τα σχετικά μαθήματα.
Συνέχισα εργαζόμενος στην Υ.Π.Α.Κ. ως υπεύθυνος διαφόρων Τμημάτων. Κατά την δεκαετία του ’80 ήμουν υπεύθυνος του Τμήματος Ιδιωτικών Επενδύσεων, θέση που απαιτούσε πολλή εργασία, μεγάλη προσοχή και αντοχή στις προσπάθειες πολιτικών παρεμβάσεων και πιέσεων αλλά και το οδυνηρότερο, προσπάθεια εξαγοράς χαρακτήρα και συνειδήσεως. Ευτυχώς παρά τις δελεαστικές, κάποιες φορές προτάσεις, βγήκα καθαρός και αλώβητος. Το έτος 1993 ορίστηκα Προϊστάμενος της Υ.Π.Α.Κ. και το 1995 συνταξιοδοτήθηκα».
- Καταφέρατε να δημιουργήσετε και μια λαμπρή οικογένεια. Μας εντυπωσιάζει μάλιστα ο τρόπος που αναφέρεστε στη σύζυγό σας
«Παντρευτήκαμε με την Ειρήνη το 1966. Εκείνη εργάστηκε στη Στατιστική Υπηρεσία Νομού Ηρακλείου. Αποκτήσαμε τρία παιδιά. Τον Νίκο, καθηγητή Μαθηματικών και Πληροφορικής στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, τον Μιχάλη, Πολιτικό Μηχανικό, στέλεχος της Περιφέρειας Κρήτης και την Αγγελική, Συντηρήτρια Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου του ΥΠΠΟΑ».
- Και πώς ασχοληθήκατε με τη συγγραφή; Ποια ήταν η αφορμή;
Πιστεύοντας ότι τα ιστορικά και λαογραφικά δημιουργήματα κάθε λαού είναι το υλικό με το οποίο δομείται ο πολιτισμός και με το οποίο πλάθεται και διαπλάθεται ο χαρακτήρας του, θέλησα και εγώ να διαφυλάξω όσα από τα στοιχεία αυτά μπορούσα στην περιοχή μου. Έπειτα από πολυετή εργασία, βγήκε το βιβλίο μου «Οικογένεια Ψαρουδάκηδων Αποδούλου Αμαρίου – Δύο αιώνες Ιστορίας και Λαογραφίας» Ηράκλειο 2020.
Επίσης, έχει δημοσιευτεί εργασία μου με τίτλο «Η εκπαίδευση στην Αμπαδιά επί τουρκοκρατίας και η περίπτωση της «Παιδομαθίας», σχολικού εγχειριδίου του 1827» στα πρακτικά του Διεθνούς Επιστημονικού Συνέδριου: «Η επαρχία Αμαρίου από την αρχαιότητα ως σήμερα» (Περιβάλλον – Αρχαιολογία – Ιστορία – Λαογραφία – Κοινωνία) που έλαβε χώρα στο Αμάρι τον Αύγουστο του 2010. Επιπλέον, στα «Κρητολογικά Γράμματα», Ρέθυμνο 2013, της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνης, έχει δημοσιευτεί το άρθρο μου «Λαϊκή μετεωρολογία των κατοίκων της Αμπαδιάς Αμαρίου Ρεθύμνης».
- Συγχωρείστε την αδιακρισία αλλά περιπτώσεις όπως η δική σας, να αντιμετωπίζετε τόσο σοβαρό πρόβλημα όρασης και να συνεχίζετε τη δράση σας αποτελεί μήνυμα ζωής. Αποτελείτε ένα ζωντανό παράδειγμα αγώνα. Σκέπτεστε να συνεχίσετε τη συγγραφή;
«Συνεχίζω το γράψιμο, παρά τις δυσκολίες που μου προκαλεί η οφθαλμολογική μου ανικανότητα, αλλά και η ηλικία μου. Το νέο πόνημά μου θα είναι βιβλίο με τον τίτλο: «Όταν ήμασταν παιδιά…», όπου ασχολούμαι τόσο με τις εμπειρίες μου, αλλά και τα ακούσματα και μαρτυρίες παλαιοτέρων, αλλά και νεοτέρων μου».
Εδώ σώπασα από ανυπόκριτο θαυμασμό. Και υποκλίθηκα στο μεγαλείο ενός ανθρώπου που τίμησε την αποστολή του υπηρετώντας στο δημόσιο και τώρα μεγαλουργεί στο χώρο της λογοτεχνίας. Έστω κι αν φως των ματιών του είναι μόνον η Ειρήνη του. Η μούσα της ζωής του και η όαση της ύπαρξής του.