Την προώθηση ελληνικής πρότασης για ευρωπαϊκή στήριξη για την απορρόφηση των ανατιμήσεων αλλά και το «πάγωμα» των πλειστηριασμών για 3.000 ακίνητα που ανήκουν σε ευάλωτους δανειολήπτες ανακοίνωσε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός κατά την εισήγησή του στο Υπουργικό Συμβούλιο. Στο τραπέζι του Υπουργικού Συμβουλίου βρίσκονται οι εξελίξεις στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις της κρίσης για την Ελλάδα.
Η εισήγηση του πρωθυπουργού
Καλημέρα σας κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Καθώς είχαμε μια εξαιρετικά πλούσια ατζέντα, επιλέξαμε να κατατμήσουμε τα θέματα του Υπουργικού Συμβουλίου σε δύο συνεδριάσεις. Θα καλύψουμε τα μισά θέματα σήμερα και τα υπόλοιπα μισά σε μια έκτακτη συνεδρίαση που θα κάνουμε στις αρχές της επόμενης εβδομάδος.
Συνεδριάζουμε σήμερα στη σκιά των δραματικών εξελίξεων στην Ουκρανία, αλλά και στο φως νομίζω μιας ελάχιστης κοινής εθνικής στάσης, που αναδείχθηκε χθες στη Βουλή. Γιατί, παρά τις όποιες ενστάσεις ακούστηκαν, το βασικό μήνυμα είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Δίπλα στους ομογενείς της, δίπλα σε μια χώρα η οποία δέχεται εισβολή.
Πιστή στο Διεθνές Δίκαιο και αποφασισμένη μαζί με τους συμμάχους της, μαζί με την ευρωπαϊκή οικογένεια, να μην επιτρέψει τα σύνορα της Ευρώπης να αλλάξουν, ούτε ο κόσμος να ξαναγνωρίσει βία και ζώνες επιρροής. Η ελευθερία και η δημοκρατία να μην γίνουν όμηροι του αυταρχισμού και το ρολόι του 21ου αιώνα να μην δείξει πίσω, αλλά μπροστά. Μήνυμα που συμμερίζονται, πιστεύω, όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Έλληνες.
Οι εξελίξεις δικαιώνουν τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης. Πολιτικές οι οποίες υπηρετούν το εθνικό συμφέρον. Ας μην ξεχνάμε ότι ο αναθεωρητισμός συνεχίζει να πληγώνει την Κύπρο αλλά καραδοκεί και στη γειτονιά μας.
Και αποδεικνύουν οι επιλογές μας ότι οι ίσες αποστάσεις από θύτες και θύματα νομιμοποιούν τελικά το έγκλημα, κάνοντας την αποχή, συνενοχή. Και το εύκολο «όχι στον πόλεμο» είναι μια ευχή, αλλά πάντως δεν είναι πολιτική.
Πολιτική είναι να προτάσσεις, όπως έχουμε κάνει συστηματικά και μεθοδικά, την ενίσχυση της εθνικής άμυνας αλλά και την οικοδόμηση ισχυρών συμμαχιών.
Πολιτική είναι να θέτεις ως προτεραιότητα τη στρατηγική ευρωπαϊκή αυτονομία ως απάντηση σε αυτό το σύνθετο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον του μέλλοντος.
Και σε ό,τι αφορά αυτό το πεδίο η εθνική τοποθέτηση πιστεύω ότι έγινε παραπάνω από σαφής. Είμαστε στο ανατολικό σύνορο της Ευρώπης, γνωρίζοντας πολύ καλά τι συμβαίνει πέρα από αυτό. Και ακριβώς επειδή η Ελλάδα είναι στην άκρη της ηπείρου μας είναι και στην καρδιά της. Ανατολικά της Ευρώπης αλλά στο κέντρο πάντα της Δύσης. Είμαστε η Δύση και ανήκουμε στην ελευθερία.
Υπάρχει ωστόσο και το πεδίο της πολιτικής. Και εδώ είναι επίσης, νομίζω, καθαρό ότι στα σύνορα της Ουκρανίας δοκιμάζεται ασφαλώς η διεθνής σταθερότητα και νομιμότητα, όπως και οι αρχές της δημοκρατίας απέναντι σε αυτές του αυταρχισμού.
Όμως ταυτόχρονα κρίνονται σε όλο τον κόσμο, και εδώ στην πατρίδα μας, ποιοι αληθινά σήμερα είναι οι εκφραστές της προόδου και ποιοι της οπισθοδρόμησης.
Τέλος, υπάρχουν προφανώς και οι οικονομικές συνέπειες αυτής της πρωτόγνωρης κρίσης -θα συζητήσουμε εξάλλου το θέμα και θα μας κάνει και μία ενημέρωση ο Υπουργός Οικονομικών- δεν θα τις κρύψουμε. Θα πρέπει να τις διαχειριστούμε και θα τις διαχειριστούμε.
Χθες εξήγησα γιατί δεν ισχύει ο βολικός μύθος του δήθεν φθηνού λιγνίτη. Παρουσίασα το πρόγραμμά μας για την ενέργεια, το οποίο εκτείνεται σε πολλά επίπεδα, και διαβεβαίωσα ότι πέρα από τα 2 δισεκατομμύρια που έχουν ήδη διατεθεί για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, η στήριξη αυτή θα συνεχιστεί με έμφαση πάντα στους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας.
Προωθούμε ελληνική πρόταση για ευρωπαϊκή στήριξη για την απορρόφηση των ανατιμήσεων και βέβαια την προστασία του εισοδήματος, που πρέπει να αποτελεί πρώτη πολιτική μας προτεραιότητα. Αυτήν υπηρετούν και δύο από τα νομοθετήματα τα οποία θα εξετάσουμε και θα εγκρίνουμε σήμερα: ο ακόμα χαμηλότερος ΕΝΦΙΑ και η προστασία της πρώτης κατοικίας και των πιο ευάλωτων.
Σε ό,τι αφορά τον ΕΝΦΙΑ οι βασικές ρυθμίσεις έχουν ήδη περιγραφεί. Περιλαμβάνουν μεγαλύτερες ελαφρύνσεις από αυτές που είχαμε υποσχεθεί. Μία παρέμβαση που καθίσταται εξαιρετικά επίκαιρη τώρα, λαμβάνοντας υπόψη την πίεση την οποία δέχονται τα νοικοκυριά και το εισόδημά τους.
Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι συνολικά οι Έλληνες ιδιοκτήτες θα καταβάλουν κάτι παραπάνω από 30% λιγότερο φόρο για τα ακίνητά τους σε σχέση με αυτό το οποίο πλήρωναν το 2019. Μεγαλύτερη θα είναι η ελάφρυνση για όσους κατοικούν σε ζώνες χαμηλής και μέσης τιμής. Μικρή αύξηση θα βαραίνει μόνο μία μικρή μειοψηφία ιδιοκτητών σε περιοχές υψηλής αξίας. Διορθώνονται με αυτό τον τρόπο αδικίες του παρελθόντος.
Και βέβαια, έτσι συνεχίζει η κυβέρνηση την πολιτική της ελάφρυνσης από τα βάρη που προκαλούν οι φόροι και οι εισφορές του παρελθόντος. Μία πολιτική η οποία με αυτό τον τρόπο μειώνει τα έξοδα των νοικοκυριών, αυξάνει τη δυνατότητά τους να αμυνθούν απέναντι στην ακρίβεια.
Σε ό,τι αφορά τώρα την πρώτη κατοικία των πιο αδύναμων, με το νέο νομοσχέδιο παγώνει κάθε διαδικασία πλειστηριασμού 3.000 ακινήτων, τα οποία ανήκουν σε ευάλωτους δανειολήπτες. Και απλώνεται έτσι ένα πρόσθετο δίχτυ προστασίας γύρω από όσους δοκιμάζονται περισσότερο.
Τέλος, σε θεσμικό επίπεδο επιτρέψτε μου από τα θέματα του Υπουργικού Συμβουλίου να αναδείξω ξεχωριστά τις μεγάλες τομές στη Δικαιοσύνη. Μεγάλες τομές που εισάγονται με το νέο Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων -θα μας τα παρουσιάσει ο Υπουργός Δικαιοσύνης σε λίγο.
Για πρώτη φορά καθιερώνονται σαφή κριτήρια για τη διαμόρφωση του δικαστικού χάρτη της χώρας. Ποια δικαστήρια και σε ποιες έδρες πρέπει να λειτουργούν με βάση τις πραγματικές ανάγκες. Για πρώτη φορά επίσης οι δικαστικές αποφάσεις θα είναι ψηφιακά προσβάσιμες σε κάθε ενδιαφερόμενο. Και, ίσως το πιο σημαντικό κ. Υπουργέ της Δικαιοσύνης, στο εξής οι δικαστικοί λειτουργοί θα αναβαθμίζονται με βάση τη διαρκή τους επιμόρφωση αλλά και θα αξιολογούνται. Επαναλαμβάνω, θα αξιολογούνται από τους συναδέλφους τους με βάση την ταχύτητα έκδοσης των αποφάσεών τους. Πρόκειται για μία πολυεπίπεδη παρέμβαση που λύνει προβλήματα δεκαετιών της Δικαιοσύνης.
Κυρίως, όμως, έρχεται να αντιμετωπίσει το μεγάλο ζήτημα της γρήγορης απονομής της και ταυτόχρονα να εγγυηθεί την εγκυρότητα και τη διαφάνεια των αποφάσεών της. Είναι δηλαδή μία πολύ σημαντική μεταρρύθμιση η οποία ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη.