Μετά από μια τετραήμερης διάρκειας κακοκαιρία, ο ήλιος ανήμερα τα Χριστούγεννα ανέτειλε και πάλι λαμπρός. Όταν ο ήλιος λάμπει όλα τα ανθρώπινα πλάσματα νοιώθουν το άγγιγμα του λαμπρού φωτός να τα ζεσταίνει, αλλά και όλα τ’ άλλα ζωντανά πλάσματα ασφαλώς νοιώθουν ανάλογη ανακούφιση, κελαηδούν, βελάζουν, γίνεται η ζωή τους ευκολότερη, ευκολότερα βρίσκουνε τροφή και ταίρι για να ζευγαρώσουν.
Όσον αφορά στον άνθρωπο πιστεύω ότι με τη λιακάδα βελτιώνονται οι εγκεφαλικές λειτουργίες, ευνοείται η αλληλουχία των σκέψεων, τρέχουν καλύτερα οι συνειρμοί και στο βάθος του μυαλού ανάβουνε φώτα. Στη λιακάδα οι καλλιτέχνες ανεβάζουν στροφές, η έμπνευση μετατρέπεται αβίαστα δημιουργία. Πάνω απ’ όλα, ο λαμπερός ήλιος αντιμάχεται πεισματικά τη μιζέρια και την κατήφεια της σύγχρονης Ελλάδας ενδυναμώνοντας το λαό ο οποίος ούτως ή άλλως κρύβει μέσα του μια ακατανίκητη, έμφυτη, «γονιδιακή» αναγεννητική δύναμη.
Έτσι λοιπόν εκείνη τη μέρα ξεκίνησα τη βόλτα μου στη λιακάδα γεμάτος ελπίδες. Η πόλη με κοιτούσε βαριεστημένα, σαν να μου ‘λεγε:
– Μα που πας πάλι εσύ, τι επιτέλους ψάχνεις; Αφού καλά το ξέρεις, απ’ τα γρανάζια της δικής μου καθημερινότητας δεν θα μπορέσεις να βγεις ποτέ, ποτέ, τ’ ακούς;
Λίγο με νοιάζει τι μου λέει ο ένας κι ο άλλος. Εγώ θέλω να ζω κατά πως νοιώθω. Θέλω ο εγκέφαλός μου συνεχώς να γεννά και να αναγεννάται ξεκινώντας απ’ τα πιο απλά και φτάνοντας στα πλέον σύνθετα. Για παράδειγμα, στρέφεις το κεφάλι σου και κοιτάζεις τον ουρανό. Γιατί άραγε -αναρωτιέμαι- ο «ουρανός» είναι ουσιαστικό αρσενικού γένους; Τυχαία είναι αρσενικού γένους; Όχι βέβαια. Είναι αρσενικού γένους διότι ο ουρανός σαν γνήσιος αρσενικός γονιμοποιεί τη γη καταιονίζοντας τη βροχή του! Αντίστοιχα η «γη» είναι γένους θηλυκού διότι είναι εκείνη η οποία γονιμοποιείται απ’ τον ουρανό και «γεννά» τους θαυμαστούς καρπούς της. Έτσι θαρρώ πως μπαίνω στα άδυτα της ελληνικής γλώσσας και είναι πολύ τυχεροί όσοι μπορούν έστω και λίγο να διεισδύσουν εκεί.
Ο περίπατός μου στη λιακάδα του χειμωνιάτικου μεσημεριού συνεχίζεται. Το ήμερο τοπίο και το ζεστό -σχεδόν στοργικό- άγγιγμα των ηλιακών ακτίνων στο δέρμα μου με προσκαλούν να συνεχίσω.
Περπατώντας με μάλλον γρήγορο βήμα πλησιάζω προς τη θάλασσα. Αρνούμενος πεισματικά να δεχτώ τη «νηπιοποίηση» του εγκεφάλου μου, τον υποχρεώνω να ταξιδέψει κάπου εκατό χιλιάδες χρόνια πίσω, οπότε βλέπω καθαρά τον ηρωικό μου πρόγονο (με αρκετά διαφορετικό προσωπείο – πιθήκου βεβαίως) να εκμεταλλεύεται μια παρόμοια χειμωνιάτικη λιακάδα για να ψάξει την πολύτιμη τροφή (αυτό λέγεται αγώνας για επιβίωση), ενώ η καλή του με τα κουτσούβελα τον περιμένουν να γυρίσει στη σπηλιά με το θήραμα στην πλάτη. Εκστασιασμένος κι εκείνος σίγουρα κοιτάζει την ηλιόλουστη φύση γύρω του με ανακούφιση, αφού τα ένστικτά του δεν σφάλλουν ποτέ.
Η άριστη λειτουργία του γυμνασμένου εγκεφάλου μου, του επιτρέπει να πραγματοποιήσει ταχύτατα το επόμενο ταξίδι – αστραπή, αυτή τη φορά προς τα υστερομινωικά χρόνια, όπου οι χαμογελαστοί και χορτάτοι υπήκοοι του βασιλιά της Κρήτης συνεχίζουν τη συγκομιδή του ελαιοκάρπου για να ξεχειλίσουν με λάδι τα πιθάρια τα βασιλικά (σίγουρα θα περισσέψει και λίγο για τους υπηκόους), ενώ άλλοι εξασκούνται για να κάνουν μια άψογη εμφάνιση στα ταυροκαθάψια της εβδομάδας, (για τους αμύητους τα ταυροκαθάψια ήταν ταυροπαιδιές, δηλαδή παιχνίδια και αγώνες με άλματα πάνω από τους ταύρους και παρόμοια).
Αλλά πρώτιστα και κύρια, η λιακάδα και το φως αυτό το ζωογόνο, με παραπέμπουν στην Ελλάδα μας την Αρχαία, στη χώρα μας την προγονική: Χωρίς αυτό το φως, ο Φειδίας, ο Πραξιτέλης, ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης, ο Καλλίμαχος, δεν θα είχαν δημιουργήσει, δεν θα είχαν υπάρξει. Χωρίς αυτή τη φωτοβόλο ουράνια γαλήνη και ευφορία, ο Σωκράτης, ο Πλάτων, ο Ηράκλειτος, ο Πυθαγόρας, ο Επίκουρος, και όλοι οι άλλοι γίγαντες της αυγής του πολιτισμού σίγουρα δεν θα είχαν υπάρξει.
Η αλληλουχία και η αλληλεπίδραση των εγκεφαλικών μου κυττάρων μεταξύ τους είχε τώρα φτάσει στο ύψιστο επίπεδο απόδοσης. Η ψυχική ευφορία σαν επακόλουθο της πνευματικής πληρότητας είχε αρχίσει να ξεχειλίζει και να απλώνεται στα κύτταρά μου απ’ άκρη σ’ άκρη.
– Ιδού λοιπόν: Μια απλή βόλτα στη λιακάδα μπόρεσε να γεννήσει αρκετά ψήγματα αισιοδοξίας και ένα άρθρο στη φιλόξενη εφημερίδα μας, αναφώνησε ο Γιώργος, ο φιλόλογος και συμμαθητής μου, φορώντας το πιο πλατύ χαμόγελο στα χείλη του, ακριβώς έτσι όπως χαμογελά ένας δάσκαλος όταν χαίρεται για την πρόοδο του μαθητή του.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός