Η Βενετία και το Ρέθυμνο όσο και να μην φαίνονται τόσο σχετικές μεταξύ τους πόλεις ωστόσο αναλύοντας τα χαρακτηριστικά της καθεμιάς, μπορούν να βρεθούν πολλά στοιχεία που να τις κάνουν ιστορικά συγγενικές ή και ταυτόσημες, σε μια μορφή τουριστικής ανάπτυξης, που συνδυάζει τη Μεσαιωνική αρχιτεκτονική με το Υγρό στοιχείο.
Κατ’ αρχήν αναμφίβολα, η Βενετία, είναι το αρχιτεκτονικό διαμάντι της Μεσογείου.
Το μεγάλο πλεονέκτημά της είναι η ιδιαιτερότητα της συνύπαρξης της ρηχής θάλασσας, με τις στενές λωρίδες γης, όπου οικοδομήθηκαν κτίρια απαράμιλλης αρχιτεκτονικής ομορφιάς, Παλάτια, Δημόσια κτίρια και κατοικίες.
Έτσι η ελώδης περιοχή της Βορειοδυτικής ακτής του Αδριατικού κόλπου μετατράπηκε και εξελίχθηκε σε μια πόλη που όμοιά της δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο.
Το μειονέκτημα της θέσης και της φύσης του εδάφους της, απετέλεσε το ύψιστο πλεονέκτημα της κατοπινής της αίγλης.
Η περιοχή εποικίστηκε αρχικά, με πλεονέκτημα την ασφάλεια που παρείχε στους κατοίκους της, αφού ήταν δύσκολο στους εισβολείς να την καταλάβουν, γιατί μεσολαβούσαν τα προστατευτικά κανάλια. Τα κανάλια αυτά, ήταν η αποτελεσματικότεροι φυσική της οχύρωση.
Όταν αιώνες αργότερα οι Ενετοί ήρθαν ως κατακτητές στην Κρήτη λόγω του ότι γνώριζαν την μεγάλη τους αξία, όπου μπόρεσαν και ήταν αναγκαίο, κατασκεύασαν τεχνητούς τάφρους εν είδει καναλιών, περιμετρικά των τειχών των πόλεων και των Χανίων και του Ηρακλείου.
Στο Ρέθυμνο δεν χρειάστηκε να κατασκευάσουν τάφρο, αφού η φυσική οχύρωση του κάστρου της Φορτέτζας, προστατεύονταν από τα Δυτικά, το Βορά, και ανατολικά από τη θάλασσα, και μόνο μια στενή λωρίδα γης από τα Νοτικά συνέδεε την ξηρά με το Φρούριο.
Η θέση του Βενετσιάνικου τοπίου με τα οχυρωματικά του πλεονεκτήματα αλλά φυσικά και οι γεωπολιτικές συνθήκες της εποχής των Βυζαντινών χρόνων, αλλά και της Αναγέννησης, συνδυασμένες με τις χαρισματικές ηγεσίες των Κυβερνητών της των δοξασμένων Δόγηδων, ανέδειξαν τη Βενετία στις ισχυρότερες δυνάμεις της Μεσογείου.
Η Βενετία τέλη του 18ου αιώνα κατελήφθη από τον Μέγα Ναπολέοντα, και από τα μέσα του 1800 αποτέλεσε επαρχία του Ιταλικού Έθνους.
Η οικονομία της πόλης πάντα στηριζόταν κυρίως στο εμπόριο και στη βιοτεχνία.
Ωστόσο πολύ νωρίς, από τα τέλη του 1800 ο Τουρισμός αποτελούσε ισχυρό οικονομικό τομέα της πόλης.
Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, ο τουρισμός αποτέλεσε τον κύριο ή και τον μοναδικό οικονομικό τομέα της πόλης.
Σήμερα πια η πόλη δέχεται τουλάχιστον 50.000 επισκέπτες ημερησίως, που αθροίζουν τουλάχιστον 12 εκατ. ετησίως.
Τα αξιοθέατα της πόλης, είναι βέβαια η φυσική της θέση με τα κανάλια, τα μεγαλόπρεπα κτίρια παλάτια, ο μεγαλοπρεπής ναός του Αγίου Μάρκου και άλλες εκκλησίες καθολικές και ορθόδοξες αλλά κυρίως τα χιλιάδες καλοδιατηρημένα ιδιωτικά κτίρια κατοικίες, που τα περισσότερα έχουν μετατραπεί σε μικρά πολυτελή ξενοδοχεία.
Αυτά μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι τα στοιχεία που συνθέτουν το θαύμα της τουριστικής αξιοποίησης της Βενετίας.
Ας έρθουμε τώρα στην πόλη μας, την ιστορική πόλη του Ενετικού Ρεθύμνου, όπου μαζί με την παλιά πόλη της Βαλέτα στη Μάλτα, των Χανίων και της Ρόδου είναι από τις καλύτερα διατηρημένες Μεσαιωνικές πόλεις της Μεσογείου.
Σκιαγραφώντας την τοπιογραφία της Ιστορικής μας πόλης με τα ιδιαίτερα Ενετικά Μεσαιωνικά στοιχεία, μπορούμε να αναγνωρίσουμε αρκετά γνωρίσματα που συναντούμε και στη Βενετία.
Το πρώτο χαρακτηριστικό είναι πως το τμήμα της παλιάς πόλης είναι απόλυτα συνεκτικό, και οριοθετημένο, και επιπλέον έχει διασωθεί από οικιστικές και πολεοδομικές παρεμβάσεις που θα αλλοίωναν τη φυσιογνωμία του.
Η παλιά μας πόλη που οριοθετείται από μια νοητή γραμμή από την πλατεία του Αγνώστου Στρατιώτη και κατά μήκος της οδού Γερακάρη και Δημακοπούλου με κατεύθυνση προς τα Δυτικά έως και το γήπεδο της Σοχώρας, όπως ήταν και τα τείχη της παλιάς πόλης, έως και το Ενετικό λιμανάκι και τη Φορτέτζα, έχει καταπληκτική ομοιότητα με συνοικία της Βενετίας.
Αναφερόμαστε κατ’ αρχήν στις τρείς καθολικές Ενετικές εκκλησίες που έχουν μεν αναστηλωθεί αλλά υπολείπονται αρκετά ακόμα για την πλήρη ανάδειξή τους.
Είναι η εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου, της Αγίας Σοφίας στην Π. Κορωναίου, και του Αγίου Αντωνίου της Παδούης.
Πρόσφατα ανακαλύφθηκε και μία τέταρτη στην οδό Σουλίου που αποδίδεται στην εκκλησία της Αγίας Μαγδαληνής του τάγματος των Δομηνικανών μοναχών.
Επίσης στις τέσσερις τουλάχιστον ορθόδοξες εκκλησίες που έχουν κτιστεί από τον 17ο αιώνα και μετέπειτα, όπως τον καθεδρικό ναό της Παναγίας, την εκκλησία της Κυρίας των Αγγέλων, την εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης στη Φορτέτζα και τη νεώτερη των Αγίων τεσσάρων Μαρτύρων.
Ως προς τους ιστορικούς λατρευτικούς χώρους το Ρέθυμνο ως αξιοθέατα διαθέτει και τους πέντε Μωαμεθανικούς ναούς που εμπλουτίζουν την ιστορική πολιτισμικότητα του Ρεθύμνου.
Είναι το τζαμί Νερατζέ στην πλατεία Πετυχάκη, το τζαμί του Βελή Πασά στον Μασταμπά, το τζαμί Καρά Μουσά στην Αρκαδίου, το τζαμί της Βαλιδέ Σουλτάνας στην Τομπάζη, και το τέμενος του Σουλτάνου Ιμπραήμ Χαν στην Φορτέτζα.
Από τα σημαντικότερα επίσης αξιοθέατα είναι το θαυμάσιο Ενετικό κτίριο της Λότζια, και η μοναδική Κρήνη Ριμόντι στην πλατεία Πετυχάκη, αλλά και άλλες πέντε μικρότερες κρήνες.
Έχουμε επίσης το Ενετικό λιμάνι με τον Φάρο αλλά και το επίσης Ενετικό κάστρο της Φορτέτζας με τα πολλά ιστορικά κτίρια που υπάρχουν στον χώρο του.
Όμως η ομορφιά της παλιάς πόλης, είναι οι θαυμάσιοι στενοί δρόμοι της, όμοιοι αυτών της Βενετίας, και τα εκατοντάδες ιδιωτικά κτίρια διώροφες ή τριώροφες κατοικίες απαράμιλλης αρχιτεκτονικής που υπάρχουν στον οικοδομικό της ιστό.
Τα περισσότερα από αυτά τα κτίρια διαθέτουν καταπληκτικές εισόδους με υπέρθυρα και οικόσημα των ευγενών Ενετών κτητόρων τους ή και των μετέπειτα επίσης κατακτητών Μωαμεθανών.
Επιπλέον στο εσωτερικό τους ανευρίσκει κανείς καταπληκτικά στοιχεία Μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής.
Ορισμένα από αυτά έχουν αναστηλωθεί είτε ως ιδιωτικές κατοικίες είτε ως μικρά ξενοδοχεία, και έχουν αναδειχτεί σε κομψοτεχνήματα της παλιάς πόλης.
Σε αυτό σίγουρα έχει συμβάλει και η Αρχαιολογική Υπηρεσία, όπου κάτω από την καθοδήγηση των επιστημόνων της γίνονται με ευλάβεια οι όποιες αναστηλώσεις και μετασκευές.
Αν κάποιος παρατηρητής ατενίσει κάποια από αυτά τα αναστηλωμένα κτίρια και προσπαθήσει να φανταστεί την ολοκληρωμένη εικόνα και με τα υπόλοιπα, θα έχει μια εικόνα ενός από τα στενά δρομάκια της Βενετίας.
Ακόμη σε πολλά κτίρια κατοικιών υπάρχουν επίσης οι ξύλινες εξωτερικές προσθήκες του πρώτου ορόφου, τα λεγόμενα «σαχνισιά» που προστέθηκαν κατά τη Μωαμεθανική περίοδο της πόλης που επίσης εμπλουτίζουν την ιστορική πολιτισμικότητα του Ρεθύμνου.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να φανταστούμε την οδό Νικηφόρου Φωκά, τη Μελλισηνού, την Πάνου Κορωναίου, τη Νεοφύτου Πατελάρου και τόσα άλλα καταπληκτικά στενά δρομάκια με τα ανακαινισμένα κτίρια πώς θα είναι!
Μια απόλυτα Βενετσιάνικη εικόνα!
Βέβαια δεν μπορούμε να έχουμε τα καταπληκτικά κανάλια της Βενετίας.
Ωστόσο το υγρό στοιχείο είναι τόσο κοντά από το Ενετικό λιμανάκι, περιμετρικά της Φορτέτζας, και δυτικά ως το κολυμβητήριο που σε κάνει να νοιώθεις ότι είναι συστατικό της συνύπαρξης επισκέπτη και του μύθου που θα ήθελε να βιώσει.
Στόχος λοιπόν όλων αυτών των παρεμβάσεων θα είναι μια ολοκληρωμένη αξιοποίηση της παλιάς πόλης ισάξια εκείνης που υλοποιήθηκε στη Βενετία που θεωρείται ιδιαίτερα επιτυχημένη.
Επιπλέον το Ρέθυμνο διαθέτει και τη καταπληκτική παραλία ανατολικά της πόλης, όπου οι επισκέπτες μπορούν να την απολαμβάνουν συγχρόνως με τη διαμονή τους και την περιήγησή τους στην παλιά πόλη.
Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους επισκέπτες να μπορούν να διαμείνουν περισσότερες ημέρες στην πόλη και να έχουν ολοκληρωμένες διακοπές, αφού η διαμονή τους θα συνδυαστεί και με επισκέψεις στα αξιοθέατα και τους Αρχαιολογικούς χώρους της Κρήτης.
Όλα βέβαια αυτά θα πρέπει να μελετηθούν ως προς πολλές παραμέτρους, όπως ιστορικές, περιβαλλοντικές, βιοκλιματικές, κοινωνικές, οικονομικές και βέβαια αρχιτεκτονικές και αρχαιολογικές ώστε να διερευνηθούν όλα τα πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα των προτάσεων και λύσεων που θα επιλεγούν.
Θα πρέπει να εκπονηθεί λοιπόν κατ’ αρχήν στρατηγική μελέτη για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο παρέμβασης που βέβαια θα πρέπει να προκύψει και με την ουσιαστική διαβούλευση με τους πολίτες της πόλης.
Σίγουρα η μεγάλη δυσκολία στην υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδιασμού, θα είναι το οικονομικό κόστος, το οποίο θα είναι σημαντικό τόσον όσο προς τη δημόσια δαπάνη για τα έργα υποδομών, αλλά και για την ιδιωτική δαπάνη όσον αφορά την αναστήλωση των ιδιωτικών κτιρίων.
Ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός θα έχει σίγουρα την ισχυρή συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και των σχετικών της ταμείων, του Διαρθρωτικού, του ταμείου Συνοχής, καθώς και του Περιφερειακού ταμείου, εφόσον η πρόταση θα είναι τεκμηριωμένη και θα αποδεικνύει το τελικό αποτέλεσμα.
Όσον δε αφορά την ιδιωτική δαπάνη θα μπορεί να εκπονηθεί σχέδιο χρηματοδότησης με συνδυασμό ιδιωτικής συμμετοχής και χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, καθώς και της Τράπεζας Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης που στηρίζουν τέτοιες κοινοτικές πρωτοβουλίες.
Κοινοτικές πρωτοβουλίες που ήδη έχουν υλοποιήσει παρόμοιες αναπτυξιακές παρεμβάσεις σε ιστορικά κέντρα Ευρωπαϊκών πόλεων ήταν το πρόγραμμα URBAN και το πρόγραμμα JESSIKA.
Πόλεις που έχουν υλοποιήσει μεγάλης κλίμακας τέτοιες παρεμβάσεις σε περιοχές τους, μέσω των Ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών, είναι η Βαρκελώνη στη συνοικία El Raval, το Βερολίνο στη συνοικία Kreutzberg, επίσης η Ιταλική πόλη της Αδριατικής Τάραντο 50.000 κατοίκων σε ολόκληρο το ιστορικό της κέντρο, καθώς και άλλες.
Ο Δήμος Ρεθύμνου έχει υλοποιήσει πολλές παρεμβάσεις αξιοποιώντας Ευρωπαϊκά προγράμματα με ιδιαίτερη επιτυχία σε διάφορα σημεία της παλιάς πόλης και με μεγάλο σεβασμό στη φυσιογνωμία της.
Η ολοκληρωμένη παρέμβαση είναι ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο που για να υλοποιηθεί, θα χρειαστούν αρκετές συναινέσεις και αρκετές συζητήσεις.
Όσον νωρίτερα όμως αρχίσουν οι διεργασίες τόσον γρηγορότερα θα υπάρξει η ωρίμανση του έργου, τόσον στη συνείδηση των πολιτών του Ρεθύμνου, όσον όμως και της απαραίτητης επιστημονικής προετοιμασίας, ώστε σε κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα να μπορέσει να διατυπωθεί η τελική πρόταση που θα μπορέσει να διεκδικήσει την τύχη της για το καλό της πόλης και ολόκληρου του Νομού.