Η ιατρική μου ιδιότητα δημιουργεί μια υποχρέωση: Κάποτε πρέπει να απολογηθώ, να εκθέσω τα πεπραγμένα μου προς Εκείνους στους οποίους έδωσα τον Ιπποκρατικό όρκο. Δεν με νοιάζει αν και οι άλλοι κάνουν το ίδιο. Εγώ θα το κάνω διότι πιστεύω πως πρέπει.
«Ὄμνυμι Ἀπόλλωνα ἰητρὸν, καὶ Ἀσκληπιὸν, καὶ Ὑγείαν, καὶ Πανάκειαν….. Ορκίζομαι να χρησιμοποιήσω τη θεραπεία για να βοηθήσω τους ασθενείς κατά τη δύναμη και την κρίση μου, αλλά ποτέ για να βλάψω ή να αδικήσω…. Θα διατηρώ αγνή και άσπιλη και τη ζωή και την τέχνη μου…». Αυτά ορκίστηκα πριν αρχίσω να εφαρμόζω την Τέχνη αυτή και πρέπει κάποτε να εκθέσω πως διαχειρίστηκα την μέγιστη δύναμη που μου δόθηκε μέσω της σπουδαίας Τέχνης του Ιπποκράτη.
Γνωρίζω από τώρα, σχεδόν προβλέπω το σκηνικό: Ο σεβάσμιος γέροντας θα έρθει εμπρός μου και θα με κοιτάξει με βλέμμα εξεταστικό. «Για να σε δω λοιπόν, για να σε κοιτάξω μέσα στα μάτια, εσένα που αποφάσισες και κατέκτησες την Τέχνη μου. Ίσα μέσα στα μάτια κοίτα με, μην τα χαμηλώνεις»!
Τη μεγάλη αυτή ημέρα εκτός από τον Ιπποκράτη ασφαλώς θα είναι παρόντες πνευματικά κι άλλοι: Ο Ασκληπιός, Ο Γαληνός, η Υγεία, η Ιασώ, ο Μαχάων, η Πανάκεια. Είναι όλοι αυτοί που ερχόταν τα βράδια και με συντροφεύανε μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Τώρα θα με κοιτάζουν αυστηρά, διαπεραστικά μα και λυτρωτικά συγχρόνως. Δίπλα τους νομίζω θα κάθονται οι πρόγονοι, οι παππούδες μου, αλλά και οι σοφότεροι των δασκάλων μου, όλοι αυτοί που εύλογα θα ήθελαν να μάθουν για πολιτεία και το βίο μου.
Καθώς πλησιάζει εκείνη η ώρα, καλό θα είναι να προετοιμάσω από τώρα την απολογία μου. Θα πρέπει να εξηγήσω πως ακριβώς διαχειρίστηκα την Ιπποκρατική Τέχνη, την οποία μου εμπιστεύτηκαν, αυτή την σχεδόν υπεράνθρωπη δύναμη που σε κάνει ικανό ώρες και φορές να μπορείς να τα βάζεις με το μαύρο καβαλάρη, να μπορείς -έστω και πρόσκαιρα- να στέκεις εκεί στο όριο ανάμεσα σε ζωή και θάνατο χαρίζοντας στον άρρωστο επιπλέον ανάσες.
Θα πρέπει (σκέφτομαι) να προσέξω: Να μη φλυαρώ, να μην πλατειάζω, να μιλώ με κοντές και πυκνές φράσεις, με λόγο μεστό και στιβαρό. Στους κριτές εκείνους δα φαντάζομαι, η πολυλογία δεν αρέσει, ούτε τα κοσμητικά επίθετα ούτε ο υπερθετικός. Λίγα λόγια να λέω, μελετημένα και σταράτα.
Με τέτοιον τρόπο θα πρέπει να εκθέσω μια ολόκληρη σειρά από βιώματα τα οποία αργά αλλά σταθερά άλλαξαν τη ζωή μου, και από μια ζωή καθημερινή, χωρίς εξάρσεις, την εκτόξευσαν σε ουράνια μήκη κατευθύνοντάς την στο κανάλι της προσφοράς. Να εκθέσω πως συντελέστηκε η μετάλλαξη στον εσωτερικό μου κόσμο ώστε από ένας ανέμελος νεαρός έγινα κάποιος άλλος που φλερτάρει με τα μυστικά της ζωής και της αιωνιότητας.
Δεν πρέπει -φαντάζομαι- να παραλείψω να μιλήσω για τα ξενύχτια στο προσκέφαλο του αρρώστου, την αγωνία για κάθε μια ζωή που γλιστρά και χάνεται δίπλα σου, τη συνειδητοποίηση της αδυναμίας μας μπροστά στον άνισο αγώνα, στην επέλαση της τελευταίας στιγμής. Ουσιαστικά δοκιμάζονται τα όρια της αντοχής του ανθρώπου – γιατρού μπροστά στο υπαρξιακό άγχος. Είναι σαν να προσπαθείς να γυρίσεις τα μάτια σου στον ήλιο: Μπορείς; Δεν μπορείς. Ίσως για μια στιγμή μόνο, για περισσότερο όχι.
Θα αναφέρω ακόμη τις προσπάθειές μου για τη μείωση των ιατρικών δαπανών όταν και όσο περνούσε από το χέρι μου και μάλιστα σε χρόνο ανύποπτο σε σχέση με όσα σχετικά συζητούνται σήμερα στην Ελλάδα… Οι συγκρούσεις και οι αντιδικίες με συναδέλφους μου για να τους πείσω να μειώσουν όσο γίνεται τη δαπάνη των ιατρικών τους πράξεων είναι αρκετά γνωστές, δεν θα επανέλθω.
Έτσι όπως συνηθίζεται στην ιατρική κοινότητα δεν παρέλειψα κι εγώ -διακριτικά- να μπω στα χωράφια της λογοτεχνικής αναζήτησης, της ποίησης, της διανόησης, ακόμη και της ιστορίας, αν και αυτά είναι μονοπάτια δύσβατα και πρέπει να ‘χει κανείς πάντα το νου του.
Έχοντας λοιπόν όλα αυτά στο νου μου, τώρα ακριβώς και καθώς αρχίζει να εδραιώνει την εξουσία της η Άνοιξη, σκέφτομαι να υποβάλλω κι εγώ την αναφορά μου προς τους υπέρτατους γιατρούς – κριτές μου. Είναι θαρρώ αυτός ο μόνος τρόπος, η συνείδηση ν’ αλαφρώνει από το φορτίο και η ανηφόρα να γίνεται υποφερτή και διαχειρίσιμη.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός