Με κάποια καθυστέρηση, για λόγους πέρα από τη θέλησή μου, θα ήθελα να εκφράσω τη λύπη μου για την απώλεια του Νομπέλ. Δεν ήταν ούτε δυο εβδομάδες που σε μακρά τηλεφωνική επικοινωνία μας τον είχα προσκαλέσει να έρθει να τον φιλοξενήσω μερικές ημέρες και είχε δεχτεί κι αντί γι’ αυτόν ήρθε η κακή είδηση. Αισθάνομαι την ανάγκη να γράψω δύο λόγια για τον άνθρωπο αυτό ως φίλο και ως συνεργάτη μου στον Δήμο.
Ως άνθρωπο τον γνώρισα επισκέπτη του μακαριστού μητροπολίτη μας Θεόδωρου και τον εκτίμησα ως ευχάριστο συνομιλητή και επικοινωνιακό τύπο, ένα ενδιαφέρον διαβατάρικο πουλί. Πολύ σύντομα συνδεθήκαμε με στενή φιλία και προσφέρθηκε να συμβάλει στις πολιτιστικές δραστηριότητες του Δήμου, παρά το ότι τον ενημέρωσα ότι ο ισχύον θεσμικό πλαίσιο δεν μου επέτρεπε να τον καλύψω υπηρεσιακά. Του παραχώρησα μόνο, με τη φροντίδα του αείμνηστου Μανού Αστρινού, ένα γραφείο κι ένα τηλέφωνο για τις επικοινωνίες του που ήταν πολλές.
Του πρόσφερα όμως αυτό που του έλειπε: μια φιλική ζεστή οικογένεια. Τον εγκατέστησα κοντά στο σπίτι μου, όπου ερχόταν και παίρναμε μαζί καθημερινά πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό. Είχε δυσανεξία στο κρέας και δεν έτρωγε ποτέ κι όταν το φαγητό της οικογένειας ήταν κρεατικό, η καλή μας Δώρα που βοηθούσε στο μαγείρεμα, γιατί η γυναίκα μου εργάζεται, του είχε πάντα έτοιμο κάτι δικό του. Τα βράδια βλέπαμε και σχολιάζαμε τις ειδήσεις και όταν εγώ πήγαινα για ύπνο, αυτός έμενε στο σαλόνι μέχρι τις μεταμεσονύκτιες ώρες, οπότε έκλεινε αθόρυβα την πόρτα και έφευγε. Τα ρούχα του τα έφερνε σε μια τσάντα άπλυτα και τα έπαιρνε σε μια άλλη πλυμένα και σιδερωμένα.
Για τους γιατρούς ο Νομπέλ είχε δικές του ιδέες, δεν τους ήθελε. Όταν κάποτε το δεξί του γόνατο πρήστηκε πολύ, αρνήθηκε ανυποχώρητα την επίμονη σύστασή μου να πάμε σ’ ένα ορθοπεδικό και απλά άνοιξε το ψυγείο, πήρε ένα λάχανο, το έκοψε ψιλό – ψιλό, το έβαλε σε μια άσπρη πετσέτα και τύλιξε μ’ αυτήν σφιχτά το γόνατό του. Παραδόξως σε μερικές μέρες έγινε καλά. Έκανε επίσης ευρεία χρήση βοτάνων και αρωματικών φυτών, ιδίως όταν αρρώστησε κι άρχισε να χάνει το χρώμα του. Δεν πειθόταν με κανένα τρόπο να κάνει εξετάσεις μέχρι που ένα πρωί ήρθε στο σπίτι κίτρινος σαν το φλουρί. Τότε του είπα: «Άκουσε Νομπέλ, δεν θα επιτρέψω να πεθάνεις στο σπίτι μου χωρίς ιατρική φροντίδα. Αν δεν έρθεις τώρα να σε πάω αμέσως στο Νοσοκομείο, θα τηλεφωνήσω στη Δημοτική Αστυνομία και θα σε πάω σηκωτό, θέλεις δεν θέλεις». Έτσι πειθαναγκάστηκε να με ακούσει, τον πήγα στο Νοσοκομείο και την άλλη μέρα εγχειρίστηκε από τον πραγματικά σωτήρα του κ. Κριτόλαο Δασκαλάκη.
Στο Νοσοκομείο τον κράτησαν πολύ καιρό, γιατί είχε ανάγκη μακρόχρονης ανάρρωσης, κατά παράκλησή μου με έρεισμα το γεγονός ότι ήταν αλλοδαπός.
Όταν ο Νομπέλ έφυγε από το Ρέθυμνο για δικούς του λόγους και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με φροντίδα του διακεκριμένου καθηγητή κ. Θεοχάρη Προβατάκη, με παρακάλεσε να φροντίσω τα πράγματά του μέχρι να δει τι θα τα κάμει. Πήγα λοιπόν στην γκαρσονιέρα του με υπαλλήλους της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, συσκευάσαμε τα ρούχα του σε πλαστικούς σάκους με ναφθαλίνη και τα βιβλία και τα χαρτιά του σε χαρτόκουτες που σφραγίσαμε με ταινίες. Τα φυλάξαμε στην υπόγεια αποθήκη του σπιτιού μου. Όταν πέρασαν τρία ή τέσσερα χρόνια και δεν τα πήρε, του πρότεινα να δώσουμε τα ρούχα σε αναξιοπαθούντες και με την άδειά του συνεργείο το Δήμου τα μετέφερε στο προστώο του ναού των Τεσσάρων Μαρτύρων. Και πριν από τρία χρόνια περίπου ήρθε και παράλαβε τις χαρτόκουτες. Ήταν η προτελευταία φορά που ειδωθήκαμε, μιλούσαμε όμως στο τηλέφωνο κάπου – κάπου και πάντα στις ονομαστικές και τις γενικές εορτές ανταλλάσσαμε ευχές.
Τον Νομπέλ τον αγαπήσαμε ως άνθρωπο και ως φίλο. Και στο σπίτι μας μένουν πάντα ζωντανές και χρησιμοποιούνται από μας ακόμη και σήμερα ορισμένες χαρακτηριστικές εκφράσεις του: η καλή μας Δώρα, που τώρα έρχεται αραιά πια, είναι «το σεφ», τα καρότα έμειναν «οι καρότες» και ο σκύλος πάντα «γαβγάζει». Δεν θα τον λησμονήσουμε ποτέ.
Ανέφερα τα παραπάνω με πολύ δισταγμό και δυσφορία, αλλά θέλοντας να δείξω το είδος και την ποιότητα των σχέσεών μας με τον Νομπέλ και πόσο άδικο -υποθέτω από άγνοια της πραγματικότητας- είναι το «καλά να πάθει», που έγραψε στη νεκρολογία του ο συμπολίτης Χάρης Στρατιδάκης για τη συνεργασία του Νομπέλ μαζί μου στον Δήμο (Ρεθ. Νέα 15-5-15), που με λύπησε.
Εκτιμώ πολύ τις αρχαιογνωστικές πραγματείες του Χάρη Στρατιδάκη και τις παρακολουθώ πάντα με ενδιαφέρον, αλλά στην περίπτωση αυτής της νεκρολογίας, που δεν είναι αρχαιογνωστικού χαρακτήρα, αισθάνομαι ότι οφείλω να παρέμβω και να αποκαταστήσω την πραγματικότητα, αφού μερικά από τα θέματα που περιλαμβάνει αφορούν την ιστορική εξέλιξη της πόλης μας κατά τη διάρκεια της Δημαρχίας μου. Ο Νομπέλ έφυγε, δυστυχώς, από τη ζωή, αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνει αφορμή για αλλοίωση της ιστορικής πραγματικότητας.
Το ακριβές είναι ότι δεν υπήρξα ποτέ «Προϊστάμενος» του Νομπέλ ούτε υπήρξε ποτέ «υπεύθυνος για τα ευρωπαϊκά προγράμματα του Δήμου», ήταν πρώτα απ’ όλα φίλος και κατόπιν άτυπος συνεργάτης μου στον Δήμο. Τα προγράμματα και τις σχέσεις του Ρεθύμνου με την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως και με τα Ελληνικά Υπουργεία, τα χειριζόμουνα προσωπικά και πριν και κατά τη διάρκεια της παραμονής του Νομπέλ εδώ και μετά. Με συχνά ταξίδια είχα δημιουργήσει ένα κύκλο επαφών στις Βρυξέλλες, αρχίζοντας από τους Έλληνες διευθυντές και τμηματάρχες, και διαμορφώθηκε εκεί η αίσθηση ότι στο Ρέθυμνο γίνεται κάτι σημαντικό για το Ιστορικό Κέντρο και όχι μόνο.
Γι’ αυτό με καλούσαν στα διεθνή Συνέδρια με αντικείμενο τα Ιστορικά Κέντρα (Νεάπολη, Ρώμη, Λισσαβώνα κλπ) και προώθησαν δικό μας διεθνές Συνέδριο (Πρόγραμμα ISPROM) για τη διάσωση και ανάδειξη των Ιστορικών Κέντρων (Νοέμβριος 1995 στο Ωδείο), στο οποίο έλαβαν μέρος και πόλεις εκτός της Ε.Ε., π.χ. από Ουγγαρία και πολλές Μεσογειακές πόλεις.
Μέσα στο ευνοϊκό αυτό κλίμα, καλεσμένος με τρεις άλλους εκπροσώπους Ιστορικών Πόλεων στο σπίτι μιας διευθύντριας, έμαθα ότι το Σαρλά της Γαλλίας εκτελούσε ανάλογο έργο με αυτό που προωθούσαμε κι εμείς και πήγα εκεί με όλους τους συντελεστές του έργου μας (Τεχνική Υπηρεσία Δήμου, Αρχαιολογική Υπηρεσία, ΔΕΥΑΡ, ΔΕΗ, ΟΤΕ κλπ.) για απόκτηση εμπειριών. Μέσα από τέτοιες επαφές έμαθα και για την πρόθεση του Προέδρου Σαντέρ να επισκεφθεί την Κρήτη και ζήτησα να περιληφθεί στο πρόγραμμά του και το Ρέθυμνο.
Ο Νομπέλ δεν είχε ανάμειξη στα προγράμματα αυτά, ούτε του ΧΥΤΑ ούτε του αντιπλημμυρικού, για την έναρξη του οποίου ευγνωμονώ και τιμώ τη μνήμη του Περιφερειάρχη Σταύρου Καμπέλη, ο οποίος κάποτε μου τηλεφώνησε: «Έχεις νομίζω Μελέτη Αντιπλημμυρικών έργων» – «Έχω» του απάντησα. «Έχω 400.000 ευρώ αναπορρόφητα, μπορείς να τα απορροφήσεις»; – «Σε μια βδομάδα δημοπρατώ», του απάντησα. Έτσι το έργο άρχισε, χαρακτηρίστηκε συνεχιζόμενο και διευκολύνθηκε η χρηματοδότησή του.
Τα μόνα προγράμματα που πρότεινε και στήριξε ο Δήμος καθ’ υπόδειξη του Νομπέλ και τα χειρίστηκε ο ίδιος ήταν η «Ευρωπαϊκή Πόλη της Μουσικής» και η δημιουργία «Μουσείου Καμπανών», όπως αυτό που επισκεφθήκαμε στη Γαλλία, πολύ ενδιαφέροντα και τα δύο, αλλά, δυστυχώς, δεν χρηματοδοτήθηκαν. Όσον αφορά τώρα τις σχέσεις του με ΟΗΕ, UNESCO κλπ, που αναφέρει επίσης ο Χάρης, δεν τις έχω υπ’ όψη μου, γιατί δεν μου τις εκμυστηρεύτηκε ποτέ.
Ωστόσο ο Νομπέλ ήταν πολύτιμος συνεργάτης μου, προσωπικά. Εκτός από τη μετάφραση των γαλλικών, που δεν ξέρω, ήταν μοναδικός στην οργάνωση των ταξιδιών μας στην Ευρώπη, όπου πηγαίναμε πάντα μαζί, να κλείσει μέσα μεταφοράς και ξενοδοχεία, να ξετρυπώσει διευθύνσεις και τηλέφωνα, να ορίσει ραντεβού, να προτείνει επισκέψεις, στο καθετί. Είχε ευρύ κύκλο γνωριμιών, εξαιρετική μνήμη και πολύ λεπτή αίσθηση του χιούμορ, στο οποίο καταφεύγαμε ιδίως τα βράδια, που είμαστε κουρασμένοι. Και φρόντιζε τα πάντα με στοργικό ενδιαφέρον που του ανταπέδιδα ανθρώπινα και απεριόριστα.
Είμαι χαρούμενος που για δέκα περίπου χρόνια ο Νομπέλ έβρισκε ότι κοντά μας ήταν καλύτερα από οπουδήποτε αλλού και λυπήθηκα όταν μετακόμισε στην Αθήνα. Πολύ περισσότερο λυπούμαι τώρα που έφυγε οριστικά και πικραίνομαι επί πλέον από την πληροφορία ότι έμεινε βαριά άρρωστος επί έντεκα μέρες χωρίς ουσιαστική ιατρική φροντίδα, γιατί και ο κ. Προβατάκης ήταν πολύ άρρωστος στο Νοσοκομείο. Μακάρι να τον είχαμε εδώ, ίσως να ζούσε ακόμη.
Το ίχνος που άφησε μέσα μου ο Νομπέλ ως φίλος και συνεργάτης είναι ανεξίτηλο.
* Ο Δημήτρης Ζ. Αρχοντάκης είναι τ. δήμαρχος Ρεθύμνης