Ο κορωνοϊός και η αντιμετώπισή του είναι το σοβαρότερο πρόβλημα των ημερών μας. Όχι μονάχα γιατί εξολοθρεύει αρκετούς συνανθρώπους μας ή επειδή μας κρατά θέλοντας και μη εσώκλειστους στα σπίτια μας, αλλά διότι, κατά τη γνώμη μου, στρέφει το βλέμμα μας μακριά από τα καθημερινά πανανθρώπινα προβλήματα.
Η συνετή διαχείριση των στερεών αποβλήτων, λοιπόν, θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα περιβαλλοντικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν και όλος ο πλανήτης και η χώρα μας και το οποίο μεγαλώνει καθημερινά εξαιτίας της συνεχούς αύξησης της ποσότητας των παραγόμενων απορριμμάτων. Και, μάλιστα, αυτά τα απορρίμματα που αυξάνονται καθημερινά και ανεξέλεγκτα περισσότερο από τα άλλα είναι τα οικιακά.
Πρόσφατες στατιστικές που είδαν το φως της δημοσιότητας (Φθινόπωρο 2020) αναφέρουν ότι, ενώ 112 εκατομμύρια Ευρωπαίοι κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό, εκτιμάται ότι κατά μέσο όρο κάθε άτομο στην Ευρωπαϊκή Ένωση πετάει στα σκουπίδια 173 κιλά τροφής ετησίως. Το παγκοίνως γνωστό πρόβλημα, που ξεκινά από την υπερκατανάλωση και την άσκοπη σπατάλη, έγκειται στο ότι οι άνθρωποι, εφοδιαζόμενοι για την τροφή τους τόσα πολλά, πέρα από το ότι καταστρέφουν την υγεία τους με βλαβερές τροφές, δεν ξέρουν πώς να αξιοποιήσουν τα υπολείμματα των τροφών τους και αυτά καταλήγουν στους κάδους των σκουπιδιών ή και συχνά έξω απ’ αυτούς μολύνοντας το περιβάλλον.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, για τη διαχείριση των αστικών αποβλήτων εν γένει, μα και των οικιακών απορριμμάτων υπεύθυνοι και αρμόδιοι ανέκαθεν οι Δήμοι ως φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης. Εάν οι πολίτες απέθεταν χωρίς δεύτερη σκέψη τα οικιακά τους σκουπίδια, οι Δήμοι, εάν νοιάζονταν για τη δημόσια υγεία, όφειλαν να φροντίζουν για τη συλλογή τους. Όπως, όμως, όλοι ξέρουν, για πολλούς και διάφορους λόγους, το αντικείμενο της αποτελεσματικής διαχείρισης των απορριμμάτων, επί πολλά χρόνια, είχε χαμηλή προτεραιότητα στον προγραμματισμό των δραστηριοτήτων των Ο.Τ.Α.
Η βασικότερη, κατά τη γνώμη μου, αιτία για την κατάσταση αυτή ήταν η ελλιπής ευαισθητοποίηση του Κοινού για το περιβάλλον και η συνειδητοποίηση τού πού οδηγεί η χωρίς σύνεση σπατάλη υπερκατανάλωση, χωρίς να παραγνωρίζουμε το μερίδιο που αναλογούσε στην έλλειψη θεωρητικής και πρακτικής εμπειρίας των Ο.Τ.Α. στα θέματα των στερεών αποβλήτων από τη μια ή/ και στα ψηφοθηρικά κίνητρα που προκαθόριζαν κάθε «κίνηση» των δημοτικών αρχόντων από την άλλη. Επίσης, δεν υπήρχε και η τεχνογνωσία για ασφαλή και αποτελεσματική αξιοποίηση των υπολειμμάτων τροφίμων. Όλα αυτά μαζί είχαν ως αποτέλεσμα τη διαρκή αναβολή της οριστικής επίλυσης του εν λόγω ζητήματος.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχουν γίνει πολλά και σημαντικά βήματα στον «έλεγχο» των απορριμμάτων σε μιαν κοινωνία με απώτερο σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος που ζούμε και εργαζόμαστε και τη δημόσια υγεία. Αλλά και στον τρόπο με τον οποίο οι δημοτικοί άρχοντες και οι πολίτες ανά περιοχή αντιλαμβάνονται τις ευθύνες που τους αναλογούν και συμβάλλουν, η κάθε πλευρά με τα μέσα που έχει στη διάθεσή της, στην διαχείριση των απορριμμάτων, των αστικών και των οικιακών. Το πρόβλημα της επεξεργασίας και της διάθεσης των στερεών αποβλήτων απασχολεί σοβαρά άτομα και κοινωνίες, αλλά δεν έχει λυθεί τελείως ακόμα…
Μοναδική, λοιπόν, διέξοδος προς την οριστική επίλυση του προβλήματος είναι η προώθηση από τους Ο.Τ.Α. των έργων και η εφαρμογή των σύγχρονων μεθόδων διάθεσης και επεξεργασίας στερεών αποβλήτων γενικότερα αψηφώντας το πολιτικό «κόστος» και η ενημέρωση των πολιτών για ό,τι αφορά τον τρόπο αξιοποίησης των οικιακών απορριμμάτων ειδικότερα αφενός και η ευαισθητοποίηση της Κοινής Γνώμης και η συνειδητοποίηση από τα μέλη της κάθε κοινωνίας αφετέρου πόσο σημαντική είναι για την υγεία τους και την καθημερινή ζωή τους ο μετριασμός της αλόγιστης σπατάλης με την προμήθεια μόνον όσων έχουμε πραγματικά ανάγκη, η υπέρ του κοινωνικού συνόλου προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και η κοινωφελής αξιοποίηση των οικιακών απορριμμάτων.