Ω, τα παιδικά του χρόνια, αχ εκείνη η απίστευτη αθωότητα! Εκείνα τα χρόνια κοιμόταν σ’ ένα δωμάτιο με γαλάζιους τοίχους. Απ’ το παράθυρο φαινόταν ο κήπος. Κοίταζε τον κήπο, κι η ευτυχία ξύπναγε μαζί του κάθε πρωί. Ο κήπος ήταν εκεί μπροστά του και σήμερα, ολόιδιος, τίποτα δεν άλλαξε. Με τη φαντασία του έβλεπε τον πατέρα του σαν οπτασία να περιφέρεται ανάμεσα στα δέντρα. Τα πορτοκάλια έκαναν τα κλαδιά να λυγίζουν. Αχ, ας ήταν δυνατό να βγάλει απ’ την καρδιά του τη βαριά πέτρα που τον βάραινε, αχ, αν μπορούσε να ξεχάσει τα προβλήματα που τον τυραννούσαν!
Τώρα είχε πια περάσει τα 65. Η νύχτες πλέον κυλούν αργά, βασανιστικά και το ξημέρωμα αργεί απίστευτα. Αυτό επαναλαμβάνεται πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό για τον δύστυχο το Θωμά. Ανέπνεε ελαφρά, ανεπαίσθητα. Οι ώρες μπερδευόταν μεταξύ τους, καθώς ξυπνούσε και ξανακοιμόταν, το ίδιο μπερδευόταν και οι σκέψεις του, καθώς ξεπηδούσαν άναρχα και καταιγιστικά μέσα απ’ τον εγκέφαλο και έμοιαζε να προβάλλονται σε μια γιγαντιαία οθόνη. Διακοπτόμενος ύπνος είναι ένα σημάδι κατάθλιψης, του είχε πει ο γιατρός. Ο Θωμάς φυσικά δεν τον πίστεψε. Δεν πίστευε κανέναν πια, ούτε καν το γιατρό του.
– Η κατάθλιψη δεν είναι αρρώστια, είναι μέρος της ζωής μας τώρα πια, έτσι που μας κατάντησαν, μονολογούσε. Τον είχε καταλάβει μια επιθυμία φυγής. Κάθε τόσο άρχιζε να ετοιμάζει τη βαλίτσα του, μα σε λίγο σταματούσε, δίσταζε, άλλωστε ούτε τη χώρα προορισμού δεν αποφάσιζε, ούτε καν τα εισιτήρια είχε να πληρώσει.
– Οι άνθρωποι είναι βουτηγμένοι στη σιωπή. Η πόλη ολόκληρη είναι βουτηγμένη στη σιωπή, μια σιωπή γοερή κι αβάσταχτη. Όλοι γνωρίζουν αλλά οι πλείστοι επιλέγουν την σιωπή. Όλοι συναισθάνονται αλλά οι περισσότεροι απωθούν. Η σιωπή είναι πλέον παράδοση γι’ αυτή την πόλη.
– Να δεις -μονολογούσε – που μέσα σε κάθε σπίτι, κάπου έχουν γραμμένο το ρητό «η σιωπή είναι χρυσός». Αλλιώς δεν εξηγείται αυτή η βουβαμάρα!
Σιωπηλός και μελαγχολικός, κι ο Σταύρος Καλλέργης μου φάνηκε φέτος. Ούτε καν το καθιερωμένο του «πως τα πάτε;» δε με ρώτησε με τα λυπημένα του μάτια, καθώς το συνηθίζει.
Η Πηνελόπη δεν είχε ακόμη πατήσει τα δεκαεφτά, όμως καμιά διάθεση δεν είχε για βόλτες. Ονειρευόταν όπως το συνήθιζε – πάνω από ένα βιβλίο, με τα μάτια ανοιχτά-κλειστά, τι σημασία έχει; Το μέλλον πρόβαλλε μπροστά της μουντό, σαν ένας απειλητικός γίγαντας, σαν ένα τοπίο ομίχλης μελαγχολικό, χωρίς ορίζοντα, χωρίς παιδικές φωνές, χωρίς χαμόγελα. Να βάλομε λέει πλάτη. Δηλαδή;
Το κινητό χτυπούσε επίμονα, μα η Πηνελόπη δεν απαντά. Να απαντήσει τι, και για ποιο λόγο; Καθώς την κοιτάζω κάτι γίνεται, κάτι αστράφτει στο μυαλό μου μέσα: «Το πιασα», που λένε!
– Πηνελόπη, μην απελπίζεσαι, κοίτα, θα σου πω αμέσως ποια είναι η λύση. Η λύση είναι ο …Οδυσσέας! Ο διαχρονικός ο πολυμήχανος και αθάνατος Έλληνας Οδυσσέας. Αυτόν μας διδάσκει ο Όμηρος για τα δύσκολα! Τα κουστούμια που θέλουν να μας φορέσουν δεν μας πάνε. Άλλωστε το παιχνίδι στο επίπεδο αυτό (το …λογιστικό), έτσι κι αλλιώς είναι χαμένο. Η μόνη λύση είναι να γίνει ο καθένας μας ένας Οδυσσέας ονειροπόλος κι ασυμβίβαστος, να μπει στο καράβι του και να σαλπάρει. Τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, τον θυμωμένο Ποσειδώνα ας τους αγνοήσομε. Ας αγνοήσομε και τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη και τον Πολύφημο. Ούτε τις Σειρήνες να μη φοβηθούμε, εν ανάγκη ας μας δέσουν στο κατάρτι βρε αδερφέ!
Οδυσσέας και Οδύσσεια! Ταξίδι ατελείωτο στο απέραντο Ελληνικό γαλάζιο, χωρίς να ξεχνούμε ποτέ μας την Ιθάκη, αυτό είναι το μέγα έργο που μας έχει αναθέσει ο Θεός. Όσο το δυνατόν πιο μακριά να φτάσεις! Μην κολλάς στις πανελλήνιες και στο μηνιάτικο που σου υπόσχονται. Τουλάχιστον μη φορτώσεις εκεί όλες τις ελπίδες σου. Γίνε καλύτερα Οδυσσέας και φύγε! Όχι για ξενιτεμό, ποτέ. Για την Ιθάκη φύγε, τη δική σου. Το ταξίδι θα σου δώσει τη σοφία και την αρετή. Ο ορίζοντας κι κόσμος όλος θα είναι δικός σου. Το ταξίδι θα ‘ναι ο πλούτος σου. Ο ορίζοντας θα ανέρχεται. Ο ορίζοντας θα κατέρχεται. Εσύ εκεί, σταθερός στο τιμόνι.
Ο νους σου πάντα να’ ναι στην Ιθάκη. Κι όταν θα γυρίσεις στην Ιθάκη πολλά μπορεί ν’ αλλάξουν. Τι γίνεται αλήθεια όταν ο Οδυσσέας φτάνει στην Ιθάκη; Όταν ο Οδυσσέας φτάνει στην Ιθάκη, η μέγιστη επιθυμία του είναι ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΠΙΣΩ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ, τον κόσμο που του έκλεψαν! Αυτά λέει ο Όμηρος. Εσύ τι λες Πηνελόπη;
Η Πηνελόπη άφησε το πλεχτό να της πέσει από τα χέρια, κι ένα πλατύ χαμόγελο απλώθηκε στο ωραίο, Μινωικό της πρόσωπο.
Οι ανεμογεννήτριες του Γκλέτσου και τα οφέλη του debate του ΣΥΡΙΖΑ
Αν κάτι μείνει στην ιστορία από το debate του ΣΥΡΙΖΑ αυτό θα είναι σχεδόν σίγουρα το κορυφαίο πολιτικό meme της...