Στις 20 Μαΐου του 1941 επίλεκτα Γερμανικά στρατεύματα ξεκίνησαν την από αέρος κατάληψη της Κρήτης. Μετά από σθεναρή αντίσταση του Συμμαχικού στρατού (Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, Βρετανοί, Έλληνες και άλλα στρατεύματα) και του ντόπιου πληθυσμού το νησί χάθηκε αλλά με πολύ σημαντικές απώλειες για τον επιτιθέμενο. Στη διάρκεια της τετραετούς περίπου κατοχής ο Κρητικός λαός υπέστη τα πάνδεινα.
Ο καθηγητής κ. Χάιντς Ρίχτερ εξιστορεί με μεγάλη λεπτομέρεια στο βιβλίο του «Η Μάχη της Κρήτης» (εκδ. Γκοβόστη) τα γεγονότα των μαχών, το πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο που προηγήθηκε, τις προσωπικότητες, τα πάθη και τα λάθη. Η περιγραφή των στρατιωτικών γεγονότων αλλά και οι προετοιμασίες των αντιπάλων αποδίδονται με γλαφυρότητα και με πολλά στοιχεία. Στη συνέχεια έχει στο βιβλίο του μια εκτενή αναφορά σε αυτό που ονομάζει «Ανταρτοπόλεμο» -εδώ παραθέτει διάφορα στοιχεία που κατά τη γνώμη του αποτελούν αποδείξεις «φρικαλεοτήτων» της Ελληνικής πλευράς προς τον Γερμανικό στρατό. Και συμπεραίνει ότι «Χωρίς τις παραβιάσεις των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου από τους αντάρτες δεν θα υπήρχαν αντίποινα».
Τα «γεγονότα» που σχετίζονται με τις υποτιθέμενες «φρικαλεότητες» αντλεί ο κ. Ρίχτερ εξ ολοκλήρου από τα αρχεία της Βέρμαχτ. Οι σχετικές έρευνες έγιναν, όπως αναφέρει, κατ’ εντολή του Γκέρινγκ τις εβδομάδες αμέσως μετά την κατάληψη της Κρήτης και ενώ, επίσης όπως αναφέρει, οι Γερμανοί υπέστησαν «πανωλεθρία» σε επίπεδο απωλειών. Αποτελεί παράδοξο γιατί ο κ. Ρίχτερ εμφανίζεται τόσο σίγουρος για την εγκυρότητα των «ερευνών» του Γκέρινγκ, ενώ αυτές έγιναν κάτω από την πίεση απίστευτα μεγάλης απώλειας ζωής των επίλεκτων Γερμανικών σωμάτων. Αναγκάζεται ακόμη και να επιχειρηματολογήσει κατά της εγκυρότητας άλλων, μη στρατιωτικών, γερμανικών πηγών που ο ίδιος περιγράφει και που δεν συμφωνούν με τα ανωτέρω. Η εμμονή αυτή αποτελεί κατά τη γνώμη μου μελανό σημείο της περιγραφής του.
Ευτυχώς η τεκμηριωμένη απάντηση στα γραφόμενα του κ. Ρίχτερ ήδη υπάρχει και έρχεται από το παρελθόν. Είναι από τον Νίκο Καζαντζάκη, ο οποίος την περίοδο 29 Ιουνίου μέχρι 6 Αυγούστου 1945 περιόδευσε την Κρήτη μαζί με τους Ι. Καλιτσουνάκη, Ι. Κακρίδη και Κ. Κουτουλάκη κατ’ εντολή της τότε κυβέρνησης Βούλγαρη. Η εν λόγω επιτροπή συνέταξε έκθεση σχετική με ωμότητες που έγιναν από τον κατακτητή στην Κρήτη (Ηράκλειο 1983, έκδοση Δήμου Ηρακλείου). Διαβάζουμε στην σελίδα 13 (σε καθαρεύουσα).
«Το επιχείρημα των Γερμανών ότι τον πόλεμον τον διεξήγαγον κατά την κατάληψιν πολίται άοπλοι και δι’ αυτό εκείνοι είχον το δικαίωμα να τους μεταχειρισθούν ως παρτιζάνους, είναι απολύτως σαθρόν, καθ’ότι εις την Κρήτην είχε διαταχθή, ως είπομεν, γενική επιστράτευσις, ούτε δε ήτο δυνατόν κατά τας κρισίμους εκείνους στιγμάς να ληφθή φροντίς, ώστε οι καλούμενοι να περιβληθούν την στρατιωτικήν στολήν. Εξ άλλου η υπεράσπισης του πατρίου εδάφους δια παντός τρόπου εναντίον του εισβολέως ήτο καθήκον κάθε Ελλήνος. Μήπως κατά τας τελευταίας εβδομάδας προ της καταρρεύσεως της Γερμανίας δεν εζητούσε δια των άρθρων του εις την εφημερίδα Ράιχ και ο περίφημος Γκαίμπελς από τους Γερμανούς πάσης ηλικίας και παντός φύλου με ό,τι τυχόν όπλο είχον, και με ξύλα ακόμη, να φονεύουν κάθε εχθρόν, που θα εισέβαλλεν εις την χώρα των; Και όμως οι Γερμανοί είχον θελήσει και προκαλέσει τον πόλεμον και είχον εισβάλλει ήδη αυτοί εις άλλας ευρωπαϊκάς χώρας, ενώ οι δυστυχείς Έλληνες υφίσταντο ακουσίως και όλως αδίκως την επιδρομήν των στρατευμάτων του Άξονος. Το διαδοθέν εξ άλλου υπό της γερμανικής προπαγάνδας, προφανώς προς κάλυψιν των ιδίων των ωμοτήτων, ότι οι Κρήτες προέβησαν εις ακρωτηριασμούς γερμανών αλεξιπτωτιστών, είναι ανάξιον αναιρέσεως. Είναι αληθές ότι ο πόλεμος εξαγριώνει τον άνθρωπον και ότι οι Κρήτες συναισθανόμενοι το άδικον της κατ’ αυτών επιθέσεως δεν θα ήτο ενεξήγητον, αν προέβαινον εις παρομοίας ενεργείας, όπως εν τούτοις εβεβαιώθημεν, καμία τοιαύτη ακρωτηρίασις δεν έγινε από Κρήτας. Μήπως τους επερίσσευεν άλλωστε ο καιρός να προβούν εις τοιαύτας πράξεις, και αν ακόμη το ήθελον;».
Ο κ. Ρίχτερ δεν αναφέρεται στην συγκεκριμένη πηγή, η οποία περιέχει συγκλονιστικά στοιχεία από γεγονότα και γερμανικές ωμότητες από τις πρώτες ημέρες της κατάληψης της Κρήτης. Αν το κάνει σκόπιμα, τότε η πραγματεία του δεν είναι επιστημονικά έγκυρη, αν δεν την γνώριζε τότε δεν έχει κάνει ενδελεχή έρευνα στο θέμα που ο ίδιος εμφανίζεται ειδικός.
Πιστεύω ότι ο Γερμανικός λαός του σήμερα είναι φίλος της Ελλάδας, όπως ελπίζω είναι και ο κ. Ρίχτερ. Ο τελευταίος όμως υπέπεσε σε πολύ σοβαρά επιστημονικά λάθη στο βιβλίο του, τα οποία παρ’ όλο που δεν νομίζω ότι είναι ζητήματα για τα δικαστήρια, δημιουργούν προβλήματα επιστημονικής δεοντολογίας. Με την έννοια αυτή ο κ. Ρίχτερ έχει θέσει εαυτόν εκτός της οικογένειας του Πανεπιστημίου Κρήτης γιατί πολύ απλά δεν κατάφερε να αποδώσει αντικειμενικά μια κορυφαία και πολύ επώδυνη στιγμή του τόπου μας. Αυτή είναι η γνώμη μου όχι ως ιστορικού αλλά ως ενημερωμένου πολίτη. Ελπίζω να έχουμε κάποια στιγμή μια τεκμηριωμένη αναφορά στο θέμα από τους ιστορικούς του ιδρύματός μας.
* Ο Γιώργος Π. Τσιρώνης, είναι καθηγητής Φυσικής και αναπληρωτής πρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης