Η πρώτη είναι η παντελής έλλειψη πάσης αιτιολόγησής του. Ούτε καν επιχειρείται εκ μέρους του οικονομικού ελεγκτή να τον αιτιολογήσει, άλλωστε πώς να χωρέσει αιτιολόγηση 80.031.724 δρχ. σε 17 λέξεις: «Από το έτος 1995 έως 2000 μόνιμοι διοικητικοί υπάλληλοι του Δήμου Ρεθύμνου έλαβαν τα πιο κάτω ποσά»; Και είδαμε προηγουμένως την αυθαιρεσία του Καταλογισμού: Οι αριθμοί είναι ψευδείς, η ομαδοποίηση των υπαλλήλων αναληθής, το είδος των παροχών πλαστό και η νομική βάση ανύπαρκτη. Πώς να αιτιολογήσει τα αναιτιολόγητα; Ακολούθησε τη γνωστή προπαγανδιστική αρχή: «Πες το ψέμα γυμνό. Είναι πιο πειστικό παρά αν συνοδεύεται από μια λειψή αιτιολόγηση».
Όμως, το πλέγμα των νομικών κανόνων που ορίζει τα των διαχειριστικών ελέγχων και τα της λειτουργίας του Ελ. Συνεδρίου απαιτεί να συμπεριλαμβάνει ο Καταλογισμός οπωσδήποτε πλήρη αιτιολόγησή του. Πέρα από το γεγονός ότι η καταλογιστική Απόφαση είναι «από τη φύση της δυσμενής για τον διοικούμενο», που από μόνο του καθιστά αναγκαστική την αιτιολόγηση, σωρεία συγκεκριμένων νομικών ορισμών και τεράστια νομολογία επιβάλλουν την αιτιολογία ως συστατικό στοιχείο πάσης καταλογιστικής Απόφασης με τον όρο της ακυρότητας, όπως π.χ.
Το άρθρο 20, παρ. 1 του Συντάγματος περί γενικής δικαστικής προστασίας.
Το άρθρο 2 του Ν.Δ. 1264/42 περί των διατάξεων περί Οικονομικής Επιθεώρησης.
Το άρθρο 17, παρ. 1-2 του Ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας).
Αναλυτικά στο άρθρο της Συμβούλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ελένης Λυκεσά με τίτλο «Το ένδικο βοήθημα της έφεσης κατά των πράξεων καταλογισμού» στο νομικό περιοδικό «Διοικητικό Δίκαιο», τ. 49, Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2012, σελ. 678 κφξ, και ειδικότερα 695, όπου παρατίθενται πλούσιες νομολογιακές παραπομπές.
Από το νομικό αυτό πλαίσιο προκύπτει σωρηδόν ότι «η αιτιολογία αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας εκδόσεως της καταλογιστικής πράξεως, η μη τήρηση του οποίου (καθώς και η πλημμελής τήρησή του) καθιστά την πράξη αυτή νομικώς πλημμελή και ακυρωτέα, σύμφωνα με το άρθρο 49, παρ.2 του Π.Δ. 1225/81 (Ι 93/98, Ι 1840/94, Ι 1334/90, IV 1355/94)».
Σε ανάλογη περίπτωση αναιτιολόγητου αιτιολογητέου από τον νόμο Καταλογισμού η Ολομέλεια του Ελ. Συνεδρίου με την Ι 1840/94 απόφασή της έκρινε ότι η καταλογιστική πράξη «πρέπει να ακυρωθεί ως αναιτιολόγητη, του σχετικού λόγου ερευνωμένου αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο τούτο…» (ομοίως Ι 1334/90 κλπ κλπ).
Και ενώ θα περίμενε κανείς εύλογα ότι η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου θα αποδεχτεί το αυταπόδεικτα αναιτιολόγητο του εις βάρος μου Καταλογισμού και θα τον ακυρώσει, η σχετική απόφασή του (1721/2009) επιχειρεί να υποκαταστήσει τον Οικονομικό Επιθεωρητή και να κατασκευάσει εκ του μη όντος αιτιολογία, ότι, λέει, «αναφέρει τα στοιχεία που θεμελιώνουν την ύπαρξη του ελλείμματος» και η αιτιολογία «συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου»!
Η απροσδόκητη αυτή διαστροφή της πραγματικότητας εκ μέρους της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι εξίσου καταστροφική για μένα όσο και για το κύρος των Αποφάσεών του, διότι:
Πρώτον, ποια στοιχεία «θεμελιώνουν την ύπαρξη ελλείμματος», όταν π.χ. καταλογίζονται εις βάρος μου 80.031.724 δρχ., την ώρα που ο Δήμος Ρεθύμνης δαπάνησε από τον συγκεκριμένο κωδικό 63.683.995 δρχ. όλα κι όλα; Το επιπλέον ποσόν των 16.347.729 δρχ. αποτελεί έλλειμμα του Δημοτικού Ταμείου ή καταδικάστηκα να αποτελέσει έλλειμμα του οικογενειακού μου ταμείου;
Δεύτερον, από το πράγματι δαπανηθέν ποσόν για είδη προστασίας των υπαλλήλων κατά την εξαετία 1995-2000 των 63.683.995 δρχ. ποια επί μέρους χορήγηση δεν έγινε μέσα στα πλαίσια και σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο σε εφαρμογή Απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου εγκεκριμένης ως προς τη νομιμότητά της από την αρμόδια Περ/κή Δ/ση Ρεθύμνου;
Τρίτον, πώς η ανύπαρκτη αιτιολογία του Καταλογισμού «συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου», όταν τα στοιχεία ακριβώς του φακέλου αποδεικνύουν αδιαμφισβήτητα αφ’ ενός ότι δεν χορηγήθηκαν «ποσά» στους δημοτικούς υπαλλήλους αλλά είδη προστασίας σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και αφ’ ετέρου ότι το καταλογιζόμενο ποσόν είναι πλασματικό, αφού προκύπτει από έξι τουλάχιστον ανεπίτρεπτες διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας; Πώς τα προσαχθέντα από μένα στο Ελ. Συνέδριο έγγραφα και επίσημα στοιχεία μετασχηματίστηκαν από αναντίρρητα τεκμήρια ακύρωσης σε στοιχεία επικύρωσης του Καταλογισμού; Με νόμο ή με παρανομία;
Όλα αυτά τα στοιχεία «θεμελιώνουν την ύπαρξη του ελλείμματος», «συμπληρώνονται από τα στοιχεία του φακέλου» και τεκμηριώνουν την εγκυρότητα του Καταλογισμού; Έτσι κρίνει το ανεξέλεγκτο Ελεγκτικό Συνέδριο τη ζωή των πολιτών; Αισθάνομαι να καταρρέει ο κόσμος πάνω στο κεφάλι μου και αρνούμαι να το αποδεχτώ.
Η δεύτερη σοβαρότατη νομική πλημμέλεια των Αποφάσεων του Ελ. Συνεδρίου έγκειται στο γεγονός ότι αγνόησε παντελώς ότι δεν υπάρχει «δόλος ή βαρειά αμέλειά» μου που είναι απόλυτα αναγκαία προϋπόθεση παντός Καταλογισμού, αφού πρέπει να περιλαμβάνει «τα συγκριμένα περιστατικά, από τα οποία να προκύπτουν με επίσημα έγγραφα ή άλλα στοιχεία τυχόν υπάρχων δόλος ή βαρειά αμέλεια» (βλ. και Δ.κ.Κ.Κ., Π.Δ. 410/1995, αρ. 114, παρ. 4 «Σε βάρος Δημάρχου ως διατάκτη πληρωμών επιτρέπεται καταλογισμός μόνο για δόλο ή βαρειά αμέλεια», αρ. 183, παρ. 1Α, επίσης Ν. 2470/21-3-1997, αρ. 2 κλπ). Αποδείχτηκε σε κανένα σημείο του Καταλογισμού «με επίσημα έγγραφα ή άλλα στοιχεία» η ύπαρξη δόλου ή βαρειάς αμέλειας εκ μέρους μου; Και πώς θα μπορούσε να έχει υπεισέλθει δόλος ή βαρειά αμέλεια, αφού όλες οι δαπάνες έχουν πλήρες νομικό έρεισμα;
Οι ανωτέρω έξι ανεπίτρεπτες διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας και οι δύο απαράδεκτες νομικές πλημμέλειες των Αποφάσεων του Ελ. Συνεδρίου πλήττουν καίρια το κύρος τους και αποδεικνύουν ότι τα κριτήρια του Νόμου και του Δικαίου αγνοήθηκαν πλήρως στην περίπτωσή μου.
γ. Οι επιχορηγήσεις της Νομαρχίας (17.700.000 δρχ. ή 51.944 ευρώ).
Το ποσόν που καταλογίστηκε εις βάρος μου ήταν αρχικά 30.150.000 δρχ., όσο ήθελε ο Καταλογισμός, αλλά στη συνέχεια περιορίστηκε από το IV Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε 17.700.000 δρχ. με την υπ’ αρ. 2072/2005 Απόφασή του την οποία επικύρωσε η υπ’ αρ. 1721/2009 Απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Όμως, τόσο ο αρχικός όσο και ο μερικός Καταλογισμός καθώς και η επικυρωτική Απόφαση της Ολομέλειας του Ε.Σ. είναι πράξεις νομικά αστήρικτες για τους κάτωθι λόγους:
1. Το συνολικό ποσόν το οποίο εκταμιεύτηκε από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ρεθύμνου προς τον Δήμο και στη συνέχεια μεταβιβάστηκε από τον Δήμο προς κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς της πόλης, που είχε υποδείξει, δεν ήταν ούτε 30.150.000 ούτε 17.700.000 δρχ. αλλά 15.700.000 δρχ., γιατί, όπως προέκυψε από μεταγενέστερο ενδελεχή έλεγχο των σχετικών χρηματικών ενταλμάτων και λοιπών στοιχείων του Δήμου, ποσόν 2.000.000 δρχ αναγγέλθηκε μεν από την Νομ. Αυτοδιοίκηση στον Δήμο, αλλά δεν εκταμιεύθηκε και φυσικά δεν μεταβιβάστηκε ποτέ, όπως προκύπτει από το υπ’ αρ. Πρωτ. 15779/18-9-2008 έγγραφο του Δήμου.
Σημειώνεται ότι τα ανωτέρω στοιχεία είχαν υποβληθεί στο Ελ. Συνέδριο, αλλά δεν λήφθηκαν υπ’ όψιν. Επομένως τίθεται εδώ πάλι αναπόδραστο θέμα νομικής και ηθικής τάξεως: Πώς είναι δυνατόν να καταλογίζονται τελικά 17.700.000 δρχ., όταν το σύνολο των επιχορηγήσεων της Νομαρχίας που μεταβίβασε ο Δήμος προς φορείς της πόλης ήταν 15.700.000 δρχ., δηλαδή 2.000.000 δρχ. λιγότερα; Ποιος νόμος επιτρέπει την επιλεκτική αξιολόγηση ή απαξίωση των πραγματικών δεδομένων ενός θέματος; Kαι δεν είναι μόνο αυτή η παρανομία, ολόκληρο το ποσόν καταλογίστηκε εις βάρος μου παράνομα, διότι:
2. Η υπ’ αρ. 2072/2005 Απόφαση του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία επικύρωσε τον Καταλογισμό εις βάρος μου 17.700.000 δρχ. για το ανωτέρω θέμα, αποδέχεται μεν τα πραγματικά δεδομένα του θέματος, πλην του ύψους των επιχορηγήσεων που μεταβιβάστηκαν, αλλά συνάγει ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα από αυτό που επιβάλλει ο Νόμος. Συγκεκριμένα διαλαμβάνει: «ε) ποσό 30.150.000 δρχ. και ήδη 88.481,29 ευρώ που αφορά σε επιχορηγήσεις της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (Ν.Α.), οι οποίες, μέσω του Δήμου αποδίδονταν σε διάφορους φορείς υποδεικνυόμενους από τη Ν.Α., για την πληρωμή υποχρεώσεων της Ν.Α., με την πλασματική δικαιολογία της εκ μέρους του Δήμου εκτέλεσης των έργων, υπό πλασματικούς κωδικούς, όπως «Δημοτική Οδοποιία» και βάσει εικονικών δικαιολογητικών εκ μέρους των δήθεν εργολάβων, καταλογίζεται επίσης στο Δήμαρχο Ρεθύμνης ως έλλειμμα, με την αιτιολογία ότι, εν γνώσει του, τα παραστατικά, επί των οποίων στηρίχθηκαν για την έκδοσή τους οι οικείοι τίτλοι πληρωμών, βεβαίωναν γεγονότα διάφορα των πραγματικών. Όπως συνομολογεί ο ίδιος ο εκκαλών με την έφεσή του, ο Δήμος δέχθηκε να διευκολύνει το Νομάρχη Ρεθύμνης και να επιχορηγήσει κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς της πόλης, αναλαμβάνοντας το ρόλο μεσολαβητή, με φαινομενικούς σχετικούς τίτλους, όπως, για παράδειγμα «Αγροτική Οδοποιία», οι οποίοι (τίτλοι) δεν εξέφραζαν τον πραγματικό σκοπό, για τον οποίο είχαν δοθεί οι πιστώσεις»…(ακολουθεί ο πίνακας των φορέων που επιχορηγήθηκαν από τη Νομαρχία μέσω του Δήμου: Πυροσβεστική Υπηρεσία, Φιλαρμονική, Μουσικά Νιάτα, Εργατικό Κέντρο, ΟΠΕΡ, Σύλλογος Μικρασιατών, Σύλλογος Περβολιανών, Σύλλογος Συνταξιούχων ΙΚΑ, Σύλλογος Παλιάς Πόλης, Ι. Ναός Αγίου Γεωργίου, Δημοτικό Θέατρο, Συμφωνική Ορχήστρα, συνολικά 15.700.000 δρχ). «Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι ο επίδικος καταλογισμός ευσταθεί μέχρι του ποσού των 17.700.00 δρχ και ήδη 51.944,24 ευρώ, για το οποίο αποδείχθηκε η παράνομη διαχείριση αυτού-ήτοι η εκταμίευση του ποσού αυτού για σκοπό διάφορο του κωδικού του προϋπολογισμού του Δήμου, με εικονικά παραστατικά από φερόμενους ως αναδόχους δημοτικών έργων-βάσει των δικαιολογητικών που προσκόμισε ο εκκαλών (υπηρεσιακά σημειώματα της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου) και βάσει των σχετικών προαναφερόμενων παραδοχών του εκκαλούντος, με την έφεσή του». Έτσι έγινε πράγματι.
Όμως εδώ εγείρεται άλλο σοβαρό νομικό θέμα: Ο προβλεπόμενος από το θεσμικό πλαίσιο Καταλογισμός ποσού εις βάρος Δημάρχου ή Προέδρου Κοινότητας δεν αποβλέπει στην τιμωρία πάσης παράτυπης ενέργειας ή παράλειψής του, αλλά έχει συγκεκριμένη έννοια: Αποσκοπεί στην επανόρθωση «εκκαθαρισμένης θετικής ζημίας που υπέστη ο Δήμος ή η Κοινότητα εξαιτίας δόλου ή βαρειάς αμέλειάς του», δηλαδή προϋποθέτει την αδιάβλητα διαπιστωμένη παράνομη μείωση των χρημάτων ή όποιων άλλων υλικών αξιών του αντίστοιχου ΟΤΑ και την ταυτόχρονη ύπαρξη δόλου ή βαρειάς αμέλειας εκ μέρους του. Αν δεν υφίσταται «εκκαθαρισμένη θετική ζημία», δηλαδή βέβαιο έλλειμμα στα οικονομικά του Δήμου που οφείλεται σε δόλο ή βαρειά αμέλεια, τότε δεν υφίσταται λόγος αναπλήρωσης ανύπαρκτου κενού και, επομένως, ο Καταλογισμός είναι παράνομος και άκυρος (βλ. και Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας», Π.Δ. 410/95, αρ. 114, παρ. 4 και κεφ. Θ’ «Ευθύνες των Αιρετών Οργάνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης», άρθρο 183).
Αυτό ακριβώς συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση. Ο Δήμος Ρεθύμνης δεν υπέστη καμιά απολύτως ζημιά και καμιά απολύτως μείωση των χρημάτων του ή άλλων υλικών αξιών του, όπως προκύπτει και από το υπ’ αρ. 15779/18-9-2008 έγγραφο του Δήμου, το οποίο είχε συνυποβληθεί. Όσα του έστειλε η Νομαρχία, τόσα ακριβώς μεταβίβασε στους υποδειχθέντες φορείς της πόλης.
Εξ άλλου, η ίδια η υπ’ αρ. 2072/2005 Απόφαση του IV Τμήματος δέχεται, ορθώς, ότι ο Δήμος δεν διέθεσε από δικούς του πόρους ούτε ένα εκατοστό της δραχμής ή του ευρώ, αλλά τις επιχορηγήσεις που στάλθηκαν από τη Νομαρχία στον Δήμο «απέδωσε σε διάφορους φορείς υποδεικνυόμενους από τη Ν.Α. …αναλαμβάνοντας τον ρόλο μεσολαβητή»… Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα δέχτηκε το IV Τμήμα, που είναι και η πραγματικότητα, η μεσολάβηση του Δήμου μεταξύ Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και φορέων της πόλης δεν δημιούργησε κανένα έλλειμμα στα οικονομικά του Δήμου, επομένως δεν υφίσταται καμιά θετική ζημία, την οποία θα αναπλήρωνε ο Καταλογισμός του σχετικού ποσού και μάλιστα διογκωμένου κατά 2.000.000 δρχ, και κατά ταύτα το IV Τμήμα καταλογίζοντάς μου το ποσόν αντιφάσκει προς εαυτό.
Αφού, λοιπόν, στην προκείμενη περίπτωση δεν υφίσταται οικονομικό έλλειμμα στον Δήμο και ο Καταλογισμός δεν ευσταθεί ως αναπλήρωση ανύπαρκτου κενού, τότε πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει την έννοια της επιβολής διοικητικού προστίμου εις βάρος μου εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την «παράνομη διαχείριση-ήτοι την εκταμίευση του ποσού αυτού για σκοπό διάφορο του κωδικού του προϋπολογισμού του Δήμου…».
Όμως κανείς νόμος δεν παρέχει στο Ε.Σ. την αρμοδιότητα να επιβάλει σε Δήμαρχο διοικητικό πρόστιμο ούτε σε περίπτωση ανύπαρκτου οικονομικού ελλείμματος ούτε για άλλο λόγο.
Πέραν τούτου, δεν πρόκειται περί «παράνομης διαχείρισης ποσού», όπως διατείνεται η Απόφαση του Ε.Σ., αλλά περί εξωθεσμικής διαδικασίας μεταβίβασης ξένου προς τη διαχείριση του Δήμου ποσού, και ως τέτοια δεν νομιμοποιείται να έχει οικονομικές συνέπειες εις βάρος του Δημάρχου. Ως δέσμη μη προβλεπόμενων ενεργειών του Δήμου (αποδοχή επιχορηγήσεων της Νομαρχίας προς τοπικούς φορείς με την ονομασία έργων, εγγραφή στον προϋπολογισμό, μεταβίβαση στους αποδέκτες φορείς) υπόκειται μόνο σε ποινικό και πειθαρχικό έλεγχο εκ μέρους όχι του Ελ. Συνεδρίου που είναι εν προκειμένω αναρμόδιο αφού δεν υπάρχει θέμα οικονομικής δαπάνης του Δήμου, αλλά των προβλεπόμενων από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο δικαστικών και διοικητικών οργάνων και ο έλεγχος αυτός έχει ήδη συντελεσθεί ως ακολούθως:
Από ποινική άποψη, το Τριμελές Εφετείο Κρήτης με την υπ’ αρ. 682/06 Απόφασή του με απάλλαξε από την κατηγορία αυτή.
Από πειθαρχική άποψη, το αρμόδιο Συμβούλιο του άρθρου 185, παρ. 2 του Π.Δ. 410/95 γνωμάτευσε κατά πλειοψηφία ότι συντρέχει λόγος πειθαρχικής δίωξής μου με ποινή αργίας 30 ημερών. Κατόπιν τούτου ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας Κρήτης, με την υπ’ αρ. Πρωτ. 36/30-6-04 Απόφασή του, μου επέβαλε ποινή αργίας 30 ημερών για το θέμα αυτό, αλλά ο Υπουργός Εσωτερικών, στον οποίο προσέφυγα κατά της απόφασης του Γενικού Γραμματέα, μείωσε την ποινή των 30 ημερών σε 10 δεχόμενος μεν την παρατυπία της μεταβίβασης των επιχορηγήσεων της Νομαρχίας από τον Δήμο, αλλά αναγνωρίζοντας ότι δεν υπήρξε οικονομική ζημία του Δήμου, ως εξής: «Επειδή, καίτοι αναγνωρίζεται η παράνομη συμπεριφορά του Δημάρχου Ρεθύμνης, υπό την μορφή της σύμπραξης σε παράτυπη διαδικασία την οποία γνώριζε και αποδεχόταν, ο εν λόγω Δήμος δεν υπέστη οικονομική ζημία, αποφασίζομε…».
Εδώ, λοιπόν, ανακύπτει πάλι το γνωστό ερώτημα: Πώς μπορεί το Ελ. Συνέδριο να με καταδικάζει να αποζημιώσω τον Δήμο με 17.700.000 δρχ, τα οποία ο Δήμος ουδέποτε δαπάνησε; Συγνώμη, νόμος το ορίζει αυτό ή παρανομία;
Πρέπει ακόμη να προστεθεί ότι η άποψη που υποστήριξαν οι μειοψηφήσαντες εκπρόσωποι του Υπουργείου Εσωτερικών και της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων στο Συμβούλιο του άρθρου 185 του Π.Δ. 410/95, ότι «επρόκειτο για μια παρατυπία που συνηθίζεται στη Δημόσια Διοίκηση (επιχορήγηση ποσών και διοχέτευση σε συγκεκριμένο φορέα που έχει από πριν υποδειχθεί με πλασματικό κωδικό), δεν έγινε σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων του Δήμου και επομένως δεν αποτελεί παράβαση των καθηκόντων του Δημάρχου από δόλο ή βαρειά αμέλεια» είναι εξ ολοκλήρου ακριβής. Οι πάντες γνωρίζουν ότι οι αναρίθμητες επιχορηγήσεις εκ μέρους των Υπουργείων σε όλη την Ελλάδα προς μητροπόλεις, μοναστήρια και άλλους κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς για την προώθηση των κοινωφελών σκοπών τους, διεκπεραιώνονται στο σύνολό τους ή σχεδόν με πλασματικές ονομασίες δια μέσου των οικείων Δήμων και είναι απορίας άξιο για ποιο λόγο το κράτος δεν ρυθμίζει νομοθετικά το θέμα, ώστε να δημιουργηθεί νόμιμο πλαίσιο χρηματοδότησης των φορέων αυτών για την επίτευξη κοινωφελών σκοπών, αλλά εξωθεί τους Δήμους σε παράτυπες ενέργειες. Και το αποκορύφωμα:
Ο Δήμος Ρεθύμνης κλήθηκε το 2002 από το Υπουργείο Εσωτερικών να μεταβιβάσει στην Ι. Μ. Αγίας Ειρήνης, η οποία βρίσκεται στη διοικητική του περιφέρεια, ποσόν 29.955 ευρώ, το οποίο στάλθηκε μεν σ’ αυτόν με την πλασματική επωνυμία «Πολιτική Προστασία», αλλά του υποδείχτηκε τηλεφωνικά ως πραγματικός παραλήπτης του ποσού η Ι. Μονή Αγίας Ειρήνης. Η πίστωση αυτή δεν μεταβιβάστηκε σε χρήμα, όπως θα γινόταν παλιότερα, αλλά χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση εργασιών που υποδείχθηκαν από την Ι. Μονή (κατασκευάστηκαν οι τουαλέτες της Μονής από ότι θυμούμαι). Το γραμμάτιο με το οποίο ο Δήμος εισέπραξε το ποσόν αυτό από το Ταμείο Παρακαταθηκών έχει αριθμό 1580/15-10-2002 και είχε υποβληθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ματαίως.
Εδώ τώρα ανακύπτει άλλο ερώτημα: Όταν το προϊστάμενο Υπουργείο Εσωτερικών και άλλα, ίσως όλα, ακολουθούν αυτή την παράτυπη διαδικασία επιχορήγησης δημόσιων φορέων με πλασματικούς κωδικούς δια μέσου των οικείων Δήμων, πώς να μην την ακολουθήσουν και οι Νομαρχίες και οι Δήμοι; Και γιατί δεν διώχθηκε ποτέ κανείς Υπουργός ή Νομάρχης για ηθική αυτουργία στην παρατυπία; Και γιατί απ’ όλους τους Δημάρχους της Ελλάδας καλούμαι να πληρώσω μόνο εγώ ανύπαρκτη ζημιά του Δήμου με ανύπαρκτη νομική αιτιολογία; Από τις χιλιάδες παρόμοιων μεταβιβάσεων επιχορηγήσεων μέσω των Δήμων σ’ όλη την ελληνική επικράτεια, μόνο αυτή η συγκεκριμένη είναι παράνομη και πρέπει να πληρωθεί από μένα; Έλεος, πού ζούμε;
ΣΗΜ. Θα ακολουθήσουν και άλλα κείμενα του κ. Αρχοντάκη, ωστόσο λόγω της μεγάλης έκτασής τους θα είναι διαθέσιμα μόνο στην ιστοσελίδα των «Ρ.Ν.», στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.rethnea.gr.
Οι ανεμογεννήτριες του Γκλέτσου και τα οφέλη του debate του ΣΥΡΙΖΑ
Αν κάτι μείνει στην ιστορία από το debate του ΣΥΡΙΖΑ αυτό θα είναι σχεδόν σίγουρα το κορυφαίο πολιτικό meme της...