Του Πρωτοπρεσβυτέρου ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Κ. ΑΜΠΑΝΑΒΑ
Κέντρο της Εκκλησίας μας είναι ο Επίσκοπος, είναι η ορατή παρουσία του Χριστού στη γη. Ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος θέλει τον Επίσκοπο έκφραση της Εκκλησίας. «Όπου αν φανή ο Επίσκοπος, εκεί το πλήθος έστω, ώσπερ όπου αν ο Χριστός Ιησούς, εκεί η Καθολική Εκκλησία». (Επιστολή προς Σμυρναίους P.G. τόμος 5, σελ. 708 εξής). Και η Θεία Ευχαριστία τελείται, σύμφωνα με τον ίδιο ιερό Πατέρα, καταρχήν μεν από τον Επίσκοπο και στη συνέχεια από τον Ιερέα με την άδεια και την ευλογία του. Ο Ιερέας τελώντας την Θεία Λειτουργία μνημονεύει του ονόματος του Επισκόπου και απλώνει τα τίμια Δώρα στο Αντιμήνσιο που φέρει την υπογραφή του.
Είναι λοιπόν δεδομένη η θέση του Επισκόπου στην Εκκλησία και θεολογικά – εκκλησιολογικά και θα παραθέταμε και διοικητικά, και ούτε θα μπορούσε να ισχύσει και κάτι άλλο. Οι Ιερείς οφείλουν να αποδίδουν τιμή και σεβασμό στον Επίσκοπό τους και ο λαός του Θεού να πράττει το ίδιο, πλάι στους Ιερείς του και να τον θεωρούν κοινό τους Πατέρα όπως και όντως είναι βάσει της Αποστολικής Διαδοχής και βάσει της Αρχιεροσύνης του Χριστού την οποία συνεχίζει, εξοπλισμένος με το τρισσόν αξίωμα του Πρώτου και Μεγάλου Αρχιερέως Χριστού το Αρχιερατικό, το Βασιλικό και το Προφητικό -Διδακτικό. Όταν αυτή η αναγνώριση και αποδοχή προάγεται σε αγαπητική σχέση, τότε τα πράγματα είναι ασφαλέστερα καλύτερα και πιο ελπιδοφόρα για την πορεία όλων μας Επισκόπου – κλήρου και πιστού λαού προς την Βασιλεία του Θεού της οποίας πρόγευση αποτελεί η συμμετοχή μας στη λατρευτική και μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας. Ο Επίσκοπος κατά τον Άγιο Κυπριανό σε μια τοπική Εκκλησία εκφράζει όλη την Εκκλησία την καθολικότητα της Εκκλησίας. Κάθε τοπική εκκλησία κατά τον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο που έχει ίδιο Επίσκοπο είναι καθολική είναι συγκεκριμένη μορφή του όλου Σώματος του Χριστού της καθόλου Εκκλησίας.
Έτσι όταν κανείς είναι ενωμένος με νυν Επίσκοπόν του (ενώθητι τω Επισκόπω φωνάζει ο Άγιος Ιγνάτιος) είναι ενωμένος με την όλη Εκκλησία. Και αντίστροφα αν δεν έχει ενότητα με τον Επίσκοπό του δεν είναι ενωμένος με την Εκκλησία. Ο Μέγας Πατρολόγος αείμνηστος καθηγητής Στυλιανός Παπαδόπουλος έλεγε μιλώντας για την Θεολογία του Αγίου Ιγνατίου: Ο Επίσκοπος γίνεται το αισθητό και πραγματικό σημείο της ενότητος της Εκκλησίας. Ο σύνδεσμός μας με τον Επίσκοπο είναι προϋπόθεση της ενώσεως με τον Θεό και συγχρόνως απόδειξη της ενώσεως αυτής, δηλαδή απόδειξη ότι ο άνθρωπος αυτός ανήκει στην Εκκλησία. Η Θεία Ευχαριστία που τελούμε οι ιερείς σε κάθε ενορία είναι προέκταση της Επισκοπικής Ευχαριστίας.
Ο Μητροπολίτης Περγάμου Καθηγητής Πανεπιστημίου και Ακαδημαϊκός κ.κ. Ιωάννης γράφει τα εξής: «Η ενορία δεν αποτελεί αυτάρκη και αυτοτελή εκκλησιαστική ευχαριστιακή κοινότητα, αλλά προέκταση εν τόπω αυτής ταύτης της μιας Επισκοποκεντρικής Ευχαριστίας. Ο πρεσβύτερος ετέλει ούτω την Ευχαριστίαν εξ ονόματος του Επισκόπου ο οποίος και παρέμεινεν η μόνη κατ’ ουσίαν κεφαλή του μυστηριακού τούτου σώματος της εκκλησίας του Θεού.
Οι θρόνοι του «συνθρόνου» διεσκορπίσθησαν αλλά δεν απετέλεσαν ίδια κέντρα ευχαριστιακής ενότητας. Ήσαν απλώς ακτίνες του κύκλου αδιαλείπτως εξαρτώμενοι εκ του ενός κέντρου, το οποίον κατέχει ο Επίσκοπος. Έτσι κάθε τοπική Εκκλησία εξακολούθησε με τις ενορίες της να είναι ένας πλήρης κύκλος, ένα σώμα, αυτό τούτο το σώμα του Χριστού εμφαινόμενος ιστορικώς εν μια ευχαριστία». Έτσι οι πρεσβύτεροι οι ιερείς στην ενορία τους είναι εις «τύπον και τόπον του Επισκόπου τους». Για τον Άγιο Κυπριανό αποτελεί αρχή ότι η Εκκλησία έχει ιδρυθεί επί του Επισκόπου: «Ecclesia super episcopos constituatur». Εκκλησία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο λαός ενωμένος γύρω από τον Επίσκοπο του και το ποίμνιο συνδεδεμένο με τον ποιμένα του. Τόσο είναι αναγκαίος ο Επίσκοπος στην Εκκλησία, όσο αναγκαία είναι η αναπνοή στον άνθρωπο και ο ήλιος στον κόσμο. Την θεολογίαν αυτής της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας επί του Επισκόπου οι ιερείς πρέπει να την γνωρίζουν και να την κοινωνούν στον λαό της ενορίας τους με τον λόγο και με το παράδειγμά τους: με την υπακοή τους στον Επίσκοπο τους και την συνεργασία στη διαποίμανση του λαού. «Όταν ο λαός βλέπει τον ιερέα του να σέβεται τον Επίσκοπό του, τότε ευλαβείται περισσότερο τον ιερέα αυτόν. Ενώ όταν ο ιερέας δεν υπακούει στον Επίσκοπό του και δεν συνεργάζεται μαζί του ταπεινά πως ο ιερέας αυτός θα απαιτήσει την υπακοή και την συνεργασία από το λαό της ενορίας του; Αμαρτία κατά του Επισκόπου είναι αμαρτία κατά του Θεού, εις θέσιν και τόπον του οποίου είναι ο Επίσκοπος. Κλείνω το κείμενό μου με τα λόγια του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου: «Πρέπον εστίν υπακούειν κατά μηδεμίαν υπόκρισιν, επεί ουχί τον Επίσκοπον τούτον τον βλεπόμενον πλανά τις, αλλά τον ουράνιον παραλογίζεται». Δηλαδή αδελφοί μου μας λέει ο Άγιος Πατέρας όποιος στρέφεται εναντίον του Επισκόπου και δεν υπακούει σε Αυτόν έχει να κάνει με τον Θεό. Και ο Άγιος Κυπριανός βροντοφωνάζει: «Όποιος δεν είναι με τον Επίσκοπο, δεν είναι με την Εκκλησία».