Οι παρελάσεις που γίνονταν στα μαθητικά μας χρόνια ήταν πραγματικά μια γιορτή, που καθένας μας, μεγάλος ή μικρός, φρόντιζε να την τιμά όπως της αρμόζει. Ο κάθε μαθητής κατέβαλε κάθε δυνατή και αδύνατη προσπάθεια να είναι ο καλύτερος στο βάδην για να μην τον αποκλείσει ο δάσκαλος. Πραγματικές μάχες δίνονταν για το ποιος θα μπει στη διμοιρία και ατελείωτο κλάμα από αυτούς που έμεναν απ’ έξω, για διάφορους λόγους. Παρ’ όλα αυτά δεν είδα ποτέ κανένα παιδί από τη γενιά μου να έχει ψυχολογικά προβλήματα λόγω αποκλεισμού. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, αλλά και άλλες, μάθαμε να γνωρίζουμε τον εαυτό μας σε κάθε περίσταση και ξέραμε αν πραγματικά αξίζαμε ή όχι, να συμμετέχουμε στην παρέλαση και όχι μόνο…
Η δική μου η γενιά, η προηγούμενη και η επόμενη, ανατράφηκαν από γονείς και παππούδες που «έζησαν και έγραψαν με ανεξίτηλα σημάδια μοναδική ιστορία» σ’ αυτόν τον τόπο. Οι μνήμες μας είναι γεμάτες από ιστορίες της κατοχής, χιλιοειπωμένες με το γνωστό εκείνο μαγικό τρόπο, που μόνο οι γονείς, οι παππούδες και οι γιαγιάδες μπορούν να αφηγηθούν. Ιστορίες πολέμων, αντίστασης και γεγονότων που ξεπερνούν κάθε ανθρώπινη φαντασία και όμως ήταν και θα παραμείνουν πάντα αληθινές και για πάντα χαραγμένες στη μνήμη μας.
Οι αφηγήσεις τους ήταν, στα παιδικά μας τότε αυτιά και μάτια, τόσο αληθινές και δυνατές που το τιποτένιο γινόταν σημαντικό, το άσχημο όμορφο και το αδύνατο δυνατό. Γαλουχηθήκαμε παίζοντας τους γερμανούς, τους ιταλούς και τους τούρκους, ενάντια, στους κάθε φορά λιγότερους, μα πανέξυπνους και γενναίους, Έλληνες, που πάντα είχαν τη λύση, ακόμα και την ύστατη ώρα πριν το εκτελεστικό απόσπασμα, για να υπάρχει πάντα το happy end! Το μόνο πρόβλημά μας ήταν, κάθε φορά που στήναμε παιχνίδι, ότι ελάχιστοι ήταν εκείνοι που δέχονταν να παίξουν τους κατακτητές, γιατί όλοι μας θέλαμε και μας άρεσε πάντα, ο αέρας της ελευθερίας του αντάρτη! Πολλές φορές το παιδί που έπαιζε τον προδότη της πατρίδας, όλη η υπόλοιπη ομάδα τον αντιμετώπιζε τόσο εχθρικά που πραγματικά, τώρα που το θυμάμαι, υπήρχε σοβαρό πρόβλημα τις επόμενες μέρες στην παρέα μας!
Ο μικρός ήρωας, το παιδί φάντασμα με την παρέα του, την Κατερίνα και τον Σπίθα, τον Διαβολάκο και το Ζουζούνι, είχαν θέση μόνιμα κάτω από το μαξιλάρι μας και όχι λίγες φορές φάγαμε πολύ ξύλο, επειδή διαβάζαμε με ιδιαίτερη προσήλωση τις ιστορίες τους και αμελούσαμε εντελώς τα μαθήματά μας. Το συγκεκριμένο περιοδικό, που τελευταία είναι προσφορά κυριακάτικης εφημερίδας σε επανέκδοση, είχε και απίστευτη διαπραγματευτική ισχύ! Σου δίνω ένα μικρό ήρωα αλλά θα μου δώσεις 2-3 η και 4 Μίκυ Μάους! Ο θαυμασμός μας για τους ήρωές του ήταν πολύ μεγάλος και η επιρροή τους στην προσωπικότητά μας επίσης. Κάποτε άκουσα κάποιον να λέει, πως ένας από τους λόγους που οδήγησαν στον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου, ήταν ότι οι περισσότεροι φοιτητές, σε μικρή ηλικία, διάβαζαν τον μικρό ήρωα και είχαν μπολιαστεί με τις αντιφασιστικές ιδέες του! Μπορεί να είναι υπερβολή, αλλά δείχνει εν μέρει τον τρόπο σκέψης της γενιάς μου.
Η παρέλαση από αρχαιοτάτων χρόνων ήταν και παραμένει ένα καθαρά μιλιταριστικό γεγονός, που σκοπό έχει να τονώσει το ηθικό του στρατεύματος και του λαού με την άψογη πειθαρχία, την παράταξη και τους σχηματισμούς, εμπνέοντας ανάλογα… φόβο στους αντίπαλους ή σιγουριά και ασφάλεια στον λαό… ο δικτάτορας Μεταξάς καθιέρωσε και τις μαθητικές στην Ελλάδα, βασισμένος στην παροχή προς τον λαό του «άρτον και θεάματα». Είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη με τέτοιου είδους παρελάσεις! Θα προτιμούσα βέβαια να είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη σε παροχές στον πολίτη, στην παιδεία, στην υγεία και σε άλλα, αλλά πως;
Πριν λίγες μέρες έγινε η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου. Αν θέλουμε να δούμε την αλήθεια κατάματα, σήμερα οι παρελάσεις ελάχιστα διαφέρουν από το καρναβάλι. Ο Έλληνας κατεβαίνει στην παρέλαση για να δει μέσα στις όμορφες παρουσίες των μαθητριών με τις μίνι φούστες, τα ανοικτά πουκάμισα και τις γόβες, ένα συνονθύλευμα από άτομα, που καθένας βαδίζει όπως του αρέσει και γυρίζει το κεφάλι του όπου του αρέσει, χωρίς απολύτως καμία πειθαρχία και κανένα συγχρονισμό. Αυτό προφανώς δεν μπορεί να είναι παρέλαση, ούτε φόρος τιμής στους ήρωες. Στο τέλος βγαίνουν και «οι επίσημοι» για να κάνουν τις χιλιοειπωμένες δηλώσεις στα ΜΜΕ, για την τιμή στους ήρωες του 40 ή του 1821, ότι μας φωτίζει η θυσία τους για μια καλύτερη Ελλάδα, αλλά και για τους άψογους σχηματισμούς της μαθητιώσας νεολαίας! Πάντα βέβαια είχα την απορία πως γίνεται να μας φωτίζουν οι ήρωες με τους αγώνες τους για μια ελεύθερη Ελλάδα, κι εμείς (οι πολιτικοί μας) να ξεπουλάμε τη χώρα, που αυτοί έδωσαν το αίμα τους για να την κρατήσουν ελεύθερη. Μέχρι στιγμής δεν έχει βρεθεί κανείς να μου δώσει μια απάντηση.
Το κλου όμως της παρέλασης φέτος σε όλη την επικράτεια, δεν ήταν ούτε τα στρατιωτικά τμήματα ούτε οι μαθητές! Ήταν τα κάγκελα! Αυτά που τοποθετήθηκαν ακόμα και στο Ρέθυμνο! Από τη στιγμή που η εθνική γιορτή, (ας το παραδεχτούμε επιτέλους), έχει χάσει πια το νόημά της, αφού μεθοδικά απ’ ότι φαίνεται, φρόντισαν κάποιοι και γι’ αυτό, ήταν φυσικό επακόλουθο ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο, κάποια στιγμή. Καταντήσαμε, στην Ελλάδα, τις πιο σημαντικές στιγμές της νεότερης ιστορίας μας, να αποτίουμε φόρο τιμής σε αγωνιστές που έπεσαν στα πεδία των μαχών, παίζοντας σε κάποιο πολεμικό παιχνίδι στην οθόνη του υπολογιστή και όχι σ’ αυτούς που κυριολεκτικά έχυσαν το αίμα τους για μια πατρίδα ελεύθερη. Κοιτάζουμε το δέντρο, όπως γίνεται συνήθως στην Ελλάδα, και χάνουμε το δάσος, χάνουμε την ουσία. Χειροκροτάμε τη στρατιωτική παρέλαση που έγινε στην Θεσσαλονίκη, επειδή φαίνεται είχε μεγαλύτερη σημασία από τους συμπολίτες μας, που ψάχνουν για τροφή στα σκουπίδια και δεν έχουν φάρμακα;
Κι εμείς όλοι τελικά, της γενιάς που γαλουχήθηκε με τα υποτίθεται ιδεωδέστερα ιδανικά της πατρίδας, τι κάνουμε; Συνεχίζουμε απλά να απολαμβάνουμε τον φραπέ μας στον καναπέ, βλέποντας τα τουρκικά σήριαλ που αριστοτεχνικά μας πασάρουν, και χωρίς καμία απολύτως διαμαρτυρία. Που είναι η μαγκιά μας; που είναι η εθνική υπερηφάνεια μας; που είναι τα ιδανικά που ανατραφήκαμε; Όλα τα πετάξαμε στο καλάθι των άχρηστων για να απολαμβάνουμε τι; Το φραπέ μας; τις βόλτες μας; τα φορομπηχτικά μέτρα που έρχονται το ένα μετά το άλλο, χωρίς να είμαστε εμείς οι φταίχτες; τους δυο εκατομμύρια άνεργους Έλληνες; την ησυχία μας; Τα παιδιά μας που φεύγουν για ένα καλύτερο μέλλον σε καινούριες πατρίδες, και με ανυπολόγιστη ζημιά στον κορμό του κράτους; Γιατί άραγε αυτή η κατάντια; Τι επηρέασε τόσο πολύ προς το χειρότερο τις δικές μας γενιές; Που πήγε η γαλούχηση των ηρώων παππούδων και γονέων, τα χειμωνιάτικα βράδια γύρω από το μαγκάλι και το τζάκι; Που είναι οι απόγονοι των ηρώων που μεγαλούργησαν στους δυο παγκόσμιους πόλεμους του 20ου αιώνα και που έδιναν όρκους ότι θα γίνουν καλύτεροι από τους προγόνους τους, και δεν τολμούν να σηκώσουν για τίποτα κεφάλι; Τι μας αλλοίωσε τόσο πολύ, που οι μεν άρχοντες της εξουσίας προσπαθούν να τη διατηρήσουν και να την επιβάλλουν με κάθε τρόπο, ενώ οι υπόλοιποι είμαστε πλέον εντελώς αδιάφοροι για οτιδήποτε γίνεται στη χώρα μας και δεν ενδιαφέρει κανέναν τι θα γίνει στις επόμενες γενεές, τις γενιές των παιδιών μας, αρκεί να περνάμε καλά εμείς! Τι ακριβώς;
Πάντως σε τελική ανάλυση, αν οι «υπεύθυνοι» θέλουν κάγκελα στους επίσημους και τους αρέσουν, ας τα βάλουν και στις άλλες παρελάσεις ανά την επικράτεια. Αλλά αφού δεν θέλουν τον κόσμο κοντά τους, ας τολμήσει επιτέλους και ο κόσμος να μην πάει στην παρέλαση, για να την απολαύσουν οι επίσημοι καλύτερα! Άλλωστε η όλη διαδικασία με τα κάγκελα ξεπερνά κάθε σώφρονα λογική.
Τελικά ο φραπές στην παραλία τις συγκεκριμένες μέρες, με συλλογισμό και περισυλλογή, μπορεί να αποτίσει περισσότερο φόρο τιμής στους ήρωες, από τα κάγκελά σας.
* Ο Βαγγέλης Παπαδάκις είναι καθηγητής Φυσικής Αγωγής