Πρόνοια* καλείται η εκ των προτέρων φροντίδα, η έγκαιρη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση μιας επερχόμενης κατάστασης. Σχετίζεται με τη διορατικότητα, δηλαδή με το έμφυτο γνώρισμα κάποιων ανθρώπων να διαισθάνονται πότε πρόκειται να συμβεί κάτι και να λαβαίνουν έγκαιρα προφυλάξεις ή αποφάσεις σχετικά μ’ αυτά.
Έχουμε όλοι συνηθίσει, καθημερινά, να μιλούμε και να γράφουμε για τριών ειδών πρόνοια: τη θεία, την κρατική ή κοινωνική και την ατομική ή ιδιωτική. Και τα τρία είδη, κατά την κοινή γνώμη, αφορούν , μ’ ένα ξεχωριστό και ιδιαίτερο τρόπο, όσα απασχολούν ή πρόκειται ν’ απασχολήσουνε την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, ως ατόμων μεμονωμένων κι ως οργανωμένων μελών μιας ευνομούμενης συγκέντρωσης ανθρώπων ή κοινωνίας…
Η θεία πρόνοια είναι η μέριμνα και η αγάπη του οποιουδήποτε θεού προς τους πιστούς σ’ αυτόν κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά. Διακρίνεται απ’ τα δύο επόμενα είδη, γιατί είναι «πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα» κατά τη χριστιανική αντίληψη και -μολονότι η θεολογία, ο Ζευς, το Ισλάμ, ο Βούδας, ο Ζωροάστρης, ο Χριστός μοιάζουνε διχαστικά «κατασκευάσματα», που στρέφουνε την εύνοιά τους μόνο προς τους δικούς τους οπαδούς -απευθύνεται σ’ όλη την ανθρωπότητα, χωρίς εξαιρέσεις, όπως κι η οργή των θεών δεν κάνει ρατσιστικές διακρίσεις, όσες φορές «πλήττει» τους ανθρώπους. Δηλαδή, όπως δεν έχουμε ιδεί το θεό των Χριστιανών να προνοεί και να διασώζει από πλημμύρες λόγου χάρη τους πιστούς του μονάχα και ν’ αφήνει ανελέητους τους μουσουλμάνους της διπλανής γειτονιάς, όμοια και δεν τιμωρεί μόνον όσους χριστιανούς παρέβησαν τις θεϊκές επιταγές για τη με ανιδιοτελή αγάπη συνύπαρξη των ανθρώπων, αλλά και τους ασεβείς βουδιστές.
Η κρατική ή κοινωνική πρόνοια σχετίζεται άρρηκτα με την έννοια του κράτους, της κοινότητας και της κοινωνίας. Η κοινότητα και η κοινωνία ορίζουν κανόνες και το κράτος ψηφίζει νόμους για το καλό των πολιτών λαμβάνουνται μέτρα για την αρμονική κοινωνική συμβίωση και για τη συλλογική προκοπή και την οικονομική ευημερία. Αρκεί, βεβαίως, οι διαχειριστές της εξουσίας να σέβονται τον κάθε πολίτη, να μην είναι αλαζόνες και να επιδιώκουν, έγκαιρα, διάλογο και συναίνεση για τα προς λήψη μέτρα.
Η ατομική ή ιδιωτική πρόνοια συνδέεται με την προσωπική ζωή των ατόμων. Ξεχωρίζει δε απ’ τις άλλες δυο, γιατί «όλο το βάρος πέφτει στον άνθρωπο», ο οποίος καλείται να «προσμετρήσει» τα επακόλουθα των σκέψεων και των πράξεών του και να υπολογίζει όλες τις «παραμέτρους» τους, προτού επιλέξει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά δική του έναντι όσων τον περιβάλλουνε.
Μ’ άλλα λόγια, η από πρωτύτερα σκέψη και φροντίδα για τα μελλούμενα σ’ ό,τι αφορά την καθημερινή ανθρώπινη ζωή δεν είναι μόνο ευθύνη των θεών. Επειδή, όμως, αφορούν τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και καθώς όλα, στη ζωή μας, εξαρτώνται το ‘να απ’ το άλλο, απαιτείται, όταν καλούμαστε, ως κρατούντες ή στην ιδιωτική μας ζωή, να χαράξουμε το μέλλον και να σχεδιάσουμε τις πράξεις μας, να ‘μαστε ειλικρινείς και να πατάμε σε ρεαλιστικές βάσεις. Αλλιώς, οτιδήποτε σκεφτόμαστε ή πράττουμε χωρίς να στηρίζεται σε γερά και αληθινά θεμέλια είναι… καταδικασμένο να καταρρεύσει σύντομα και κάθε μέτρο να ‘χει περιορισμένο χρονικό ορίζοντα, άσε δε που, ως μη αποδεχτό απ’ τους συνανθρώπους μας, θα ‘ναι και αναποτελεσματικό, αφού θα εξυπηρετεί μεμονωμένα συμφέροντα, δίχως να προάγει και να υπερασπίζει το κοινό καλό.
* Από την ανέκδοτη συλλογή κοινωνικοπολιτικών – φιλοσοφικών δοκιμίων μου υπό το γενικό τίτλο «Νόμοι και Όροι (Δυνατές Σκέψεις)», τόμος Α’, 1997-2005.
* O Γεώργιος Η. Ορφανός είναι φιλόλογος