Ξεκινώ να σε διαβάσω
μα προέχει η γνωριμία
αφού είμαστε δυο ξένοι,
δεν υπάρχει η φιλία!
«Μα δεν ξέρω να διαβάζω
ούτε καν συλλαβισμό,
μα δεν ξέρω εγώ να γράψω
κι’ ας τελειώνω το σχολειό!»
«Ξέρω όμως να ποτίζω
τα δικά μας περβολάκια,
να ταΐζω την κατσίκα,
κότες και τα κουνελάκια».
Ξεκινώ ένα αγώνα
σε εμένα να πιστέψει
να μου έχει εμπιστοσύνη
μήπως μάθει καμιά λέξη.
Το κερδίζω με αγάπη
κατανόηση και πίστη
κι’ αφού έχει καταλάβει
«άρνηση» δεν είναι λύση.
«Πώς θα πας στο φαρμακείο,
γράμματα αν δεν γνωρίζεις
πώς θα πας στο σούπερ μάρκετ
αν εσύ δεν συλλαβίζεις;»
«Πώς θα παντρευτείς μια μέρα,
θα σε διώξει, θα στο πω
μόλις δει πως δεν γνωρίζεις
να της γράψεις «σ’ αγαπώ»!
Χα! Χα! Χα! Ξεσπούνε γέλια
από με και το παιδάκι
«δίκιο έχεις βρε κυρία,
δίκιο έχεις λιγουλάκι»!
«Θέλω εγώ να σου τα μάθω
αν εσύ το επιτρέπεις
κι’ αν γουστάρεις το παιχνίδι
πιο πολύ εσύ θα παίζεις».
«Τι ωραία βρε κυρία…
Τι παιχνίδι παίζω τώρα;
θέλω να ’ρχομαι σε σένα
κάθε μέρα, κάθε ώρα!»
«Συλλαβές θέλω να γράφεις
τις διαβάζεις και γελάμε,
γιατί νόημα δεν βγαίνει
και μετά πάμε να φάμε».
«Βγες λιγάκι για παιχνίδι
και μετά με αγωνία
θα τη δούμε παρακάτω
την υπόλοιπη… ιστορία».
«Τι απέγινε ο Χάρβετ,
όταν σβήσανε τα φώτα;
Μέσα στην κακοκαιρία
κάποιος του χτυπά την πόρτα».
«Μήπως ήτανε ο Χένρι;
Το πιστό, μικρό σκυλάκι;
Μήπως γίνανε δυο φίλοι
απ’ το φόβο λιγουλάκι;»
«Μα δεν θέλω το παιχνίδι…
ας διαβάσουμε κυρία,
αγωνία έχω τώρα
με αυτή την ιστορία…»
«Είσαι πρώτος βρε «αγάπη»
είσαι έξυπνο παιδάκι
και να ξέρεις πως σε…λίγο
θα διαβάζεις και θα γράφεις!»
«Θέλω να ’μαι κάθε μέρα
δίπλα σου και να διαβάζω
και την Κυριακή θα έρθω
«όλα» θέλω να προλάβω!»
Με ψυχούλα σμιλεμένη
με καρδούλα δίχως φόβο
με αγάπη και θυσία
ξεκινάς αυτό το δρόμο!
Γνώση για να μεταφέρεις
πριν να ρίξεις συ «το σπόρο»
πρέπει να καλλιεργήσεις
το «χωράφι» αυτό και μόνο!
Όλα έτοιμα σαν είναι
«γνώση ξεκινάς να σπέρνεις»
μέσα από το παιχνίδι…
όσα δίνεις, τόσα παίρνεις!!