Πέρασαν σχεδόν πέντε χρόνια από τότε που η φοβέρα, η απελπισία και ο θάνατος σκέπασε τη χώρα μας. Οι συμμορίες του χρήματος σαρώνουν και ευτελίζουν κάθε έννοια υπερηφάνειας και αξιοπρέπειας των Ελλήνων. Έκοψαν τη φλέβα, που δεν χτυπά πια στον ρυθμό της ζωής και νεκρώνουν το σώμα της ελληνικής κοινωνίας.
Ανατριχιάζω όταν πολιτικοί άνδρες και λοιποί κατ’ εξοχήν διαχειριστές του δημόσιου λόγου έχουν αποδεχθεί τη δουλικότητα, την υποτέλεια και τον ραγιαδισμό σαν κυρίαρχη ιδεολογία και ύψιστη αρετή του νεοελληνικού βίου. Όταν ερμηνεύουν με τοn δικό τους ανύπαρκτο μέτρο, το Ήθος του ελληνικού λαού. Όταν υποτιμούν με τέτοιο χυδαίο τρόπο τη νοημοσύνη του.
Πριν πάω στην κάλπη αναλογίζομαι τα λόγια του κορυφαίου συνταγματολόγου Αριστόβουλου Μάνεση στους φοιτητές του, στο τελευταίο του μάθημα, όταν τον έδιωξε η χούντα: «Μην επιτρέψετε να σας εξανδραποδίσουν. Μέσα στους ζοφερούς και άρρωστους καιρούς διατηρήστε άγρυπνη και ανυπότακτη τη σκέψη σας, περιφρουρήστε την άγια υγεία και ρωμαλεότητα της ψυχής σας, κρατήστε στητό και το ανάστημά σας. Και αν η εξουσία που τη συμφέρει να έχει παθητικούς πολιτικά υπηκόους, αδιάφορους, σας πει ότι έτσι κάνοντας δεν είστε φρόνιμοι και νομοταγείς πολίτες, αποδείξτε ότι καλός πολίτης είναι μόνο ο ελεύθερος πολίτης, ο συνειδητός ενεργός και υπεύθυνος πολίτης. Και θυμίστε της αυτό που είπε ο Περικλής στον «Επιτάφιο». Όποιος αδιαφορεί για τα πολιτικά πράγματα του τόπου του, είναι όχι φιλήσυχος, αλλά αχρείος πολίτης». Και κατέληξε: «Και μην ξεχνάτε σήμερα τις δύσκολες για την πατρίδα και τον λαό μας περιστάσεις τα λόγια του ποιητή – και θέλω μ’ αυτά να σας αποχαιρετήσω: «Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται ζυγόν δουλείας ας έχωσι. Θέλει Αρετήν και Τόλμην η Ελευθερία».
* Ο Μανώλης Δρυμάκης είναι δικηγόρος.