A’ Ενότητα: Οι άμαχοι Κρήτες στο στόχαστρο των Γερμανών κατακτητών
H ναζιστική κατοχή, διήρκεσε τέσσερα και κάτι χρόνια στη Κρήτη, από τον Μάιο του ‘41 ως και τον Ιούλιο του ’45, όταν και οι τελευταίοι Γερμανοί στρατιώτες εγκατέλειπαν το νησί μας. Όλα αυτά τα χρόνια, οι πολεμικές επιχειρήσεις ήταν ελάχιστες και περιορίστηκαν στις πρώτες δέκα ημέρες της Γερμανικής επίθεσης, ώσπου και συντελέστηκε η κατάληψη του νησιού. Η στρατιωτική άμυνα της Κρήτης ήταν ιδιαίτερα αδύνατη, αφού Ελληνικός στρατός δεν υπήρχε, πλην ελάχιστων μονάδων που αριθμούσαν συνολικά περίπου 11.500 στρατιώτες, μικρός αριθμός από δόκιμους αξιωματικούς της στρατιωτικής σχολής Ευελπίδων και ολιγάριθμοι άνδρες της Ελληνικής χωροφυλακής.
Η υποτιθέμενη άμυνα των συμμάχων
Υποτίθεται τουλάχιστον πως το νησί θα υπερασπίζονταν και ένα σώμα από 31.500 άνδρες των συμμαχικών δυνάμεων από Βρετανούς, Νεοζηλανδούς και Αυστραλούς στρατιώτες. Όμως οι συμμαχικές αυτές δυνάμεις που μέτρησαν και 1.800 τουλάχιστον νεκρούς, εξουδετερώθηκαν από τους Γερμανούς στις πρώτες αυτές δέκα ημέρες. Ήδη βέβαια από την έβδομη ημέρα άρχισαν την οπισθοχώρησή τους, και τελικά φυγαδεύτηκαν από τη νότια Κρήτη με συμμαχικά αποβατικά καράβια και μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο, αφήνοντας πίσω τους και 11.500 αιχμαλώτους στα χέρια των Γερμανών. Τώρα τι είδους άμυνα ήταν αυτή, που κάμφθηκε σε μόλις επτά ημέρες από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές μας αφήνει ερωτηματικά!
Η εγκληματική τακτική των αντιποίνων
Ο Γερμανικός στρατός από τις πρώτες ημέρες της κατάληψης του νησιού εφάρμοσε τη τακτική των αντίποινων σε πολλά χωριά, σκοτώνοντας και εκτελώντας ομαδικά αμάχους, με την αιτιολογία ότι οι Κρήτες αντιστάθηκαν στους εισβολείς αλεξιπτωτιστές. Από ιστορικές πηγές αναφέρεται πως η πρώτη ομαδική εκτέλεση αμάχων του Β’ παγκόσμιου πόλεμου έγινε στο Σταυρωμένο του Ρεθύμνου το απόγευμα της 20ης Μαΐου του ‘41. Εκτελέστηκαν εννέα άνδρες διαρκούσης της μάχης για τη κατάληψη του νησιού. Η πρώτη εκτός μάχης επίσης εκτέλεση αμάχων έγινε στο χωριό Αστέρι του Ρεθύμνου, την 1η Ιουνίου του ‘41 όπου εκτελέστηκαν 12 άτομα. Σε πολλά χωριά έγιναν ομαδικές εκτελέσεις κατά τη διάρκεια της κατάληψης ή αμέσως μετά όπως: Στα Χανιά ήταν, το Μάλεμε, το Κοντομαρί, η Κάντανος, ο Γαλατάς, το Καστέλλι Κισσάμου, ο Δραπανιάς, ο Κακόπετρος, ο Κυρτομάδος, ο Αλικιανός, τα Ρούματα, οι Πρασσές, το Ορθούνι, οι Καρές, ο Σχοινές, ο Κουφός, ο Βατόλακκος, οι Στέρνες, ο Φουρνές, τα Μεσκλά, τα Φλώρια, τα Πλεμενιανά, οι Λάκκοι, ο Ταυρωνίτης, η Παλιόχωρα, τα Περιβόλια, η χώρα Σφακίων, καθώς και η Αγυιά, όπου στις ομώνυμες φυλακές σχεδόν καθημερινά έκαναν εκτελέσεις. Στο Ρέθυμνο ήταν το Σταυρωμένο, το Αστέρι, Χαμαλεύρι, το Παγκαλοχώρι, τα Περβόλια – Μυσσίρια, το Άδελε και η Λούτρα. Στο Ηράκλειο ήταν, οι Μοίρες, η Πλώρα και η πόλη του Ηρακλείου.
Τα ξεκληρισμένα χωριά και ο αβάσταχτος πόνος
Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής, όπως και οι πυρπολήσεις και το ξεκλήρισμα χωριών ολόκληρων, με διάφορες υποτίθεται αφορμές, που κυρίως ήταν η αντιστασιακή δράση των Κρητών. Τα τραγικότερα από τα περιστατικά ήταν η πυρπόληση 23 χωριών των επαρχιών Βιάννου και Ιεράπετρας τον Σεπτέμβριο του ‘43 και η εκτέλεση 500 τουλάχιστον αμάχων με το αιτιολογικό ότι συνέδραμαν τους αντιστασιακούς που δρούσαν στην περιοχή της νότιας πλευράς της οροσειράς της Δίκτης. Τα χωριά αυτά ήταν: Η Άννω Βιάννος, η Κάτω Βιάννος, ο Άγιος Βασίλειος, ο Αμιράς, ο Βαχός, η Έμπαρος, το Καλάμι, η Κάτω Σύμη, το Κεφαλοβρύσι, ο Πεύκος, ο Συκολόγος, ο Χόνδρος, o Κρεβαττάς, το Λουτράκι, η Ρίζα, τα Γδόχια, οι Μουρνιές, ο Μύθος, οι Μάλλες, ο Χριστός, ο Παρσάς, το Μεταξοχώρι και ο Μύρτος.
Η άλλη επίσης τραγικότατη εκτέλεση αμάχων και πυρπόληση χωριών, ήταν αυτή των χωριών του Ρεθύμνου που έγινε τον Αύγουστο του ‘44 με την αφορμή της απαγωγής του διοικητή των Γερμανικών δυνάμεων Κρήτης, του στρατηγού Κράιπε. Κατέστρεψαν στο σύνολό τους 14 χωριά, που εκτίμησαν ότι ήταν στη διαδρομή των ανταρτών απαγωγέων. Τα χωριά αυτά ήταν: τα Ανώγεια, η Λοχριά, οι Καμάρες, τα Βορίζα, το Μαγαρικάρι, το Άνω μέρος, o Σμιλές, οι Δρυγιές, οι Γουργούθοι, το Γερακάρι, οι Βρύσες, το Καρδάκι, η Κρύα Βρύση και τα Σαχτούρια και εκτέλεσαν 380 τουλάχιστον αμάχους. Έγιναν και άλλες πολλές πυρπολήσεις χωριών και εκτελέσεις αμάχων, όπως στα χωριά Μαλάθυρος, Λιβαδάς, Μονή, Κουστογέρακο, Κακόπετρος, Καλή Συκιά, Ροδάκινο, Κοξαρέ, Σάρχος και πολλά άλλα. Στο σύνολό τους κατέστρεψαν 56 χωριά και εκτέλεσαν τουλάχιστον 3.500 αμάχους.
Ο Καζαντζάκης σε ρόλο κριτή της γερμανικής κτηνωδίας
Τον Ιούνιο του ‘45 και αφότου οι Γερμανοί είχαν αποχωρήσει από το νησί, η Ελληνική κυβέρνηση συνέστησε μια τριμελή επιτροπή από τον Νίκο Καζαντζάκη και τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννη Κακριδή και Ιωάννη Καλλιτσουνάκη, καθώς και τον Ιωάννη Κουτουλάκη ως βοηθητικό μέλος, η οποία από τις 29 Ιουνίου έως και τις 6 Αυγούστου του ‘45 περιόδευσε όλη την Κρήτη. Σκοπός της ήταν να καταγράψει τις πυρπολήσεις των χωριών, τις εκτελέσεις των αμάχων και όλες τις ωμότητες που είχαν διαπράξει οι Γερμανοί. Η επιτροπή αποφάνθηκε ότι οι τρεις νομοί Χανίων, Ρεθύμνου και Ηρακλείου ήταν οι περισσότερο πληγέντες, ενώ ο νομός Λασιθίου « όστις υπαχθείς υπό τας διαταγάς των Ιταλών, έσχε διάφορον κάπως τύχην τής των άλλων». Στην έκθεσή τους, όπως αναφέρουν, διαπίστωσαν αφάνταστες καταστροφές και κτηνωδίες, μέχρι και εκτελέσεις παιδιών. Η έκθεση αυτή παραδόθηκε στο υπουργείο Εσωτερικών για να αποτελέσει το μπούσουλα για την επανόρθωση των περιοχών που επλήγησαν περισσότερο. Τα κατεστραμμένα χωριά παρουσίαζαν μια κατανομή σε ολόκληρο το νησί, με λιγότερη συμμετοχή του Λασιθίου όπως και η επιτροπή επισήμανε λόγω του ότι εκεί οι δυνάμεις κατοχής ήταν οι Ιταλοί.
Οι ανείπωτες θηριωδίες και η απορία της σκοπιμότητάς τους
Οι αγριότερες ενέργειες, που ήταν το κάψιμο και η ανατίναξη των σπιτιών, προξενήθηκαν στα Ανώγεια, στη Δαμάστα, στα Βορίζα, στο Γερακάρι, στον Αλικιανό, στο Σκινέ, στη Κάντανο, στη Μαλάθυρο, στη Λοχριά, στα Σαχτούρια, στην Κρύα Βρύση και σε πολλά Βιαννίτικα χωριά. Το ερώτημα που γεννιέται είναι το γιατί οι Γερμανοί όντες στρατιώτες πειθαρχημένοι, που υποτίθεται πως τηρούσαν τους κανονισμούς των εμπολέμων μερών, τόσο του Κανονισμού πολέμου εδάφους της Σύμβασης της Χάγης του 1907 όσο και του Πρωτοκόλλου της Γενεύης του 1925 προχωρούσαν σε τέτοιες ενέργειες. Αφού αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν τους αντάρτες, προχωρούσαν στις ωμότητες και στις εκτελέσεις των αμάχων για να εκδικηθούν. Άραγε ήταν τέτοιες οι διαταγές της Βέρμαχτ; Ήταν η τακτική της Γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης Κρήτης για να διατηρεί το γόητρό του ο στρατηγός διοικητής; Ή ήταν για εσωτερική κατανάλωση για την τόνωση του γοήτρου των στρατιωτών τους ότι δήθεν ο Φύρερ τους σκέφτεται, τους προστατεύει και τιμωρεί αυστηρότατα όποιον τους επιτίθεται;
Ο αφανισμός της Κρητικής Εβραϊκής κοινότητας
Αλήθεια τι τους προσέφεραν αυτές οι εκτελέσεις των αμάχων; Αυτοί πίστευαν πως θα λειτουργούσαν ως αντικίνητρο για τους αντάρτες και ως φόβητρο για τους κατοίκους που τους συνέδραμαν. Μετά από κάθε τέτοια εκτέλεση ή βιαιοπραγία αποδεικνύονταν πως τα αποτελέσματα ήταν γι’ αυτούς αντίθετα από τα αναμενόμενα. Οι αντάρτικες ομάδες ενισχύονταν, και τα σαμποτάζ εναντίον τους πλήθαιναν και οι αντιδράσεις των κατοίκων των χωριών δυνάμωναν. Στις εγκληματικές αυτές ωμότητες συγκαταλέγεται και η φυλάκιση 350 περίπου μελών της Εβραϊκής κοινότητας ανδρών, γυναικών και παιδιών του νησιού μας, που τους μετέφεραν στο Ηράκλειο και στη συνέχεια τους επιβίβασαν στο φορτηγό πλοίο «ΤΑΝΑΪΣ» για να τους μεταφέρουν στο Πειραιά και από εκεί με τρένα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στις χώρες της Ευρώπης. Όμως το καράβι που τους μετέφερε, χτυπήθηκε από Βρετανικό υποβρύχιο ανοιχτά της Μήλου και βυθίστηκε παρασέρνοντας στον υγρό του τάφο όλους τους δύσμοιρους Εβραίους Κρήτες. Έτσι ξεκληρίστηκε εντελώς η ακμάζουσα Εβραϊκή κοινότητα των Χανίων κυρίως και η συναγωγή τους η Έτζ Χαγίμ δεν λειτούργησε ποτέ πια!
Ποιος έδινε τις διαταγές αφανισμού των χωριών
Η απορία μας είναι για το πώς και από ποιους δίνονταν αυτές οι διαταγές αφανισμού των χωριών και των κατοίκων τους και σε ποιο επίπεδο της Γερμανικής ιεραρχίας αναλαμβάνονταν τέτοιες τραγικότατες ευθύνες. Πραγματικά θα υπήρχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να πραγματοποιηθεί μια τέτοια ιστορική έρευνα, που σήμερα πια είναι δυνατή, αφού η Γερμανική κυβέρνηση απελευθέρωσε και έχει δώσει στη δημοσιότητα τα αρχεία της Βέρμαχτ. Να ευρεθούν δηλαδή τα επίσημα έγγραφα που υπάρχουν με τις έγγραφες διαταγές που είχαν δοθεί για αυτές τις θηριωδίες. Έχουν περάσει 75 με 80 χρόνια από αυτά τα θλιβερά γεγονότα και κανείς σχεδόν από τους συντελεστές αυτού του δράματος δεν είναι πια στη ζωή. Άρα δεν ευσταθεί πια ουδεμία δικαιολογία περί αναμόχλευσης παλαιών παθών που συνήθως (τέτοιες δικαιολογίες) εγείρονται σε ανάλογες περιπτώσεις βίαιων και ιδιαίτερα επώδυνων συμβάντων.
Το διεθνές ποινικό δικαστήριο και ο ρόλος τους στα εγκλήματα πολέμου
Αξίζει να διερευνηθεί επιστημονικά και με βάση το Διεθνές δίκαιο περί πολεμικών συγκρούσεων αν οι διατάξεις της Χάγης και της Γενεύης τηρήθηκαν στη περίπτωση της Κρήτης. Στο νησί μας η εφαρμογή των διατάξεων αυτών είχε πολύ μεγαλύτερη σημασία λόγω του ότι η Κρήτη υπήρξε μια ιδιάζουσα περίπτωση εκδήλωσης ισχυρής αντίστασης κατά των εισβολέων κατακτητών από απλούς πολίτες που εξέπληξε και τους Γερμανούς αλλά και τη Διεθνή κοινότητα. Είναι εξ άλλου γνωστό πως η παραβίαση των διατάξεων αυτών συνιστά διάπραξη εγκλημάτων πολέμου που τιμωρούνται βαρύτατα από το Διεθνές ποινικό δικαστήριο για εγκλήματα πολέμου της Χάγης. Τα πορίσματα αυτής της έρευνας θα έχουν ιδιαίτερη αξία για εμάς τους Κρήτες και ιδιαίτερα για όσους από εμάς είχαμε συγγενικά μας πρόσωπα που δολοφονήθηκαν με αυτή την άδικη τακτική των Γερμανών. Όμως μια τέτοια έρευνα θα μπορούσε να δώσει και στοιχεία και πληροφορίες με νομική και ηθική διάσταση, ώστε να αποτελέσει και το κίνητρο για τη σύνταξη ενός σύγχρονου διεθνούς αντιπολεμικού μανιφέστου. Το μανιφέστο αυτό θα αποτελούσε μια πρόκληση για τους διεθνείς οργανισμούς όπως τη «Διεθνή αμνηστία» αλλά και το ίδιο το Διεθνές ποινικό δικαστήριο ή και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να νομοθετήσουν με πιο σύγχρονο τρόπο το ποιος φέρνει την ευθύνη όταν διαπράττονται τέτοια τερατουργήματα στις εμπόλεμες συγκρούσεις.
Θα ακολουθήσει η Β’ Ενότητα με τίτλο: Η πρόταση για προσωποποίηση της ευθύνης στα εγκλήματα πολέμου. Μια πρόσκληση για το Πανεπιστήμιο Κρήτης.