Γιατί μπορεί οι γεροντότεροι να έζησαν τη φτώχεια της δεκαετίας του 1950 και τον ξεριζωμό, μέσα από την εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση, στις δεκαετίες 1950-1970, αλλά δεν έζησαν τον τρόμο που συνοδεύει τις μέρες μας την απειλή της πτώχευσης. Μ’ αυτή την έννοια, λοιπόν, όσα βιώνουμε σε οικονομικό επίπεδο είναι πρωτόγνωρα.
Αντίθετα, όσα αντιδημοκρατικά, αυταρχικά και καταπιεστικά γεγονότα συμβαίνουν σε πολιτικό επίπεδο κάθε άλλο παρά πρωτόγνωρα είναι. Η δημοκρατία ήταν πάντα ένα ζήτημα σ’ αυτή τη χώρα. Βέβαια, η κατάρρευση της χούντας και η αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας της χώρας, σε συνδυασμό με την «ευημερία » δημιούργησαν τουλάχιστον την εντύπωση, ότι η δημοκρατία εδραιώθηκε στην Ελλάδα και ότι η αυταρχική δεξιά και το παρακράτος ανήκουν πλέον στο «χρονοντούλαπο» της ιστορίας.
Αυτά όμως που συντελούνται μέσα από τις λεγόμενες «πράξεις νομοθετικού περιεχομένου» και αυτά που συντελούνται την τελευταία διετία σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο θα πρέπει να μας προβληματίσουν. Ιδιαίτερα αυτά που συνέβηκαν το βράδυ της 11ης Ιουνίου εμένα τουλάχιστον με τρόμαξαν, γιατί το κυνικό και αυταρχικό ύφος του κυβερνητικού εκπροσώπου μου θύμισε εποχές της παλιάς δεξιάς – εποχές του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν».
ΙΙ
Η διακοπή του σήματος της ΕΡΤ και η αδυναμία λήψης εικόνας και εν γένει πληροφορίας, μιας και τα ιδιωτικά κανάλια «σφύριζαν αδιάφορα» και υποθέτω συγχρόνως «έτριβαν τα χέρια τους» από χαρά, μου θύμισαν άλλες εποχές, εποχές που η πληροφόρηση ήταν επιλεκτική και κατευθυνόμενη.
Ο στραγγαλισμός των δημόσιων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και η έμμεση πλην σαφής παραχώρηση της ενημέρωσης στους ιδιώτες καναλάρχες με τρομάζουν και με κάνουν απαισιόδοξο ως προς τη λειτουργία της δημοκρατίας στον τόπο μας.
Τη ίδια στιγμή όμως με γεμίζουν με αισιοδοξία όσα συνέβησαν την Τρίτη το βράδυ στον κεντρικό σταθμό και στους περιφερειακούς σταθμούς της ΕΡΤ.
Η αυθόρμητη αντίδραση του κόσμου σημαίνει, ότι οι πολίτες διαισθάνθηκαν ότι απειλείται η δημόσια έκφραση και εν τέλει η ίδια η δημοκρατία, γι’ αυτό και κινητοποιήθηκαν.
Τα όσα συνέβηκαν την Τρίτη το βράδυ στον κεντρικό σταθμό της Αγίας Παρασκευής και στους περιφερειακούς σταθμούς, ανέδειξαν μια κραυγαλέα αναντιστοιχία μεταξύ του δημοκρατικού φρονήματος των πολιτών και των αντιδημοκρατικών πρακτικών της κυβέρνησης.
Έδειξαν ότι στην Ελλάδα έχουμε δημοκρατία και μάλιστα τόση όση φέρεται και εκφράζεται από τους πολίτες.
Αυτή είναι μια παρήγορη και αισιόδοξη διαπίστωση. Το απαισιόδοξο και ανησυχητικό είναι, ότι αν η κυβέρνηση, η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, συνεχίσει τις αντιδημοκρατικές και αυταρχικές πρακτικές της, τότε η αναντιστοιχία που διαπιστώθηκε παραπάνω θα διευρυνθεί και μπορεί να οδηγήσει σε συγκρούσεις, σε κυβερνητική κρίση και σε περιπέτειες τόσο πολιτικές όσο και κοινωνικές-οικονομικές.
Οι εξελίξεις εξαρτώνται από τη στάση των κυβερνητικών κομμάτων και ιδιαίτερα του κοινοβουλευτικά ισχυρότερου κυβερνητικού εταίρου και του ίδιου του πρωθυπουργού. Η Νέα Δημοκρατία και ο αρχηγός της, και συγχρόνως πρωθυπουργός, στέκονται μπροστά σ’ ένα δίλημμα. Ή θα αναζητήσουν μια δημοκρατική και ειρηνική διέξοδο από τα αδιέξοδα που σε μεγάλο βαθμό δημιουργούν οι ίδιοι ή θα καταφύγουν στον αυταρχισμό.
Αν συμβεί το πρώτο τότε μπορεί να αποφευχθούν τα χειρότερα και οι τρέχουσες αντιδημοκρατικές πρακτικές να αξιολογηθούν ως ενδιάμεσα επεισόδια.
Αν συμβεί το δεύτερο, τότε αυτό σημαίνει ότι εισερχόμαστε, αν δεν βρισκόμαστε ήδη, σε μια φάση αναβίωσης της παλιάς δεξιάς παράταξης. Και μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει πράγματι σε περιπέτειες τη δημοκρατία, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι υπάρχει ήδη μια φασιστική παράταξη, η οποία ωστόσο από μόνη της δεν μπορεί να απειλήσει τη δημοκρατία.
Όποια και αν είναι μη επιλογή της κυβερνώσας παράταξης, αλλά και των κυβερνητικών εταίρων της, εμείς ως πολίτες οφείλουμε να είμαστε σε εγρήγορση, γιατί η δημοκρατία είναι πρωτίστως δική μας υπόθεση.
του Πανεπιστημίου Κρήτης