Συνέβη εντελώς ξαφνικά, καταμεσής της παράξενης και άχαρης αυτής προεκλογικής περιόδου. Ο Λεωνίδας αισθάνθηκε κάτι θολούρες, αισθάνθηκε ότι κάτι έσπασε, κάτι άλλαξε μέσα του και όλα γύρω του έγιναν …ερωτηματικά!
Του φαινόταν πως ζούσε μέσα σ’ ένα δάσος από ερωτηματικά. Ατελείωτα ερωτηματικά, καίρια, απειλητικά, ασύμβατα με τη ζωή του.
Ονειρευόταν ξύπνιος. Έβλεπε ερωτηματικά ζωγραφισμένα στους δρόμους, στους τοίχους, ερωτηματικά κρεμασμένα στα δέντρα στις πλατείες. Οι ίδιοι οι άνθρωποι του φαινόταν σαν κινούμενα ερωτηματικά. Αναρωτιόταν μήπως τον είχε βρει κάποιο πρόβλημα σοβαρό, κανένας καρκίνος ίσως, αλλά μπα, ίσως χρειαζόταν απλά έναν ψυχολόγο ή ψυχίατρο.
– Α, μπα, όχι, του έλεγαν οι φίλοι του. Απλά, σ’ αυτή τη χώρα, ουδόλως μας ενδιαφέρει να απαντούμε στα ερωτήματα, να λύνομε τα προβλήματα, έτσι στο τέλος πλάνταξε η ψυχή σου. Κάπως έτσι τα ερωτήματα έγιναν βροχή καταρρακτώδης, κι άμα είσαι και λίγο ευαίσθητος… άστα να πάνε!
Συνέχιζαν μυριάδες τα ερωτηματικά να τον πολιορκούνε. Ερωτηματικά για τους νέους, τους γέρους, το περιβάλλον, την πλήρη αποκοπή του σύγχρονου Έλληνα από το αρχαιοελληνικό πνεύμα, ας μη μιλήσουμε για διαφθορά, δεν του άρεσε να ασχολείται με τα ίδια και τα ίδια.
Τα ερωτηματικά βρίσκονται μέσα στο ανθρώπινο κύτταρο, μέσα στη φύση του ανθρώπου, σκεφτόταν. Αυτή η περιέργεια έστειλε τον Κολόμβο στην Αμερική, τους αστροναύτες στο φεγγάρι, τους γιατρούς στην ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου, τους ερευνητές στα βάθη της γνώσης. Δεν πείραζε λοιπόν κατ’ αρχήν που είχε κι αυτός ερωτηματικά, αλλά στην περίπτωσή του τα ερωτηματικά ήταν σε συνεχή ροή, γινόταν ποταμός ασυγκράτητος, γινόταν αρρώστια.
– Γιατί καταστρέφομε με μανία το περιβάλλον; Γιατί ρυπαίνομε ασταμάτητα τη θάλασσα, τη στεριά, τον αέρα; Γιατί τόσο αίμα στην άσφαλτο; Γιατί τόσο πολλοί νέοι καπνίζουν;
Η κατάστασή του Λεωνίδα χειροτέρευε. Τα ερωτηματικά είχαν γίνει βουνό. Τον έπνιγαν. Τη νύχτα πεταγόταν από τον ύπνο του με εφιάλτες – ερωτηματικά, που ζητούσαν πιεστικά μιαν απάντηση.
– Λίγο νερό, στέγνωσε ο λαιμός μου.
Τα ερωτήματα κάποτε έπαιρναν γενικό φιλοσοφικό χαρακτήρα:
– Τι είναι ευτυχία;
– Τι είναι αυτό που κυνηγάμε τελικά;
– Τι είναι το ταξίδι; Που είναι κρυμμένη η Ιθάκη και δεν διακρίνεται στον ορίζοντα; Πόσο πολύ πρέπει να περιμένουμε για την Ιθάκη; Γι’ αυτή τη χώρα, υπάρχει άραγε μια Ιθάκη; Κι αν υπάρχει, πώς να τη διακρίνεις μέσα σ’ ένα δάσος από συγχυτικές παραισθήσεις;
Ο συμπαθής ψυχίατρος στον οποίο αναγκάστηκε να καταφύγει ήταν γενικά καθησυχαστικός. Έφταιγε η υπερβολική κούραση και η φόρτιση, είπε. Η υπερβολική δόση πληροφόρησης μέσα σε μια ευαίσθητη ψυχική σφαίρα η οποία συγχρόνως παρενοχλείται επίμονα από ένα κατάφορτο σκοτεινό ασυνείδητο.
– Σας έπεσε υπερβολική η δόση, ξέρετε! Εκλογές, διλήμματα, ανεβοκατεβάσματα. Αν δεν είσαι καλός καπετάνιος κι αν δεν έχεις «γερό σκαρί» δεν είναι εύκολο ν’ αντέξεις.
– Πρέπει να προσέξεις, είπε ο γιατρός. Πρέπει να βάλεις φρένο. Θα πάρεις και κάποιο αντικαταθλιπτικό αλλά και το Risperdal δεν θα το γλυτώσεις.
Ο Λεωνίδας απαγορεύεται να διαβάζει εφημερίδες και να βλέπει τηλεόραση για ένα χρόνο. Καθημερινές βόλτες στην εξοχή για ν’ αναπνέει οξυγόνο.
Αποφάσισε να πειθαρχήσει στις οδηγίες του γιατρού, τι άλλο μπορούσε να κάμει;
– Μη μιλάς, μη ρωτάς. Μην ψάχνεσαι. Μην χτυπάς αδιάκοπα μια πόρτα κλειστή. Άφησε τους άλλους να χτυπούν, να ψάχνουν. Έτσι υπάρχει ελπίδα να ηρεμήσεις! Να γιάνεις!
Πιστεύω ότι και όσοι άλλοι νοιώθουν παρόμοια με τον Λεωνίδα έχουν σίγουρα πάρει το μήνυμα.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός