Λίγα χρόνια μετά τον τελευταίο καταστροφικό πόλεμο, πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις απ’ όλη την Ευρώπη, που είχαν αγωνισθεί εναντίον του ναζισμού, του εθνικισμού και των διαιρέσεων, που ταλάνιζαν επί εκατονταετίες την Ευρώπη, μπήκαν στην πρωτοπορία για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, επηρεάζοντας με τις ιδέες, τις σκέψεις και τις προσπάθειές τους τη διαμόρφωση των πρώτων ημερών της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η σύλληψη του σχεδίου αυτού, ξεκινώντας ως μια πρωτοβουλία για την εδραίωση της ειρήνης, συνάντησε τη θετική αντίδραση των εθνικών κυβερνήσεων της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου. Εκείνο το πρώτο σχέδιο της διακήρυξης Σουμάν, είχε σαν κατεύθυνση την ταύτιση των εθνικών οικονομικών συμφερόντων, όμως η στόχευση ήταν η πολιτική ολοκλήρωση.
Η ιστορική εξέλιξη του ενοποιητικού σχεδίου, εφοδίασε την Ευρώπη με κοινές πολιτικές, στην Αγροτική Πολιτική, στην Περιφερειακή Πολιτική, στο σχέδιο για την Κοινή Αγορά, που μετεξελίχθηκε σε Ενιαία Εσωτερική Αγορά, κοινές πολιτικές, όπου η οικονομική λογική ήταν κυρίαρχη και τελικά διαμόρφωσε την Νομισματική Ένωση, δίνοντας στους Ευρωπαίους κοινό νόμισμα, αλλά αφήνοντας κολοβή την οικονομική και δημοσιονομική ενοποίηση και κατ’ επέκταση τον πολιτικό πυλώνα της ενοποίησης.
Σήμερα, καθώς η Ευρώπη, μέσα από την κρίση των τελευταίων ετών προσπαθεί να καλύψει τα ελλείμματα της θεσμικής της αρχιτεκτονικής, εν μέσω συνεχιζόμενων εθνικών και περιφερειακών αποκλίσεων, η προσπάθεια για να δοθεί ώθηση στην πολιτική ενοποίηση είναι ιστορικά αναγκαία. Τα βήματα προς τον οικονομικό συντονισμό, προς τη δημοσιονομική ενοποίηση, που έγιναν τα τελευταία τρία χρόνια, προϋποθέτουν τώρα και ακόμα περισσότερη πολιτική βούληση από τις εθνικές κυβερνήσεις, από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, για να ξεπεράσουμε τον ατελή χαρακτήρα του πολιτικού σχεδίου της ενοποίησης.
Αν κάτι διαμορφώνεται τώρα στην Ευρώπη και εμείς στην Ελλάδα οφείλουμε να το αντιληφθούμε, είναι ότι ξαναμπαίνει στις ράγες η πολιτικοποίηση του κοινοτικού σχεδίου, τη στιγμή που διάφορα εθνικιστικά και λαϊκιστικά μέτωπα των άκρων επιθυμούν να ναρκοθετήσουν αυτήν την προσπάθεια. Όμως, αυτή η προσπάθεια, δεν εξελίχθηκε στη βάση ανάπτυξης του πυρήνα της πολιτικής ενοποίησης, αλλά ξεκίνησε από τα θεμέλια που οριοθέτησε ο Μάριο Ντράγκι όταν εν μέσω κρίσης, το 2012, δήλωσε με σαφήνεια την πολιτική του στην αγορά ομολόγων, συμβάλλοντας έτσι στην ενίσχυση όχι μόνον την ευρωζώνης, αλλά ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή η πρωτοβουλία Ντράγκι, λειτούργησε ως αντίβαρο στο έλλειμμα πολιτικού ρόλου της Ευρώπης, και κράτησε όρθια και ενωμένη την Ευρωπαϊκή Ένωση, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο τον οδικό χάρτη, που πρέπει ν’ ακολουθηθεί προς την πολυπόθητη πολιτική ένωση.
Το σχέδιο της κοινοτικής Ευρώπης, άντεξε εδώ και έξι δεκαετίες, καθόρισε την πορεία των χωρών μας σε μια κοινή, εθελούσια πορεία ενίσχυσης της δημοκρατίας, θεμελίωσης μιας διαρκούς ειρήνης, επίτευξης του πιο προοδευτικού οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου για τις Κοινωνίες μας. Και παρά τις κρίσεις, τις στασιμότητες, τις αδράνειες που το διακυβερνητικό πρότυπο, αλλά και η αβελτηρία των εθνικών κυβερνήσεων να κάνουν τολμηρά βήματα ενοποίησης όταν χρειάζονταν, η ιδέα της Ευρώπης, παραμένει φωτεινός φάρος για δημοκρατικές χώρες και κοινωνίες που ασπάζονται αυτόν τον κοινό δρόμο.
Όμως τώρα, αποτελεί αδήριτη αναγκαιότητα, να περάσουμε σε ένα νέο στάδιο συνεκτικής και αποτελεσματικής δράσης για την πολιτική ένωση της Ευρώπης. Σήμερα, η Ευρώπη είναι αναγκασμένη από τις ιστορικές εξελίξεις να κινηθεί προς την κατεύθυνση της εμβάθυνσης και της ομοσπονδιακής της προοπτικής, του φεντεραλιστικού σχεδίου υπέρ του οποίου ο Αλτιέρο Σπινέλι διαμόρφωσε μια συντριπτική ενοποιητική πλειοψηφία εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πριν από σχεδόν τριάντα χρόνια. Η Ευρώπη σήμερα, έναν χρόνο μετά την σημαντική προσπάθεια πολιτικοποίησης των ευρωεκλογών του 2014 και των όσων επέφεραν στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής θεσμικής δημοκρατίας και της εκλογής Γιούνκερ, έχει ανάγκη από λήψη αποφάσεων που θα εκπροσωπούν και θα ταυτίζουν τα κοινά συμφέροντα των Πολιτών της, αποφάσεις ενίσχυσης της υπερεθνικής διάρθρωσης. Αυτό πάνω από όλα απαιτεί την σταθερή συνειδητοποίηση από την πλευρά των εθνικών κυβερνήσεων, των ηγετών της Ευρώπης, με την πυξίδα της ευρωπαϊκής ενοποίησης ξανά να χαράζει μια νέα πορεία, βήμα βήμα.
Ο έλεγχος για την πολιτική ενοποίηση, δείχνει να αναπτύσσεται ξανά, το 2014 ήταν η τραπεζική ένωση επί ελληνικής προεδρίας στην Ε.Ε., η ομοσπονδιακού προσανατολισμού στόχευση του Ντράγκι για τα ομόλογα, η βούληση Γιούνκερ για την προώθηση ενός πακέτου για την Ευρώπη.
Στον ιστορικό λόγο του την 9η Μαΐου του 1950, ο Ρομπέρ Σουμάν τόνιζε ότι « Η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί βάσει ενός μόνο σχεδίου. Η Ευρώπη θα οικοδομηθεί μέσα από απτά επιτεύγματα που θα δημιουργήσουν μια αληθινή αλληλεγγύη». Λόγια που έθεσαν τις βάσεις για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Και το ερώτημα σήμερα, πιο επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε, για εμάς που καλούμαστε να ασκήσουμε πίεση προς τις εθνικές κυβερνήσεις, προς τα φιλοευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, είναι τι έχει απομείνει ζωντανό από το όνειρο του Ρομπέρ Σουμάν για τη δημιουργία μιας υπερεθνικής και ομόσπονδης Ευρώπης, την ώρα που η ΕΕ ταλανίζεται από μια υπαρξιακή κρίση.
Αλλά την απάντηση στο ερώτημα αυτό, μπορούμε να την βρούμε πάλι στην ευρωπαϊκή ιστορική μνήμη, στα απομνημονεύματα του Σουμάν: «Ανάλογα με τις περιστάσεις που θα περιβάλλουν τη δημιουργία της, η Ευρώπη θα είναι λιγότερο ή περισσότερο πλήρης. Άραγε θα είναι ποτέ πλήρης; Αυτό κανένας δεν μπορεί να το πει. Αλλά δεν είναι λόγος για να καθυστερήσει η προσπάθεια για την επίτευξη της ενοποίησης. H δράση είναι καλύτερη από την παραίτηση και η επιθυμία για τελειότητα είναι φτωχή δικαιολογία για την αδράνεια».
* Ο Γιώργος Ζερβάκης είναι εκπρόσωπος των Ευρωπαίων Φεντεραλιστών Κρήτης
Το άρθρο έχει γραφεί με την ευκαιρία πραγματοποίησης της ανοικτής δημόσιας συζήτησης «Συνθήκη της Ρώμης: 58 χρόνια μετά, συζητάμε για την Ευρώπη», η οποία θα πραγματοποιηθεί στο Ρέθυμνο, Σπίτι του Πολιτισμού, το Σάββατο 4 Απριλίου 2015