Το σύνολο σχεδόν των καθηγητών των Οικονομικών Σχολών και Πανεπιστημίων της Ελλάδας πραγματοποίησε κοινή δημόσια δήλωση για τις δραματικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών (Τα Νέα, 01/07/2015). Οι οικονομολόγοι-καθηγητές, μεταξύ αυτών και ο υπογράφων του παρόντος κειμένου, διατυπώνουν με πλήρη σαφήνεια την αντίθεσή τους στην προοπτική εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη. Περιγράφουν τις δραματικές συνέπειες της χρεωκοπίας, της διαφαινόμενης αλλαγής νομίσματος και της πολιτικής αστάθειας που συνοδεύουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Οι καθηγητές παίρνουν ξεκάθαρη θέση υπέρ του Ναι, εξηγώντας ότι το πραγματικό διακύβευμα του δημοψηφίσματος είναι η παραμονή ή όχι της χώρας στο ευρώ.Αντίθετα, ο Πρωθυπουργός υποστήριξε στο διάγγελμά του (01/07/2015) ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξόδου της χώρας από το ευρώ. Παρότρυνε τον Ελληνικό λαό να ψηφίσει ΟΧΙ για να μπορέσει να διαπραγματευτεί υπέρ μια βιώσιμης και κοινωνικά δίκαιης λύσης. Από την άλλη πλευρά, οι εταίροι μας (ή πιστωτές) διαμηνύουν ότι οι διαπραγματεύσεις διεκόπησαν με ευθύνη της Ελληνικής Κυβέρνησης και ότι δε μπορούν να συνεχιστούν πριν από την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος καθώς η Ελληνική Κυβέρνηση έχει λάβει ξεκάθαρη θέση υπέρ του Όχι.Τι από τα παραπάνω είναι τελικά αληθινό; Είναι αλήθεια ότι το Όχι θα οδηγήσει σε καλύτερη λύση; Μήπως είναι υπερβολικές οι αγωνιώδεις προσπάθειες των καθηγητών (και άλλων φορέων) να ενημερώσουν το κοινό για τις αρνητικές συνέπειες του Όχι και της εξόδου από την ευρωζώνη; Είναι αλήθεια ότι οι εταίροι μας φοβούνται τις αρνητικές διαταραχές που θα διαχυθούν στο εσωτερικό της ευρωζώνης από τη χρεωκοπία κι έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη; Τελικώς, η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ενισχύει τη διαπραγματευτική ισχύ της Ελληνικής Κυβέρνησης;Ας εξετάσουμε αυτά τα ερωτήματα χωρίς κομματικούς προσανατολισμούς. Δε θα επιχειρήσω να σχολιάσω τα κίνητρα και τους στόχους της Κυβέρνησης σχετικά με την απόφασή της να διεξάγει το δημοψήφισμα. Δε μπορώ, όμως, να παραβλέψω ότι έχει τεθεί στον Ελληνικό λαό ένα ασαφές και ταυτόχρονα διχαστικό ερώτημα. Πρώτον, τα άτομα, ως ορθολογικά σκεπτόμενα, έχουν την τάση να απορρίπτουν προτάσεις μέτρων που σχετίζονται με επιβολή φορολογίας, μειώσεις μισθών-συντάξεων, κατάργηση προνομίων, κτλ. Συνεπώς, δεν είναι δυνατό να ζητάς από ένα πολίτη να εγκρίνει ή να απορρίψει μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα που θα επιβαρύνουν τον ίδιο. Δεν είναι το ίδιο με τις Εθνικές Εκλογές, όπου ο λαός καλείται να εκλέξει την Κυβέρνησή του με βάση το πλήρες οικονομικό (και όχι μόνο) πρόγραμμα των υποψηφίων. Δεύτερον, σε τι λέμε Ναι και σε τι Όχι; Η πρόταση των εταίρων, την οποία καλούμαστε να απορρίψουμε ή να αποδεχθούμε, δεν υφίσταται πια. Έχει ήδη αποσυρθεί, δεδομένου ότι οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν και επίσημα μετά τη λήξη του προγράμματος.Είναι σαφές, ότι οι υπέρμαχοι του Όχι, δε θέλουν περαιτέρω σκληρή λιτότητα (και προφανώς έχουν δίκιο). Όμως, δε μπορεί κανείς να υποστηρίξει το αντίθετο για τους υπέρμαχους του Ναι. Αυτή η ομάδα των πολιτών δεν είναι υπέρ των σκληρών μέτρων, δεν είναι μη-ορθολογικά άτομα. Το αντίθετο, μάλιστα. Έχουν γνώση, πληροφόρηση κι εκτιμούν (όσο το δυνατόν) σωστά τους κινδύνους. Εκτιμούν ότι μετά το Όχι, η Ελληνική Κυβέρνηση δε θα καταφέρει να επαναφέρει τους εταίρους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Δεν κατάφερε να διαπραγματευτεί με επιτυχία στο θέμα ελάφρυνσης του χρέους, στο πρόγραμμα χρηματοδότησης. Δεν κατάφερε να πείσει τους εταίρους μας ότι τα μέτρα έχουν υφεσιακά αποτελέσματα και να αλλάξουν πολιτική. Δεν κατάφερε να πείσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να κρατήσει «ζωντανό» το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα. Δεν κατάφερε να πετύχει την παράταση του προγράμματος και την αποδοχή του αιτήματός της για έκτακτη χρηματοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ). Είναι αφελές να πιστεύει κανείς ότι το Όχι θα θορυβήσει τους εταίρους μας. Άλλωστε, πέρασαν μόλις πέντε μήνες από τότε που ο Ελληνικός λαός γύρισε την πλάτη στα μνημόνια.Η Ελληνική Οικονομία καταρρέει. Με ποιο τρόπο θα αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία της; Με ποιο τρόπο θα καταφέρει, η Ελληνική Κυβέρνηση, να εγγυηθεί τις καταθέσεις των πολιτών; Με ποιο τρόπο θα αντιμετωπίσει την έλλειψη ρευστότητας; Τη χρεωκοπία ολόκληρου του Τραπεζικού Συστήματος; Τις άμεσες χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου; Αργά ή γρήγορα η Ελληνική Κυβέρνηση θα εξωθηθεί στη λύση της εξόδου από την Ευρωζώνη και την υιοθέτηση ενός νέου νομίσματος, το οποίο θα δέχεται ισχυρές υποτιμητικές πιέσεις. Δε θα εκδιωχθεί από τους εταίρους. Άλλωστε, δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο που να προβλέπει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, η ίδια θα το επιδιώξει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχε κρυφό σχέδιο εξόδου από το ευρώ. Δε θεωρώ ότι υπήρξε τέτοιο σχέδιο. Ωστόσο, θα είναι η μόνη διέξοδος για να αντιμετωπίσει πρόσκαιρα την οικονομική ασφυξία που θα βιώνει ολόκληρη η Ελληνική Οικονομία. Δε θα είναι, όμως, επιτυχής μια τέτοια κίνηση. Οι βραχυπρόθεσμες όσο και οι μεσοπρόθεσμες συνέπειες θα είναι δραματικά αρνητικές (βλ. κείμενο-δήλωση Οικονομολόγων-Καθηγητών, ΤΑ ΝΕΑ, 01/07/2015).Ποια θα είναι η αντίδραση των εταίρων μας μπροστά σε μια τέτοια εξέλιξη; Είναι αλήθεια ότι πολλοί διεθνείς αναλυτές έχουν υποστηρίξει στο παρελθόν ότι μια πιθανή έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι ικανή να αποσταθεροποιήσει την Ευρωπαϊκή, και όχι μόνο, οικονομία. Τέτοιου είδους παραδοχές αποτελούσαν το καλύτερο διαπραγματευτικό «χαρτί» της Ελληνικής αντιπροσωπείας. Κανείς δεν ήξερε και κανείς δεν ήθελε να ρισκάρει κάτι τέτοιο. Αν και η Ελληνική οικονομία αντιστοιχεί μόλις στο 2% της Ευρωπαϊκής οικονομίας, το παράδειγμα της Lehman Brothers υπονοεί ότι κρίση μπορεί να ξεκινήσει από οπουδήποτε. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή όσο και η Διεθνής οικονομία είναι τώρα περισσότερο προστατευμένες από ποτέ. Ο ιδιωτικός τομέας έχει απαλλαχτεί από το χρέος της Ελλάδας, άρα και από τον κίνδυνο διάχυσης της κρίσης. Αυτό είναι κάτι που όλοι γνωρίζαμε αλλά δεν ήμασταν βέβαιοι για το μέγεθος και το είδος των διαταραχών που θα μπορούσαν να προκληθούν στις υπόλοιπες χώρες-μέλη της Ευρωζώνης (π.χ. κερδοσκοπικές πιέσεις στις χώρες του Νότου). Μετά την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος και δυστυχώς, την αδυναμία πληρωμής της δόσης προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), οι διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίου, όχι μόνο δεν κατέρρευσαν αλλά αντίθετα, φαίνεται πως είτε είναι αδιάφορες, είτε αποτιμούν θετικά την πιθανή έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη. Από τη μία οι χρηματιστηριακές αγορές «κλείνουν» με θετικό πρόσημο και από την άλλη οι αποδόσεις των ομολόγων των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου βαίνουν μειούμενες. Μια ανάγνωση των παραπάνω θα μπορούσε να είναι ότι οι αγορές προεξοφλούν ότι θα υπάρξει συμφωνία ανεξαρτήτου αποτελέσματος του δημοψηφίσματος. Προσωπικά, δε θεωρώ ότι αυτός είναι ο σωστός τρόπος ανάγνωσης των μηνυμάτων της αγοράς. Αντίθετα, οι αγορές διαισθάνονται ότι η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα έχει είτε μηδενικό είτε και θετικό αντίκτυπο στην Ευρωζώνη. Με άλλα λόγια, η απομόνωση της Ελλάδας, ως μια πηγή αρνητικών διαταραχών, θα μπορούσε να σταθεροποιήσει την Ευρωπαϊκή και Διεθνή οικονομία.Δυστυχώς για την Ελλάδα, οι εταίροι δε φοβούνται πια την έξοδό της από την Ευρωζώνη. Παράλληλα, φαίνεται πώς η Ελλάδα έχασε και την τελευταία ελπίδα διαπραγματευτικής ισχύος. Το Δημοψήφισμα, πριν ακόμα πραγματοποιηθεί, κατάφερε πολλά, όχι όμως προς όφελος της Ελλάδας.
* Ο Νικόλαος Γιαννέλλης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης