Με λες «άχρηστο»,
μα δε σου στοιχίζει
να με πεις χρήσιμο,
νομίζω μου αξίζει.
Με λες «ανέγνωρο»
ότι συ δουλεύεις
τρώγω τα έτοιμα
και με κοροϊδεύεις!
Με λες «τεμπέλη»
και «σφάλμα της φύσης»
όμως συ με γέννησες,
έχεις την ευθύνη.
Με λες «αγράμματο»
πήρες πολύ «φόρα»!
Στη «γωνιά» με πέταξες,
υποφέρω τώρα.
Με βρισιές ατέλειωτες
με φωνές και λόγια
«τα φτερά μου έσπασες»,
υποφέρω τώρα.
Πίνεις με τους φίλους σου
κι’ έρχεσαι στο σπίτι
μα κανείς δε βρέθηκε
να σε πει αλήτη.
Μέσ’ από τις σκέψεις σου
και τ’ απωθημένα
στόχο σου μες τη ζωή
έβαλες εμένα.
Ήμουν πιο αδύναμος
βλέπεις …. το παιδί σου
και με φόβο βρέθηκα
μες την ύπαρξή σου.
Ό,τι συ στερήθηκες
το ζητάς σε μένα
όμως τώρα πλήρωνε
όλα τα δουλεμένα.
Με κομμένα τα φτερά
μα και «τ’ οξυγόνο»
δίχως αυτοεκτίμηση
με το φόβο μόνο.
Τώρα πια τι μου ζητάς;
Είμαι το … παιδί σου,
λάθος ήταν η ζωή
μα και η ζωή σου.
Όμως και εσύ δε φταις
«προίκα» αυτά είχες
κι’ όλα αυτά που μου ’δωσες
είν’ αυτά που πήρες!
Θύμα εσύ, θύμα κι’ εγώ
είναι αλυσίδα
αυτά πήρες στη ζωή!
Τα ίδια κι’ εγώ πήρα.