Ένα διαφορετικό debate διεξάγεται στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στις καθημερινές πολιτικές συζητήσεις των πολιτών. Το ερώτημα που ζητά απάντηση είναι «Τι είναι άραγε καλύτερο για τη χώρα: Να βγει πρώτος ο Τσίπρας ή ο Μεϊμαράκης;». Το ερώτημα αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όταν στη συζήτηση συμμετέχουν μετριοπαθείς πολίτες που στις εκλογές του Ιανουαρίου δεν ψήφισαν κανένα από τα δύο κόμματα.
Διατυπώνονται φόβοι, αμφιβολίες, ελπίδες, απογοήτευση, σκεπτικισμός, αμφισβήτηση, καχυποψία, μικρότερη ή μεγαλύτερη αισιοδοξία, αγωνία…
Διεξάγεται λοιπόν μια πολιτική συζήτηση στο φυσικό χώρο, όπου οι πολίτες βιώνουν την καθημερινότητά τους, μια καθημερινότητα που έχει επηρεαστεί και πληγεί βάναυσα τα τελευταία χρόνια λόγω της πολυεπίπεδης κρίσης, που σε καμιά περίπτωση δεν είναι απλά και μόνο οικονομική. Είναι ταυτόχρονα κρίση θεσμών, αρχών, αξιών, κρίση πολιτική (του πολιτικού μας συστήματος και του πολιτικού προσωπικού), κοινωνική, κρίση στην παιδεία, συνέχιση φαύλων αντιλήψεων και νοοτροπιών, επικράτηση ιδεοληψιών- ιδεολογημάτων- ταμπού… Κρίση -στο βάθος και στην ουσία της-πολιτισμική!
Μπορεί πάντα οι αναλύσεις να μην είναι βαθυστόχαστες και με επιστημονικό μανδύα διατυπωμένες όπως και η ψήφος προέρχεται από πολίτες με διαφορετικά χαρακτηριστικά, διαφορετικό μορφωτικό- οικονομικό υπόβαθρο, εμπειρίες, διαφορετικές κοινωνικές και πολιτικές καταβολές.
Το ενδιαφέρον εστιάζεται στην «ψυχρή» αντιμετώπιση των δύο πολιτικών αρχηγών αν η στάση αυτή των πολιτών- ψηφοφόρων συγκριθεί με την κρισιμότητα των εκλογών της 20ης Σεπτεμβρίου.
Οι διαπιστώσεις και τα ερωτήματα απλά και βιωματικά… Αρκετοί διαπιστώνουν ότι και οι δύο πολιτικοί αρχηγοί που διεκδικούν την ψήφο των πολιτών στις εκλογές δεν μπορούν να εγγυηθούν – για διαφορετικούς λόγους ο καθένας- την έξοδο της χώρας από την πολυεπίπεδη κρίση (τα χαρακτηριστικά της οποίας προαναφέραμε), κάτι που δημιουργεί μεγάλο προβληματισμό για τη μετεκλογική πορεία της χώρας. Οι δύο πολιτικοί αρχηγοί λ.χ. είτε περιορίζουν το εύρος μιας κυβέρνησης συνεργασίας είτε βάζουν προϋποθέσεις και όρους που δύσκολα μπορούν να γίνουν αποδεκτοί από τον έτερο διεκδικητή της εξουσίας. Σε άλλη πάλι περίπτωση η πρόθεση για μετεκλογική συνεργασία «μποϋκοτάρεται» από ένα πολιτικό λόγο που η άλλη πλευρά αξιολογεί ως υποτιμητικό… Αρκετοί λοιπόν πολίτες αδυνατούν να εντοπίσουν μια κοινή μετεκλογική συνισταμένη κάτι που θα αποτελούσε το αχνό φως μιας ελπίδας.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα ερωτήματα… Μπορεί μια νέα κυβέρνηση του κ. Τσίπρα με τον νέο πια ΣΥΡΙΖΑ να εγγυηθεί μια μεταρρυθμιστική πολιτική στην οικονομία, την παιδεία, τη δημόσια διοίκηση κ.λπ; Ήταν άραγε μοναδικός ανασχετικός παράγοντας η εσωκομματική αντίδραση της Αριστερής Πλατφόρμας και τώρα που αποχώρησε (ιδρύοντας τη Λαϊκή Ενότητα) το τοπίο στο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πολιτικά (ίσως και ιδεολογικά) ενιαίο οπότε και το κυβερνητικό του έργο πιο αποτελεσματικό; Έχει απαλλαγεί ο ΣΥΡΙΖΑ από πολιτικές νοοτροπίες και ταμπού, ώστε να οργανωθεί σε ένα σύγχρονο (κέντρο) αριστερό ευρωπαϊκό πολιτικό σχηματισμό; Μπορεί ο κ. Τσίπρας να επιλέξει σε μια νέα κυβέρνηση πρόσωπα που δεν θα έχουν πολιτική και ιδεολογική συγγένεια με το κόμμα του; Γιατί δεν έδωσε ένα τέτοιο πολιτικό στίγμα μέσω μιας ανανέωσης στις εκλογικές λίστες; Τα παραπάνω ερωτήματα αποτελούν ένα μικρό δείγμα των όσων οι πολίτες συζητούν…
Αντιστοίχως αρκετοί πολίτες στέκονται εξίσου με σκεπτικισμό απέναντι στον κ. Μεϊμαράκη και τη σημερινή Νέα Δημοκρατία… Το πολιτικό στυλ του αρχηγού της ΝΔ δεν είναι πάντα αποδεκτό, κυρίως από πολίτες που δεν ανήκουν στην παράταξη αυτή. Το κάλεσμά του στα παλιά γραφεία του κόμματος και η αποδοχή και συστράτευση στον εκλογικό αγώνα της ΝΔ προσώπων που ένα τμήμα της κοινωνίας χρεώνει πολιτικά μεγάλο μέρος της σημερινής κρίσης, λειτουργεί ανασταλτικά σε ένα τμήμα ψηφοφόρων που δεν θεωρούν ότι μπορούν να ταυτιστούν με την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Φυσικά μπορεί η τακτική αυτή να βελτιώνει τη συσπείρωση του κόμματος, όμως δεν το βοηθάει να εισχωρήσει και σε άλλους πολιτικούς χώρους. Αν μοναδικός στόχος είναι η απόλυτη συσπείρωση και μαζί με ένα ποσοστό δυσαρέσκειας που θα εισπράξει η ΝΔ τελικά να οδηγηθεί ξανά στην εξουσία, μπορεί και να τα καταφέρει… Όμως μπορεί στις σημερινές συνθήκες να είναι αυτό το κυρίαρχο; Ποιο είναι το σχέδιο, το μοντέλο ανασυγκρότησης της χώρας, το χρονοδιάγραμμα των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, το μοντέλο μιας σύγχρονης διακυβέρνησης; Θα τολμήσει να τοποθετήσει σε θέσεις «κλειδιά» πρόσωπα που έχουν διακριθεί στους συγκεκριμένους τομείς ή οι κομματικοί και οι μη εκλεγμένοι βουλευτές θα διοριστούν σε φορείς του δημοσίου; Ποια είναι τα ισοδύναμα μέτρα που θα λάβει για να απαλλάξει τους αγρότες από τους νέους φόρους και για να αποσύρει το ΦΠΑ 23% από την ιδιωτική εκπαίδευση; Και στην περίπτωση της ΝΔ τα ερωτήματα των πολιτών είναι πολλά…
Κι αν όμως -σκέφτονται κάποιοι πολίτες- απορρίψουμε μια κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ ή τη ΝΔ τότε… Τότε – με βάση τη σημερινή κατάσταση στη χώρα- η καλύτερη λύση θα ήταν μια κυβέρνηση με ένα τεχνοκράτη στη θέση του πρωθυπουργού και φυσικά αντίστοιχου βεληνεκούς προσωπικότητες σε καίριες θέσεις του υπουργικού συμβουλίου και του κρατικού μηχανισμού. Και τα κόμματα; Τα κόμματα με ευρωπαϊκό προσανατολισμό θα πρέπει – ξεχνώντας τον παλιό τους εαυτό (ταύτιση κόμματος- κράτους, κομματικούς συσχετισμούς- ισορροπίες κ.λπ.)- να στηρίξουν μια τέτοια εθνική προσπάθεια μήπως και καταφέρει η χώρα να κάνει σοβαρά βήματα εξόδου από την πολύπλευρη κρίση…
Μπορούμε να ελπίζουμε; Σύντομα θα ξέρουμε την απάντηση…
E-Mail:pgiannoulakis@yahoo.gr
Twitter:@pgiannoulakis