Ας δούμε όμως και την άλλη πλευρά. Αυτή του Πανεπιστημίου. Η Πρυτανεία αναφερόμενη στο γεγονός καταλήγει: «…Ωστόσο, με αφορμή το περιστατικό αυτό … οφείλουμε να επισημάνουμε τα εξής: α. Το ακίνητο στο οποίο βρίσκεται η Πανεπιστημιούπολη στο Γάλλο Ρεθύμνου, εκτείνεται σε περίπου 1.400 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η πλειονότητα των οποίων είναι δύσβατη, το ανάγλυφο δε του εδάφους καθιστά τον έλεγχο αδύνατο. β. Οι πρυτανικές αρχές έχουν προβεί σε όλες τις ενέργειες για τη διάνοιξη οδών σε όλα τα απαιτούμενα σημεία, για τον αποτελεσματικό έλεγχο του συνόλου της έκτασης της Πανεπιστημιούπολης καθώς και στην προμήθεια ειδικών οχημάτων για τη φύλαξη της πανεπιστημιούπολης στα δύσβατα σημεία της».
Οφείλω να πω ότι μια τέτοια γενικόλογη αναφορά δεν ικανοποιεί. Δεν θέτει «τη χείρα επί τον τύπον των ήλων» και δεν αναδεικνύει όλες τις πλευρές του προβλήματος. Βεβαίως και δεν φταίει το Πανεπιστήμιο για το γεγονός ότι η καλλιέργεια, η παραγωγή και η διακίνηση χασίσι ανθεί ιδιαιτέρως στο Νομό Ρεθύμνης. Στο χθεσινό φύλλο μιλήσαμε πειστικά, θέλω να ελπίζω, για τις μεγάλες ευθύνες της τοπικής μας κοινότητας ως προς αυτό. Βεβαίως και οι εδαφολογικές ιδιαιτερότητες του χώρου δημιουργούν αυξημένες δυσκολίες ως προς τον έλεγχο και τη φύλαξη του. Η συζήτηση όμως θα ήταν ελλιπής αν παρέμενε μόνο σ’ αυτές τις όψεις του προβλήματος. Το Πανεπιστήμιο είναι πολύτιμο κομμάτι του Ρεθύμνου. Θέλομε να το βοηθήσουμε να αντιμετωπίσει τα πολλά και δύσλυτα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα και όχι να το στοχοποιήσουμε. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο θέλουν να κινηθούν καλοπροαίρετα οι προβληματισμοί που ακολουθούν, διατυπωμένοι από ένα άνθρωπο που έχει βιώσει από κοντά και απαρχής τη γέννηση και την εξέλιξη του Πανεπιστημίου Κρήτης.
(α) Από την αρχή θα θέλαμε να ξεκαθαρίσουμε ότι θα ήταν λάθος η συζήτηση για τη χασισοφυτεία να περιοριστεί στο χώρο ευθύνης της παρούσης πρυτανικής αρχής. Η σημερινή πρυτανεία το βρήκε αυτό το πρόβλημα. Δεν δημιουργήθηκε επί των ημερών της. Από την άποψη αυτή ο συντάκτης της ανακοίνωσης αδικεί την ίδια την πρυτανεία. Το πρόβλημα είναι διαχρονικό και ξεκινά από το 1986, όταν το Πανεπιστήμιο αυτονομήθηκε και απέκτησε τα σημερινά όργανα διοίκησης.
(β) Όταν το Πανεπιστήμιο Κρήτης παρέλαβε, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70, ως μοναδικό και έκπαγλης ομορφιάς δώρο από την πόλη την περιοχή που θα γινόταν η Πανεπιστημιούπολη (κάπου 1250 στρέμματα!!!), υπήρχαν πολλές δεκάδες στράτες και μονοπάτια, με τα οποία οι κάτοικοι του χωριού μέρωναν την άγρια φύση και είχαν πρόσβαση στις περιουσίες τους. Το καθημερινό πέρασμά τους από τις διαβάσεις αυτές, όπως και τα ζώα που τους συνόδευαν (γαϊδούρια, κατσίκες, πρόβατα) έκαναν την περιοχή απρόσκοπτα βατή. Από τη στιγμή όμως που το Πανεπιστήμιο παρέλαβε την περιοχή, αξιοποίησε τμήμα μόνο της όλης έκτασης, επιτρέποντας πρόσβαση μόνο στα βασικά κτιριακά συγκροτήματα. Το υπόλοιπο, σαφώς πολύ μεγαλύτερο τμήμα, έμεινε όπως ακριβώς το παρέλαβε. Ή μάλλον δεν έμεινε, γιατί η ατίθαση φύση δεν έμεινε άπραγη. Έκανε τη δουλειά της … Μια άγρια απροσπέλαστη βλάστηση έκλεισε σύντομα όλες τις στράτες και τα μονοπάτια που προαναφέρθηκαν και δημιούργησε περίκλειστους και άβατους χώρους. Λαχταριστό δέλεαρ, φυσικά, για τους επαγγελματίες χασισοκαλλιεργητές. Ατσίδες της δουλειάς αυτοί δεν αδράνησαν.
(γ) Συνεπώς, αν το Πανεπιστήμιο έβαζε από την αρχή ένα συνεργείο να καθαρίζει τις παλιές στράτες, τα μονοπάτια και τα περάσματα των Γαλλιανών (η δαπάνη θα ήταν ασήμαντη), ενθαρρύνοντας έτσι το ακαδημαϊκο της κοινό (φοιτητές και καθηγητές) να χρησιμοποιούν τις διαβάσεις για χαλάρωση και άσκηση, και διευκολύνοντας τους φύλακες, ώστε να μπορούν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους, δεν θα είχαν δημιουργηθεί τα περίκλειστα και φιλόξενα για τους έκνομους καλλιεργητές καταφύγια. Και αυτά όλα, μέχρι να πραγματοποιηθεί το μεγάλο, φιλόδοξο πρόγραμμα των αξόνων προσπέλασης, επαληθεύοντας για μια φορά ακόμα τον κανόνα ότι το καλύτερο είναι εχθρός του καλού.
(δ) Να σημειωθεί ότι στις νοτιοδυτικές παρυφές της Πανεπιστημιούπολης βρίσκεται ο Άγιος Παύλος, το μοναστηριακό συγκρότημα, που στην εποχή της Ενετοκρατίας λειτουργούσε ως μετόχι της Μονής Αρκαδίου. Βρίσκεται σε ύψωμα πάνω από το Γαλλιανό Φαράγγι με εκπληκτική θέα προς τη θάλασσα. Όλη η περιβάλλουσα τη Μονή έκταση δωρίθηκε από την Ενορία του Γάλλου, (ιερέας τότε ήταν ο αείμνηστος και σεβάσμιος Γαλλιανός παπά Νικολής Δασκαλάκης) στο Πανεπιστήμιο. Μία διαδρομή από την καρδιά της Πανεπιστημιούπολης μέχρι τον Άγιο Παύλο θα αποτελούσε ένα μαγευτικό περίπατο εντός του ακαδημαϊκού χώρου που θα τον ζήλευαν ακόμα και τα καλύτερα Πανεπιστήμια της Δύσης. Εν τούτοις μέχρι πριν λίγα χρόνια (δεν γνωρίζω αν έχει αλλάξει σήμερα η κατάσταση), για να επισκεφθείς και να απολαύσεις τη μοναδικής ομορφιάς Δύση στο μέρος αυτό, θα έπρεπε να κάνεις, με το αυτοκίνητο φυσικά, ολόκληρη απογυρίδα, μέσω του εξωτερικού αμαξιτού δρόμου. Κραυγαλέα αμέλεια απέναντι σε ένα σπάνιας ομορφιάς και ιστορικής σημασίας τμήμα της Πανεπιστημιούπολης -απεμπολώ μετά βδελυγμίας τη σκέψη ότι μια τέτοια στάση θα μπορούσε να σχετίζεται με το θρησκευτικό χαρακτήρα του μνημείου.
(ε) Προ δεκαπενταετίας είχαμε ακριβώς το ίδιο συμβάν χασισοκαλλιέργειας, εξ αιτίας του οποίου έπαθε νευρικό κλονισμό ένα από τα ανώτερα και σοβαρότερα διοικητικά στελέχη του Πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο, ο αείμνηστος Χρήστος Πανταζής, γεγονός που κυριολεκτικά τον συνέτριψε, και τον ανάγκασε να εγκαταλείψει απογοητευμένος πρόωρα την υπηρεσία. Χωρίς να φταίει πλήρωσε πολύ ακριβό, για τον ίδιο και την οικογένειά του, τίμημα. Δυστυχώς, το πάθημα δεν έγινε μάθημα και το πρόβλημα φτάνει ως τις μέρες μας.
(στ’) Όλα τα παραπάνω δεν εξαντλούν το θέμα μας. Θα ήταν απατηλή και εντελώς αποπροσανατολιστική η συζήτηση μας αν αυτή εξαντλούνταν στο πλαίσιο της πρόσφατης χασισοκαλλιέργειας. Κάτι τέτοιο δε θα βοηθούσε καθόλου. Αντίθετα, θα μας έβγαζε από την καρδιά του προβλήματος, το οποίο, εκτός από διαχρονικό, είναι πολύ ευρύτερο και πολύ πιο σύνθετο. Είναι καιρός να μπουν στο τραπέζι της συζήτησης κάποια θέματα, που δεν τολμούμε να τα θίξουμε προτιμώντας να τα βάζουμε κάτω από το χαλί. Εξηγούμαστε:
Το Πανεπιστήμιο εκτός από τις διδακτικές, ερευνητικές και διδακτικές του δραστηριότητες, ή μάλλον εξ αιτίας αυτών, αποτελεί, ένα τεράστιο, σύνθετο και πολύπλοκο οργανισμό, που, για να λειτουργήσει σωστά, χρειάζεται στέρεες διοικητικές δομές, υψηλού επιπέδου επιτελικά διοικητικά στελέχη και σωστά στελεχωμένες υπηρεσίες, οι οποίες θα έχουν θεσμική, μέσα στον ακαδημαϊκό χώρο, κατοχύρωση και διακριτό ρόλο. Δεν θα είναι δηλαδή απλοί εντολοδόχοι και άβουλοι εκτελεστές αποφάσεων συλλογικών οργάνων, τα μέλη των οποίων δεν έχουν ως κύριο έργο τους τη διοίκηση και διαχείριση ενός τεράστιου οργανισμού, αλλά το ιδιαίτερο γνωστικό τους αντικείμενο. Η διαχείριση του χώρου της Πανεπιστημιούπολής του Γάλλου είναι ένα μικρό μόνο δείγμα του μεγέθους των προβλημάτων. Και εδώ τίθεται ένα τεράστιο θέμα. Με ποιες διοικητικές δομές, με ποιο θεσμικό πλαίσιο, με ποια οργάνωση είναι εξοπλισμένο το Πανεπιστήμιο για να ανταποκριθεί σωστά στις μεγάλες αυτές προκλήσεις; Προβληματισμοί αυτού του είδους μας αναγκάζουν, παρά την αρχική μας πρόθεση, να συνεχίσομε τη συζήτηση και σε επόμενο φύλλο, εφόσον βεβαίως το επιτρέψει ο φιλόξενος χώρος των «Ρεθεμνιώτικων Νέων».