Οι περισσότερες συνήθειες των κατοίκων της Μ. Ασίας γίνανε παροιμίες και λόγω πολέμου ταξιδέψανε μαζί τους, όταν φθάσανε και κατοικήσανε στα γύρω χωριά της πόλης μας: στο Χρωμοναστήρι, στα Καπεδιανά και στο Ρουσσοσπίτι.
Όλες αυτές τις εκτελούσανε όπως ακριβώς είχε το νόημά τους και δεχότανε τα οφέλη εις την οικογένειά τους, χωρίς βέβαια να φεύγει από τη σκέψη τους η πατρίδα τους που αφήσανε πίσω και όλα τα αγαθά τους. Το είχανε πάρει απόφαση και πέσανε όλοι μαζί στις εργασίες του γεωργού και του κτηνοτρόφου για να μπορούν να διαβιώνουν και να δημιουργηθούν. Αφού τα καταφέρανε ήτανε ανάγκη να αποκτήσουν και οικογένειες όσοι δεν είχανε και ήρθανε σε γάμους μεταξύ των από τα τρία χωριά.
Τα παιδιά από το χωριό Καπεδιανά πηγαίνανε στο Δημοτικό Σχολείο Ρουσσοσπιτίου. Η οικογένεια του Γιώργου Χ. είχε αποκτήσει έξι παιδιά, τρία αγόρια και τρία κορίτσια. Η μάνα τους, η Μαρία, όλο τα συμβούλευε να σέβονται τον δάσκαλό τους, να χαιρετούν στο δρόμο όσους συναντούν και να μην βιάζονται ή να μην τρέχουν όταν περπατούν γιατί θα σκοντάψουν από τις πολλές πέτρες που είχε ο δρόμος και θα χτυπούσανε.
Ο γιος τους ο Μιχάλης δεν άκουγε τις συμβουλές της μάνας του και συνέχεια σκόνταφτε Μικρασιάτικα «σκουντουφλούσε» και όλο αίματα είχε στα πόδια, στα χέρια και στο πρόσωπο όταν γύριζε στο σπίτι. Κατά διαστήματα του έλεγε: Μιχάλη, εσύ πήρες αυτό το χούι από τον παππού σου που πάντα σκουντουφλούσε στη Μ. Ασία όπου πήγαινε και η γιαγιά σου είχε τα ίδια προβλήματα σαν εσένα. Αν δεν με πιστεύεις να την ρωτήσεις.
Για να το κόψει όμως του έλεγε: τώρα που είσαι μικρός να το συνηθίσεις γιατί άμα μεγαλώσεις δεν θα μπορείς να παντρευτείς και για να μην σου κολλήσουνε κανένα παρατσούκλι. Κάθισε και το σκέφτηκε οπότε σιγά – σιγά το λιγόστεψε δεν το έκοψε τελείως γιατί τα γονίδια που είχε ήτανε ριζωμένα μέσα του.
Το σκουντούφλημα «σκόνταμμα» εις το περπάτημα την παλιά εποχή από τους μικρούς και τους μεγάλους από την απροσεξία τους είχε κακές συνέπειες για την υγεία τους.
Από αυτή την περίπτωση στη συνέχεια πήρε το όνομα η παροιμία και το νόημά της τοποθετήθηκε εις τον άνθρωπο για όλες τις εργασίες που εκτελούσε για να δημιουργηθεί και εφόσον δεν πρόσεχε προς το καλύτερο και έκανε λάθη τότε σκόνταφτε και ήτανε εις βάρος της προόδου του.
Η παροιμία έφθασε στον τόπο μας από τους Μικρασιάτες και έκανε πρώτα την εφαρμογή της πάλι εις την οικογένειά τους και είχε περισσότερες επιτυχίες και λιγότερες αποτυχίες που ωφελούσανε ανάλογα ή βλάπτανε αυτούς που την εκτελούσανε και μετά το ίδιο κάνανε στα επαγγέλματα και στις υπηρεσίες που ακολουθούσανε τα μέλη της.
Τα καλά αποτελέσματα της πήρανε γρήγορα επέκταση προς όλους και μετά από λίγα χρόνια ευγνωμονούσανε αυτούς που την φέρανε και τους αγκαλιάσανε περισσότερο ακόμα και να παντρεύονται χωρίς διακρίσεις.
Για όλες τις περιπτώσεις έχουμε πολλά ζωντανά παραδείγματα από όλα τα χωριά της περιοχής και θα μας τα πούνε στη συνέχεια οι ηλικιωμένοι που μεγαλώσανε και τα ζήσανε όλοι μαζί με τα ανάλογα αποτελέσματα που είχανε.
Όπως και σε άλλες παροιμίες τα διδάγματά τους πρώτα ξεκινούσανε πάντοτε από την οικογένεια τους γιατί από αυτήν πηγάζουν όλες οι καλές ή οι κακές πράξεις στη διαδρομή της ζωής του ανθρώπου και μετά για οπουδήποτε αλλού για την πρόοδό του.
Γι’ αυτό και ο ηλικιωμένος που συναντήσαμε πρόσφατα σε χωριό της περιοχής που έχουμε αναφέρει στην αρχή μας είπε: το πρώτο που κοιτάζανε όλοι στη εποχή μας ήτανε τα παιδιά μας να παντρεύονται με καλούς ανθρώπους να ευδοκιμήσει ο γάμος τους.
Όμως η αδελφή μου και ο άνδρας της παντρέψανε την κόρη τους τη Σοφία από το διπλανό χωριό με ένα κτηνοτρόφο. Δεν τους είπε ο προξενητής ότι εκτός από το επάγγελμά του είναι και ζωοκλέφτης.
Στην αρχή έκανε τον καλό και μετά που έκανε τα παιδιά του άρχισε πάλι τις κλοπές. Όμως μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη και την Τρίτη πιάστηκε, γιατί ο Θεός αγαπά τον κλέφτη αλλά περισσότερο τον νοικοκύρη οπότε πιάστηκε και μπήκε στη φυλακή. Εγώ όμως όταν το έμαθα πήγα αμέσως στον προξενητή και του είπα ότι κατάστρεψες την οικογένεια της αδελφής μου και θα το μετανιώσεις ακριβά αυτό που έκανες. Μετά είπα και στην αδελφή μου: κακομοίρα, Μαριάνθη δεν ρωτήσαμε και αλλού μόνο πιστέψαμε τον ψεύτη, τον προξενητή και σκοντάψαμε στην παντρειά της κόρης σου. Να προσέχεις στα άλλα κοπέλια σου να μην την ξαναπάθεις.
Ο επόμενος από το χωριό Καπεδιανά συγκινημένος που θυμήθηκε την παιδική του περιπέτεια για την διατροφή τους μας είπε: Εγώ την κατοχή ήμουνα 13 χρονών και τον μήνα Αύγουστο μου είπε η μάνα μου: Γιάννη, να πάρεις το καλάθι και την κατσούνα του παππού σου και να πας στις συκές μας στον πλατύλαγκο να κόψεις σύκα για να φάμε αλλά να προσέχεις μην βγεις ψηλά και πέσεις. Έφυγα το πρωί με τα πόδια γιατί τον γάιδαρό μας τον είχε πάρει ο πατέρας στο περιβόλι και σε μισή ώρα ήμουνα εκεί. Χαρούμενος που είχανε πολλά σύκα και το γέμισα γρήγορα το καλάθι και πήρα το δρόμο της επιστροφής. Από τη χαρά μου πήγαινα γρήγορα και όταν κουραζόμουνα καθόμουνα σε πέτρα να ξεκουραστώ.
Όμως όταν έφθανα κοντά στο χωριό στο αλώνι του Κότσαγα σκόνταψα σε μία ριζωμένη πέτρα και τα σύκα με το καλάθι που είχα στον ώμο μου φύγανε και σκορπίσανε στον κατήφορο του δρόμου. Εγώ χτύπησα στο πρόσωπο και στα χέρια από τις πέτρες και τα κλαδιά που είχε εκεί. Δεν μάζεψα κανένα σύκο γιατί λερωθήκανε από τις κοπριές που είχε. Μόνο πήρα το καλάθι και την κατσούνα και πήγα σπίτι στεναχωμένος που χάθηκε ο κόπος μου και τα σύκα που θα τρώγαμε όλοι μας. Η μάνα μου έβαλε τσικουδιάς στα χτυπήματα και μου είπε ότι εσύ βιαζόσουνα να έρθεις γρήγορα και σκουντούφλησες και δεν φταίει η πέτρα. Επίσης, μου είπε: σύκα, θα πάει την Κυριακή ο πατέρας σου να μας φέρει για να με παρηγορήσει. Και άλλα πολλά σκοντάμματα έκανα γιατί ήμουνα πολύ βιαστικός αλλά θα τα πούμε μια άλλη φορά.
Τέλος, την παλιά εποχή οι οικογένειες είχανε πολλά σκοντάμματα στις εργασίες και στα επαγγέλματά τους και παίρνανε την ανάλογη επέκταση στα χωριά και στην πόλη. Οι περισσότεροι αυτά που δεν ωφελούσανε δεν τα επαναλαμβάνανε για να μην έχουν κακές συνέπειες εις το περιβάλλον τους και χάσουν την εμπιστοσύνη από τους συγγενείς φίλους και χωριανούς τους.
Σήμερα δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου η ονομασία της παροιμίας. Την αποκαλούν αποτυχία σε όλες τις περιπτώσεις που θα σκοντάψουν όμως όσοι την γνωρίζουν τους διορθώνουν και τους λένε ότι σκόνταψες γιατί δεν σκέφτηκες πριν το πράξεις γιατί ήσουνα απρόσεκτος.