Τα σοβαρά προβλήματα που θα δημιουργήσει το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας που κατατίθεται στη βουλή τις επόμενες ημέρες και αφορά στην ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ, αναδείχτηκαν στη εκδήλωση που διοργάνωσε χθες το Συντονιστικό Όργανο της Νέας Αριστεράς Ρεθύμνου.
Πανεπιστημιακοί και φοιτητές μίλησαν για ένα νομοσχέδιο που παραβιάζει άρθρα του Συντάγματος ενισχύοντας τις κοινωνικές ανισότητες και επιφέροντας πλήγμα σε περιφερειακά ΑΕΙ όπως το πανεπιστήμιο Κρήτης και το ΕΛΜΕΠΑ. Οι ακαδημαϊκοί παράλληλα τόνισαν ότι ο χρόνος που δόθηκε για τη διαβούλευση του νομοσχεδίου κάθε άλλο παρά αρκετό ήταν, ενώ τα μέλη του κόμματος εμφανίστηκαν αποφασισμένα να εναντιωθούν με κάθε τρόπο στην ψήφισή του.
Ειδικότερα, ο Γιώργος Σταθάκης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, πρώην υπουργός, σε δηλώσεις του επεσήμανε την καταστρατήγηση του Συντάγματος, επισημαίνοντας ότι μοναδικός στόχος της κυβέρνησης είναι η νομιμοποίηση ιδιωτικών πανεπιστημίων της Κύπρου σε σχολές όπως η νομική και η ιατρική μέσα από διακρατικές συμφωνίες, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι: «Πέρα την ορατή αντισυνταγματικότητα του Νόμου που κατατέθηκε στη βουλή, αντισυνταγματικότητα απέναντι στο σύνταγμα του ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή το ‘75 το οποίο είναι πολύ σαφές. Η ανώτατη παιδεία είναι δωρεάν και προσφέρεται από Νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, στα οποία δεν εμπίπτουν ούτε τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ούτε ο όρος που προσπαθεί να εφεύρει η κυβέρνηση «Νομικά πρόσωπα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης». Πέρα από αυτό όμως, το πρόβλημα είναι ότι η Νέα Δημοκρατία προκειμένου να νομιμοποιήσει ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου, τα οποία προσφέρουν σπουδές σε ιατρική, νομική, σχολές οι οποίες δεν συναντώνται σε καμία χώρα του κόσμου σε κολεγιακό επίπεδο,- είναι όλες ακόμα και στην Αμερική αποκλειστικά πανεπιστημιακής εκπαίδευσης,- με την έννοια ότι τα πανεπιστήμια είναι ιδρύματα που κάνουν και έρευνα, ενώ τα κολέγια όπως της Κύπρου, δεν κάνουν έρευνα, είναι διδακτικά ιδρύματα». Ο κ. Σταθάκης χαρακτήρισε τη στρατηγική της κυβέρνησης τριπλή λαθροχειρία, σημειώνοντας ότι: «Σε μια Ευρώπη στην οποία δεν υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια με αυτά τα αντικείμενα, η Νέα Δημοκρατία κάνει μια τριπλή λαθροχειρία, προσπαθώντας να αντιγράψει το Κυπριακό μοντέλο το οποίο δεν εφαρμόζει καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα, ακριβώς το αντίθετο. Επίσης αναγνωρίζει αυτά τα πανεπιστήμια όχι μέσω της κανονικής διαδικασία του πρώην ΔΙΚΑΤΣΑ αλλά μέσα από μια διακρατική συμφωνία Ελλάδας Κύπρου, περί αμοιβαίας αναγνώρισης των πανεπιστημίων. Άρα οι λαθροχειρίες της κυβέρνησης είναι τρεις. Πρώτον αντισυνταγματικότητα, δεύτερον αναγνώριση πανεπιστημίων που είναι κολέγια και όχι πανεπιστήμια και τρίτον αναγνώριση αντικειμένων σπουδών ιατρικής και νομικής τα οποία δεν προσφέρονται, παρά μόνο σε αναγνωρισμένα πανεπιστήμια. Οι συνέπειες για την Ελλάδα θα είναι καταστροφικές, διότι εκφυλίζονται οι σχολές αυτές που στις πανελλαδικές εξετάσεις είναι 18 και 19 χιλιάδες μόρια και τώρα θα μπορούν να μπαίνουν με 9, 10, 11 και 12. Δυναμιτίζονται δυο ισχυρά και προστατευμένα επαγγέλματα σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και με τον τρόπο αυτό θα επηρεάσει πολύ αρνητικά τα περιφερειακά πανεπιστήμια, ανάμεσά τους και το Πανεπιστήμιο Κρήτης προσφέροντας δεύτερης ποιότητας ανώτατη εκπαίδευση στην Αθήνα μέσω αυτών των ιδρυμάτων».
Ο πρόεδρος του συλλόγου μελών ΔΕΠ του ΕΛΜΕΠΑ Κώστας Κονταξάκης από την πλευρά του τόνισε ότι για πρώτη φορά η ανώτατη εκπαίδευση εκχωρείται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, αναφέροντας ότι:
«Καταρχήν το νομοσχέδιο έμεινε σε διαβούλευση μόνο δέκα ημέρες ενώ είναι πραγματικά κάτι πολύ σημαντικό και φέρνει κοσμογονικές θα έλεγα αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, οπότε θα άξιζε τον κόπο να συζητηθεί λίγο περισσότερο και νομίζω ότι αυτό είναι το πρώτο σημείο αρνητικό. Την ίδια στιγμή ναι μεν από όλο το νομοσχέδιο μόνο τα δεκαπέντε άρθρα αφορούν στα ιδιωτικά ΑΕΙ, είναι όμως τα πιο σημαντικά γιατί για πρώτη φορά στην Ελλάδα, παραβιάζοντας και το Σύνταγμα και το άρθρο 16 εκχωρείται ουσιαστικά η πανεπιστημιακή εκπαίδευση σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Μπορεί να είναι πολύ καλά πανεπιστήμια – αυτό θα το δείξει η πράξη – το θέμα όμως είναι για ποιον γίνονται αυτά τα πανεπιστήμια, για το συμφέρον τίνος γίνεται αυτή η εκπαίδευση μέσα στα ιδιωτικά ΑΕΙ. Αυτά τα πανεπιστήμια έχουν Δ.Σ, ένας επιχειρηματίας ή ένας όμιλος επιχειρηματιών, οπότε αναγκαστικά και οι καθηγητές και η έρευνα που διεξάγεται θα ‘ναι προς το συμφέρον μιας ιδιωτικής επιχείρησης, ενός franchise πιθανώς, μιας δικαιόχρησης δηλαδή ενός ξένου πανεπιστημίου. Αλλά αυτό δεν είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας. Γιατί τα δημόσια πανεπιστήμια από το Σύνταγμα είναι εκεί και έχουν πολλά εχέγγυα μέσα από το Σύνταγμα και για τους καθηγητές τους να κάνουν απερίσπαστοι την έρευνά τους και να εκπαιδεύουν ανθρώπους προς το δημόσιο συμφέρον και το κοινωνικό καλό. Αυτό δεν υπάρχει για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, οπότε νομίζουμε πως δεν είναι θέμα που αφορά μόνο εμάς τους πανεπιστημιακούς αλλά όλη την κοινωνία. Αυτή τη στιγμή έχουμε το φαινόμενο να έχουμε τα ίδια δικαιώματα με ανθρώπους που έχουν σπουδάσει στο εξωτερικό πολύ λιγότερα χρόνια και με πολύ ελλιπές γνωστικό αντικείμενο και όμως να έχουν τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα στην Ελλάδα μέσω των κολεγίων, πόσο μάλλον μέσω των πανεπιστημίων που θα έχουν και ακαδημαϊκά πλέον δικαιώματα».
Αντίστοιχη ήταν και η τοποθέτηση της Aθηνάς Σκουλαρίκη, επίκουρης καθηγήτριας στο τμήμα Κοινωνιολογίας και μέλος του Ενιαίου Φορέα Διδασκόντων της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, η οποία χαρακτήρισε μείζον το ζήτημα του Συντάγματος, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Είναι σκανδαλώδες να παρακάμπτεται το Σύνταγμα με δικαιολογίες νομιμοφανείς που δεν στέκουν. Δεν μπορεί καμιά ερμηνεία να ανατρέπει την ίδια τη διάταξη του Συντάγματος, η οποία είναι σαφέστατη. Επίσης, υπάρχουν, μια σειρά ζητημάτων με τα ιδιωτικά ΑΕΙ, τα οποία εμφανίζονται ως μη κερδοσκοπικά, ενώ από τη στιγμή και μόνο που θα υπάρχουν εταιρίες και funds που μπαίνουν μέσα, προφανώς δεν μπαίνουν μέσα για την καλή τους την καρδιά. Επιπλέον θα υπάρχουν άνισοι οροί με τους οποίους οι φοιτητές θα μπορούν να παίρνουν πτυχίο στα ιδιωτικά και στα δημοσιά πανεπιστήμια. Τα δημόσια πανεπιστήμια είχαν σκοπό να δίνουν ευκαιρίες ίσες σε όλους τους νέους και νέες της χώρας για να σπουδάσουν και να εισέλθουν στην αγορά εργασίας. Τώρα αυτό παρακάμπτεται. Δηλαδή κάποιοι θα μπορούν με πολύ χαμηλούς βαθμούς να παίρνουν πτυχίο, αγοράζοντάς το ουσιαστικά». Παράλληλα η κ. Σκουλαρίκη πρόσθεσε ότι υπάρχουν αντιρρήσεις και σε σχέση και με αυτά που προβλέπονται για το δημόσιο πανεπιστήμιο, ενώ κατέληξε λέγοντας ότι: «Υπάρχει μεγάλη προπαγάνδα για το γεγονός ότι περιμένουμε μεγάλα πανεπιστήμια στην Ελλάδα, ενώ δεν πρόκειται να γίνει τίποτα τέτοιο. Τα μεγάλα ιδρύματά – τα οποία δεν είναι ιδιωτικά πρέπει να πούμε – είναι ιδρύματα που βασίζονται σε κληροδοτήματα, που έχουν ιστορία πολλών αιώνων, δεν υπάρχει ένας ιδιοκτήτης ούτε εταιρείες μέσα. Αυτά δεν θα κάνουν παραρτήματα. Θα κάνουν παραρτήματα μικρότερα ιδιωτικά ΑΕΙ που θα προσπαθήσουν να μπουν στην αγορά της Ελλάδας. Είναι προφανές ότι ούτε η ποιότητα είναι ίδια, ούτε έρευνα κάνουν και έχουν και άσχημες συνθήκες εργασίες για τους καθηγητές τους, τους οποίους υπερεκμεταλλεύονται και αυτό ουσιαστικά μετά αντανακλάται και στη δημοσιά παιδεία».
Από τη πλευρά του ο ιατρός ΕΣΥ, μέλος συντονιστικού της Νέας Αριστεράς Ρεθύμνου Ανδρέας Ξανθός, αναφέρθηκε στις επιπτώσεις του νομοσχεδίου επισημαίνοντας ότι πρέπει να υπάρξει ένα κοινωνικό μέτωπο προάσπισης του δημόσιου πανεπιστημίου. Μεταξύ άλλων είπε ότι: «Είναι προσβλητικό για τη νοημοσύνη μας να χρησιμοποιείται ένας παραπλανητικός τίτλος για μη κρατικά και μη κερδοσκοπικά ΑΕΙ. Πρόκειται περί ιδιωτικών επενδύσεων και ανθρώπων οι οποίοι θα επιζητούν να βγάλουν κέρδος από αυτή τη δραστηριότητα στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Τα προβλήματα αντισυνταγματικότητας είναι γνωστά. Αυτό που δεν έχει συνειδητοποιηθεί κατά την άποψή μου είναι οι παρενέργειες στο πυρήνα του δημόσιου πανεπιστημίου, στη λειτουργία δηλαδή των τμημάτων και στο κέντρο και στην περιφέρεια, ιδιαίτερα στην περιφέρεια και σε πόλεις όπως το Ρέθυμνο που ξέρουμε πολύ καλά ότι το δημόσιο πανεπιστήμιο είναι ένας σημαντικός τοπικός πόρος. Θεωρώ ότι συνολικά είναι σε αμφισβήτηση αυτό που λέμε δημόσια αγαθά, αυτή την περίοδο στη χώρα και το δημόσιο σύστημα υγείας και η δημόσια εκπαίδευση και η πρόσβαση σε άλλα θεμελιώδη αγαθά, όπως το φάρμακο, το ηλεκτρικό ρεύμα. Νομίζω λοιπόν ότι έχει αξία να υπάρξει ένα μέτωπο κοινωνικό μαζί με τους εκπαιδευτικούς που θα υπερασπιστεί το δημόσιο πανεπιστήμιο και θα διεκδικήσει την αναβάθμισή του, γιατί αυτό είναι το κρίσιμο. Δεν είναι απλώς να υπερασπιστούμε ένα τοπίο το οποίο προφανώς χρειάζεται εκσυγχρονισμό και βελτίωση. Αυτό που χρειάζεται είναι να υπερασπιστούμε τον πυρήνα του δημόσιου πανεπιστημίου και να αποκρούσουμε σχέδια ιδιωτικοποίησης, δηλαδή μετακύλισης βαρών στον πολίτη».