Οι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι το μεγάλο έργο των φοιτητικών κατοικιών στου Γάλλου με την ολοκλήρωσή του θα φέρει νέες ισορροπίες στην κτηματαγορά
Σε μείζον κοινωνικό ζήτημα εξελίσσεται το στεγαστικό πρόβλημα στο Ρέθυμνο με τους παράγοντες της κτηματαγοράς να κάνουν λόγο για κτηματική κρίση. Από τη μια η απουσία διαθέσιμων ακινήτων τόσο προς αγορά όσο κυρίως προς ενοικίαση και από την άλλη οι υψηλές τιμές εντείνουν το πρόβλημα που δεν φαίνεται να αντιμετωπίζεται στο άμεσο μέλλον. Φοιτητές, εκπαιδευτικοί και εργαζόμενοι ως γνωστόν αδυνατούν να βρουν ένα κατάλληλο χώρο για την στέγασή τους, με το οικονομικό να είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα, αφού ένας μέσος μισθός δεν επαρκεί για να καλυφθούν τα βασικά, δηλαδή ενοίκιο και λογαριασμοί κοινής ωφέλειας. Η κυριαρχία της βραχυχρόνιας μίσθωσης σε συνδυασμό με τον «πάγο» στις κατασκευές τα τελευταία χρόνια, αλλά και την αύξηση των οικοδομικών υλικών που ακολούθησε έχουν δημιουργήσει ένα δυσμενές περιβάλλον που σε τουριστικές περιοχές και φοιτητουπόλεις γεννά περαιτέρω προβλήματα. Την ίδια στιγμή λύση στον ορίζοντα διαφαίνεται με το σχεδιαζόμενο έργο κατασκευής φοιτητικών κατοικιών στην Πανεπιστημιούπολη Γάλλου και από την επέκταση του σχεδίου πόλεως τόσο ανατολικά όσο και δυτικά του Ρεθύμνου. Ωστόσο και για τα δυο απαιτείται χρόνος.
Η απουσία οικοδομικής δραστηριότητας επί σειρά ετών, αλλά και η αξιοποίηση πληθώρας ακινήτων τόσο μικρών όσο και μεγαλύτερων για τουριστικούς σκοπούς έχει ως αποτέλεσμα τα διαθέσιμα ακίνητα να χαρακτηρίζονται υπερτιμημένα, ενώ σε πολλές των περιπτώσεων η τιμή δεν ανταποκρίνεται στην ποιότητα των ακινήτων.
«Έχουμε κτηματική κρίση» τονίζει στα «Ρ.Ν.» ο κτηματομεσίτης Ανδρέας Ανδρουλιδάκης, επισημαίνοντας πως «Όπως είχαμε την οικονομική κρίση, τώρα διάγουμε την κτηματική κρίση. Δεν υπάρχουν προσφερόμενα ακίνητα, είτε προς ενοικίαση, είτε προς αγορά. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει αυτή η κατάσταση. Και βέβαια δεν αφορά μόνο το Ρέθυμνο όσον αφορά στο θέμα της ενοικίασης, αλλά ισχύει για όλη την Ελλάδα δυστυχώς. Στο Ρέθυμνο υπάρχει πρόβλημα διαθεσιμότητας κυρίως για ενοικίαση σε όλα τα επίπεδα, γκαρσονιέρες, δυάρια, τριάρια, τεσσάρια. Όλα. Όσα είναι διαθέσιμα είναι υψηλές οι τιμές και είναι δύσκολο να νοικιάσει κανείς και να έχει κι άλλα έξοδα παράλληλα. Δεν είναι μόνο το ενοίκιο, είναι και τα κοινόχρηστα, το ρεύμα, το νερό, όλα αυτά τα έξοδα που έχεις για να διατηρήσεις ένα σπίτι.
Από τη μια μεριά αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχουν χτιστεί καινούργιες οικοδομές για να υπάρχουν προσφερόμενα ακίνητα. Από την άλλη μεριά έχουμε δει τα περισσότερα να αξιοποιούνται για τουριστικούς σκοπούς, οπότε υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Οι τιμές είναι υψηλές και ανεβαίνουν λόγω της μικρής προσφοράς και της μεγάλης ζήτησης. Υπάρχει μια ανισοκατανομή με την καθημερινότητα και την πορεία των εξόδων της διαβίωσης. Επίσης οι ανατιμήσεις στα οικοδομικά υλικά έχουν επηρεάσει πάρα πολύ την αγορά, όπως επίσης και το θέμα της επέκτασης του σχεδίου πόλεως. Δρομολογείται, αλλά το θέμα είναι ότι σήμερα δεν υπάρχει. Έτσι λοιπόν το κάθε ένα από τα παραπάνω ζητήματα δημιουργεί ένα σφίξιμο που έχει δημιουργηθεί γενικώς στην αγορά».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΤΕΕ Ρεθύμνου, Σπύρος Καλησπεράκης, τόνισε ότι στο νομό Ρεθύμνου κυριαρχεί η αξιοποίηση των ακινήτων για τουριστικούς σκοπούς:
«Σε επίπεδο πόλης έχουμε ελάχιστα πράγματα, μόνο ανακαινίσεις για το τουριστικό κομμάτι και κάποιες λίγες -μετρημένες στο ένα χέρι- καινούργιες κατασκευές. Τα ακίνητα είναι ακριβά, καθώς δεν μπορεί να συναντηθεί η προσφορά με τη ζήτηση. Για να κατασκευάσει κάποιος κάτι και να το δώσει στην ενοικίαση ή στην πώληση, βγαίνει σε τέτοιες τιμές που δεν βρίσκει είτε ενοικιαστή είτε αγοραστή. Δηλαδή εάν θέλει κάποιος να φτιάξει κάτι ακριβό, θα βρει νέες κατασκευές. Και τα οικοδομικά υλικά αυξάνουν το κόστος, αλλά δεν είναι τόσο πολύ το πρόβλημα αυτό. Έχουν επέλθει πολλές αλλαγές που έχουν αυξήσει το κόστος και το κυριότερο είναι ότι οι Έλληνες ζούσαν μια εσωτερική υποτίμηση, είχαν μια μισθολογική μείωση, ενώ τα οικοδομικά υλικά δεν μειώθηκαν. Η μισθοδοσία των Ελλήνων αυτήν τη στιγμή είναι ίδια εδώ και επτά χρόνια, ενώ τα υλικά επτά χρόνια ακριβαίνουν. Όλα αυτά είναι απόνερα της εσωτερικής υποτίμησης, γι’ αυτό δεν συναντιέται η προσφορά με τη ζήτηση».
Μονόδρομος για το Ρέθυμνο το έργο των φοιτητικών κατοικιών
Το μεγάλο έργο κατασκευής 2.000 φοιτητικών κατοικιών στην Πανεπιστημιούπολη Γάλλου που έχει δρομολογηθεί φαντάζει μονόδρομος για την αντιμετώπιση του προβλήματος σε τοπικό επίπεδο.
«Οι φοιτητικές κατοικίες που θα κατασκευαστούν, όπως έχω υπολογίσει εγώ, θα αντιστοιχούν στο 20% των προσφερόμενων ακινήτων της πόλης. Αυτό θα αλλάξει τις ισορροπίες των τιμών, αλλά είναι ένα μακρόχρονο σχέδιο» τονίζει ο κ. Ανδρουλιδάκης.
«Η επέκταση του σχεδίου πόλεως είναι μια μακροπρόθεσμη λύση. Το πιο κοντινό για το Ρέθυμνο είναι το έργο των φοιτητικών κατοικιών. Εάν προσθέσουν στην πόλη δυο χιλιάδες κατοικίες προφανώς θα ανατραπούν αρκετά οι σημερινές ισορροπίες. Αυτό θα έχει σαφέστατα επίπτωση και στις τιμές, γιατί η τάση στα ενοίκια συνεχίζει να είναι ανοδική», είπε από την πλευρά του ο κ. Καλησπεράκης.
Τι λένε τα στοιχεία της Eurostat
Σύμφωνα με την Eurostat, στην Ελλάδα το 45,5% των ατόμων ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας, που αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο των 29 χωρών της Ε.Ε., όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 9,2%. Δηλαδή, περίπου ο μισός πληθυσμός της χώρας μας ζει σε νοικοκυριά που έχουν καθυστερήσεις σε έξοδα που είναι άμεσα σχετιζόμενα με τη στέγαση. Παράλληλα, αξίζει να αναφέρουμε ότι η αύξηση κατά 9,1 μονάδων σε σχέση με το 2021 (36,4%) αντιστοιχεί σε περίπου 910.000 περισσότερα άτομα. Στη λίστα με τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά για το 2022, ακολουθεί η Βουλγαρία (19,9%), η Ρουμανία (18,4%), η Κροατία (15,7%). Το μικρότερο ποσοστό καταγράφεται στην Τσεχία (2,7%), Ολλανδία (2,9%), Βέλγιο (4,2%) και Αυστρία (4,7%). Αν δεν υπάρξουν άμεσα μέτρα στήριξης, αναμένουμε ραγδαία αύξηση του ποσοστού.
Δυναμικά συνεχίζουν οι επενδύσεις ξένων σε ακίνητα στην Κρήτη
Εν τω μεταξύ ζωηρό παραμένει το ενδιαφέρον από ξένους που επιθυμούν να επενδύσουν στην Κρήτη με τη ζήτηση να είναι αυξανόμενη τόσο στην νότια όσο και στην βόρεια Κρήτη. Όπως εξηγεί ο πρόεδρος του ΤΕΕ Ρεθύμνου, Σπύρος Καλησπεράκης:
«Παρόλο που υπάρχει ένα θέμα λόγω της εκτός σχεδίου δόμησης και έχουν δημιουργηθεί κάποια ζητήματα, καθώς υπάρχει μια ασάφεια ακόμα με το πώς και τι θα γίνει, η ζήτηση εξακολουθεί να είναι μεγάλη. Υπάρχει μια αυξητική τάση και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σαν χώρα είμαστε εξαιρετικά φτηνοί για τους ξένους. Αυτό που φαίνεται ακριβό στους Έλληνες, σε οποιοδήποτε άλλο παραθαλάσσιο μέρος της Ευρώπης οι τιμές είναι μεγαλύτερες. Και στην Ευρώπη υπάρχει οικονομική κρίση, αλλά είναι σε άλλα κοινωνικά στρώματα. Αυτήν τη στιγμή και στην Ελλάδα υπάρχουν κοινωνικά στρώματα που ευημερούν. Η μεσαία τάξη πανευρωπαϊκά ζει αυτήν την πίεση. Δεν έρχεται εδώ να επενδύσει ο εργάτης της Γερμανίας προφανώς».
Όπως προκύπτει πάντως από τα στοιχεία της ΤτΕ, αυτή την περίοδο τη διαφορά στην αγορά κάνουν οι ξένοι επενδυτές, ενώ οι αγορές από Έλληνες είναι περιορισμένες και γίνονται με ίδια κεφάλαια.
Ας σημειωθεί ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις για την αγορά ακινήτων κατέγραψαν σημαντική αύξηση κατά τη διάρκεια του 9μήνου του 2023 και ανήλθαν σε καθαρές εισπράξεις 1,644 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας κατά 28,7% το αντίστοιχο επίπεδο εισπράξεων που καταγράφηκε το 2022 (1,277 δισ. ευρώ).
Δεδομένου λοιπόν ότι η αγορά παραμένει εξαρτημένη σε μεγάλο βαθμό από εισροές ξένων κεφαλαίων δεν αποκλείεται να υπάρξουν διορθώσεις.